Της Αργυρώς Μαντόγλου
Χαμένα κορίτσια στις όχθες του Μιζούρι
Τα τρία μυθιστορήματα της Τζίλιαν Φλιν μας εισάγουν σε έναν κόσμο ζοφερό, γεμάτο πάθη και καταπιεσμένες μνήμες.
Γυναίκες εν πολλοίς αναγνωρίσιμες -άλλες της διπλανής πόρτας και άλλες της διπλανής αρένας- προκαλούν τον αναγνώστη πρώτα να ταυτιστεί, πριν αρχίσουν αργά και σταθερά να ξεδιπλώνουν τις σκοτεινές πτυχές τους, καθιστώντας τον συμμέτοχο στις σπαρακτικές αποκαλύψεις τους. Ποια είναι πραγματικά η Εϊμι, η Λίμπι, η Καμίλ αλλά και οι άλλες, οι δευτερεύουσες ηρωίδες της; Σίγουρα δεν είναι οι ίδιες γυναίκες με αυτές που συναντάμε στην αρχή του κάθε βιβλίου: Το αληθινό τους πρόσωπο φανερώνεται σταδιακά, με την εξέλιξη της αφήγησης και τη μύηση στην περιπέτειά τους.
Κατ’ αρχήν είναι όλα τους αιχμηρά κορίτσια, μένουν κάπου στο Μιζούρι, όμως διαθέτουν κι έναν τόπο ιδιωτικό, όπου αποσύρονται για να διαπραγματευθούν το παρελθόν τους –μια αναγκαία και προσωρινή αποχώρηση, μια εκούσια έκλειψη, για να εμφανιστούν στη συνέχεια δυνατές και οπλισμένες. Ο κόσμος είναι μια αρένα, οι σχέσεις ένα πεδίο μάχης και οι ίδιες αναγκάζονται να αγωνιστούν τόσο για τη φυσική όσο και τη συναισθηματική τους επιβίωση, οπότε η απόσυρση προβάλλει ως ο μόνος διαθέσιμος τρόπος για την αναγκαία ανασύνθεση της ταυτότητάς τους και τη διατήρηση των ισορροπιών. Μια φυγή σε έναν τόπο αναδημιουργίας, συντονισμού, περίσκεψης και ανασυγκρότησης.
Σκοτεινός τόπος, χώρος αναδημιουργίας
Ο σκοτεινός τόπος για την Καμίλ από τα «Αιχμηρά Αντικείμενα» είναι το σώμα της πάνω στο οποίο χαράσσει τη δική της ιστορία, το δέρμα της είναι η μνήμη της, είναι αυτό που αντιστέκεται στη λήθη και ο πόνος, ο δικός της τρόπος διαχείρισης των συναισθημάτων της – ο πόνος γίνεται ο μοχλός που φέρει στην επιφάνεια τα τραύματα και της υπενθυμίζει την αληθινή, την πικρή γεύση της ζωής. Το δέρμα είναι ένα κείμενο το οποίο εμπλουτίζεται συνεχώς από απαγορευμένες λέξεις, πάντα προστατευμένο, καλά κρυμμένο από τα αδιάκριτα βλέμματα.
Το μοτίβο του δέρματος, του σκοτεινού περιβλήματος της ηρωίδας, καθορίζει και οργανώνει τη πλοκή στα «Αιχμηρά Αντικείμενα». Η στιγμή της επέμβασης στην επιφάνειά του, η στιγμή της καταστροφής του δέρματος της ηρωίδας είναι καθοριστική. Επίσης η καταστροφή του δέρματος της από την ίδια αποτελεί μια μεταφορά για τη δική της δύναμη να ελέγχει τη σχέση της με τον κόσμο.
