
Για το αστυνομικό μυθιστόρημα του Malcolm Mackay Ο αναγκαίος θάνατος του Λιούις Γουίντερ (εκδ. Πόλις).
Της Χίλντας Παπαδημητρίου
Ο Κάλουμ ΜακΛιν είναι ένας μοναχικός επαγγελματίας δολοφόνος. Αρνείται να ενταχθεί στις συμμορίες που δραστηριοποιούνται στη Γλασκόβη, την πόλη όπου ζει, επειδή προτιμάει να διαλέγει ο ίδιος τις δουλειές του. Όταν ο Τζέιμσον, ένα μεγάλο όνομα του τοπικού υποκόσμου, του αναθέτει τη δολοφονία του Λιούις Γουίντερ, ο Κάλουμ εκπλήσσεται αλλά δεν μπορεί να αρνηθεί. Ο Γουίντερ είναι ένας αποτυχημένος και κακογερασμένος έμπορος ναρκωτικών, ο οποίος ζει με τη νεαρή κι όμορφη Ζάρα, άτομο του υποκόσμου κι αυτή. Το «έγκλημα» του Γουίντερ είναι ότι προσπαθώντας να πιάσει την καλή, συνασπίζεται με τους αντιπάλους του Τζέιμσον. Ο Κάλουμ εκτελεί τον Γουίντερ μελετημένα και άψογα όπως πάντοτε, αλλά ο θάνατος του ασήμαντου φουκαρά Γουίντερ πυροδοτεί τη «θεωρία του ντόμινο». Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος πια για τους συμμάχους του, και κατ’ επέκταση για την ασφάλεια και τη ζωή του.
![]() Ο Malcolm Mackay
|
Στο πρώτο μέρος της Τριλογίας της Γλασκόβης, ο νεαρός συγγραφέας Μάλκολμ Μακέι περιγράφει με ψυχρή κι αποστασιοποιημένη γλώσσα τα έργα και τις ημέρες ενός επαγγελματία δολοφόνου, ο οποίος πιστεύει για το φόνο: «Μην το αντιμετωπίζεις σαν να είναι κάτι διαφορετικό από μια δουλειά. Απλώς άλλη μια δουλειά. Μερικοί άνθρωποι ξυπνάνε και κάθονται σ’ ένα γραφείο όλη μέρα. Μερικοί άνθρωποι κατασκευάζουν πράγματα. Άλλοι οδηγούν τριγύρω όλη μέρα. Αυτή είναι η δουλειά τους. Δεν το σκέφτονται, απλώς το κάνουν».
Ο Κάλουμ δεν είναι τσαμπουκάς, δεν έχει όπλο στο σπίτι του, πίνει σπάνια, δεν ξοδεύει τα λεφτά του σε μπαρ και γυναίκες. Κι αντίθετα από τα στερεότυπα, διαβάζει Σόμερσετ Μομ.
Αντίθετα από τους περισσότερους επαγγελματίες πιστολάδες που συναντάμε στα αστυνομικά μυθιστορήματα, ο Κάλουμ δεν είναι τσαμπουκάς, δεν έχει όπλο στο σπίτι του, πίνει σπάνια, δεν ξοδεύει τα λεφτά του σε μπαρ και γυναίκες. Κι αντίθετα από τα στερεότυπα, διαβάζει Σόμερσετ Μομ και οι συλλογισμοί του είναι σύνθετοι και λογικά οργανωμένοι. Λέει για παράδειγμα, στις αρχές του βιβλίου: «Είναι εύκολο να σκοτώσεις έναν άνθρωπο. Είναι δύσκολο να σκοτώσεις έναν άνθρωπο καλά. Αυτοί που το κάνουν καλά το ξέρουν αυτό. Αυτοί που το κάνουν λάθος το μαθαίνουν με τον άσχημο τρόπο». Κι επειδή ακριβώς ανήκει σ’ αυτούς που το κάνουν καλά, ο Κάλουμ διαισθάνεται ότι η δολοφονία του Γουίντερ κρύβει κάτι δυσοίωνο. Παρότι φέρνει σε πέρας την αποστολή του επιτυχημένα όπως πάντοτε, δεν παύει να αισθάνεται μια διαρκή ανεξήγητη ανησυχία.
