Για το μυθιστόρημα της Ali Smith Πώς να είσαι δύο (μτφρ. Νίκος Α. Μάντης, εκδ. Καστανιώτη).
Της Αργυρώς Μαντόγλου
Λίγο πριν το τέλος της Τυχαίας –μυθιστόρημα για το οποίο η Αλι Σμιθ τιμήθηκε με το βραβείο Whitbread και βρέθηκε στη μικρή λίστα για το βραβείο Μπούκερ– υπάρχει ένα κεφάλαιο όπου παρουσιάζονται διάφορες εκδοχές της ζωής μιας εκ των ηρωίδων και η ταυτόχρονη «συνάντηση» με όλους τους νεκρούς και ζωντανούς που επηρέασαν τη ζωή της, καθώς και με όλους τους «πιθανούς» εαυτούς που θα είχαν προκύψει, αν είχε κάνει άλλες επιλογές και είχε εξελιχθεί σε άλλη γυναίκα, αν οι συνθήκες ή οι συμπτώσεις την είχαν οδηγήσει σε ένα άλλο μέρος της γης ή σε διαφορετικό πεπρωμένο. Στην απόπειρα να αποδοθεί ο παλμός μιας καρδιάς που χτυπάει συντονισμένη στο ρυθμό μιας «πληθυντικής οντότητας», η γραφή γίνεται ιδιαίτερα τολμηρή και ο λόγος σχεδόν παραληρηματικός. Αποτέλεσμα: ένα παλίμψηστο, πολυφωνικό και πολυπρισματικό κείμενο, πυκνοκατοικημένο από φωνές, ιδέες, κραυγές και σιωπές, προκειμένου να αποδοθεί η πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης.
Η Σμιθ παρουσιάζει δυο άτομα σε δυο διαφορετικές εποχές που μοιράζονται την ίδια συνείδηση και που, σε τακτά διαστήματα, βρίσκονται στην ίδια «συχνότητα».
Στο Πως να είσαι δυο (How to be both) η Σμιθ δοκιμάζει κάτι ακόμα πιο τολμηρό: παρουσιάζει δυο άτομα σε δυο διαφορετικές εποχές που μοιράζονται την ίδια συνείδηση και που, σε τακτά διαστήματα, βρίσκονται στην ίδια «συχνότητα». Η μια είναι καλλιτέχνης που παρατηρεί για να βελτιωθεί στην τέχνη της ζωγραφικής και η άλλη μια έφηβη που, παρατηρώντας τον κόσμο, θα φθάσει στα έργα της πρώτης και θα αποκαλύψει ένα μυστικό (το φύλο του καλλιτέχνη) – το κοινό ανάμεσά τους είναι η ιδιότητα του παρατηρητή και η δύναμη του βλέμματός τους. Το βλέμμα γεφυρώνει αποστάσεις, καταργεί τις συμβάσεις και προσφέρει ανακούφιση σε αυτές τις ταραγμένες υπάρξεις στις οποίες η Σμιθ έχει αναθέσει να μας διηγηθούν την ιστορία. Εν προκειμένω το βλέμμα είναι η τέχνη και η τεχνική – και τα δυο βασικές προϋποθέσεις για τη διαδικασία παραγωγής του μυθιστορήματος αλλά και όλων των ανθρώπινων έργων.
Κάτω από την επιφάνεια υπάρχει μια κρυμμένη ιστορία
Στον τίτλο υπάρχει και ένας σαφής υπαινιγμός για τη δομή του μυθιστορήματος, το οποίο αποτελείται από δυο μέρη. Το ένα εκτυλίσσεται στο παρόν και αφορά στη Τζορτζ, μια νεαρή δεκαεξάχρονη που έχει χάσει ξαφνικά τη μητέρα της, ενώ το δεύτερο μας δίνεται μέσα από τα μάτια ενός αναγεννησιακού ζωγράφου του 1460, για την πραγματική ταυτότητα του οποίου υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες.
Η Σμιθ σε όλα τα μυθιστορήματά της έχει ως κεντρικούς ήρωες εφήβους που μαγεύονται και μυούνται στον κόσμο των ενηλίκων, ευάλωτοι μετά από κάποια δυσβάσταχτη απώλεια, παιδιά που παλεύουν με τα δυσεπίλυτα διλλήματα της ζωής και του θανάτου.