Για την Έιμι, από «Το Κορίτσι Εξαφανίζεται» σκοτεινός τόπος είναι το ημερολόγιο της, εκεί όπου κατασκευάζει μια δικής της επινόησης Έιμι, τη γυναίκα που θα εκδικηθεί, τη γυναίκα που οι άλλοι θα υπολογίζουν και θα αναζητήσουν. Μέσα από αυτό θα μάθουν το πρόσωπο που η ίδια θα επιλέξει να τους δείξει. Το ημερολόγιο, επίσης, θα λειτουργήσει και ως δόλωμα, σκοπίμως παραπλανητικό, παρασύρει και παγιδεύει, προσφέροντας μια γραπτή εκδοχή της Εϊμι, αυτή που η ίδια θέλει να παραχωρήσει προς ανάγνωση και όχι την «Εκπληκτική Εϊμι», την ηρωίδα, που οι γονείς της είχαν προσφέρει βορά σους αναγνώστες, κάνοντας τη ζωή της κόρης τους θέμα μια σειράς παιδιών βιβλίων.
Όσον αφορά τη Λίμπι, από το ομότιτλο μυθιστόρημα, σκοτεινός τόπος είναι το διαμέρισμα της, αλλά και η παιδική της ηλικία· τα γεγονότα που καθόρισαν τη ζωή της, εκείνα που αδυνατεί να ανακαλέσει στη μνήμη παρά μόνο αποσπασματικά.
«Έχω βάλει ταμπέλα στις αναμνήσεις μου, σαν να είναι μια εξαιρετικά επικίνδυνη περιοχή: Σκοτεινός Τόπος» θα πει και γίνεται το φάντασμα της μοιραίας νύχτας που σημάδεψε τη ζωή της και όχι μόνο επειδή είναι τα γεγονότα τραυματικά, αλλά αν θυμηθεί, τότε θα πρέπει να αλλάξει ζωή και ρόλο. Η Λίμπι που δε μπορεί να σταθεί για πολύ στις αναμνήσεις της, επεμβαίνει στη μνήμη κατασκευάζοντας τη δική της, μια πιο «συμφέρουσα» εκδοχή, αυτή που τη βοηθά να επιβιώσει. Η διατήρηση του «Σκοτεινού τόπου» έως σήμερα τη συντηρεί οικονομικά και θέλει να παραμείνει σκοτεινός γιατί αρνείται να αποποιηθεί τα οφέλη.
Το έγκλημά μου, η τιμωρία μου
Οι ηρωίδες της Φλιν είναι επικίνδυνα κορίτσια, αν και η εξωτερική τους εμφάνιση δεν μας προϊδεάζει για το εσωτερικό τους σκοτάδι: Κάπου στην καρδιά του σκότους υπάρχει ένα αξεπέραστο τραύμα. Πρόκειται για κορίτσια που διαθέτουν κίνητρα, δυναμισμό και ίσως την προδιάθεση να γίνουν κακές. Στα χέρια ενός άλλου συγγραφέα ίσως και να εξελισσόταν σε μέγαιρες ή σε εγκληματίες, αλλά αυτές μοιάζουν να υιοθετούν τον αφορισμό του Μπέκετ: «το έγκλημα μου είναι η τιμωρία μου», αναλαμβάνοντας οι ίδιες με τον τρόπο τους την αποκατάστασή τους και την απονομή δικαιοσύνης. Η Φλιν είναι γενναιόδωρη με τις ηρωίδες της, ακόμα και με τις δευτερεύουσες, αιτιολογώντας ακόμα και την πλέον αποκρουστική συμπεριφορά τους, εξηγώντας τη μοχθηρία και την επιθετικότητα, ποτέ δεν τις απογυμνώνει εντελώς, όλες διαθέτουν ευφυΐα, ισχυρό ένστικτο αυτοσυντήρησης, και επιβίωσης. Εν ολίγοις πρόκειται για γυναίκες που έχουν υποψιαστεί το σκοτάδι της ζωής γιατί το έχουν βιώσει στο πετσί τους. Το έγκλημα τους είναι ταυτόχρονα και η τιμωρία τους αλλά και το μέσον της συναρμολόγησης της αποσπασματικής αφήγησης της ζωής τους.
