Για το μυθιστόρημα του Nathaniel Hawthorne Μαρμάρινος Φαύνος (μτφρ. Σάντυ Παπαϊωάννου, εκδ. Gutenberg).
Της Αργυρώς Μαντόγλου
Ο Μαρμάρινος Φαύνος δημοσιεύτηκε το 1860, μετά από τη διετή παραμονή του Χόθορν στην Ιταλία, όπου είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τα μνημεία και τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς της. Το μυθιστόρημα διαφέρει αισθητά από τα προηγούμενα έργα του, το Άλικο γράμμα, το Σπίτι με τα επτά αετώματα και τη Μυθιστορία της εύθυμης κοιλάδας, βιβλία που πηγάζουν από την «αμερικανική εμπειρία» και τον προσωπικό στοχασμό του συγγραφέα πάνω σε θέματα που αφορούσαν την πατρίδα του.
Στον Μαρμάρινο φαύνο οι κεντρικοί χαρακτήρες, τρεις εκπατρισμένοι αμερικανοί καλλιτέχνες στη Ρώμη και ένας Ιταλός, έρχονται αντιμέτωποι με τη δυτική παράδοση και ένα άλυτο μυστήριο. Το μυθιστόρημα θεωρείται ένα από τα πρώτα έργα που αποτυπώνει τη ζωή των αμερικανών στην Ευρώπη, είδος το οποίο θα καλλιεργηθεί αργότερα από τον Χένρι Τζέιμς. Το μυστήριο εδώ προέρχεται λιγότερο από τα γεγονότα και περισσότερο από την εγρήγορση και τη μέθη που βιώνουν οι χαρακτήρες: Ο Χόθορν τους συλλαμβάνει τη στιγμή που βυθίζονται και κοιτάζουν βαθιά μέσα τους, την ώρα που το μυστήριο του κόσμου ή της τέχνης αποκαλύπτεται, λίγο πριν παγώσουν και επιστρέψουν στην ακινησία και γίνουν ξανά απόμακροι και αινιγματικοί. Σε κάποια σημεία ο χώρος, το περιβάλλον και οι χαρακτήρες μοιάζουν να βυθίζονται ο ένας μέσα στον άλλο, να συγχωνεύονται, στη συνέχεια να απομακρύνονται και για άλλη μια φορά να αυτονομούνται.
Ο ίδιος πίνακας μπορεί να σημαίνει διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικούς ανθρώπους σε άλλες χρονικές στιγμές, αλλά και στον ίδιο άνθρωπο, όταν η ψυχική του κατάσταση μεταβάλλεται.
Ο Χόθορν στο Άλικο γράμμα έχει περιγράψει αριστοτεχνικά την ψυχολογία της ενοχής, ενώ εδώ αποδίδει την ποιότητα που προσδίδει η ενοχή, η απελπισία και η βαθιά θλίψη σε κάθε εξωτερικό χώρο, αντικείμενο ή έργο τέχνης, δείχνοντάς μας πως ο ίδιος δρόμος, το ίδιο δωμάτιο, ο ίδιος πίνακας μπορεί να σημαίνει διαφορετικά πράγματα σε διαφορετικούς ανθρώπους σε άλλες χρονικές στιγμές, αλλά και στον ίδιο άνθρωπο όταν η ψυχική του κατάσταση μεταβάλλεται ή όταν είναι ταραγμένος και αποπροσανατολισμένος από την εσωτερική ένταση και αναστάτωση που έχει προκληθεί από εξωτερικά ερεθίσματα και γεγονότα.