Η Σμιθ σε όλα τα μυθιστορήματά της έχει ως κεντρικούς ήρωες εφήβους που μαγεύονται και μυούνται στον κόσμο των ενηλίκων, ευάλωτοι μετά από κάποια δυσβάσταχτη απώλεια, παιδιά που παλεύουν με τα δυσεπίλυτα διλήμματα της ζωής και του θανάτου, τις ατέρμονες αντιφάσεις, εν τούτοις είναι προικισμένα με φρέσκο βλέμμα και αχαλίνωτη διάθεση για σάτιρα και αποδόμηση του τρόπου λειτουργίας και ιεράρχησης του κόσμου.
Στο Πως να είσαι δυο διακρίνεται επίσης, όπως και σε όλα τα έργα της Σμιθ, η εμμονή της με τη φόρμα, καθώς το μυθιστόρημα μπορεί να διαβαστεί και αντιστρόφως – στην Αγγλία τα μισά αντίτυπα κυκλοφόρησαν με πρώτη την ιστορία του ζωγράφου και δεύτερη την ιστορία της Τζορτζ. Η Σμιθ εξήγησε πως στο εν λόγω μυθιστόρημα δοκιμάζει την τεχνική της νωπιογραφίας: κάτω από την επιφάνεια υπάρχουν τα προσχέδια που είχαν κάνει οι καλλιτέχνες και σε ορισμένα ήταν αρκετά διαφορετικά από τα τελικά έργα, κι αυτό σημαίνει πως υπάρχουν πολλές πραγματικότητες και ίσως αυτές να είναι σημαντικότερες από αυτές που φαίνονται, καθώς ήταν οι πρώτες που κατασκευάστηκαν. «Αυτό που βλέπουμε, και τις περισσότερες φορές είναι το μοναδικό που βλέπουμε, είναι η επιφάνεια… Κάτω από την επιφάνεια υπάρχει μια άλλη εκδοχή της ιστορίας και αυτή μπορεί να συνδέεται αλλά μπορεί και να μην συνδέεται με την επιφάνεια». Στο μυθιστόρημα επιχειρείται να έρθουν στο φως όλες οι υπόγειες ιστορίες που εν μέρει καθορίζουν την κυρίαρχη, ορατή εκδοχή της ιστορίας.
Θάνατος και Αναγέννηση
«Σε τι χρησιμεύει η τέχνη» ρωτάει η Τζορτζ, η φιλοπερίεργη δεκαεξάχρονη τη μητέρα της Κάρολ, μια οικονομολόγο και καλλιτέχνη ακτιβίστρια, η οποία είχε πάρει την κόρη της στη Φεράρα για να δουν τις νωπογραφίες του Φρανσέσκο ντελ Κόσσα στο Παλάτσο Σιφανόια. Λίγους μήνες αργότερα η Κάρολ πεθαίνει από μια οξεία αλλεργική αντίδραση και η Τζορτζ γυρίζει μόνη, έχοντας μείνει με περισσότερες ερωτήσεις παρά απαντήσεις.
Η τέχνη αλλάζει τον τρόπο που βλέπεις τους άλλους, τον εαυτό σου αλλά και το βλέμμα σου. Το βλέμμα ασκείται στην ενδελεχή παρατήρηση αλλά και στον εντοπισμό αυτών που σε παρακολουθούν.
Η ερώτηση αυτή, παρότι δεν θα απαντηθεί, στοιχειώνει τις σελίδες του βιβλίου, καθώς βλέπουμε τον τρόπο που η τέχνη μεταμορφώνει αυτούς που την αναγνωρίζουν αλλά και αυτούς που τη δημιουργούν. Η τέχνη αλλάζει τον τρόπο που βλέπεις τους άλλους, τον εαυτό σου αλλά και το βλέμμα σου. Το βλέμμα ασκείται στην ενδελεχή παρατήρηση αλλά και στον εντοπισμό αυτών που σε παρακολουθούν. Το βλέμμα εμπλουτίζει τη ζωή των χαρακτήρων, αυξάνει την ικανότητα ενσυναίσθησης και συμμετοχής.
