
Για το βιβλίο του Άντονυ Ντορ [Anthony Doerr] «Νεφελοκοκκυγία» (μτφρ. Μυρτώ Καλοφωλιά, εκδ. Πατάκη). Κεντρική εικόνα: Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Ρήγα (2021).
Γράφει η Άλκηστις Σουλογιάννη
Η Νεφελοκοκκυγία είναι η διήγηση πλείστων απροσδόκητων λεπτομερειών από όσα θαυμαστά και απίθανα εβίωσε ο Αίθων, ταπεινός βοσκός από την Αρκαδία, ο οποίος έχοντας παρακολουθήσει παράσταση της κωμωδίας Όρνιθες του Αριστοφάνη, πιστεύει ότι η μετέωρη στα σύννεφα πολιτεία πουλιών με το όνομα Νεφελοκοκκυγία είναι υπαρκτός τόπος, όθεν ξεκινά προς αναζήτησή της τη μακρά, περιπετειώδη περιπλάνησή του ανά τον κόσμο σε στεριές και θάλασσες, από τον βορρά μέχρι τον νότο και από την ανατολή μέχρι τη δύση.
Κατά την περιπλάνηση αυτή ο Αίθων εμπλέκεται σε ποικίλες καταστάσεις στις περιοχές της πραγματικότητας και στα πεδία της φαντασίας, και υπόκειται σε ποικίλες επίσης εκδοχές μεταμορφώσεων με κορύφωση τη μεταμόρφωσή του σε πουλί με «αδύναμα κορακίσια φτερά», και με τον τρόπο αυτόν φτεροκοπώντας «στην απεραντοσύνη του ουρανού» έφτασε στη Νεφελοκοκκυγία («μια συστάδα από πύργους χρυσούς, αχλύ από νεφέλες, […] γεράκια, κοκκινοσκέληδες, ορτύκια, νεροπουλάδες και κούκοι πετούσαν ολόγυρα»), και αφού ομολογώντας την άγνοιά του «έλυσε» και έναν γρίφο που του έθεσαν οι κουκουβάγιες-φρουροί στις πύλες (“Αυτός που ξέρει της Γνώσης όλα τα γραμμένα τούτο μονάχα ξέρει – πως τίποτα δεν έμαθε ακόμα”), πέρασε στην ουράνια πολιτεία. Αλλά σύντομα κυριάρχησε ο νόστος, έφυγαν τα κορακίσια φτερά και ο Αίθων επέστρεψε στην Αρκαδία.
Τέσσερις ενότητες
Το κείμενο της Νεφελοκοκκυγίας σε αρχαία ελληνικά και σε χειρόγραφο είκοσι τεσσάρων ενοτήτων (Τεύχη Α-Ω), διά χειρός Αντωνίου Διογένη, αρχαίου Έλληνα μυθιστοριογράφου, και με ένα προσήκον αντίκρισμα μύθου σχετικά με τη συγγραφή, την ανεύρεση, την απώλεια και την ανάκτησή του, συμμετέχει στην οργάνωση του εκτενέστατου, πολυεπίπεδου, πολυδιάστατου κειμενικού κόσμου στο ανά χείρας βιβλίο, υπό τον τίτλο ακριβώς Νεφελοκοκκυγία, του γεννημένου το 1973 σπουδαίου Αμερικανού συγγραφέα Άντονυ Ντορ, με πανεπιστημιακές σπουδές Ιστορίας και με ένα Master of Fine Arts.
Καθώς αναλύονται οι σύνθετες δομές αυτού του κόσμου, το κείμενο της Νεφελοκοκκυγίας αναδεικνύεται σε τόπο αλλά και μηχανισμό συνάντησης των κειμενικών χαρακτήρων, σύμφωνα με την ευρηματικότητα και τη συνδυαστική ικανότητα, κυρίως σύμφωνα με τις πλούσιες γνωστικές αποσκευές του Άντονυ Ντορ, ο οποίος αποδίδει με ιδιαιτέρως παραστατικό τρόπο πρόσωπα, πράγματα, καταστάσεις, γεγονότα, τόπους από την αντικειμενική, κοινωνική, πολιτισμική, ιστορική, πολιτική αλλά και οικονομική πραγματικότητα, στο πλαίσιο της οργάνωσης μιας εκτενέστατης, πολυεπίπεδης, πολυθεματικής, πινακοθήκης.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, συναντούμε την ορφανή Άννα στην Κωνσταντινούπολη κατά τη χρονική περίοδο 1439-1453, κυρίως κατά τις παραμονές της Αλώσεως, να συμμετέχει στην «έξοδο» περγαμηνών, παπύρων, κωδίκων, χειρογράφων, βιβλίων (μεταξύ των οποίων και το χειρόγραφο της Νεφελοκοκκυγίας) από βιβλιοθήκες κατεστραμμένων και εγκαταλελειμμένων κτηρίων προς την Ιταλία της Αναγέννησης.
