Για το μυθιστόρημα της Anna Katharine Green Υπόθεση Λέβενγουορθ (μτφρ. Ερρίκος Μπαρτζινόπουλος, εκδ. Gutenberg).
Της Διώνης ΔημητριάδουΝα, δες. Κοίτα πρώτα τούτη την εικόνα κι ύστερα αυτή.
Άμλετ
Στην αρχή του κάθε κεφαλαίου υποδέχεται τον αναγνώστη ένα μικρό παράθεμα, συνήθως από τον Σαίξπηρ, καθοδηγώντας την αναγνωστική του πρόσληψη ή προϊδεάζοντάς τον υπαινικτικά για την πορεία της πλοκής. Το παραπάνω απόσπασμα από τον Άμλετ θα μπορούσε, ωστόσο, να αφορά όλο το μυθιστόρημα, έτσι που φαίνεται να σε βοηθά να στρέψεις το βλέμμα σου σε κάθε μία εικόνα, όπως αυτές σταδιακά θα σου αποκαλύπτονται. Γιατί το αστυνομικό μυθιστόρημα απαιτεί την παρατηρητικότητα του αναγνώστη, παράλληλα προκαλεί αλλά και επιβραβεύει την οξυδέρκειά του, όταν κατορθώνει να υποψιαστεί τις αποκαλύψεις του συγγραφέα. Και εδώ βρισκόμαστε μπροστά σε ένα τόσο καλά δουλεμένο κείμενο, που οδηγεί στη λύση του μυστηρίου κινητοποιώντας ταυτόχρονα δημιουργικά τη σκέψη του αναγνώστη.
Η Γκριν πλάθει χαρακτήρες, καταδύεται στον ψυχικό τους κόσμο, τοποθετεί στο στόμα των ηρώων της σκέψεις ενδιαφέρουσες, προσφέρει με δυο λόγια μια λογοτεχνική γραφή ιδιαίτερα αξιόλογη.
Το βιβλίο εκδόθηκε το 1878, λίγα χρόνια πριν την εμφάνιση του Σέρλοκ Χολμς, γνώρισε τεράστια εκδοτική επιτυχία και καθιέρωσε την Άννα Κάθριν Γκριν ως μητέρα του αμερικανικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Η Αγκάθα Κρίστι επηρεάστηκε από την Γκριν στη δική της εκδοχή της αστυνομικής λογοτεχνίας ως προς τον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα του βασικού της ήρωα Ηρακλή Πουαρό αλλά και ως προς την ανάπλαση της ιστορίας από αυτόν στο τέλος του βιβλίου – κάτι που ξεκίνησε φυσικά από τον Πόε και συνεχίστηκε και καθιερώθηκε ως τεχνική από την Γκριν. Η πολύ ξεχωριστή όμως προσφορά της γενικά στην υπόθεση της αστυνομικής λογοτεχνίας (και η βασική της διαφορά, κατά τη γνώμη μου, από την Αγκάθα Κρίστι) εντοπίζεται ακριβώς σ’ αυτό, ότι δηλαδή η γραφή της Γκριν συνιστά αδιαμφισβήτητα λογοτεχνία και μάλιστα υψηλού επιπέδου. Δεν αρκείται στη δράση, στο μυστήριο και στην ανατροπή της πλοκής, στοιχεία που ελκύουν το κοινό των αστυνομικών βιβλίων αφήνοντας συχνά στην άκρη την ποιότητα του λόγου, την ουσιαστική τέχνη της γραφής. Η Γκριν πλάθει χαρακτήρες, καταδύεται στον ψυχικό τους κόσμο, τοποθετεί στο στόμα των ηρώων της σκέψεις ενδιαφέρουσες, προσφέρει με δυο λόγια μια λογοτεχνική γραφή ιδιαίτερα αξιόλογη.
Όλη η υπόθεση στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα αφορά την οικογένεια Λέβενγουορθ και η πλοκή περικλείεται στους τοίχους του σπιτιού του κυρίου Λέβενγουορθ, μέσα στο οποίο ο ίδιος θα βρεθεί δολοφονημένος, στο δωμάτιο της Βιβλιοθήκης του, με την πόρτα κλειδωμένη από μέσα και με τη γνώμη όλων των ενοίκων να συμπίπτει στο γεγονός ότι κανείς ούτε ήρθε στο σπίτι αλλά ούτε και έφυγε από αυτό, με τις κλειδαριές ανέγγιχτες. Μυστήριο, ωστόσο, παραμένει πού μπορεί να πήγε η καμαριέρα Χάνα, και κυρίως πότε και πώς.
