Επιλογή έντεκα από τα πλέον αντιπροσωπευτικά διηγήματα της Alice Munro στη συλλογή Η αγάπη μιας καλής γυναίκας (μτφρ. Τρισεύγενη Παπαϊωάννου, εκδ. Μεταίχμιο).
Του Γιώργου Βέη
Γνωρίζουμε ότι κατά μια άποψη, όχι και πολύ κολακευτική για το λεγόμενο δεύτερο φύλο, αλλά ιδιαίτερα χρήσιμη για την προσέγγιση του παρόντος έργου, στο οποίο συστεγάζονται έντεκα διηγήματα εξαιρετικής διαύγειας, ότι δηλαδή «αρκεί να προσέξει κανείς το παρουσιαστικό της, για να καταλάβει πως η γυναίκα δεν προορίζεται για βαριά πνευματική ή σωματική εργασία. Εξαργυρώνει την ενοχή της στον κόσμο όχι με δράση, αλλά με πόνο, μέσα από τις ωδίνες του τοκετού, τη φροντίδα του παιδιού και την υποταγή της στον άνδρα, στον οποίο πρέπει να είναι σύντροφος υπομονετική και ευχάριστη. Δεν μπορεί να υποφέρει, να ευχαριστηθεί και να κοπιάσει σε υπερβολικό βαθμό. Η ζωή της κυλά πιο ήσυχη, πιο ασήμαντη και πιο γαλήνια από του άντρα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως είναι απαραίτητα περισσότερο ή λιγότερο ευτυχισμένη».
Αυτά είχαν δημοσιοποιηθεί έναν αιώνα περίπου προτού γεννηθεί η καναδέζα Άλις Μονρό (1931-). Έφεραν την υπογραφή εκείνου του μονήρη της Δρέσδης και της Φραγκφούρτης, του φιλοσοφικά απρόβλεπτου Άρτουρ Σοπενχάουερ, ο οποίος κατά τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες κωδικοποίησε όλους σχεδόν τους νόμους που αφορούν στη λειτουργία του Σύμπαντος. (Βλ. το κεφάλαιο με τίτλο «Περί γυναικών», στο βιβλίο Για τη δυστυχία του κόσμου, σεμετάφραση Μυρτώς Καλοφωλιά, εκδόσεις Πατάκη). Ας αντλήσουμε και από την κατά πολύ μεταγενέστερη, εξ ίσου διάσημη, εκκεντρική γνωμάτευση του Ζακ Λακάν, μαζί βέβαια με τις συνεκδοχές της, τα αντίστοιχα πορίσματα, όπως εκφράστηκαν τότε που η Άλις Μονρό καλλιεργούσε με υποδειγματική υφολογική συνέπεια το είδος της, εννοώ τον αφορισμό «δεν υπάρχει η γυναίκα». Η δυναμιτισμένη περιοχή της επικράτειας των θηλέων απαιτεί συνεπώς, ως εκ των πραγμάτων, την ανάλογη διαχείριση από πλευράς δημιουργικής γραφής, προκειμένου να προβληθεί δεόντως, ιδίως σήμερα, η θέση και η αντι-θέση της γυναίκας.
Η μετάβαση από την επιφάνεια των πραγμάτων στο απύθμενο βάθος του εγώ συμβαίνει σχεδόν ανεπαίσθητα, μετατρέποντας το κατεξοχήν συμβατικό στοιχείο της σχεδόν ανιαρής καθημερινότητας σε τραγικό δείκτη του κόσμου.
Η Άλις Μονρό απέδειξε και μάλιστα πανηγυρικά ότι διαθέτει όντως τον ικανό και αναγκαίο εκείνο διηγητικό μηχανισμό, ο οποίος μπορεί με ευχέρεια ν΄αναδείξει πολλές πτυχές του γυναικείου χώρου, εμβαθύνοντας κατ' εξοχήν στο ειδικό πάθος. Το κεντρικό διήγημα, με τον δήθεν αθώο τίτλο «Το όνειρο της μητέρας μου» προσφέρει στους αναγνώστες του το μέτρο της αφηγηματικής τεχνικής της συγγραφέως, η οποία, ως γνωστόν, απέσπασε το Βραβείο Νόμπελ το 2013: η μετάβαση από την επιφάνεια των πραγμάτων στο απύθμενο βάθος του εγώ συμβαίνει σχεδόν ανεπαίσθητα, μετατρέποντας το κατεξοχήν συμβατικό στοιχείο της σχεδόν ανιαρής καθημερινότητας σε τραγικό δείκτη του κόσμου. Η θεώρηση του τελευταίου συμβαίνει να είναι εν τέλει ταυτόσημη και εννοιολογικά ισοδύναμη με τη θεώρηση μιας γειτονιάς, η οποία εντοπίζεται σε μια κατά τα φαινόμενα ασήμαντη καναδική επαρχία. Μέσα στο έλασσον της τυποποιημένης πράξης υπάρχει εν δυνάμει το μείζον νόημα. Αρκεί κανείς να μπορεί να το ανιχνεύσει. Κάτι που η Άλις