Καταρρακωμένη από το πένθος η Τζορτζ βρίσκει καταφύγιο και παρηγοριά στην παρατήρηση. Αρχίζει παρακολουθώντας μετά μανίας πορνογραφικές ταινίες και ιδιαίτερα μια συγκεκριμένη, με ένα νεαρό κορίτσι κι έναν μεγαλύτερο σε ηλικία άντρα. Παρότι αυτό το θέαμα την τρομάζει, η Τζορτζ πιστεύει πως αυτή η συνήθεια την εξιλεώνει, καθώς αρχίζει να συναισθάνεται τη βία που υφίσταται το κορίτσι στην πορνοταινία. Η παρακολούθηση αλλάζει «τις δομές του εγκεφάλου της Τζορτζ, την καρδιά και οπωσδήποτε τα μάτια της» σε σημείο που όπου και να κοιτάξει βλέπει το κορίτσι.
Η στενή παρακολούθηση κάποιου δεν είναι πάντοτε μια τραυματική εμπειρία. Η Τζορτζ θυμάται τη μητέρα της να αναγνωρίζει τη χαρά που ένιωθε όταν είχε υποψιαστεί πως την παρακολουθούσαν από την υπηρεσία πληροφοριών. Τη θυμάται να λέει πως το βλέμμα του άλλου πάνω σου, κάνει τη ζωή «ατιθάσευτη». Η παρακολούθηση, το να βλέπεις και να σε βλέπουν, δεν είναι ποτέ κάτι το στατικό και το παθητικό, αλλά είναι μια δυναμική εμπειρία που μπορεί να μεταμορφώσει και τους δυο. Όπως βλέπουμε και στο εξώφυλλο του βιβλίου, η μια κοπέλα (Συλβί Βαρτάν) κοιτάζει κάτι σε απόσταση, ενώ η φίλη της, την ίδια στιγμή, την παρατηρεί. Στη φωτογραφία προβάλλει η δυναμική του βλέμματος, ικανού να δημιουργεί κάτι πέρα από το θέμα που απεικονίζεται.
Η Ali Smith
|
Ενσυναίσθηση και συμμετοχή στο δρόμο
Το Πως να είσαι δυο δεν αφορά μόνο στην Τζορτζ, στην Κάρολ και τον παρόντα χρόνο, αλλά και μια άλλη χρονική στιγμή, μια άλλη χώρα και έναν αριθμό άλλων χαρακτήρων. Κι ενώ στο ήμισυ του μυθιστορήματος μας δίνεται η οπτική της Τζορτζ, στο δεύτερο ήμισυ μας παρέχεται η οπτική του ντελ Κόσσα, το πνεύμα και η φωνή του οποίου ζωντανεύουν μετά από την εντατική «παρακολούθηση» του πορτρέτου του Αγίου Βικέντιου της Φεράρα στην Αίθουσα 55, της Εθνικής Πινακοθήκης του Λονδίνου.
Η Τζορτζ σκέφτεται να γράψει μια εργασία για το σχολείο η οποία αφορά στην ενσυναίσθηση και τη συμμετοχή στο δρόμο και θα είναι μια φανταστική βιογραφία του ντελ Κόσσα. Ίσως το δεύτερο μέρος να είναι η συγκεκριμένη εργασία, αν και αυτό δεν γίνεται σαφές.
Η παρατήρηση, στη δεδομένη περίπτωση, έχει τη δύναμη να αναστήσει τους νεκρούς και να τους επιστρέψει τη συνείδηση, αν όχι το σώμα τους. Σημαίνει επίσης πως το μυθιστόρημα λειτουργεί όχι μόνο ως έργο μυθοπλασίας, αλλά και ως ένα είδος μυθιστορηματικής βιογραφίας, δίνοντας στην Σμιθ την ευκαιρία να επινοήσει μια ιστορία για τον ντελ Κόσσα, μέσα από τις ελάχιστες πληροφορίες που υπάρχουν για τη ζωή του. Την ώρα που η συνείδηση του ζωγράφου ακολουθεί την Τζορτζ στο σύγχρονο Λονδίνο, περιγράφονται ταυτόχρονα στιγμιότυπα από τη ζωή και τις εμπειρίες του τον 15ο αιώνα στη Φεράρα και στην Μπολόνια.