Όλη η υπόθεση στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα αφορά την οικογένεια Λέβενγουορθ και η πλοκή περικλείεται στους τοίχους του σπιτιού του κυρίου Λέβενγουορθ, μέσα στο οποίο ο ίδιος θα βρεθεί δολοφονημένος, στο δωμάτιο της Βιβλιοθήκης του, με την πόρτα κλειδωμένη από μέσα.
Η Γκριν πλάθει με λεπτομέρειες (όχι τόσο εξωτερικές όπως η Αγκάθα Κρίστι αλλά κυρίως εσωτερικές) τον χαρακτήρα των προσώπων, ώστε να αναδεικνύονται σε πλήρεις προσωπικότητες. Εστιάζει στις δύο γυναίκες, τις ανιψιές του Λέβενγουορθ, την Ελεάνορ και τη Μαίρη, που ζουν υπό την προστασία του θείου τους, με το ενδιαφέρον να μετατοπίζεται από τη μία στην άλλη, όπως εξελίσσεται η πλοκή και νέες αποκαλύψεις έρχονται στο φως. Σημαντικό πρόσωπο είναι και ο Χάργουελ, ο ιδιαίτερος γραμματέας του Λέβενγουορθ, ο οποίος με πολύ μεγάλη προσοχή θα σκιαγραφηθεί από τη συγγραφέα, ώστε και να αποκαλύπτει αλλά και να αποκρύπτει στοιχεία για την υπόθεση με τα λόγια του και με τις πράξεις του. Όπως επίσης και ο δικηγόρος και νομικός σύμβουλος Ρέιμοντ, ο οποίος θα αναλάβει να εξιχνιάσει κομμάτια της υπόθεσης, έχοντας παράλληλα τον ρόλο του αφηγητή της ιστορίας. Αλλά και τα δευτερεύοντα πρόσωπα πλάθονται έτσι που να μπορείς να τα δεις μπροστά σου με το βάρος που το καθένα έχει στην ιστορία. Άλλα πιο κοντά στα κεντρικά πρόσωπα και άλλα πιο απομακρυσμένα, δημιουργώντας μια σειρά από ομόκεντρους κύκλους.
Δεν μπορείς παρά να μείνεις περισσότερο στη φυσιογνωμία του ήρωα της Γκριν (με δεδομένο ότι ο ήρωας στα αστυνομικά μυθιστορήματα είναι ο ντετέκτιβ που θα οδηγήσει την ιστορία στη λύση της, το αίνιγμα στην αποκρυπτογράφησή του). Εδώ η Γκριν παρουσιάζει τον ντετέκτιβ Εμπενέζερ Γκράις, έναν τύπο ιδιόρρυθμο, που –σε αντίθεση με άλλους ανάλογους χαρακτήρες αστυνομικών βιβλίων– μπορεί να περάσει και απαρατήρητος, να μείνει στη σκιά των γεγονότων μέχρι τη στιγμή που θα πάρει στα χέρια του το νήμα για να μας οδηγήσει έξω από τον λαβύρινθο του μυστηρίου.
Κι εδώ επιτρέψτε μου να σας πω ότι ο κύριος Γκράις, ο ντετέκτιβ, δεν ήταν ο λεπτός και νευρώδης άντρας με το διαπεραστικό βλέμμα που μοιάζει να εισβάλλει στον πυρήνα της ύπαρξής σου και να παραβιάζει στη στιγμή το κρυμμένο μυστικό της, που από την αρχή δεν σου άφηνε καμιά αμφιβολία πως θα ανακαλύψει. Ο κύριος Γκράις ήταν ένας εύσωμος και ήρεμος άνθρωπος, μ’ ένα βλέμμα που όχι μόνο δεν σου επιτίθεται αλλά ούτε καν στέκεται πάνω σου. Αν σταματά κάπου, είναι πάντα σε κανένα ασήμαντο αντικείμενο μέσα στο οπτικό του πεδίο, ένα βάζο, ένα μελανοδοχείο, ένα βιβλίο ή κουμπί. Αυτά τα αντικείμενα έδειχνε να τα εμπιστεύεται και να τα καθιστά χώρους διαφύλαξης των συμπερασμάτων του, αλλά εσένα… εσύ θα μπορούσες να ήσουν το καμπαναριό της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας, παρά τη σχέση που νομίζεις πως έχεις με τον ίδιο ή με τις σκέψεις του.