Aποδίδει με ιδιαιτέρως παραστατικό τρόπο πρόσωπα, πράγματα, καταστάσεις, γεγονότα, τόπους από την αντικειμενική, κοινωνική, πολιτισμική, ιστορική, πολιτική αλλά και οικονομική πραγματικότητα, στο πλαίσιο της οργάνωσης μιας εκτενέστατης, πολυεπίπεδης, πολυθεματικής, πινακοθήκης.
Τον δύσμορφο Ομίρ κατά τη χρονική περίοδο 1439-1505, κυρίως στα χρόνια 1452-1505, αρχικά σε ένα χωριό ξυλοκόπων στη Βουλγαρία, στα βουνά της Ροδόπης, αργότερα στον δρόμο προς την Κωνσταντινούπολη στρατολογημένο για τη μεταφορά κανονιών από την Αδριανούπολη για την πολιορκία της Πόλης.
Κατόπιν και πάλι στο χωριό μαζί με την Άννα, που φέρνει μαζί της σε σακίδιο το χειρόγραφο της Νεφελοκοκκυγίας, εντέλει συναντούμε τον Ομίρ μετά τον θάνατο της Άννας, στον δρόμο μέσω Βαλκανίων προς το Ουρμπίνο στην κεντρική Ιταλία (ειρήσθω εν παρόδω ότι το Ουρμπίνο είχε ιδιαίτερη πολιτισμική άνθιση κατά την Αναγέννηση και πανεπιστήμιο από το 1506), προκειμένου να παραδώσει το χειρόγραφο της Νεφελοκοκκυγίας στη βιβλιοθήκη του δούκα της πόλης.
Συναντούμε περαιτέρω τον Ζίνο Νίνις κατά τη χρονική περίοδο από το 1941 και εξής, με έμφαση στα χρόνια 1995-2020, οπότε στη Δημοτική Βιβλιοθήκη του Λέικπορτ, Άινταχο πληροφορείται μέσω διαδικτύου τα σχετικά με το κείμενο της Νεφελοκοκκυγίας (το χειρόγραφο αρχικά στη Δουκική Βιβλιοθήκη του Ουρμπίνο, κατόπιν στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού), το αποκτά εκτυπωμένο, το μεταφράζει στα αγγλικά με τη βοήθεια του λεξικού της αρχαίας ελληνικής Liddell & Scott και προετοιμάζει πέντε παιδιά του δημοτικού σχολείου για μια παράσταση της Νεφελοκοκκυγίας.
Σε αντιστικτική όσο και παραπληρωματική θέση προς τον Ζίνο Νίνις συναντούμε τον ονειροπόλο, ιδεολόγο, με βαρύ βιωματικό φορτίο Σέυμορ Στάλμαν κατά τη χρονική περίοδο 2014-2064, κυρίως στα χρόνια από το 2020 και εξής, οπότε τον εντοπίζουμε στη Δημοτική Βιβλιοθήκη του Λέικπορτ να ερευνά στα Επιστημονικά Βιβλία τρόπους αναγνώρισης πτηνών αλλά και εκρηκτικούς μηχανισμούς, προκειμένου να καταστρέψει τα ευρισκόμενα πίσω από τον τοίχο της Βιβλιοθήκης γραφεία της Διαχείρισης Ακινήτων Eden’s Gate (η οποία κατασκευάζει οικιστικά συγκροτήματα ξεριζώνοντας δέντρα), ώστε να στείλει μήνυμα αφύπνισης στον κόσμο.