Έμφυλη ταυτότητα
Η συγγραφέας δεν παραλείπει να θίξει το θέμα της κατασκευής της έμφυλης ταυτότητας: παρατηρώντας την Τζορτζ στην πινακοθήκη, ο ντελ Κόσσα αρχικά νομίζει πως είναι αγόρι, ενώ ο ίδιος, σύμφωνα με την επινοημένη βιογραφία της Σμιθ, είχε γεννηθεί κορίτσι, αλλά μετά το θάνατο της μητέρας του θεώρησε πως ως νεαρός άντρας θα ήταν ευκολότερο για αυτόν να εισχωρήσει στους καλλιτεχνικούς κύκλους και στην αυλή, προκειμένου να ασκηθεί στη ζωγραφική.
Η Σμιθ επιχειρεί να εκφράσει μια σκοτεινή και άρρητη πλευρά της ανθρώπινης εμπειρίας, αναζητώντας τρόπους που να αποτυπώνουν το μεδούλι της υπόγειας ιστορίας τους.
Η Τζορτζ μελετάει την πορνογραφία, κι ο Φρανσέσκο αρχίσει να συχνάζει στα πορνεία, να ζωγραφίζει πόρνες και να τους πουλάει πορτρέτα, ενώ η αλήθεια για το φύλο του, αποκαλύπτεται για πρώτη φορά όταν αφήνει ελεύθερο το ερωτικό πάθος. Το πάθος, το πένθος και η απώλεια κυριαρχούν στη ζωή των δυο ορφανών ηρωίδων, και παρότι στο μυθιστόρημα δεν προσφέρεται παρηγοριά για τη θλίψη και το βάρος των συναισθημάτων τους, η ανάγνωσή του δεν υστερεί σε απόλαυση. Η Σμιθ επιχειρεί να εκφράσει μια σκοτεινή και άρρητη πλευρά της ανθρώπινης εμπειρίας, αναζητώντας τρόπους που να αποτυπώνουν το μεδούλι της υπόγειας ιστορίας τους. Η δε γλώσσα όσο προχωράει η αφήγηση γίνεται καταλυτική, παρέχοντας μια όχι και τόσο καθησυχαστική ερμηνεία της πραγματικότητας, μια μάλλον αντεστραμμένη εκδοχή της, όπου όλα μπορούν να συνυπάρχουν, όλοι οι εαυτοί και οι εν δυνάμει εαυτοί, διατηρώντας ταυτόχρονα την αυτονομία τους – μια πραγματικότητα που μόνο η μεγάλη τέχνη μπορεί να φέρει στο φως.
Μέσα από την τέχνη προβάλλουν και οι νέες δυνατότητες που προκύπτουν όταν αρνηθείς να είσαι είτε το ένα είτε το άλλο, όταν απορρίψεις αυτά που σου προσφέρονται και παλέψεις να περισώσεις όσο το δυνατόν περισσότερους εαυτούς. «Διότι κανείς δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το ποιοι είμαστε, ή ποιοι υπήρξαμε, ούτε καν εμείς οι ίδιοι – εκτός, πάλι, στη λάμψη μιας τίμιας δοσοληψίας ανάμεσα σε ξένους, ή σ’ ένα νεύμα κατανόησης και συμφωνίας ανάμεσα σε φίλους. Εκτός από αυτά, βγαίνουμε ανώνυμοι στον αέρα των εντόμων και ό,τι είμαστε είναι η σκόνη του χρώματος, η γοργή μηχανική των φτερών προς μια υπόνοια φωτός σε μια λεπίδα χόρτου ή ένα φύλλο στο σούρουπο του καλοκαιριού».
* Η ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ είναι συγγραφέας και μεταφράστρια.
Πώς να είσαι δύο
Ali Smith
Μτφρ. Νίκος Α. Μάντης
Εκδ. Καστανιώτη 2015
Σελ. 352, τιμή εκδότη €19,08