Η οπτική της πλοκής ανοίγει σταδιακά για να περιλάβει και άλλα μέλη του υποκόσμου, τους εκπροσώπους του νόμου αλλά και τυχαίους, κοινούς ανθρώπους που έχουν την ατυχία να εμπλακούν στην υπόθεση. Η μοναδική γυναίκα του βιβλίου, η Ζάρα Κόουπ, ως γνήσια femme fatale, χρησιμοποιεί τους άνδρες αδιαφορώντας εντελώς γι’ αυτούς και την τύχη τους. Μόνο για το δολοφονημένο σύντροφό της τρέφει ανάμικτα συναισθήματα - αηδίας και οίκτου. Εξαιρετικό είναι το πορτρέτο του εμμονικού επιθεωρητή Μάικλ Φίσερ, ο οποίος έχει αναγάγει την πάταξη του εγκλήματος σε μοναδικό σκοπό της άδειας ζωής του, και βάζει στόχο να καταστρέψει τη Ζάρα Κόουπ.
Ο Κάλουμ ζει με μεγάλη λιτότητα, σέβεται τους εργοδότες του και τηρεί αυστηρά τις εντολές τους έστω κι αν αυτό σημαίνει τη δική του καταστροφή. Και το κυριότερο: κουβαλάει εντός του την εγγενή μοναξιά ενός σαμουράι.
Παρότι η υπόθεση διαδραματίζεται στη Γλασκόβη, η πόλη παραμένει ένα μουντό κι ασαφές σκηνικό, δεν παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο όπως το Εδιμβούργο στα βιβλία του Ίαν Ράνκιν ή η Μασσαλία στην τριλογία του Ιζζό. Ο 30χρονος συγγραφέας, ο οποίος κατοικεί στη νήσο Λιούις των Εξωτερικών Εβρίδων, παραδέχεται ότι έχει περάσει ελάχιστο χρόνο στη Γλασκώβη, και ότι η πόλη του βιβλίου του θα μπορούσε να είναι μια οποιαδήποτε πόλη στον κόσμο.
Η ατμόσφαιρα του μυθιστορήματος προσεγγίζει περισσότερο τη σχολή του αμερικάνικου hardboiled και του γαλλικού neo-polar. Πέραν αυτού, ο κεντρικός ήρωας θυμίζει έντονα τον επαγγελματία δολοφόνο της ταινίας του Ζαν-Πιερ Μελβίλ, Le Samurai (1967), στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Αλαίν Ντελόν. Πράγματι, ο Κάλουμ ζει με μεγάλη λιτότητα, σέβεται τους εργοδότες του και τηρεί αυστηρά τις εντολές τους έστω κι αν αυτό σημαίνει τη δική του καταστροφή. Και το κυριότερο: κουβαλάει εντός του την εγγενή μοναξιά ενός σαμουράι.
Το τέλος του βιβλίου μένει ανοιχτό, προαναγγέλλοντας τις δύο συνέχειες με τους ίδιους ήρωες. Και ανακαλεί τη φράση από τον Κώδικα Μπουσίντο -τον κώδικα των Σαμουράι- με την οποία ανοίγει η ταινία του Μελβίλ: «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη μοναξιά από κείνη του σαμουράι, εκτός ίσως από τη μοναξιά του τίγρη μέσα στη ζούγκλα… Ίσως…»
* Η ΧΙΛΝΤΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ είναι μεταφράστρια και συγγραφέας.
Ο αναγκαίος θάνατος του Λιούις Γουίντερ
Η τριλογία της Γλασκώβης
Malcolm Mackay
Μτφρ. Άλκηστις Τριμπέρη
Πόλις 2014
Σελ. 304, τιμή € 14,00