Για τη νουβέλα του Μπέι Ντάο [Bei Dao] «Κύματα» (μτφρ. Μαριάννα Τζιαντζή, εκδ. Καστανιώτη). Στην κεντρική εικόνα, το έργο του Sun Zixi «In Front of Tiananmen», 1964 (Εθνικό Μουσείο Τέχνης της Κίνας).
Γράφει η Χριστίνα Μουκούλη
«Πιέζεις τον εαυτό σου να πιστέψει σε κάτι, στην πατρίδα, στο καθήκον, στην ελπίδα, σ’ όλα αυτά τα όμορφα γλειφιτζούρια που σε κάνουν να τραβάς μπροστά μέχρι που θα πέσεις πάνω σ’ έναν πανύψηλο τοίχο....»
Αναζητώντας το νόημα
Στις αρχές της δεκαετίας του εβδομήντα, κι ενώ έχει προηγηθεί η Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο, φοιτητές και νέοι διανοούμενοι από το Πεκίνο, στέλνονται σε μια μουντή και άχρωμη βιομηχανική πόλη του Κινεζικού Βορρά για να διαπαιδαγωγηθούν, πράγμα που σημαίνει να υποβληθούν σε καταναγκαστική εργασία, ως τιμωρία για συμπεριφορές ή εκπεφρασμένες απόψεις, οι οποίες δεν συνάδουν με τη γραμμή του καθεστώτος.
Ανήσυχες ψυχές, αναζητούν στους ανθρώπους την εσωτερική τους αξία, και διαρκώς αναρωτιούνται για το νόημα της ζωής, για το τι σημαίνει ευτυχία, ειλικρίνεια, ευγένεια.
Ο Γιαγκ Συέν και η Σιάο Λιγκ, είναι δύο από αυτούς. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε έναν αγνό έρωτα, όμως το διαφορετικό οικογενειακό τους υπόβαθρο θα βάλει εμπόδια στη σχέση τους. Ανήσυχες ψυχές, αναζητούν στους ανθρώπους την εσωτερική τους αξία, και διαρκώς αναρωτιούνται για το νόημα της ζωής, για το τι σημαίνει ευτυχία, ειλικρίνεια, ευγένεια. Στο περιβάλλον τους συναντάμε τον Λιν Τογκπίγκ –κομματικό στέλεχος που πήρε μέρος στην επανάσταση του 1949, πίστεψε σε ιδανικά αλλά διαψεύστηκε και τώρα παλεύει ανάμεσα στη συνείδηση και στο καθήκον–, την κόρη του, η οποία επιδιώκει τον έρωτα του Συέν, και τον Πάι Χουά, έναν περιθωριακό τύπο, ο οποίος είναι μπλεγμένος σε κάθε είδους παράβαση.
Οι πέντε πρωταγωνιστές του βιβλίου είναι ταυτόχρονα και αφηγητές. Σαν να παίρνουν μέρος σε μια παράξενη σκυταλοδρομία, αφηγούνται, σε πρώτο πρόσωπο, ο καθένας ένα μέρος της ιστορίας και ο επόμενος τη συνεχίζει, παραθέτοντας τη δική του οπτική. Υπάρχουν και σκόρπιες αναδρομές στο παρελθόν, από τις οποίες μαθαίνουμε τόσες πληροφορίες για τον κάθε ήρωα, όσες είναι απαραίτητες για να αιτιολογήσουμε τη συμπεριφορά του και να κατανοήσουμε την υπόθεση του βιβλίου.
