Για τη νουβέλα του Franz Kafla, Η ετυμηγορία (μτφρ. Κώστας Κουτσουρέλης, εκδ. Μελάνι) και το μυθιστόρημα του John Cheever, Φάλκονερ (μτφρ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου, εκδ. Καστανιώτη).
Του Παναγιώτη Γούτα
Τι ενώνει τον, εκ των κορυφαίων ευρωπαίων λογοτεχνών, Φραντς Κάφκα με τον αμερικανό πεζογράφο Τζον Τσίβερ; Ίσως, φαινομενικά, ελάχιστα πράγματα, αφού και οι δύο έζησαν σε άλλες εποχές και σε άλλες ηπείρους. Ίσως όμως και πάρα πολύ περισσότερα από όσα φαντάζεται κάποιος ανυποψίαστος αναγνώστης. Ο Τσίβερ γεννήθηκε το 1912, τη χρονιά που ο Κάφκα έγραφε την «Ετυμηγορία» του – να ένα κοινό σημείο αναφοράς ανάμεσά τους.
Κάφκα και Τσίβερ έζησαν και οι δυο βασανισμένες ζωές – ο πρώτος πεθαίνει νεότατος, ψυχικά διαταραγμένος και με τη φυματίωση να έχει προσβάλει σχεδόν όλο το σώμα του (και τον λάρυγγά του), δίχως να μπορέσει να συμφιλιωθεί ποτέ του με τον πατέρα του. Ο Τσίβερ πεθαίνει από καρκίνο στα εβδομήντα του, περνώντας πολλά προβλήματα υγείας λόγω του αλκοολισμού του (κλείστηκε και σε κέντρο αποτοξίνωσης το 1975) με μόνιμο συμπότη του τον εξίσου σπουδαίο διηγηματογράφο Ρέιμοντ Κάρβερ (επίσης αλκοολικό και με τσακισμένη οικογενειακή ζωή) και ζώντας μεγάλες οικογενειακές καταρρεύσεις και προβλήματα.
Σημείο σύγκλισης του Κάφκα με τον Τσίβερ είναι η βαθιά αίσθηση του εγκλεισμού, της φυλάκισης στα κάγκελα της ψυχής και της ζωής.
Άλλο κοινό σημείο τους, ο σεβασμός που έτρεφε μια πλειάδα σύγχρονων αμερικανών συγγραφέων στον, προγενέστερο εκείνων, Κάφκα, στην τραγικότητα της ζωής του οποίου (ιδωμένη μέσα από τα βιβλία του) αναγνώριζαν τον ίδιο τους τον εαυτό – όλοι οι σύγχρονοι μεγάλοι αμερικανοί συγγραφείς νιώθουν δέος απέναντι στον Κάφκα, ο Φίλιπ Ροθ μάλιστα (ίσως ο τελευταίος των πολύ σπουδαίων) σε πρόσφατα τυπωμένο στα ελληνικά βιβλίο με δοκίμιά του (Διαβάζοντας τον εαυτό μου και άλλους, εκδ. Πόλις), εξαίρει σε συγκεκριμένο κείμενο την λογοτεχνική αξία του Φραντς Κάφκα. Το σημαντικότερο σημείο σύγκλισης όμως του Κάφκα με τον Τσίβερ είναι η βαθιά αίσθηση του εγκλεισμού, της φυλάκισης στα κάγκελα της ψυχής και της ζωής, αυτό το πνιγηρό, ωστόσο εξαιρετικά δημιουργικό από λογοτεχνικής άποψης, αίσθημα της απομόνωσης σε κάποιο κελί, είτε μιας πραγματικής ή μιας φανταστικής φυλακής όπως ο Τσίβερ, είτε κάτω από την επιρροή ενός δεσμοφύλακα πατέρα που εξουσιάζει και συνθλίβει την προσωπικότητα του γιου του, όπως συνέβη με την περίπτωση του Κάφκα, στην «Ετυμηγορία» του.
Ο Τσίβερ έζησε έγκλειστος σε Κέντρο αποκατάστασης για το αλκοόλ, είχε σοβαρά οικογενειακά προβλήματα με τη σύζυγό του, έναν ταραχώδη γάμο, η σχέση με τον αδελφό του ήταν καθοριστική για τη ζωή του, ενώ πάλευε, όπως και ο Φάραγκατ του βιβλίου, να ξεπεράσει την ομοφυλοφιλία του.