Χαρακτήρες και έργα τέχνης
Στο μυθιστόρημα συνδυάζονται το μυστήριο και η υπόγεια δράση με φόντο τις αρχαιότητες και τα ερείπια της Ρώμης. Η πλοκή περιστρέφεται γύρω από έναν φόνο και τον αντίκτυπο που αυτή η πράξη έχει πάνω σε τέσσερις χαρακτήρες, δυο εξ αυτών νέες κοπέλες. Τους συναντάμε στην αρχή του βιβλίου, όλους μαζί, δυναμικούς και δημιουργικούς να παρατηρούν τον Φαύνο του Πραξιτέλη που βρίσκεται σε μια από τις αίθουσες γλυπτών του Καπιτωλίου της Ρώμης και να σχολιάζουν την ομοιότητα του Ντονατέλο, του Ιταλού φίλου τους, με το άγαλμα. Ο γλύπτης Κένιον και η αντιγραφέας πινάκων ζωγραφικής Χίλντα είναι επιστήθιοι φίλοι με τη ζωγράφο Μίριαμ και τον νεαρό Ιταλό. Ο Χόθορν στα κεφαλαία που ακολουθούν μας δίνει τις περιγραφές των χαρακτήρων μέσα από τα έργα που τους περιστοιχίζουν, τους χώρους όπου εργάζονται αλλά και τα ερείπια της πόλης στα οποία συχνά προβάλλουν τη δική τους εσωτερική ζωή αλλά και τα μυστικά τους. Και είναι η Μίριαμ εκείνη που φαίνεται πως έχει ένα κρυφό μυστικό, ένα σκοτεινό παρελθόν από το οποίο θέλει να ξεφύγει, καθώς από την αρχή ο συγγραφέας με μια ιδιαίτερη δυνατή περιγραφή της μας προϊδεάζει: «Έμοιαζε μ’ εκείνα τα φωτεινά είδωλα που εμφανίζουν οι ταχυδακτυλουργοί: μας τα παρουσιάζουν τόσο πραγματικά, τόσο κοντά μας, ώστε σκεφτόμαστε πως, αν απλώναμε ξαφνικά το χέρι μας, θα τα αρπάζαμε, και κάνουμε ένα βήμα μπροστά, προσδοκώντας να πιάσουμε την οπτασία, και τότε διαπιστώνουμε πως εκείνη απέχει πολύ από εμάς, όσο χρειάζεται για να μη μπορούμε να την αδράξουμε». Σαν ένα αιθέριο αλλά δυσοίωνο όραμα η Μίριαμ μοιάζει να συμβολίζει το κακό, την υπόγεια φαυλότητα, παρότι εύχεται να ήταν και εκείνη αγνή και καθαρή όπως η αγαπημένη της φίλη Χίλντα, το κορίτσι από τη Νέα Αγγλία, την ευαίσθητη και καλοσυνάτη «περιστέρα», όπως την αποκαλούσαν, με την οποία μοιραζόταν την αγάπη της για την τέχνη και μια αμοιβαία βαθιά φιλία. Η περιγραφή της Χίλντα είναι αποκαλυπτική του τρόπου που ο συγγραφέας περιγράφει τους χαρακτήρες του, σαν έργα τέχνης που μεταβάλλονται από τις αλλαγές του φωτός και της σκιάς: «Κάθε τόσο, αυτό το χαριτωμένο πρόσωπο άστραφτε από μια εντυπωσιακή ομορφιά, λες και κάποια εσωτερική σκέψη ή συναίσθημα λαμπρυνόταν και ανέβαινε στην επιφάνεια, για να κρυφτεί αμέσως μετά – έτσι που, βλέποντας αυτή τη διαρκώς επαναλαμβανόμενη αλλαγή, νόμιζες πως η Χίλντα ήταν πραγματικά ορατή μόνο χάρη στη λιακάδα της ψυχής της».