Αργότερα εντοπίζουμε τον Σέυμορ καθώς πυροβολεί και πληγώνει τον υπάλληλο επί της υποδοχής στη Βιβλιοθήκη, στη συνέχεια κρύβει το σακίδιο με τα εκρηκτικά ανάμεσα στα Επιστημονικά Βιβλία, ενώ τα παιδιά του δημοτικού σχολείου προετοιμάζουν την παράσταση της Νεφελοκοκκυγίας. Ο Ζίνο Νίνις που είναι μαζί με τα παιδιά, ακούει τον πυροβολισμό, συναντά και καθησυχάζει τον έντρομο Σέυμορ, αποσπά το σακίδιο με τα εκρηκτικά, βγαίνει από τη Βιβλιοθήκη, και με όση δύναμη δεν πίστευε ότι διαθέτει στα 86 του χρόνια, τρέχει προς την παγωμένη λίμνη, όπου έρχεται η έκρηξη μαζί με τις αναμνήσεις του.
Στη φυλακή
Πολύ αργότερα, στα χρόνια 2021-2064, συναντούμε τον Σέυμορ στη φυλακή, στη βιβλιοθήκη και στο εργαστήριο πληροφορικής, σε ημιελεύθερη διαβίωση. Ο Σέυμορ παραλαμβάνει τρεις χάρτινες κούτες στο όνομά του, μαζί με επιστολή από παλιά βιβλιοθηκάριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης του Λέικπορτ, όπου βρίσκει μεταξύ άλλων υλικό για την προετοιμασία της παράστασης της Νεφελοκοκκυγίας, εκτυπώσεις φθαρμένου χειρογράφου του πρωτότυπου αρχαίου ελληνικού κειμένου και την αγγλική μετάφραση του Ζίνο Νίνις. Ο Σέυμορ κατορθώνει να εντοπίσει αυτά τα –μεγάλα πια– πέντε παιδιά από το παρελθόν, τα προσκαλεί στο καινούργιο θέρετρο επάνω στη λίμνη του Λέικπορτ και τους προσφέρει από έναν σκληρόδετο τόμο με τη μετάφραση της Νεφελοκοκκυγίας.
Τέλος, σε ένα ακαθόριστο, όχι πάντως πολύ μακρινό μέλλον, συναντούμε την Κόνστανς μέσα στο σκάφος Άργος διαστρικών ταξιδιών, όπου ο χρόνος υπολογίζεται σε Έτη Αποστολής, με τους γονείς της και με άλλους «συνταξιδιώτες», κυρίως με τον παντεπόπτη μηχανισμό Σίβυλλα, με τον πολυκατευθυνόμενο κυλιόμενο Περιπατητή, με τις μάσκες του Προσομοιωτή, με σακιά που περιέχουν Σκόνη Θρέψης και με εκτυπωτή τροφής, αλλά και με Βιβλιοθήκη και με Αγρόκτημα. Μέσα στο σκάφος Άργος η Κόνστανς επιδίδεται σε κυνήγι γνώσεων με περιδιαβάσεις στον Άτλαντα του διαδικτύου, όπου αρχίζει να εντοπίζει στοιχεία σχετικά με τη Νεφελοκοκκυγία, ώσπου αρχίζουν οι επιδημίες, οι καραντίνες, οι θάνατοι. Όταν η Κόνστανς χάνει τη μητέρα της, ο πατέρας την απομονώνει σε θάλαμο ασφαλείας με βιοπλαστική στολή, με αποθέματα οξυγόνου και με αποθέματα τροφής σε Σακιά Θρέψης, με Προσομοιωτή και με Περιπατητή, με τον Άτλαντα και με εκτυπωτή, πριν να χαθεί και αυτός.