Η ευτυχία του Τσίβερ
Ας ξεκινήσουμε από τον πιο σύγχρονο των δύο, τον Τζον Τσίβερ, και το μυθιστόρημά του Φάλκονερ. Είναι το δεύτερο βιβλίο του Τσίβερ που μεταφράζεται στα ελληνικά – προηγήθηκε η εξαιρετική συλλογή διηγημάτων Ο κολυμβητής, και άλλες ιστορίες που τυπώθηκε από τον «Καστανιώτη», το 2013. Για την ιστορία, ο «Κολυμβητής» γυρίστηκε και κινηματογραφική ταινία το 1968, με πρωταγωνιστή τον Μπαρτ Λάνκαστερ στον ρόλο ενός κολυμβητή πισινών, όπου κολυμπώντας από πισίνα σε πισίνα θα ανακαλύψει όλη την τραγικότητα και την πίκρα μιας κοινωνίας που δεν παρείχε κανένα αίσθημα ελπίδας και καμία λύτρωση στους ανθρώπους. Επανέρχομαι στο Φάλκονερ. Για να γράψεις πειστικά για τη ζωή στη φυλακή, θα πρέπει, κάποια στιγμή της ζωής σου, να υπήρξες έγκλειστος. Οι λογοτέχνες, βέβαια, είναι νομοταγείς και κόσμιοι χαρακτήρες, οπότε μάταιος ο κόπος. Από την άλλη, ένας φυλακισμένος, σπανίως να εκδηλώσει λογοτεχνικές αρετές για να καταγράψει την εμπειρία του, γιατί αν έγραφε, κατά κανόνα δεν θα ήταν παραβατικός. Αυτή η δυσαρμονία που προκύπτει, αυτό το προβληματικό δίπολο ανάμεσα σε «φυλακή» και «λογοτεχνία», λύνεται μόνο αν σε λένε Τζον Τσίβερ. «Φάλκονερ» είναι το όνομα ενός σωφρονιστικού ιδρύματος όπου φυλακίζεται ο Ιεζεκιήλ Φάραγκατ, καθηγητής πανεπιστημίου και ηρωινομανής, εθισμένος στη μεθαδόνη, για τον φόνο του αδελφού του. Οι δεσμοφύλακές του καθημερινά τού κάνουν τον βίο αβίωτο, ενώ συναντά και συναναστρέφεται με ποικίλους βίαιους, διαταραγμένους ή αλλοπρόσαλλους συγκρατούμενούς του. Κατά διαστήματα, στη φυλακή, επισκέπτεται τον Φάραγκατ η σύζυγός του η Μάρσια, η οποία τον αντιμετωπίζει με ανάμικτα συναισθήματα αηδίας, κυνισμού, αγάπης, αφοσίωσης και απαξίωσης. Οι μνήμες από τα παιδικά του χρόνια αλλά και από τον διαταραγμένο γάμο του έρχονται βασανιστικά στον νου του ήρωα μέσα στην κόλαση της φυλακής. Παρόλα αυτά, ο Φάραγκατ δίνει μια μεγάλη μάχη, πρωτίστως με τον εαυτό του, για να διαφυλάξει την ανθρωπιά του και την αξιοπρέπειά του μέσα στην ανελέητη βαρβαρότητα της φυλακής, όπου είναι κλεισμένος. Το Φάλκονερ θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της αμερικάνικης λογοτεχνίας του 20ου αιώνα, ενώ ο Σολ Μπέλοου σχολίασε σχετικά: «Σκληρό, κομψό, αγνό. Αναντικατάστατο για κάποιον που ειλικρινά επιθυμεί να κατανοήσει τι συμβαίνει στις ψυχές των ανθρώπων στην Αμερική». Το Φάλκονερ του Τσίβερ, που ανήκει στη λογοτεχνική κατηγορία των βιβλίων του βρόμικου ρεαλισμού, είναι ένα βαθιά βιωματικό βιβλίο. Ο Τσίβερ έζησε έγκλειστος σε Κέντρο αποκατάστασης για το αλκοόλ, είχε σοβαρά οικογενειακά προβλήματα με τη σύζυγό του, έναν ταραχώδη γάμο, η σχέση με τον αδελφό του ήταν καθοριστική για τη ζωή του (ο βιογράφος του, Μπλέικ Μπέιλι, άφησε υπαινιγμούς ακόμη και για αιμομικτική σχέση), ενώ πάλευε, όπως και ο Φάραγκατ του βιβλίου, να ξεπεράσει την ομοφυλοφιλία του. Πέρα από όλα αυτά όμως, το Φάλκονερ, αντιπροσωπεύει και εκφράζει τον εγκλεισμό της ζωής, τη φυλακή της ψυχής και του σώματος, και στο τέλος γίνεται σύμβολο ελευθερίας όλων των τυραννισμένων ψυχών που στενάζουν κάτω από την πατούσα του δεσμοφύλακά τους.
Ο Κάφκα αδυνατεί να κερδίσει την αποδοχή του πατέρα του, αλλά δεν είναι παράλληλα και σε θέση να κρίνει το πόσο ακατάλληλος ήταν ως πατέρας. Σέβεται τον πατέρα του μέχρι τέλους, τιμάει τη σχέση του μαζί του, ακόμη κι αν όλο αυτό τον οδηγεί στον θάνατο.
