Για τη συλλογή μικροδιηγημάτων της Άνα Μαρία Σούα Ονειροπαγίδα (μτφρ. Άννα Βερροιοπούλου, εκδ. Απόπειρα).
Του Σταύρου Σταυρόπουλου
Είναι όλα όσα βλέπουμε σ' αυτόν εδώ τον κόσμοένα όνειρο ατέλειωτο κρυμμένο μέσα σ' άλλο;
Edgar Allan Poe «A Dream Within a Dream» (μτφρ. Κώστας Ουράνης)
Στα Πρωτόκολλα ονείρων (μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου, εκδ. Αλεξάνδρεια 2009) που περιλαμβάνονται στους τόμους των Απάντων του, ο Adorno προτάσσει το ακόλουθο κείμενο, εισάγοντας τον αναγνώστη στη διαδικασία της αποκρυπτογράφησής τους: «Τα πρωτόκολλα ονείρων, διαλεγμένα από ένα εκτενές απόθεμα, είναι αυθεντικά. Τα κατέγραφα κάθε φορά, αμέσως μετά το ξύπνημα, και για τη δημοσίευσή τους διόρθωσα μόνο τις πιο αισθητές γλωσσικές ατέλειες». Για να καταλήξει, μεταξύ άλλων, στο συμπέρασμα: «Ορισμένες εμπειρίες ονείρων μού δίνουν την αφορμή να υποθέσω ότι το άτομο βιώνει τον θάνατό του ως κοσμική καταστροφή».
Αυτή η προκλητική αποστροφή του μικρού προλόγου με τον οποίο ο Theodor Adorno συνόδευσε την έκδοση των ονείρων του μου δίνει την αφορμή να μιλήσω εκτενέστερα για το βιβλίο Ονειροπαγίδα της πολύ σπουδαίας Αργεντινής πεζογράφου Ana Maria Shua (γεν. Μπουένος Άιρες, 1951), από μια άλλη οπτική, αυτή της κειμενικής αξιοποίησης μιας βιωματικής οντολογίας, όπως την ονόμασε ο Γιώργος Χειμωνάς, ενός «ονειρικού λόγου», ο οποίος φυσικά και εντάσσεται στα ευρύτερα πλαίσια της λογοτεχνίας του φανταστικού και στις πρώτες υπερρεαλιστικές συνθήκες του 1920, διατηρεί όμως, αφ’ εαυτού μια μοναδική αυθυπαρξία και δυναμική, τόση που να μπορεί αυτή τη στιγμή να επηρεάζει σημαντικά και σχεδόν αναπόφευκτα τον χώρο της διεθνούς πεζογραφίας.
Η Anna Maria Shua δημιουργεί μορφικά προσανάμματα που εκτινάσσουν τη φαντασία με έναν εκθαμβωτικό τρόπο, δημιουργώντας ένα πανίσχυρο πεζογραφικό σύμπαν από συγκολλήσεις, παρεκβάσεις και παράλογους συνειρμούς που απλώς επιβεβαιώνουν το αυτονόητο: Μόνο αναποδογυρίζοντας τη ροή της πραγματικότητας μπορείς να την καταστήσεις δελεαστικότερη.
Η ίδια ονομάζει τα κείμενα αυτού του βιβλίου Μικροδιηγήματα (έχει γράψει άλλα 4 νομίζω αυτού του ιδιώματος της μικρής φόρμας και περισσότερα από 35 βιβλία με πεζογραφήματα, μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων), εγώ όμως θα προτιμούσα εδώ τον όρο Μονογράμματα, minima moralia, που θα απέδιδε ίσως καλύτερα την ακατέργαστη, πρωτογενή ύλη των ονείρων και τη μεταφορά τους σε λογοτεχνική δομή.