Ο Nathaniel Hawthorne
|
Έγκλημα και ενοχή
Η Μίριαμ είναι μέλος του καλλιτεχνικών κύκλων της Ρώμης χωρίς να αποκαλύπτει τίποτα για τον εαυτό της, αλλά και χωρίς να προκαλεί την περιέργεια ή την υποψία όσων ζούσαν κοντά της. Ο ορθολογιστής γλύπτης Κένιον την εκτιμά και της εμπιστεύεται τον έρωτά του για τη φίλη της τη Χίλντα, ενώ ο Ντονατέλο ή Κόμης του Μόντε Μπένι, την ακολουθεί μαγεμένος παντού, έτοιμος να κάνει τα πάντα για χάρη της. Η αθωότητα και η ανεμελιά του όμως σύντομα θα χαθούν, σύντομα θα αποκτήσει κι αυτός έναν σταυρό που θα κουβαλάει σε όλη του τη ζωή: Ένα βράδυ την πλησιάζει ένας μοναχός και ο Ντονατέλο, που θεωρεί πως καταδιώκει την αγαπημένη του, του επιτίθεται, και τον ρίχνει στον γκρεμό. Μέσα από αυτό το έγκλημα η ψυχή του Ντονατέλο μοιάζει να αφυπνίζεται, και σταδιακά, αρχίζει η μεταμόρφωσή του. Ο εύθυμος και γεμάτος ζωή φαύνος γίνεται ένας νωχελικός, καταθλιπτικός ενήλικας. Η Χίλντα, επίσης, που είναι μάρτυρας του εγκλήματος, νιώθει κι εκείνη στιγματισμένη παρότι δεν είχε καμία συμμετοχή. Ο Κένιον ο γλύπτης φαίνεται πως είναι ο πλέον ακέραιος χαρακτήρας. Ευγενικός αλλά υποψιασμένος, προσπαθεί να βοηθήσει και να στηρίξει τους υπόλοιπους με μόνο του όπλο την κοινή λογική.
Η πείνα της καρδιάς
Η κοπέλα είναι καταδικασμένη να κουβαλάει μια ενοχή σε όλη της τη ζωή, να υποφέρει από μια απέραντη φριχτή μοναξιά και βιώνει ένα χάσμα ανάμεσα σε εκείνη και τον κόσμο.
Η Μίριαμ «φυλακισμένη σε κάποιο είδος κλουβιού με σιδερένια κάγκελα φτιαγμένα από τις ίδιες τις σκέψεις της», δεν φανερώνει ποτέ το παρελθόν της και τα ερωτηματικά που τίθενται στο μυθιστόρημα γύρω από το πρόσωπό της παραμένουν αναπάντητα μέχρι το τέλος. Η Μίριαμ δεν είναι γρίφος μόνο για τον αναγνώστη και τους φίλους της, αλλά και για τον συγγραφέα, που σε κάποιο σημείο υπαινίσσεται πως ούτε κι αυτός γνωρίζει τι είναι αυτό που συζητάει με τον μοναχό, τον οποίο αργότερα ο Ντονατέλο θα σπρώξει στον γκρεμό. Η κοπέλα είναι καταδικασμένη να κουβαλάει μια ενοχή σε όλη της τη ζωή, να υποφέρει από απέραντη φριχτή μοναξιά και βιώνει ένα χάσμα ανάμεσα σε εκείνη και τον κόσμο: «Πολύ συχνά, υπάρχει ένα ανικανοποίητο ένστικτο που απαιτεί φιλία, αγάπη και μύχια επικοινωνία, αλλά εξωθείται να αναλώνεται σε κενές μορφές – πείνα της καρδιάς που βρίσκει μόνο ήσκιους για να τραφεί». Ο παρορμητικός και ανεξιχνίαστος φόνος, πυροδοτεί την ενοχή και την απελπισία σε όλους διαδοχικά σε όλους τους χαρακτήρες, όλοι με κάποιον τρόπο νιώθουν ένοχοι και υπεύθυνοι γι’ αυτόν, κανένας δεν είναι αθώος ούτε θα παραμείνει αλώβητος. Ο Χόθορν ανιχνεύει την πορεία και τα στάδια αυτής της ενοχής μαζί με τη διαδικασία της εξέλιξης των χαρακτήρων του και τις μεταβολές της συνείδησης τους.
