Για το μυθιστόρημα της Γιόκο Ογκάουα «Η πορεία της Μίνα» (μτφρ. Άννα Παπασταύρου, εκδ. Πατάκη). Κεντρική εικόνα: © Sava Bobov (Unsplash).
Γράφει ο Γιώργος Βέης
Τα σκοτάδια με είχαν διαλέξει, μόνη εμένα στον κόσμο, για να διεισδύσουν στην καρδιά μου.
(από το βιβλίο, σελ. 83)
Τόπος: η Ιαπωνία. Χρόνος: 1972. Γραμμική απόδοση των θεματικών δεδομένων. Παρατηρώ ότι υφίστανται πλείστες εμφανείς υφολογικές συγγένειες με τους τρόπους των ψυχογραφημάτων τόσο του Γιούκιο Μισίμα (1925-1970) όσο και του νομπελίστα Κενζαμπούρο Όε (1935-2023). Το πραγματικό βεβαίως διευρύνεται και μάλιστα αρκούντως. Υπάρχει όντως χώρος για να εισέλθουν, πάντα με το ανάλογο τακτ, αυθεντικά στοιχεία του φαντασιακού. Έστω το εξής παράδειγμα για τις ανάγκες της εποπτικής προσέγγισης: «Τη στιγμή που το σπίρτο στο χέρι της έσβησε, δηλαδή όταν άναψαν τα έξι κεριά, η τραπεζαρία έγινε ένας χώρος μαγικός». (Βλ. σελ. 114).
Στον συγκεκριμένο αφηγηματικό ιστό εντοπίζονται τα εξής: η Τομόκο, δώδεκα χρονών, δεν έχει πλέον πατέρα. Η μητέρα της θέλει να μετακομίσει για έναν χρόνο στο Τόκιο, από την Οκαγιάμα όπου ζουν, και να μάθει εκεί τη μοδιστρική τέχνη. Η Τομόκο θα μείνει κατ' ανάγκην το ίδιο διάστημα με την οικογένεια των θείων της στην Ασίγια. Την περιμένει η φιλόξενη, αχανής έπαυλη, την οποία είχε χτίσει ο παππούς της, ιδιοκτήτης μιας εμβληματικής ποτοποιίας. Ο ίδιος είχε επιτρέψει να υπάρξει στον ίδιο ακριβώς χώρο, για χάρη του γιου του, ένας σχεδόν πλήρης ζωολογικός κήπος. Από όσα ζώα είχαν περάσει από εκεί, η Τομόκο θα προφτάσει μόνο έναν θηλυκό ιπποπόταμο νάνο, ονόματι Ποτσίκο. Άλλα πρόσωπα, εκτός της θείας και του θείου της, είναι τα εξής τέσσερα: η Γερμανοεβραία γιαγιά Ρόζα, η Γιονέντα η μαγείρισσα, ο Κομπαγιάσι ο κηπουρός και η συνομήλικη ξαδέλφη της Τομόκο, η Μίνα.
Ιππεύοντας με ιδιάζουσα άνεση την προαναφερόμενη, πανάκριβη, υπομονετική, δεόντως ευφυή Ποτσίκο, βλέπει συχνά πυκνά πίσω από τα φαινόμενα την κατά πάσα πιθανότητα λανθάνουσα αλήθεια των πραγμάτων.