Ας κάνω εδώ μια μικρή παράκαμψη, αξιοποιώντας την αποφθεγματική φράση του Nitsche από το Θέληση για δύναμη: «Το τίμημα να είναι κανείς καλλιτέχνης είναι ότι αυτό που όλοι οι μη καλλιτέχνες ονομάζουν μορφή το αντιλαμβάνεται ο ίδιος ως περιεχόμενο». Στην Ονειροπαγίδα της Shua, όπως και σε πολλά διηγήματα του Borges, του Casares, αλλά και του Cortazar, σε πιο εκτεταμένη εκδοχή, γίνεται μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το όνειρο και όσα συμβαίνουν μέσα σε αυτό ως λογοτεχνική μορφή, γεγονός που συμβαίνει κατά κόρον και διαπερνά οριζοντίως και καθέτως όλο τον λεγόμενο «μαγικό ρεαλισμό». Η Anna Maria Shua σε αυτά τα 250 αριθμημένα αντίτυπα ονείρων του βιβλίου της La suenera (επιλεγμένη μετάφραση στα ελληνικά Ονειροπαγίδα, αλλά μπορεί και ονειροπόληση ή και υπνηλία, σε αντίστιξη με το βιβλίο του Γιώργου Χειμωνά Τα όνειρα της αϋπνίας) δημιουργεί μορφικά προσανάμματα που εκτινάσσουν τη φαντασία με έναν εκθαμβωτικό τρόπο, δημιουργώντας ένα πανίσχυρο πεζογραφικό σύμπαν από συγκολλήσεις, παρεκβάσεις και παράλογους συνειρμούς που απλώς επιβεβαιώνουν το αυτονόητο: Μόνο αναποδογυρίζοντας τη ροή της πραγματικότητας μπορείς να την καταστήσεις δελεαστικότερη. Το ποιητικό στοιχείο κυριαρχεί στις σύντομες, συνήθως κοφτές αφηγήσεις, παραχωρώντας το έδαφος σε παράλληλες σχεδιάσεις ιδεών και ανακατασκευές που κάνουν, με αρκετή δόση χιούμορ, τη λειτουργία του λόγου να διαφοροποιείται από τα καθορισμένα πλαίσια μιας νοητικής διεργασίας, αποσπώμενος περισσότερο και σχεδόν βιαίως, σε απώτατα σύμβολα υποσυνείδητης εγρήγορσης, κατά τη φράση του Bergson: «δεν έχουμε ποτέ συνείδηση της δύναμης που αναπτύσσεται μέσα μας, έχουμε πάντα συνείδηση της κίνησης του οργάνου, που αυτή η δύναμη δραστηριοποιεί».
Η Shua κοινωνεί το πρωτόλειο ερέθισμα με μια οξυδέρκεια που ξαφνιάζει για την αγνότητά της.
Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό που δραστηριοποιείται –και μάλιστα περίτεχνα, στην περίπτωση της Shua– είναι η αξιοποίηση κάποιων αυτοβιογραφικών στοιχείων, μέσω της δύναμης της ονειροφαντασίας. Είναι σαν να διαθέτουμε μινιατούρες ιδεών από τον χώρο της ακατέργαστης σκέψης και να τις διασκευάζουμε σε προχωρημένα και ανοιχτά σε όλα τα ενδεχόμενα απορροφήματα επικοινωνίας. Η Shua κοινωνεί το πρωτόλειο ερέθισμα (η Ονειροπαγίδα είναι το πρώτο βιβλίο που έγραψε, άρα η κατάσταση γραφής του δεν είναι σε καμία των περιπτώσεων εμπλεκόμενη με τους θεωρητικούς κανόνες και τα συμπαρομαρτούντα της εμπειρίας της γραφής), με μια οξυδέρκεια που ξαφνιάζει για την αγνότητά της. Αυτή είναι και η δυναμική της πεζογραφίας της Ονειροπαγίδας, αυτά τα θραύσματα ύπνου που μονολογούν με μια μεταλλική, μυστηριώδη φωνή, που είναι τόσο εθιστική, ώστε σου είναι αδύνατον να την προσπεράσεις. Γράφει ο Ludwing Wittgenstein, προτρέποντάς μας στην παραδοξότητα και την ανατροπή του ισχύοντος: «Σκέψου τον αινιγματικό χαρακτήρα του ονείρου. Ένα τέτοιο αίνιγμα δεν έχει κατ’ ανάγκην λύση. Μας μπερδεύει, κεντρίζοντάς μας την περιέργεια. Είναι σαν να υπάρχει ένα αίνιγμα σε αυτό. Γιατί το όνειρο να είναι πιο μυστηριώδες από το τραπέζι; Γιατί να μην είναι και τα δύο εξίσου μυστηριώδη;» Προφανώς, εδώ έχουμε να κάνουμε με τη σαφέστερη διατύπωση μιας επανεπινόησης, μιας επανεφεύρεσης των ίδιων των πραγμάτων, των νοημάτων, ακόμα και της κεντρικής σημασίας των λέξεων.