Ο Γκράις θα κρατήσει για τον εαυτό του τα «κλειδιά» της ιστορίας, για να τα φανερώσει στο τέλος μπροστά στους έκπληκτους παρευρισκόμενους. Είναι από την αρχή ως το τέλος μια σκιά πίσω από τους άλλους, μια ανώτερη σκέψη που όλα τα διευθύνει. Ένας χαρακτήρας που δεν ξεχνιέται εύκολα.
Ο Γκράις μαζί με τον Ρέιμοντ θα αναλάβουν να ρίξουν φως στην υπόθεση, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι στην πραγματικότητα συνεργάζονται, όπως λανθασμένα θα θεωρήσει ο Ρέιμοντ. Ο Γκράις θα κρατήσει για τον εαυτό του τα «κλειδιά» της ιστορίας, για να τα φανερώσει στο τέλος μπροστά στους έκπληκτους παρευρισκόμενους. Είναι από την αρχή ως το τέλος μια σκιά πίσω από τους άλλους, μια ανώτερη σκέψη που όλα τα διευθύνει. Ένας χαρακτήρας που δεν ξεχνιέται εύκολα.
Κυρίως, όμως, δεν ξεχνάς το πώςγράφονται όλα αυτά. Δεν μπορείς να μη θαυμάσεις, για παράδειγμα, τον τρόπο που η Γκριν μεταπηδά από τη λεπτομερή περιγραφή ενός δωματίου (βλέπεις ακόμα και τη λάμψη του μπρούτζου και την αναλαμπή του μαρμάρου) στην περιγραφή των προσώπων για να τα ενσωματώσει στο επιβλητικό σκηνικό σαν να ήταν και αυτά αντικείμενα του χώρου. Σελίδες υψηλής λογοτεχνίας και ως γραφή αλλά και ως σύλληψη. Ή αλλού θαυμάζεις τον τρόπο που παρουσιάζει για πρώτη φορά τις δύο ανιψιές, πρώτα ως ήχο και μετά ως εικόνα, η οποία ανατρέπει την αρχική απατηλή αίσθηση που σου έδωσε η φωνή. Ή πάλι, δεν είναι αυθεντικός, εξαίσιος λόγος αυτός εδώ, που εκφέρεται με την αθωότητα απλώς μιας παρατήρησης ή μιας απορίας, διεκδικεί όμως τη θέση του στις καλύτερες σελίδες της λογοτεχνίας;
Η Γκριν, αν δεν επέλεγε το είδος της αστυνομικής λογοτεχνίας (που έχει αρκετούς πολέμιους και αμφισβητίες ως λογοτεχνικό είδος) θα είχε βρει αναμφίβολα τη θέση της στην αμερικανική αλλά και στην παγκόσμια λογοτεχνία ως αριστοτέχνιδα της γραφής δίπλα στους μεγάλους του είδους. Μας δίνεται τώρα η ευκαιρία μέσα από τη νέα σειρά «Μυστήριο» των εκδόσεων Gutenberg να απολαύσουμε το εξαιρετικό αυτό μυθιστόρημα για πρώτη φορά μεταφρασμένο στα ελληνικά σε μια ιδιαίτερα φροντισμένη έκδοση, σε μετάφραση του Ερρίκου Μπαρτζινόπουλου, ο οποίος παραθέτει και τη σύντομη αλλά κατατοπιστική εισαγωγή. Ένα μυθιστόρημα χαρακτήρων, με ψυχογραφική εμβάθυνση, με το μυστήριο που δικαιολογεί το είδος της λογοτεχνίας που υπηρετεί, και μια πλοκή τέλεια ρυθμισμένη ως την τελευταία λεπτομέρεια. Γιατί, όπως σοφά υπαινίσσεται στην αρχή ενός κεφαλαίου η συγγραφέας με το απόσπασμα από τον Οθέλλο, εδώ βρίσκεται η ουσία μιας ιστορίας μυστηρίου:
* Η ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ είναι συγγραφέας.