Ασθματική, πολύ αδύνατη, φιλάσθενη, ερωτευμένη κρυφά κι ανομολόγητα, όπως οφείλει λόγω ηλικίας και ειδικοτέρων συνθηκών οικογενειακού βίου, εμφανώς θλιμμένη αλλά ευφυέστατη. Πρωτίστως πανέτοιμη να διδάξει από τώρα… δημιουργική γραφή. Ιππεύοντας με ιδιάζουσα άνεση την προαναφερόμενη, πανάκριβη, υπομονετική, δεόντως ευφυή Ποτσίκο, βλέπει συχνά πυκνά πίσω από τα φαινόμενα την κατά πάσα πιθανότητα λανθάνουσα αλήθεια των πραγμάτων. Ήτοι, τη λεγόμενη άλλη διάσταση των πραγμάτων. Ό,τι δηλαδή της υπαγορεύει η κειμενικά πολύπειρη, υποδειγματικά λειτουργική στο πλαίσιο των απαιτητικών εμπεδώσεων λόγου, ιδιαίτερα γνωστή προ πολλού σε μας, η πολυβραβευμένη Γιόκο Ογκάουα (1962, Οκαγιάμα Ιαπωνίας). Παραθέτω ένα ενδεικτικό πόρισμα της τεκμηριωμένης προοπτικής μεταφυσικών αποκλίσεων, η οποία συστηματικά συνέχει ένα ευδιάκριτο μέρος της διηγητικής στρατηγικής:
«Έτσι κατάλαβε πως, αν κατά τύχη πεθάνει κανείς, δεν εξαφανίζεται αναγκαστικά. Τα πράγματα αυτού του κόσμου δεν εξαφανίζονται, απλώς αλλάζουν σχήμα. Η μικρούλα κάπως αναθάρρησε. Φαντάστηκε ότι μετά τον θάνατό της θα γινόταν ένα κουφάρι εντόμου ή ένα πεφταστέρι, κι έτσι αισθάνθηκε ότι μπορούσε να κοιμάται ήσυχη. Χώθηκε καθησυχασμένη στο κρεβάτι της, κι από κάτω ήταν κρυμμένα ένα σωρό πτώματα». (Βλ. την επιλογική σελ. 357).
Συγκρατώ ότι η φιλοπερίεργη Τομόκο, επίσης ερωτευμένη κρυφίως με έναν βιβλιοθηκάριο, θα βρει προς το τέλος της εξιστόρησης τι κρύβεται τόσο έντεχνα και τόσο εμμονικά πίσω από την πλαστή εν τέλει ατμόσφαιρα ευτυχίας [...]
Διαπιστώνω ότι τα δύο κορίτσια θα ανακαλύψουν, μεταξύ άλλων, το λεκτικό σύμπαν του όμαιμου νομπελίστα Καβαμπάτα Γιασουνάρι (1899-1972), αλλά και της Νεοζηλανδής Κάθριν Μάνσφιλντ (1888-1923). Οι δε τηλεοπτικές αναμεταδόσεις των Ολυμπιακών αγώνων του 1972 στο Μόναχο, οι οποίες δεν παραλείπουν να επιμείνουν στην τραγική εξέλιξη της τρομοκρατικής επίθεσης κατά αόπλων αθλητών του Ισραήλ, συμβάλλουν από την πλευρά τους στη γείωση των δυο κοριτσιών στη σκηνή του παραλόγου, όπου διακρίνεται παλαιόθεν το άπτερον δίποδον. Συγκρατώ ότι η φιλοπερίεργη Τομόκο, επίσης ερωτευμένη κρυφίως με έναν βιβλιοθηκάριο, θα βρει προς το τέλος της εξιστόρησης τι κρύβεται τόσο έντεχνα και τόσο εμμονικά πίσω από την πλαστή εν τέλει ατμόσφαιρα ευτυχίας, η οποία επικρατεί, χωρίς ενοχλητικές διακοπές, στο ως άνω πολυτελές περιβάλλον. (Βλ. ιδίως σελ. 320 επ.).