Πειραματισμός και εμβάθυνση
Ο Μαρμάρινος φαύνος χρησιμοποιεί πολλές τεχνικές που συναντούμε στην πειραματική, μοντέρνα μυθιστοριογραφία: Απροσδόκητα χρονικά άλματα, αυτοαναφορικότητα, εσκεμμένα παραπειστική αφήγηση, σχοινοτενείς λογοτεχνικές αναφορές και καλλιτεχνικές, λαβυρινθώδεις αμφισημίες, παλινδρομήσεις και αντικρουόμενες οπτικές γωνίες. Όμως, οι τεχνικές αυτές δεν γίνονται αντιληπτές καθώς ο Χόθορν στρέφει την προσοχή του αναγνώστη στην εμβάθυνση των χαρακτήρων και στις εσωτερικές τους συγκρούσεις.
Το παράδοξο με τον Μαρμάρινο Φαύνο είναι πως παρότι είναι ένα βαθιά υπαρξιακό και ίσως το πιο απαισιόδοξο μυθιστόρημα του Χόθορν, είναι ταυτόχρονα και το πιο τρυφερό.
Το παράδοξο με τον Μαρμάρινο Φαύνο είναι πως παρότι είναι ένα βαθιά υπαρξιακό και ίσως το πιο απαισιόδοξο μυθιστόρημα του Χόθορν, είναι ταυτόχρονα και το πιο τρυφερό. Οι χαρακτήρες συναντιούνται και σχετίζονται μεταξύ τους μέσα από την πιο επώδυνη επαφή τους με την απελπισία και την αυτοαμφισβήτηση και η ικανότητα του Χόθορν να δραματοποιεί τον ζόφο, τη μοναξιά και το κακό είναι απαράμιλλη. Όλοι στον Μαρμάρινο φαύνο χάνονται, και περιφέρονται μέσα σε μια καταστροφική και απέλπιδα αποξένωση. Ο κάθε χαρακτήρας υποφέρει από «μια πείνα της καρδιάς που βρίσκει μόνο ήσκιους για να τραφεί» αλλά αυτό είναι μέρος της εξέλιξής τους, άλλωστε ο αρχικός τίτλος στην Αγγλική έκδοση ήταν «Μεταμόρφωση».
Το μυθιστόρημα δεν προσφέρει κάποια ανώδυνη λύση και εύκολη παρηγοριά, η Μίριαμ δεν θα ξεφύγει από την ενοχή της, η Χίλντα θα συνεχίσει να αμφιβάλλει για την αθωότητά της και δεν θα αποβάλλει ποτέ τη σκιά που έπεσε πάνω στην ψυχή της στη Ρώμη. Όμως οι χαρακτήρες παρότι συνεχίζουν να «τρέφονται με ήσκιους» το αναγνωρίζουν και βάζουν τα δυνατά τους να υπερβούν την προσωπική τους τραγωδία και να προσφέρουν την όποια ανακούφιση μπορούν στον διπλανό τους. Ο Χόθορν τους σέβεται για την προσπάθεια που καταβάλλουν να περισώσουν την ανθρωπιά τους, ακόμα και όταν τα γεγονότα που τους στοιχειώνουν είναι πιο βαριά από όσα μπορούν να διαχειριστούν. Εν τούτοις, καταφέρνουν να αποδεχτούν εν τέλει πως οι πλέον προσφιλείς τους άνθρωποι μπορεί να είναι μεν «Άξιοι θανάτου, αλλά όχι ανάξιοι αγάπης», και πως η αμφισημία είναι κι αυτή μέρος της ανθρώπινης φύσης.
Η εξαιρετική μετάφραση της Σάντυ Παπαϊωάννου συμβάλλει στην απόλαυση της ανάγνωσης και οι εκτενείς σημειώσεις στην μύηση στα σπουδαία έργα της τέχνης και στα μνημεία της αρχαίας αυτοκρατορίας.
* Η ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ είναι συγγραφέας και μεταφράστρια.
Τελευταίο βιβλίο της, το μυθιστόρημα «Σώμα στη βιτρίνα» (εκδ. Μεταίχμιο).
Ο μαρμάρινος φαύνος
Μεταμόρφωση ή Η μυθιστορία του Μόντε Μπένι
Nathaniel Hawthorne
Μτφρ. Σάντυ Παπαϊωάννου
Gutenberg 2014
Σελ. 690, τιμή € 25,00