![]() |
Ο Άντονυ Ντορ γεννήθηκε στο Κλίβελαντ του Οχάιο. Έχει γράψει τις συλλογές διηγημάτων The Shell Collector και Memory Wall, το αυτοβιογραφικό Four Seasons in Rome και τα μυθιστoρήματα About Grace και Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε. Το Όλο το φως που δεν μπορούμε να δούμε (μτφρ. Νίνα Μπούρη, εκδ. Πατάκη) τιμήθηκε με το Πούλιτζερ Λογοτεχνίας το 2015, καθώς και με το Andrew Carnegie Medal την ίδια χρονιά. Ήταν για σχεδόν 100 εβδομάδες συνεχώς στις πρώτες θέσεις της λίστας των μπεστ σέλερ των New York Times και μεταφράστηκε με εξαιρετική επιτυχία σε περισσότερες από 40 γλώσσες. Η Νεφελοκοκκυγία (μτφρ. Μυρτώ Καλοφωλιά, εκδ. Πατάκη) κυκλοφόρησε στην Αμερική το 2021 και ήταν στη βραχεία λίστα του National Book Award, ενώ η αγγλική της έκδοση είναι υποψήφια και για «Βιβλίο της χρονιάς» στα British Book Awards. Ο Ντορ ζει στο Μπόισι του Άινταχο με τη σύζυγό του και τους δύο γιους τους. |
Η Κόνστανς απαρηγόρητη και προβληματισμένη συνεχίζει τις περιηγήσεις στον Άτλαντα, μέσα από τις οποίες οδηγείται στο παρελθόν του πατέρα της, στο σπίτι του στην Αυστραλία, στο δωμάτιό του όπου βλέπει το βιβλίο με τη μετάφραση της Νεφελοκοκκυγίας και τα ονόματα Αντώνιος Διογένης και Ζίνο Νίνις, βρίσκει πληροφορίες σχετικά με τον κώδικα της Νεφελοκοκκυγίας και με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, με τη Δημοτική Βιβλιοθήκη του Λέικπορτ, με τον Ζίνο Νίνις και τα πέντε παιδιά του δημοτικού σχολείου, μεταξύ των οποίων η προγιαγιά της Κόνστανς από την πλευρά του πατέρα της, που συμμετέχουν στην παράσταση της Νεφελοκοκκυγίας, τέλος πληροφορίες σχετικά με την αυτοθυσία του Ζίνο Νίνις για τη σωτηρία των παιδιών από τα εκρηκτικά του Σέυμορ.
Η Κόνστανς τυπώνει τη μετάφραση της Νεφελοκοκκυγίας σε σχισμένα κομμάτια από τα άδεια σακιά με τη Σκόνη Θρέψης και με αυτοσχέδιο μελάνι από υλικό τροφής, συρράπτει τα κομμάτια σε βιβλίο, και αντιλαμβάνεται ότι ο ψηφιακός και ο πραγματικός κόσμος αρχίζουν να συναντώνται, όταν βρίσκει πληροφορίες για τους ενοίκους του σκάφους Άργος: είναι εθελοντές πριν από εξήντα χρόνια για το διαστρικό ταξίδι που δεν ξεκίνησε ποτέ, επειδή ήταν απλώς άσκηση και πιλοτική μελέτη σε έδαφος της Αυστραλίας.
Οι χαρακτήρες του βιβλίου αφού παραβιάσουν χωροχρονικές συνθήκες που αναλογούν σε ένα έκαστον, διασταυρώνουν τις διαδρομές τους μέσα από τις δαιδαλώδεις ατραπούς του κειμενικού κόσμου.
Η Κόνστανς ανοίγει ρωγμές στο σκάφος χρησιμοποιώντας τσεκούρι θραύσης τοιχωμάτων, και διαφεύγει παίρνοντας μαζί της τη μετάφραση της Νεφελοκοκκυγίας. Προς την έξοδο από τον κειμενικό κόσμο του Άντονυ Ντορ συναντούμε την Κόνστανς κατά το Έτος Γης 2146 να ζει πλέον σε χωριό της Αυστραλίας, σε ένα «μονώροφο γαλανό σπίτι φτιαγμένο από ξύλο και παλιοσίδερα με ένα θερμοκήπιο στο πλάι» και να διαβάζει στον γιό της τη μετάφραση της Νεφελοκοκκυγίας, ενώ «το Άργος σκουριάζει στο έλεος του καιρού».
Με αυτές τις προϋποθέσεις, οι χαρακτήρες του βιβλίου αφού παραβιάσουν χωροχρονικές συνθήκες που αναλογούν σε ένα έκαστον, διασταυρώνουν τις διαδρομές τους μέσα από τις δαιδαλώδεις ατραπούς του κειμενικού κόσμου σε ατμόσφαιρα συγχρονίας, υπακούοντας σε κανόνες κυκλικής και ταυτόχρονα αμφίδρομης ροής του γενικού και πρωτίστως του προσωπικού χρόνου, σύμφωνα με την αφηγηματική οικονομία του Άντονυ Ντορ.