Μονρό ομολογουμένως διεκπεραιώνει ενδελεχώς. Με επαγγελματική αφοσίωση στους κανόνες της συγκεκριμένης αναζήτησης της ζωτικής διαφοράς, προσδιορίζει με εξαιρετική καθαρότητα ύφους τις κειμενικές συντεταγμένες της. Δείχνοντας ταυτοχρόνως τις διαστάσεις της προϊούσας μανίας, η οποία είναι έτοιμη να συντρίψει ανά πάσα στιγμή το αρχετυπικό, το ανυπεράσπιστο θήλυ, το χαμένο μέσα στο λαβύρινθο των μαρτυρικών απώσεων, των χρόνιων φοβιών και των καταπιεσμένων επιθυμιών, η γραφή δρα μαιευτικά. Αυτό είναι το πρώτιστο καθήκον της. Το κείμενο υπακούει δηλαδή σε μια νομοτέλεια, η οποία θυμίζει την πορεία επίλυσης ενός μαθηματικού προβλήματος. Η τελική εξίσωση στην προκειμένη περίπτωση αποτελεί επιβεβαίωση της αδυναμίας των γυναικών να εμπεδώσουν την ποθητή αυθυπέρβασής τους. Ή, για να το διατυπώσω διαφορετικά, το δράμα προκύπτει εδώ από την αδυναμία του θήλεος να υπάρξει αυτόνομα: ο κατά διαλεκτική συνθήκη απαραίτητος Άλλος είναι συνήθως η μοίρα της αθλιότητας. Η δε κατά κανόνα προβλεπόμενη αντίσταση του θύματος συνιστά την άλλη όψη της ματαιότητας. Οι ρυθμοί εξαθλίωσης συναγωνίζονται ο ένας τον άλλον.
Πώς μπορεί να είναι ανεκτή αυτή ακριβώς η ζωή; Πώς μπορεί ν' αντιστραφεί το κοσμοείδωλο της φθοράς; Είναι δυνατόν το όραμα για ένα καλύτερο, δικαιότερο αύριο να θάβεται από έναν υπερφίαλο, αλλά πανίσχυρο άρρενα; Υφίσταται δυνατότητα απεμπλοκής του θήλεος από τα δίχτυα των ψευδο-ικανοποιήσεων της λίμπιντο; Οι ηρωίδες του Ουίλλιαμ Σόμερσετ Μωμ (1874- 1965) αποδέχονται φέρ' ειπείν εκούσες άκουσες ακόμη και τη συγκάλυψη του φόνου από την πλευρά των συζύγων τους, προκειμένου να επιζήσουν. Δίπλα στα τέρατα-συνεύνους, εκείνες φαίνονται απλώς φορείς του οικογενειακού άγους. Οι δε εμβληματικές περσόνες του Χένρι Τζέιμς (1843 - 1916) υποτάσσονται σε πλείστες περιπτώσεις στην αύρα, στην αίγλη που συνέχει τους ιδανικούς, κατά την προαίρεσή τους, εραστές. Οι ηρωίδες της Άλις Μονρό, προκειμένου ν' αποσείσουν το άχθος της δυσβάστακτης Ετερότητας, μέσα σ΄ ένα κλίμα ρευστότητας και αλλεπάλληλων διαψεύσεων, επιλέγουν ενίοτε την ανενδοίαστη φυγή από την οικογενειακή εστία, ακόμη κι αν είναι μητέρες δύο ή περισσοτέρων τέκνων. Θέλουν να εκλάβουν τη φυγή όχι ασφαλώς ως εσχάτη προδοσία, αλλά ως εσχάτη αναγέννηση. Αρκεί να σταματήσει κανείς στο διήγημα, το οποίο φέρει τον τίτλο «Τα παιδιά μένουν». Εκεί, στη στροφή του δρόμου, οι γυναίκες της συγγραφέως από τον Καναδά συναντούν τις τολμηρές συζύγους των αφηγημάτων του Τζόζεφ Κόνραντ (1857 – 1924) οι οποίες δεν διστάζουν ν' αναζητήσουν την πραγματική, σύμφωνα με το προσωπικό τους θεώρημα, ευτυχία πολύ μακριά από τη νόμιμη κλίνη. Μπορεί ν΄ανατρέξει κανείς πρόχειρα στην άριστα συγκερασμένη Επιστροφή του, η οποία επανακυκλοφορεί αυτή την περίοδο από τις εκδόσεις του Πατάκη σε μετάφραση του Τάκη Μενδράκου.
Κοντολογίς, το ατομικό δραματικό υλικό, το οποίο ενυπάρχει στα επιλογικά μέρη των διηγημάτων της παρούσας συλλογής, που δικαίως θεωρούνται από τα αντιπροσωπευτικότερα της συγγραφέως, διακρίνεται τόσο για την εξόφθαλμη έντασή του, όσο και για τις ενδεχόμενες προεκτάσεις του στον όλο κοινωνικό ιστό. Η ευθύβολη μετάφραση δικαιώνει το πρωτότυπο, το τονίζω αυτό, μαζί με όλες τις υφολογικές του εκλεπτύνσεις.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ είναι ποιητής.