Κατά τα άλλα, οι δύο εξαδέλφες επιδίδονται και στη μελέτη των χαρακτηριστικών εκείνων, τα οποία αφορούν στη σωματική τους εν εξελίξει τελούσα διάπλαση. Η σημαίνουσα προσοχή, με την οποία εξετάζονται συστηματικά κυρίως οι θηλές και οι μαστοί είναι ενδεικτική των τρόπων της κομβικής αυτής μεθόδου παρατήρησης. Το αρχετυπικό θήλυ της Ιαπωνίας, όπως προβάλλεται εδώ, αντιστοιχεί ασφαλώς mutatis mutandis στα όσα παραθέτω στη συνέχεια από το καταπίστευμα ενός μείζονος συμπατριώτη της χαρισματικής αυτής συγγραφέως:
«Στήθη λεπτά σαν χαρτί, θώρακας επίπεδος σαν σανίδα, κι απ' τον θώρακα και κάτω μια ακόμα πιο στενή κοιλιά, χωρίς καμία καμπύλη, μια ίσια γραμμή απ' τη ραχοκοκαλιά ως τη λεκάνη και τους γοφούς, ένα τέτοιο κορμί, ασύμμετρα ισχνό, σε σύγκριση με το πρόσωπο, τα χέρια και τα πόδια, που δίνει πιο πολυ, αν μπορούσαμε να πούμε, την αίσθηση ραβδιού παρά σάρκας [...] Γιατί, στην πραγματικότητα, αυτό το κορμί είναι ένα κοντάρι απ' όπου κρέμονται τα ρούχα, και δεν υπάρχει τίποτα άλλο έξω απ' αυτό. Αυτό που εκτελεί ρόλο κορμιού δεν είναι παρά αλλεπάλληλες στρώσεις βαμβακερών, τυλιγμένων γύρω της, κι αν την απογυμνώσουμε απ' τον ρουχισμό της δεν θα ’μενε παρά ένα ραβδί ξερό, όπως και στις κούκλες. Αλλά τότε αυτό ήταν αρκετό, κι αν οι γυναίκες που ζούσαν μέσα στο σκοτάδι διέθεταν ένα αμυδρά λευκό πρόσωπο, δεν χρειάζονταν να έχουν σώμα». (Βλ. Junichiro Tanizaki, To εγκώμιο της σκιάς, μτφρ. Παναγιώτης Ευαγγελίδης, εκδ. Άγρα, 1995, σελ. 98 επ.).
H απροκάλυπτη αυτή αγωνία για μια λίγο πολύ φυσιολογική ανάπτυξη του στήθους των κοριτσιών προσδίδει στην όλη επεξεργασία του πρωταρχικού θέματος μιαν ιδιόμορφη ερωτική πτυχή. Δεν πρόκειται ασφαλώς περί ενός υφέρποντος αυτοερωτισμού, αλλά για το πέρασμα από το παιδικό στάδιο στην ωριμότητα των ορμονών. Από την άποψη αυτή, η πορεία της Μίνα είναι η πορεία του σωματικού-διανοητικού πληρώματος.
Η μετάφραση απέδωσε με επαγγελματική άνεση όσα προσέφερε το διακεκριμένο πρωτότυπο.
*Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ είναι πρέσβης επί τιμή και ποιητής. Τελευταίο του βιβλίο, η ποιητική συλλογή κειμένων «Καταυλισμός» (εκδ. Ύψιλον).
Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Πιθανόν να υπάρχουν άνθρωποι που λένε ότι δεν έχουν λάβει ποτέ μήνυμα από άγγελο, αλλά δεν πρέπει να ανησυχούν. Απλώς δεν το πήραν είδηση, γιατί όλος ο κόσμος λαμβάνει ισότιμα. Τυχαίνει να τα ακούσουμε μέσω της φωνής κάποιου άλλου ή ακόμα και ν΄ ακουστούν με τη δική μας φωνή, βαθιά μέσα από την καρδιά μας. Όπως και να ’χει οι άνθρωποι προστατεύονται χάρη στα ουράνια μηνύματα.
Αν στ' αυτιά σας ακούτε ένα παράξενο θρόισμα, μην τα τρίβετε πάρα πολύ. Γιατί στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτό οφείλεται σε αγγέλους που μπαλώνουν τις φτερούγες τους πάνω στους λοβούς τους [...] όσο ο χρόνος και η απόσταση αυξάνονταν, τόσο η ανάμνηση των ημερών που πέρασα με τη Μίνα στην Ασίγια γινόταν πιο ζωηρή και έντονη, και χαραζόταν βαθιά μες στην καρδιά μου, με αποτέλεσμα να γίνει ο γεωμετρικός τόπος της μνήμης μου».