Με εμφανείς επιδράσεις από την Τζόις Κάρολ Οουτς, την Άντζελα Κάρτερ, την Κέιτ Άτκισον, και τη Μάργκαρετ Άτγουντ οι γυναίκες της Φλιν περιστρέφονται γύρω από μια απώλεια είτε στο κέντρο του εαυτού είτε στο κέντρο του κόσμου τους και όταν κάποια στιγμή αυτή η απώλεια εκφέρεται, αποδίδεται με λίγες γραμμές ή ένα καυστικό σχόλιο ή ακόμα και με κάποια εικόνα, αποκαλυπτική ενός υπαρξιακού τρόμου για μια ολική εξαφάνιση. Επίσης, αρνούνται να παίξουν με τους υπάρχοντες κανόνες, τους ανατρέπουν και εγκαθιδρύουν τους δικούς τους, προκειμένου να αποποιηθούν το ρόλο του θύματος που τους έχουν φορέσει, επιστρατεύοντας την ευφυΐα και την προσαρμοστικότητα τους.
Ξέρουν πως αξίζουν περισσότερα από όσα τους δόθηκαν, από την τύχη, τη ζωή, τους αδιάφορους συζύγους, ή τους ανίκανους γονείς και είναι προετοιμασμένες να σχεδιάσουν ακόμα και να μηχανορραφήσουν, προκειμένου να αποσπάσουν αυτό το «κάτι παραπάνω». Αποφασισμένες να βγουν απ’ το λαγούμι τους για να το κατακτήσουν, είτε αυτό το «κάτι παραπάνω» είναι αγάπη, απόλαυση, χρήματα, ενδιαφέρον, μια άλλη θέση στη ζωή των άλλων, ή απλώς σεβασμό και αποδοχή. Κι όταν δεν τα καταφέρνουν, δεν μοιάζουν ηττημένες – πρόκειται για γυναίκες που «κατέχουν το μυστικό της ζωής» αλλά και το πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος και ο κοινωνικός μηχανισμός.
Μια άβυσσος που έλκει και απωθεί
Αν επιχειρούσαμε να ορίσουμε τον σκοτεινό τόπο που εγκαταβιώνουν οι ηρωίδες με ψυχαναλυτικούς όρους, θα μπορούσαμε να καταφύγουμε στην έννοια του αποκείμενου (abject) της Τζούλια Κρίστεβα, η οποία ισχυρίζεται πως προκειμένου να διατηρηθεί το ανθρώπινο υποκείμενο σε μια σταθερή θέση στο συμβολικό, αναγκάζεται να αποποιηθεί όλα τα ανάρμοστα στοιχεία, τις σκοτεινές ορμές κι επιθυμίες, τα σκοτεινά και βίαια ένστικτα τα οποία ανήκουν στο προ Οιδιπόδειο, το σημειωτικό σύμπαν. Τα στοιχεία αυτά ποτέ δεν εξορίζονται οριστικά, όποια ταυτότητα υιοθετείται είναι προσωρινή και πάντα απειλείται από εξαφάνιση. Η αναγνώριση της αδυναμίας σύστασης μιας συμπαγούς, σταθερής ταυτότητας, το Abjection, σύμφωνα με την Κρίστεβα, είναι το στάδιο στο οποίο αποσύρονται έστω και προσωρινά οι ηρωίδες της Φλιν λόγω της αδυναμίας στήριξης της εικόνας που έχουν οι άλλοι για αυτές.
Ούτε υποκείμενο ούτε αντικείμενο, ούτε εντός ούτε εκτός σώματος, το αποκείμενο είναι εξ ορισμού η τρομακτική «ύλη εκτός τόπου» η οποία αποκηρύσσεται και εκτοπίζεται από τον κοινωνικό εξορθολογισμό, αν και πρόκειται για ένα στάδιο, απαραίτητο για τον επαναπροσδιορισμό της ραγισμένης ταυτότητας.