Στο πλαίσιο αυτής της αφηγηματικής οικονομίας έχει επιβληθεί απόλυτη όσο και προγραμματική καταστροφή σε κάθε μορφή γραμμικότητας ως προς τη θεματική οργάνωση του βιβλίου. Εδώ αναγνωρίζουμε μια εντυπωσιακή παραστατική απόδοση παράλληλων συστημάτων που συνδέουν ανθρώπινους χαρακτήρες, τόπους, γεγονότα, καταστάσεις, και με τον τρόπο αυτόν είναι δυνατόν να προσλάβουμε και μια εκδοχή «κβαντικού» χαρακτήρα στη δομή του κειμενικού κόσμου.
Κειμενικοί χαρακτήρες
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, εντοπίζουμε περαιτέρω λεπτομέρειες που προσδιορίζουν τη συνύπαρξη των κειμενικών χαρακτήρων, όπως:
- Η Άννα μαθαίνει από τον δάσκαλο Λικίνιο να αναγνωρίζει τα γράμματα της αλφαβήτου στο κείμενο της Οδύσσειας, επίσης η Άννα δεν έχει ξεχάσει τα αρχαία ελληνικά πολλά χρόνια μετά τη φυγή της από την Κωνσταντινούπολη, και διαβάζει τη Νεφελοκοκκυγία στα παιδιά της σαν παραμύθι.
- Ο Ζίνο διδάσκεται αρχαία ελληνικά κατά την αιχμαλωσία του στον πόλεμο της Κορέας από τον συγκρατούμενο Ρεξ Μπράουνινγκ, καθηγητή γυμνασίου στο Λονδίνο, από τον οποίον μαθαίνει για τον Ζηνόδοτο, πρώτο βιβλιοθηκάριο στη Βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας, και για τους παπύρους της Οξυρρύγχου, ενώ αργότερα, όταν συναντώνται ελεύθεροι πλέον στο Λονδίνο, ο Ρεξ χαρίζει στον Ζίνο το λεξικό Liddell & Scott.
- Ο Σέυμορ συνδέεται με την κουκουβάγια που ονομάζει Πεισθέταιρο, και συμμετέχει στις συναντήσεις στη Λέσχη Περιβαλλοντικής Αφύπνισης. Ενώ η Κόνστανς μέσα στο σκάφος Άργος μετρά τον προσωπικό της χρόνο ανάμεσα στο «ΦωςΗμέρας» και στο «ΜηΦως» σε μια διαρκή εναλλαγή, και όταν διαφεύγει από αυτό, γνωρίζει τον αέρα και τη βροχή, τον ουρανό με τις νεφέλες, τη θάλασσα, τη φύση.
Προς επίρρωση αυτών των λεπτομερειών (και πλείστων άλλων ομοειδών) αξιοποιούνται ως μοχλοί για τη θεματική ανάπτυξη ιστορικά δεδομένα, όπως είναι η Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453), ο γαζής (ιερός πολεμιστής) σουλτάνος Μουράτ Β’ (1404-1451) και ο μη κατονομαζόμενος αλλά συναγόμενος από τα συμφραζόμενα σουλτάνος Μωάμεθ Β’, ο Πορθητής (1432-1481), ή ο πόλεμος της Κορέας (1950-1953).
Ο γοητευτικός, καταιγιστικός λόγος του Άντονυ Ντορ με την αξιοποίηση τόσο του φαινομένου της μεταφοράς για την οργάνωση εντυπωσιακών γραμματικών εικόνων, όσο και της αφοριστικής διατύπωσης, ενισχυμένος με την αμεσότητα της προφορικής επικοινωνίας, όπως μεταφέρει στα καθ’ ημάς η εκτιμώμενη ως δημιουργική μετάφραση (έστω και με τα ανιχνευόμενα παροράματα στην έκδοση), εξασφαλίζει επισκέψεις σε πεδία με ιδιαίτερη φόρτιση σχετικά με τα προϊόντα των αισθήσεων και με το περιεχόμενο των συναισθημάτων.
Στον πολυδιάστατο κειμενικό κόσμο του βιβλίου εισάγει παράθεμα από την κωμωδία «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, όπου αναφορά στην πόλη Νεφελοκοκκυγία.