Ο Μπέι Ντάο (σημαίνει «Βόρειο Νησί» και είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Τζάο Τζεν Κάι) είναι μια εξέχουσα μορφή των παγκόσμιων γραμμάτων και, κατά γενική ομολογία, ο κορυφαίος εν ζωή ποιητής της Κίνας. Έχει επίσης δημοσιεύσει συλλογές δοκιμίων και βιβλία πεζογραφίας. Δημοφιλής στην πατρίδα του και διεθνώς αναγνωρισμένος, τα τελευταία χρόνια παραμένει σταθερός διεκδικητής του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ο ίδιος γεννήθηκε το 1949 στο Πεκίνο, λίγο προτού εγκαθιδρυθεί η Λαϊκή Δημοκρατία από τον Μάο Τσετούνγκ. Στην αρχή πίστεψε αλλά στη συνέχεια απογοητεύτηκε από την πορεία της Πολιτιστικής Επανάστασης. Θεωρήθηκε ο βασικός εκφραστής της «ομιχλώδους» (ή «σκοτεινής») ποίησης που αναπτύχθηκε στον αντίποδα των επίσημων επιταγών του καθεστώτος. Από το 1989, μετά και την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης των σπουδαστών στην Πλατεία Τιανανμέν, την οποία είχε εμπνεύσει με την καλλιτεχνική και πολιτική του παρουσία, ο Μπέι Ντάο περιέπεσε σε δυσμένεια και αναγκάστηκε να ζήσει αυτοεξόριστος σε πολλές χώρες της Ευρώπης και κατόπιν στις ΗΠΑ. Το 2001 του παραχωρήθηκε ειδική άδεια από τις κινεζικές αρχές προκειμένου να επισκεφτεί τον άρρωστο πατέρα του. Από το 2006 του επετράπη η επιστροφή αλλά εκείνος προτίμησε το Χονγκ Κονγκ. Σήμερα είναι Ομότιμος Καθηγητής των Ανθρωπιστικών Επιστημών στο Κινεζικό Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, όπου και δίδαξε επί σειρά ετών. Το έργο του έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από τριάντα γλώσσες. |
Τα χαμένα ιδανικά
Σε αυτή την καθ’ όλα δύσκολη εποχή, που χαρακτηρίζεται από αστάθεια και αβεβαιότητα, άνθρωποι διώκονται, φυλακίζονται και θανατώνονται, χωρίς κανέναν ουσιαστικό λόγο. Αμέτρητες ζωές χάνονται από τη βία της Κόκκινης Φρουράς. Η διαφθορά έχει επεκταθεί παντού, σε κάθε βαθμίδα της εξουσίας. Οι ήρωες ζουν στο κενό, στη σκοτεινιά και στην έλλειψη σκοπού. Ποιος ο λόγος να υπακούν άκριτα στις εντολές του καθεστώτος; Ποια η έννοια της πατρίδας και ποιος ο ρόλος της; Πρέπει να προστατεύει τους πολίτες ή οι πολίτες πρέπει να την προστατεύουν; Ποιος από τους κατέχοντες την εξουσία έχει τη δύναμη να αναλάβει την ευθύνη των πράξεών του;
Η νέα γενιά αναζητά απαντήσεις, αναζητά ένα νόημα, βλέπει τον έρωτα σαν αφετηρία για καινούργια πράγματα.