«Όλα όσα μου άρεσαν ή φοβόμουν, όλα τα όρια που είχα, έχουν γλιστρήσει από πάνω μου. “Εγώ” μπορώ να κάνω σχεδόν τα πάντα. Τα φαντάσματα έχουν τέτοιου είδους ελευθερίες», θα γράψει η Εϊμι, έχοντας καταστήσει η ίδια τον εαυτό της «φάντασμα» για να εκδικηθεί το σύζυγο και τους γονείς της που από τότε που ήταν ακόμα παιδί ρευστοποιούσαν κάθε ιδιωτική της στιγμή, και επωφελούνται ακόμα και από την εξαφάνισή της.
Όταν ένας τυφλός ρωτάει την Καμίλ: «Είναι κανείς εδώ;» θα αναρωτηθεί και η ίδια για την υλικότητά της: «Εγώ είμαι εδώ, είπα και ένιωσα εκπληκτική ανακούφιση με κείνες τις τρεις λέξεις. Όταν με πιάνει πανικός, τις λέω δυνατά στον εαυτό μου. Αισθάνομαι σαν να πρόκειται να φυσήξει καταπάνω μου ένα ζεστό κύμα αέρα και να με εξαφανίσει δια παντός, να μην απομείνει από μένα ούτε ένα τοσοδά νυχάκι».
Ανεκδήλωτος θυμός
Οι ηρωίδες της Φλιν πέρα από τη γεωγραφική τους θέση, κάπου στην ευρύτερη περιοχή του Μιζούρι, έχουν κι άλλα κοινά: είναι θύματα της οικονομικής κρίσης, άσπλαχνων γονιών και εραστών, και έχουν ιδιαίτερη ικανότητα στο σχεδιασμό των κινήσεων τους. Βασανίζονται, επίσης, από έναν υπόγειο θυμό για τις χαμένες ευκαιρίες, ο οποίος απειλεί να παρασύρει, όχι μόνον τις ίδιες, αλλά όλα όσα με κόπο έστησαν. Όλες, επίσης, έχουν επίγνωση των δημιουργικών ικανοτήτων τους, που έχουν περιπέσει σε αχρηστία και αναρωτιούνται τι έχουν λάβει ως αντάλλαγμα για τη θυσία του εαυτού τους και την παράδοσή τους. Ο έξω κόσμος παραμένει εχθρικός, αλλά αυτές παρά τα επάλληλα χτυπήματα δεν πτοούνται, και συνεχίζουν να προβάλλουν σ’ αυτόν τις δικές τους προσδοκίες με την πεποίθηση πως μέσα από αστάθμητους παράγοντες και μη αναμενόμενες ανατροπές, θα οδηγηθούν κάπου πιο κοντά στη δική τους μοίρα, θα επιλύσουν κάποιο επίμονο υπαρξιακό τους αίτημα και θα κατακτήσουν τη δική τους θέση στον κόσμο, θέση που δύσκολα θα τη βρουν, αν δεν ρισκάρουν ακόμα και τη σωματική τους ακεραιότητα. Κάτω από την επιφάνεια μιας εύρυθμης καθημερινότητας, παραμονεύει μια ύπαρξη, έτοιμη ανά πάσα στιγμή να εκτροχιαστεί, καθώς είναι σε μόνιμη μάχη όχι μόνο με την οικογένεια και το περιβάλλον, αλλά και με έναν εαυτό που δεν παύει να διαμαρτύρεται για τις αδικίες που υφίσταται, όπως η Εϊμι, για παράδειγμα, το κορίτσι με τις τόσες δυνατότητες, που ονειρευόταν μια άνετη ζωή για τον εαυτό της και έχει καταλήξει σε μια επαρχία του Μισούρι έχοντας χρηματοδοτήσει η ίδια το μπαρ του συζύγου της, Νικ, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο για την κατάστασή της.