Όλα αυτά αναπτυσσόμενα στα είκοσι τέσσερα εκτενή και σύνθετης δομής κεφάλαια, με αντιστοιχία στα είκοσι τέσσερα Τεύχη της Νεφελοκοκκυγίας του Αντωνίου Διογένη, και με ενίσχυση από Πρόλογο και Επίλογο, ενώ στον πολυδιάστατο κειμενικό κόσμο του βιβλίου εισάγει παράθεμα από την κωμωδία «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, όπου αναφορά στην πόλη Νεφελοκοκκυγία.
![]() |
Η αφίσα της παράστασης «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, όπως ανέβηκε από τους σπουδαστές του πανεπιστημίου Κέιμπριτζ, στα αρχαία ελληνικά, τον Νοέμβριο του 1883. Ήταν η πρώτη ολοκληρωμένη παράσταση κωμωδίας του Αριστοφάνη. Πηγή: εδώ. |
Δεσπόζον πάντως υφολογικό στοιχείο που προσδιορίζει τη δημιουργική γραφή του Άντονυ Ντορ, είναι η ιδιαιτέρως υψηλή πληροφορητικότητα που αφορά ανθρώπινους χαρακτήρες σε σχέση με όντα και φαινόμενα της φύσης, κοινωνικά, ιστορικά, φυσικά περιβάλλοντα, δραστηριότητες και καταστάσεις, πράγματα και γεγονότα στο πλαίσιο της παραστατικής απόδοσης με το ισοδύναμο των γραμματικών εικόνων.
Έχει ενδιαφέρον να επιμείνουμε ιδιαιτέρως σε αποσπάσματα, όπως:
«Ένα νήμα ιστού αράχνης ταξιδεύει στο αεράκι κι αιχμαλωτίζει το φως», «Μέσα στο στήθος του ο πανικός απλώνει το μαύρο του πλοκάμι», «μια γλώσσα ομίχλης αρχίζει να έρπει αργά πάνω από τις στέγες», «Ένα λαμπερό πρωινό με τα αρώματα του Μάη, όταν πια το ατέλειωτο κρύο μοιάζει να χαλαρώνει τη λαβή του», «η στέγη στάζει, δέντρα ζωντανεύουν, χελιδόνια βουτούν στον ουρανό, τα όρη ξυπνούν, μουρμουρίζουν, βομβίζουν, σαλεύουν, μεταμορφώνονται. Η πλάση λιώνει τον πάγο και το διατυμπανίζει», «ο ουρανός ένα γαλάζιο τόσο βαθύ πάνω από τους ώμους του βουνού».
Σε ομόλογο κλίμα εντοπίζουμε την αφοριστική διατύπωση, π. χ.:
«“Ένα κείμενο –ένα βιβλίο– είναι τόπος καταφυγής για τις θύμησες ανθρώπων που έζησαν άλλοτε. Ένας τρόπος να μη χάνεται η μνήμη αφότου η ψυχή συνεχίσει το ταξίδι της”», «“Μια τέτοια μέρα, που έχει κρύο και υγρασία και δεν μπορείς να ζεσταθείς, καμιά φορά το μόνο που χρειάζεσαι είναι ένας Έλληνας κλασικός […] για να σε ταξιδέψει στα πέρατα του κόσμου, κάπου όπου κάνει ζέστη κι έχει παντού βράχια και φως”», «η προσπάθεια να μεταφράσεις μια νεκρή γλώσσα είναι ό,τι πιο ευγενές, μια διαρκής άσκηση ταπεινοφροσύνης».
Ενώ εντοπίζουμε και ένα ενδιαφέρον όσο και πνευματώδες δείγμα μεταγλωσσικότητας στη διάσταση της αξιοποίησης γλωσσικού στοιχείου ως υλικού δομής λογοτεχνικού κειμένου, ανεξάρτητα από την κοινή χρήση της γλώσσας ως εργαλείου για τη διατύπωση και διεκπεραίωση πληροφοριών:
«Οι ιστορικοί χρόνοι τού προκαλούν στην κυριολεξία πόνους στη μέση, έτσι όπως ρίχνουν όλα τα ρήματα στο άγνωστο. Ειδικά ο αόριστος, αδέσμευτος από τον χρόνο, τον κάνει να θέλει να χωθεί σε μια ντουλάπα και να κουλουριαστεί στο σκοτάδι. Όμως, τις καλύτερες στιγμές του, όταν καταγίνεται με τα αρχαία κείμενα για κάνα δυο ώρες, οι λέξεις υποχωρούν και εικόνες φανερώνονται εμπρός του μέσα από τους αιώνες».