Ο χρόνος περνά και δεν κάνει χάρες σε κανέναν. Η νέα γενιά έχει ανάγκη να αποδεσμευτεί από τα λάθη της προηγούμενης, η οποία σέρνεται βουτηγμένη στην αδράνεια. Η νέα γενιά τραγουδά για ό,τι δεν έχει και αγαπά την ποίηση όχι μόνο για την ομορφιά της αλλά επειδή κατακρίνει τη ζωή, και δη τη ζωή σε αυτή τη χώρα. Η νέα γενιά αναζητά απαντήσεις, αναζητά ένα νόημα, βλέπει τον έρωτα σαν αφετηρία για καινούργια πράγματα. Όμως, όταν όλα δοκιμάζονται και όλα αμφισβητούνται, μπορεί η αγάπη να γεννηθεί, να ανθίσει και να αντέξει στις δοκιμασίες; Θα μπορέσουν οι νέοι αυτής της γενιάς να γλιτώσουν από τα όπλα που τους σημαδεύουν, από τις παραδοσιακές αντιλήψεις, από τη βία και τις οπισθοδρομικές απόψεις ενός σκουριασμένου και εγκληματικού καθεστώτος; Η ταραγμένη πολιτική παλίρροια παρασύρει στο πέρασμά της τους πάντες. Πόσο αλώβητοι μπορεί να βγουν οι νέοι από αυτή τη ζοφερή κατάσταση; Πώς θα είναι το αύριο γι’ αυτούς και σε τι μπορούν να ελπίζουν;
Ο συγγραφέας συμμετείχε για ένα μικρό διάστημα κι ο ίδιος στην Κόκκινη Φρουρά και βρέθηκε τότε –όπως είπε σε συνέντευξή του– στην κορυφή της κοινωνίας. Μετά όμως η κυβέρνηση τον έκανε έναν ταπεινό εργάτη οικοδομών και είδε ποια είναι η πραγματικότητα της ζωής των περισσότερων ανθρώπων, πράγμα το οποίο προκάλεσε τη μεταστροφή του και την προσπάθειά του να μιλήσει μέσα από τη λογοτεχνία για την ελευθερία στη ζωή και στην τέχνη. Έχοντας υποστεί λογοκρισία στο έργο του και ζώντας στην εξορία, έγραψε τα Κύματα το 1974, αλλά κατάφερε να εκδοθούν το 1979, μετά τον θάνατο του Μάο και αφού τέλειωσε η δεκαετία του χάους στην Κίνα.
Ο Μπέι Ντάο είναι διακεκριμένος ποιητής, κι αυτό φαίνεται σε κάθε σελίδα της νουβέλας, που αποτελεί το μόνο μυθοπλαστικό του έργο. Ο λόγος του είναι καλαίσθητος, εκλεπτυσμένος, λικνιστικός, ακολουθεί τον ρυθμό των κυμάτων: άλλοτε αργός και νωχελικός και άλλοτε οξύς και δραστικός, αλλά σε κάθε περίπτωση συναρπαστικός, με ιδιαίτερα συχνή χρήση μεταφορών και με περιγραφές που εστιάζουν σε εντυπωσιακές λεπτομέρειες, όπως π.χ. τη σκιά των γυριστών βλεφαρίδων της Σιάο Λιγκ ή τη μύγα που σκαρφαλώνει με περίσκεψη στο τζάμι. Κύματα από σκέψεις, ερωτήσεις, συγκρούσεις και προβληματισμούς, κατακλύζουν τις σελίδες του βιβλίου, στο οποίο αποτυπώνεται γλαφυρά η κατάσταση αστάθειας κι αβεβαιότητας, το ιδεολογικό αδιέξοδο των νέων, αλλά και η δυναμική παρουσία της αγάπης, που ορθώνεται με παρρησία απέναντι στην αμφιβολία και την καταπίεση.
Η μετάφραση της Μαριάννας Τζιαντζή αποτυπώνει έξοχα το ιδιαίτερο ύφος του συγγραφέα, που καταγράφει τους κυματισμούς μιας μεταβατικής εποχής.
* Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Μόλις αρχίζω να ράβω, η βελόνα γλιστρά και μου τρυπά το δάχτυλο. Μια μικρή στρογγυλή σταγόνα αίμα. Χαμογελώ και τη ρουφώ να στεγνώσει. Λες και μόλις τώρα άρχισα να συλλαμβάνω το πραγματικό νόημα αυτής της εμπειρίας: να ξαφνιάζομαι, να συνεπαίρνομαι, να νιώθω συστολή. Κι ο λόγος γι’ αυτή την έξαρση δεν είναι μόνο ο έρωτας, είναι και το γεγονός ότι ανακαλύπτω μια καινούργια αφετηρία. Υπάρχουν τόσα πράγματα που θα μπορούσα να κάνω… Αυτό το μικρό κομμάτι λιακάδας που έχει απομείνει στην καρδιά μου δεν έχει ακόμα παγώσει και θα μπορούσε να ζεστάνει κι άλλους…»