Της Αργυρώς Μαντόγλου
Το «Στις μικρές ώρες» είναι ένα μικρό σε έκταση μυθιστόρημα σε σχέση με τα συνήθη μυθιστορήματα του Ιάπωνα συγγραφέα που υπήρξε δυο φορές υποψήφιος για το Νόμπελ. Εδώ δεν «κατασκευάζει» έναν κόσμο ή κόσμους αλλά δοκιμάζει την οπτική ενός πανεπόπτη αφηγητή που είναι σε θέση να περιγράψει τους χαρακτήρες ακόμα κι όταν αυτοί αποσύρονται στον ύπνο ή στις σκέψεις τους.
Ο Μουρακάμι τολμάει να γράψει ένα μυθιστόρημα για την απουσία, όχι μόνο την απουσία φωτός, αλλά και την απουσία συνείδησης –μια ηρωίδα καθ' όλη τη διάρκεια του μυθιστορήματος κοιμάται–, δημιουργώντας μια απόκοσμη αίσθηση, μια ατμόσφαιρα ονειρική και ρευστή, σαν ο κόσμος να δίνεται μέσα από το βλέμμα κάποιου που αντικρίζει τη γη για πρώτη φορά και όλα, ακόμα και τα πλέον ευτελή, να διαθέτουν βαρύτητα και μυστήριο.
Στο κέντρο του Τόκιο σε κάποιο ασαφές γεωγραφικό σημείο...
Το μυθιστόρημα βασίζεται στην ιδέα πως πολύ αργά τη νύχτα όταν ο ορθολογισμός εξασθενεί, τα πράγματα χάνουν το περίγραμμά τους και αποκτούν μια αλλόκοσμη ποιότητα. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Τα άτομα που την ημέρα είναι ξεχωριστές οντότητες, τη νύχτα, καθώς οι δείχτες του ρολογιού προχωρούν, αρχίζουν να αποβάλλουν την ατομικότητά τους, να χάνουν τη διαφορετικότητα τους και να γίνονται μέρος μιας συλλογικής συνείδησης.
Η μεταφυσική της νύχτας
Αυτή η ιστορία της νύχτας τοποθετείται σε μια περιοχή στο κέντρο του Τόκιο σε κάποιο ασαφές γεωγραφικό σημείο, όπως ασαφείς είναι αρχικά και οι χαρακτήρες. Σταδιακά, όμως αποκτούν υπόσταση μέσα στο χώρο. Μια τακτική που παρατηρείται και σε άλλα έργα του Μουρακάμι: Οι χαρακτήρες του όταν συστήνονται δεν περιγράφονται με λεπτομέρειες, αλλά αποκτούν σάρκα και οστά αργά μέσα στο χώρο, σαν να ξεπροβάλλουν μέσα από ένα νεφέλωμα.
Η πρώτη σκηνή εκτυλίσσεται στο εστιατόριο του Denny's στις 11.56 μ.μ. -ένα στέκι προσαρμοσμένο στις προδιαγραφές της παγκοσμιοποιημένης αισθητικής, όπου γνωστά τραγούδια ακούγονται από τα ηχεία και η Μάρι, μια δεκαεννιάχρονη κοπέλα πίνει τον καφέ της, διαβάζοντας ένα βιβλίο το οποίο δεν κατονομάζεται. Ο λόγος που βρίσκεται έξω από το σπίτι της μια τέτοια ώρα παραμένει μυστήριο, αλλά μπορεί να συνδέεται με το γεγονός η Έρι, η πανέμορφη αδελφή της βρίσκεται στο σπίτι και έχει πέσει τους τελευταίους μήνες σε λήθαργο. Η Μάρι, είναι ξύπνια επειδή η Έρι κοιμάται. Από την αρχή μαζί με το δίπολο της μέρας/ νύχτας μπαίνουν σε λειτουργία και τα δίπολα της αγρύπνιας και της εγρήγορσης, της δράσης και της παθητικότητας.
Ο Μουρακάμι επιλέγει τις μεταφορές όχι για να περάσει στον αναγνώστη κάποια ιδέα, ή να τον κάνει να σκεφτεί αλλά για να δημιουργήσει την ατμόσφαιρα μέσα στην οποία οι ήρωες θα βυθιστούν και θα αναδυθούν, προβάλλοντας μια άλλη, ενίοτε αναπάντεχη πτυχή τους. Οι εικόνες και οι μεταφορές λειτουργούν όπως στην ποίηση: πολλές παραμένουν ανερμήνευτες και η επίδραση τους είναι κυρίως αισθητικής φύσης.