Σε άμεση συνάρτηση προς τη μεταφορά, την αφοριστική διατύπωση, τη μεταγλωσσικότητα, είναι δυνατόν να εκτιμήσουμε ποικίλες, ρητές ή συναγόμενες από τα συμφραζόμενα, διακειμενικές αναφορές ως ισχυρό υφολογικό στοιχείο, το οποίο προτείνει στον επίμονο αναγνώστη περιπλανήσεις και αναζητήσεις σε οικείες και σε νέες γνωστικές περιοχές.
Με αυτή την προϋπόθεση, οδηγούμαστε στα Ομηρικά Έπη που «υπαγορεύουν» την οργάνωση του κειμενικού κόσμου σε είκοσι τέσσερα κεφάλαια-πεδία θεματικής ανάπτυξης.
Από την Οδύσσεια
Από την Οδύσσεια κατάγεται και ο ταπεινός βοσκός Αίθων, καθώς παραπέμπει στον γιό του Ήλιου και προπάππο του Οδυσσέα (από την πλευρά της μητέρας του Αντίκλειας) Αίθωνα, άλλωστε με το όνομα αυτό ο Οδυσσέας επιστρέφοντας από την Τροία εμφανίστηκε στην Πηνελόπη.
Ας θυμηθούμε με αυτή την ευκαιρία ότι Αίθων εκαλείτο ένα από τα τέσσερα ουράνια, λαμπερά (αίθω σημαίνει καίω, φλέγω κατά τον Όμηρο, αλλά και λάμπω) άλογα που κινούσαν το τέθριππο του θεού Ήλιου στον ορίζοντα.
Επίσης, το διαστρικό σκάφος Άργος ανακαλεί από το μέλλον τον πιστό, φερώνυμο σκύλο του Οδυσσέα, ενώ τα τοπία του κειμενικού κόσμου ενισχύονται και με τη νήσο Σχερία, περισσότερο γνωστή από την Οδύσσεια και ως νήσος των Φαιάκων. Εξάλλου, από τον Αριστοφάνη και τους Όρνιθες κατάγονται ο όρος-τοπόσημο Νεφελοκοκκυγία, όπως και η κουκουβάγια Πεισθέταιρος.
Με αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να συνεκτιμηθούν και περαιτέρω αναφορές στην αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή γραμματεία, καθώς και οι αναφορές στον Ζαν Ζακ Ρουσσώ και στον Χόρχε Λουίς Μπόρχες.
Ενώ ο γρίφος που θέτουν οι κουκουβάγιες-φρουροί στον Αίθωνα προκειμένου να του επιτρέψουν την είσοδο στη Νεφελοκοκκυγία (“Αυτός που ξέρει της Γνώσης όλα τα γραμμένα τούτο μονάχα ξέρει – πως τίποτα δεν έμαθε ακόμα”), είναι βέβαιον ότι θα μας θυμίσει το αποδιδόμενο στον Σωκράτη «Έν οίδα, ότι ουδέν οίδα».
Το εντυπωσιακότερο διακείμενο για τη σύνθεση του μυθιστορήματος του Άντονυ Ντορ αντιπροσωπεύει η συλλογή φανταστικών και θαυμαστών ιστοριών υπό τον τίτλο «Τα υπέρ Θούλην άπιστα».
Το εντυπωσιακότερο πάντως διακείμενο για τη σύνθεση του μυθιστορήματος του Άντονυ Ντορ αντιπροσωπεύει (σχετική αναφορά στα παρακείμενα της έκδοσης) η συλλογή φανταστικών και θαυμαστών ιστοριών υπό τον τίτλο «Τα υπέρ Θούλην άπιστα», την οποία συνέθεσε ο αρχαίος έλληνας μυθιστοριογράφος (1ος ή 2ος αιώνας μ. Χ.) Αντώνιος Διογένης, και η οποία περιλαμβάνει το περιπετειώδες ταξίδι που πραγματοποίησε ο Δεινίας από την Αρκαδία για να επισκεφθεί τη νήσο Θούλη: ταξίδι με ποικίλες περιπέτειες, συμπλοκές και αποδράσεις, ταξίδι μέχρι το φεγγάρι, θάνατος του Δεινία και κάθοδος στον Άδη, ανάσταση και τελική σωτηρία.