Η Ονειροπαγίδα της Shua είναι ένας θρίαμβος των κρυμμένων λέξεων από την αρχή, μια απολαυστική εκταφή όλων όσα έχουμε, ελαφρά τη καρδία και με βολική ευκολία, θάψει στα μύχια του υποσυνείδητού μας, προκειμένου να εξασφαλίσουμε αυτό που νομίζουμε ότι συγκροτεί ζωή.
Ο Walter Benjamin στον Μονόδρομο προειδοποιεί πως δεν πρέπει κανείς το πρωί όταν σηκώνεται να διηγείται νηστικός τα όνειρά του, για να μην αφήσει τη μέρα να επέμβει και να χαλάσει την αυθεντικότητα της εσωτερικής περισυλλογής, που είναι το όνειρο. Έτσι αποφεύγει τη ρήξη ανάμεσα στον κόσμο της μέρας και στον κόσμο της νύχτας ή άλλως, ανάμεσα στον κόσμο της ισχύουσας πραγματικότητας και στον αυτοδύναμο κόσμο του ονείρου. Βάζει αυτό ως οδόσημο πραγματικής λειτουργίας – το φαγητό, όπου συμμετέχει η κανονικότητα, προδίδοντας τα λόγια και της εικόνες του ονείρου, το οποίο, μέσα στις επόμενες ώρες, έχει σχεδόν σβήσει ολοκληρωτικά. Είναι γνωστή η φράση της Virginia Wolf: «Αληθινό είναι μόνο ό,τι ονειρευόμαστε». Και η σπουδαία Αργεντινή πεζογράφος ονειρεύεται, ονειροπολεί, ονειροκυριαρχείται. Σε ανοιχτή ακρόαση, με τεντωμένες τις κεραίες του μελλοντικού, του υπερκείμενου, των αιρέσεων της νύχτας. Αυτή η ονειροπόλησή της μας παρέχει την αναγνωστική πληρότητα, να θεωρήσουμε, διαβάζοντας ακόμα και αποσπασματικά –το οποίο και προτείνω– πως αποτελούμε κι εμείς μέρος της δικής της αφήγησης, είναι και τα δικά μας όνειρα που συμμετέχουν στο βιβλίο, είναι ένας τρόπος, ένας ακόμα τρόπος, να νικήσουμε ή να αντέξουμε, αυτό που καθημερινά εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια της, βομβαρδίζοντας το μυαλό μας με συμμετοχική βία. Η Ονειροπαγίδα της Shua είναι ένας θρίαμβος των κρυμμένων λέξεων από την αρχή, μια απολαυστική εκταφή όλων όσα έχουμε, ελαφρά τη καρδία και με βολική ευκολία, θάψει στα μύχια του υποσυνείδητού μας, προκειμένου να εξασφαλίσουμε αυτό που νομίζουμε ότι συγκροτεί ζωή.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να επισημάνω το μότο που προτάσσεται στο βιβλίο, από την μονογραφία του Max Brod για τον Kafka, γιατί είναι απολύτως ενδεικτικό για ό,τι ακολουθεί: «Ένα βράδυ που ο Κάφκα με επισκέφτηκε (τότε ζούσα ακόμα με τους γονείς μου), μπαίνοντας σπίτι, ξύπνησε τον πατέρα μου που κοιμόταν στον καναπέ. Αντί συγγνώμης, ύψωσε τα χέρια καθησυχαστικά και είπε με απέραντη απαλότητα, ενόσω διέσχιζε το δωμάτιο στις μύτες των ποδιών του: Παρακαλώ, θεωρήστε ότι είμαι ένα όνειρο».
* Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ είναι ποιητής.
Άνα Μαρία Σούα
Μτφρ. Άννα Βερροιοπούλου
Απόπειρα 2015
Σελ. 264, τιμή εκδότη €14,84