Από το τραπέζι της Μάρι περνούν διάφοροι: πρώτα ένας τρομπονίστας της τζαζ, ο οποίος της προκαλεί σταδιακά το ενδιαφέρον, αλλά και η μάνατζερ ενός ροζ ξενοδοχείου που της ζητάει να μεταφράσει από τα κινέζικα αυτά που λέει μια κοπέλα που εργάζεται στο ξενοδοχείο και έχει δεχτεί άγρια επίθεση από κάποιον πελάτη.
Ο ρόλος της Μάρι στο μυθιστόρημα είναι μεσολαβητικός, το μέσον για να πλέξει ο Μουρακάκι την υποτυπώδη πλοκή του. Η Μάρι δεν θέλει να εμπλακεί ιδιαίτερα με κανέναν –το πιθανότερο είναι να θέλει να την αφήσουν στην ησυχία της να διαβάσει– αλλά η νύχτα έχει τα δικά της σχέδια και εκείνη και θα την ακολουθήσει, χωρίς να φέρει ιδιαίτερη αντίσταση. Στο «Στις μικρές ώρες» δεν προβάλλεται κάποια σύγκρουση ή αντιπαράθεση αλλά μια διάχυση, διάχυση διαθέσεων και προθέσεων σε ένα φορτισμένο περιβάλλον, όπου κάποιοι νοσούν, κάποιοι αδιαφορούν και κάποιοι άλλοι αντιστέκονται κρατώντας τις αποστάσεις τους.
Ο τρομπονίστας θα πάει για πρόβα, η μάνατζερ στη δουλειά της στο ξενοδοχείο και ο αρρωστημένος πελάτης θα τηλεφωνήσει στη γυναίκα του, θα κάνει τα πους απς του και θα συνεχίσει τη δουλειά του, αφού ξεφορτωθεί τα ματωμένα ρούχα της πόρνης, την ώρα που μια όμορφη κοπέλα βυθίζεται όλο και βαθύτερα στον ύπνο.
Μια αλληγορία για το χρόνο
Τα σύντομα κεφάλαια του βιβλίου κινούνται μέσα στο χρόνο και από τις συζητήσεις της Μάρι περνάει σε ένα λυρικό κείμενο όπου περιγράφεται ο ύπνος της ωραίας κοιμωμένης, ξαπλωμένης σε ένα γυμνό δωμάτιο δίπλα σε μια οθόνη που μοιάζει να απορροφά λίγο λίγο την ψυχή της. Αυτά είναι και τα ωραιότερα αποσπάσματα του βιβλίου, εικόνες στατικές, σαν περιγραφές ενός έργου τέχνης.
Μινιμαλιστική σύνθεση όπου τα περισσότερα υπονοούνται...
Στο συνοικιακό καφέ, στο ροζ ξενοδοχείο, στο γυμνό δωμάτιο, στους άδειους δρόμους υπάρχουν και σύντομα διαλλείματα αιωνιότητας: όταν δυο νέοι άνθρωποι μιλάνε εκ βαθέων ή όταν ένα μουσικό κομμάτι διακόπτει τη ροή της σκέψης, ακόμα και όταν μια γουλιά άγευστου καφέ κατεβαίνει τον ουρανίσκο, η μαγεία εμφανίζεται σαν μια μικρή έκρηξη. Οι άνθρωποι είναι κάτι παραπάνω από αυτό που οι ίδιοι νομίζουν, ή αυτό που φαίνεται, υπάρχει κάτι που μπορεί να τους ταξιδέψει έξω από τα πεπερασμένα όρια της ύπαρξης τους, αν το επιτρέψουν: Οι μικρές ώρες κυοφορούν μεγάλες στιγμές.
Μια μινιμαλιστική σύνθεση όπου τα περισσότερα υπονοούνται παρά περιγράφονται, ο σκοτεινός σουρεαλισμός του Μουρακάμι σε υποβάλλει στο δικό του ρυθμό∙ οι παύσεις, οι κορυφώσεις του, οι μεταφορές του σε οδηγούν αργά στο φως, στην αναγέννηση, στη νέα μέρα.
Τις μικρές ώρες
Χαρούκι Μουρακάμι
Μτφρ: Μαρία Αργυράκη
Εκδόσεις Ψυχογιός,
Τιμή € 14,40, σελ. 229