Οι άντρες σε γενικές γραμμές κινούνται γύρω στα αντρικά στερεότυπα, παρουσιάζονται οκνηροί, αυτάρεσκοι, ευκολόπιστοι, παθητικοί (ο Μπεν, ο Νικ, ο Άλαν -πατριός της Καμίλ) είναι σε γενικές γραμμές πιο επίπεδοι αλλά όχι ακίνδυνοι καθώς και η παθητικότητα μπορεί να αποδειχθεί ιδιαίτερα βλαβερή. Έχουν τα δικά τους τραύματα αλλά και δεν εμφανίζονται ιδιαίτερα επινοητικοί στην επίλυσή τους. Στο τέλος επέρχεται μια κάποια συνθηκολόγηση αν και ακόμα κι αυτή βασίζεται πάνω σε μια ισορροπία τρόμου: «Εγώ είμαι μια βάτος με αγκάθια, που έγιναν ακόμα πιο μυτερά από την υπερβολική προσοχή των γονιών μου, κι εκείνος είναι ένας άντρας με υπερβολικές πατρικές μαχαιριές και τα αγκάθια μου εφαρμόζουν τέλεια μέσα τους. Πρέπει να γυρίσω σ’ αυτόν» θα πει η Εϊμι σε μια τελική αποδοχή της αναγκαίας συνθηκολόγησης.
Το τίμημα της αποκατάστασης της ατομικότητας
Θα έλεγα πως και στα τρία βιβλία της Φλιν, παρατηρείται η άφιξη ενός φεμινισμού νέας κοπής, μέσα από την ανατρεπτική απεικόνιση της θηλυκότητας -δυναμικής, απενοχοποιημένης, έχοντας επίγνωση των αδυναμιών της και κυρίως αποφασισμένης να ανατρέψει τον παραδοσιακό ρόλο της γυναίκας θύματος. Στην πορεία ίσως αναγκαστεί να γίνει η ίδια θύτης, θυσιάζοντας πρώτα τις διαφορές εκδοχές του εαυτού της, αυτές που οι άλλοι κρατούν για δική τους χρήση και ευκολία. Η Φλιν διαχειρίζεται τον γυναικείο μικρόκοσμο δίνοντας μας τον σπαρακτικό αγώνα των γυναικών, ενάντια στον άδικο εκτοπισμό τους, τον ανεκδήλωτο θυμό τους και κυρίως την αποκατάσταση της ατομικότητας τους: Η Εϊμι καλλιεργεί την ατομικότητα της στα ημερολόγια της, η Λίμπι ανοίγοντας το κουτί με τα οικογενειακά ενθύμια και φέροντας την ιστορία της στο φως, και η Καμίλ τολμώντας να δείξει το χαρακωμένο σώμα της σε έναν τρυφερό εραστή. Με τα πρώτα ψήγματα αγάπης και αποδοχής αφήνονται, καθώς στη βάση τους και παρά το σκληρό περίβλημα τους, είναι ρομαντικές κι ευάλωτες και θέλουν να εμφανιστούν. Επίσης διαθέτουν μια μεγάλη δόση γενναιότητας, καθώς ποτέ δεν υποπίπτουν στην τρέλα, στην παράνοια ή στην παραίτηση. Αναλαμβάνοντας οι ίδιες την αποκατάστασή τους, διαθέτουν πέρα από ευφυΐα και ένα ισχυρό ένστικτο επιβίωσης και αυτοσυντήρησης.
Η συγγραφέας κατορθώνει να μεταμφιέζει τα αγριότερα συναισθήματα αν όχι σε αναμενόμενα, τουλάχιστον σε μια πιθανή αντίδραση μιας γυναίκας που έχει κακοποιηθεί με διάφορους τρόπους και τώρα αποφασίζει να διεκδικήσει ξανά τη θέση της, να αναγκάσει και τους άλλους να την αποδεχτούν και κυρίως να μην αφεθεί αμαχητί στον αφανισμό της.
Μετφρ. Βάσια Τζανακάρη
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2012
Τιμή: € 17,70, σελ. 568
Μετφρ. Γωγώ Αρβανίτη
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2012
Τιμή: € 9,90, σελ. 379
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2012