Το έργο σώθηκε με τη μορφή επιτομής στη Βιβλιοθήκη ή Μυριόβιβλο του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου Α’ (820-891) και με τη μορφή απανθισμάτων στο έργο Βίος Πυθαγόρου του Πορφυρίου (234-305), νεοπλατωνικού φιλοσόφου από την Τύρο της Φοινίκης.
Με αυτή την ευκαιρία, αξίζει να θυμηθούμε ότι η αρχαία νήσος Θούλη αποτελούσε τον «ακραίο βορρά», περιοχή του μυθικού λαού των Υπερβορείων, τους οποίους επισκεπτόταν τακτικά ο Υπερβόρειος Απόλλων.
Είναι σαφές ότι ο πολυδιάστατος κειμενικός κόσμος που οργάνωσε ο Άντονυ Ντορ, προσκαλεί σε ποικίλες ελεύθερες περιηγήσεις στον χώρο και στον χρόνο. Ο αποδέκτης αυτής της πρόσκλησης έχει εξασφαλίσει την ηδονή της δημιουργικής ανάγνωσης, κυρίως όμως έχει την ευκαιρία να υπερβεί τα όρια αυτού του κειμενικού κόσμου, αξιοποιώντας αφορμές και εναύσματα που προσφέρει ο Άντονυ Ντορ, σαν οχήματα προσανατολισμού προς ευρύτερους γνωστικούς ορίζοντες.
Τούτων δοθέντων, λοιπόν, και προς επίρρωση του αντικρίσματος που διαθέτει η Νεφελοκοκκυγία στη διεθνή αλλά πλέον και στην καθ’ ημάς πολιτισμική αγορά, ας προσθέσουμε και το γαλλικό Grand prix de littérature américaine 2022 που έλαβε η γαλλική έκδοση του μυθιστορήματος (La cité des nuages et des oiseaux ο τίτλος στη γαλλική μετάφραση της Νεφελοκοκκυγίας).
* Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ είναι διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και κριτικός βιβλίου. Τελευταίο της βιβλίο, η μελέτη «Ο δημιουργικός λόγος του Γιώργου Χειμωνά» (εκδ. Παρατηρητής).
Αποσπάσματα από το μυθιστόρημα
«Στα χαλάσματα της βιβλιοθήκης, περνά περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι συνήθως ψαχουλεύοντας άτσαλα μες στα ανοιχτά ντουλάπια, από τα οποία έχει ήδη αρπάξει ό,τι της φάνηκε να έχει κάποια αξία. Μαζεύει κάποια σκοροφαγωμένα ειλητάρια – αποδείξεις αγοραπωλησίας, μαντεύει –, προχωρά αποκαρδιωμένη δίχως να ελπίζει πως θα βρει κάτι μες στο μισοσκόταδο. Στο βάθος, πίσω από κάμποσες μουσκεμένες στοίβες περγαμηνών, βρίσκει έναν μικρό κηλιδωμένο καφετή κώδικα, δεμένο με κάτι που μοιάζει με κατσικόδερμα, τον παίρνει αποκεί που είναι χωμένος και τον βάζει στον σάκο».
«Όμως καθώς η πομπή ανηφορίζει προς την πελώρια γκρεμισμένη κρήνη του Νυμφαίου, η μέρα σκοτεινιάζει. Ο αέρας ψυχραίνει, μαύρα σύννεφα εμφανίζονται από το πουθενά, τα περιστέρια σταματούν να γρούζουν, τα σκυλιά ξεκινούν να γαβγίζουν, […]. Ούτε ένα πουλί δε διασχίζει τον ουρανό. Βροντές ηχούν πάνω από τα σπίτια. Μια ριπή ανέμου σβήνει τα μισά κεριά της λιτανείας, και ο ψαλμός διακόπτεται. […]. Διχαλωτοί κεραυνοί μαστιγώνουν τους τρούλους της Αγια-Σοφιάς. Δέντρα σπάνε, παραθυρόφυλλα κοπανάνε, ριπές χαλάζι πληγώνουν τις σκεπές, και η πομπή διαλύεται. Στην κεφαλή της, ο άνεμος σκίζει το χρυσό σκέπαστρο που προφυλάσσει την εικόνα, και το παρασύρει πέρα ανάμεσα στα σπίτια.»