Η ενοχή του Κάφκα
Αν όμως στο Φάλκονερ του Τσίβερ η τελευταία λέξη του μυθιστορήματος είναι «ευτυχία» και η απόληξη έχει αίσιο χαρακτήρα, η απόληξη της Ετυμηγορίας του Κάφκα είναι ολότελα διαφορετική και απολύτως τραγική. Ο δεσμοφύλακας πατέρας, που περιφρονεί τον επικείμενο γάμο του γιου του και τον ταπεινώνει, στο τέλος κατορθώνει να τον εξοντώσει, παρότι πολύ εύστοχα στο επίμετρό της η Καρολίνα Μέρμηγκα αναρωτιέται για το τι ήταν τελικά ο Γκέοργκ, ο ήρωας της Ετυμηγορίας: «Αθώος καταδιωκόμενος ή διαβολικό ανθρώπινο ον;» Το σύντομο διήγημα του Κάφκα κινείται πάνω σε τέσσερις άξονες, που συνοψίζουν τις αγωνίες και εμμονές όλως των βιβλίων του, αφού αποτελούν δομικά στοιχεία όλων των ιστοριών του. Πρώτον η απέχθεια του Κάφκα για τον γάμο, αφού το σπίτι και ο έγγαμος βίος για τον ίδιο ισοδυναμούσε με φυλακή. Ο Κάφκα, βέβαια, κατά βάθος επιθυμούσε να αποδράσει από τη γονεϊκή φυλακή. Δεν ενδιαφερόταν στα σοβαρά να νυμφευθεί. Στην ουσία, όπως ωραία το θέτει και η Μέρμηγκα, «μια ζωή, επιθυμούσε μια γυναίκα που θα αγαπούσε το γράψιμό του». Δεύτερος άξονας ο εσωτερικός πόλεμος που είχε κηρύξει ο Κάφκα με τον εαυτό του. Στην Ετυμηγορία ο Κάφκα περιγράφει έναν πόλεμο. Ξεπερνώντας κατά πολύ το «είμαι ένας άλλος» του Rimbaud, μιλάει συχνά στους άλλους για τον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο. Ο φίλος του, στην Ετυμηγορία, που ζει στο εξωτερικό και στον οποίον διστάζει να αποκαλύψει πως αρραβωνιάζεται, είναι ένα άλλο προσωπείο ή, καλύτερα, ένας άλλος εαυτός του Κάφκα. Η Καρολίνα Μέρμηγκα αναφέρει στη σελ. 50 του επιμέτρου: «Ο πόλεμος του Κάφκα εναντίον του εαυτού του ήταν μια αέναη δίκη που τελείωνε πάντα με την ίδια, αμετάκλητη ετυμηγορία: Ένοχος». Τρίτος άξονας του διηγήματος η επιθυμία για θάνατο. Για τον Κάφκα ο φόβος του θανάτου ήταν και πηγή απόλαυσης. Ο αναγνώστης εντυπωσιάζεται βλέποντας τον ήρωα στο τέλος να πεθαίνει αναφωνώντας πως ακόμα αγαπά πολύ τους γονείς του. Η κριτική σχολίασε για το εν λόγω σημείο του διηγήματος πως ο σαδισμός και η σκληρότητα του δεσμοφύλακα πατέρα τελικώς υπερισχύει της υποταγής και της δοτικότητας της γυναίκας με τη οποίαν ο Γκέοργκ σκόπευε να αρραβωνιαστεί. Τέλος, η μορφή του πατέρα, που δεσπόζει και κυριαρχεί στο διήγημα απέναντι στον γιο του. Τρομακτικός, απειλητικός, αυταρχικός, πηγή ενοχών, οργής και τύψεων. Ο Κάφκα αδυνατεί να κερδίσει την αποδοχή του πατέρα του, αλλά δεν είναι παράλληλα και σε θέση να κρίνει το πόσο ακατάλληλος ήταν ως πατέρας. Σέβεται τον πατέρα του μέχρι τέλους, τιμάει τη σχέση του μαζί του, ακόμη κι αν όλο αυτό τον οδηγεί στον θάνατο.
Τσίβερ και Κάφκα έζησαν σε κελιά της ζωής, έγκλειστοι της σκοτεινής ψυχής τους και των τραυματικών βιωμάτων και εμπειριών που κουβαλούσαν μέσα τους. Το γράψιμο, η συγγραφή, η λογοτεχνία είχαν ευεργετική και καταπραϋντική δράση και επίδραση επάνω τους. Ακόμα κι αν, στα περί ου ο λόγος βιβλία τους, ο πρώτος γλιτώνει και απελευθερώνεται από τα δεσμά του, ενώ ο δεύτερος ολοκληρωτικά καταρρέει.
* Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΟΥΤΑΣ είναι συγγραφέας και εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Η ετυμηγορία
Franz Kafka
Μτφρ. Κώστας Κουτσουρέλης
Μελάνι 2014
Σελ. 88, τιμή €9,00
Φάλκονερ
John Cheever
Μτφρ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου
Εκδ. Καστανιώτη 2014
Σελ. 208, τιμή €12,72