
Για το μυθιστόρημα του Ακουέκε Εμέζι [Akwaeke Emezi] «Ο θάνατος του Βιβέκ Ότζι» (μτφρ. Βίβιαν Στεργίου, εκδ. Στερέωμα). Κεντρική εικόνα: © Muhammad-taha Ibrahim (Unsplash).
Γράφει η Χριστίνα Μουκούλη
«Άμα δεν σε βλέπει κανείς, εξακολουθείς να υπάρχεις;». Άμα οι άλλοι βλέπουν σε σένα κάτι διαφορετικό από αυτό που είσαι, ή σου δίνουν έναν ρόλο στον οποίο δεν μπορείς να ανταποκριθείς, με ποιο τρόπο επιλέγεις να ζεις; Αν δεν είσαι αγόρι, πρέπει να είσαι οπωσδήποτε κορίτσι; Και τι κάνεις άμα δεν μπορείς να εκφράσεις αυτό που νιώθεις;
Αναζήτηση ταυτότητας
Ο Τσίκα και η Καβίτα ζουν σε μια πόλη της νοτιoανατολικής Νιγηρίας, μαζί με τον Βιβέκ, το μοναχοπαίδι τους. Ο Βιβέκ είναι τόσο λαμπερός και όμορφος, που ο αέρας γύρω του φαίνεται θαμπός. Είναι όμως διαφορετικός, παράξενος. Δεν ακολουθεί την προδιαγεγραμμένη πορεία των υπόλοιπων αγοριών. Η Καβίτα είναι υπερπροστατευτική απέναντί του, επιεικής με τα λάθη του και υπερήφανη για την ομορφιά και την ευγένειά του. Πάντα βρίσκει δικαιολογίες για συμπεριφορές του που παρεκκλίνουν από το συνηθισμένο, όπως το ότι αρνείται να κόψει τα μαλλιά του, ή το ότι παράτησε το πανεπιστήμιο.
Όμως, παρά τη λατρεία που του δείχνει, για κάποιο λόγο ο Βιβέκ νιώθει ότι δεν τον καταλαβαίνει. Δεν μπορεί να εμπιστευτεί ούτε εκείνη ούτε τον πατέρα του. Δεν τους λέει τίποτα σημαντικό για τη ζωή του: το πώς αισθάνεται, το πώς θα ήθελε να ζει, τι τον κάνει ευτυχισμένο. Το ότι δεν χωράει στον εαυτό του. Το ότι δεν είναι αυτό που φαίνεται. Ο Βιβέκ δεν ξέρει πού να αναζητήσει κατανόηση και αποδοχή. Απομονώνεται. Συχνά παθαίνει κάποιες κρίσεις, κατά τις οποίες αποσυνδέεται από το περιβάλλον κι από τον εαυτό του, και είναι γι’ αυτόν λυτρωτικές, γιατί είναι σαν να ξεκουράζεται από το βάρος που κουβαλάει. Το βάρος της διαπίστωσης ότι δεν έχει ταυτότητα, δεν ανήκει πουθενά.
Ο Βιβέκ είναι νεκρός, τυλιγμένος μόνο με ένα κομμάτι ύφασμα και φέρει μια πληγή στο κεφάλι.
Στην περιοχή τους, οι έριδες μεταξύ φυλών ή θρησκευτικών ομάδων, είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο. Μια μέρα κατά την οποία στην αγορά της πόλης ξεσπούν ταραχές και η αγορά γίνεται στάχτη, η Καβίτα ανοίγει την πόρτα του σπιτιού της και αντικρύζει ένα αποτρόπαιο θέαμα. Μπροστά της βρίσκεται το σώμα του εικοσάχρονου γιου της. Ο Βιβέκ είναι νεκρός, τυλιγμένος μόνο με ένα κομμάτι ύφασμα και φέρει μια πληγή στο κεφάλι. Το αίμα του έχει πλημμυρίσει τα σκαλιά της εισόδου.
Ο πόνος της απώλειας διαλύει και τους δύο γονείς. Όμως, ενώ ο Τσίκα μετά τη διαδικασία της ταφής εισέρχεται σε μια κατάσταση απραξίας, αδράνειας και απομόνωσης από όλους, η Καβίτα ενεργοποιείται και, αφού η τοπική αστυνομία δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις για το τι έχει συμβεί, αρχίζει μόνη της μια ιδιότυπη έρευνα. Επισκέπτεται τα σπίτια των συγγενών τους και των φίλων του Βιβέκ, ρωτώντας και ξαναρωτώντας πότε τον είδαν τελευταία φορά, πού είπε ότι θα πήγαινε, ποιος ήταν μαζί του. Δεν μπορεί να καταλάβει ποιος ήθελε το κακό του παιδιού της, ποιος μπορεί να τον σκότωσε και, κυρίως, γιατί.
![]() |
Συγγραφέας και video-artist, το Ακουέκε Εμέζι, ίμπο και ταμίλ καταγωγής, μεγάλωσε στη Νιγηρία και σήμερα ζει στη Νέα Ορλεάνη των ΗΠΑ. Το 2018 συμπεριλήφθηκε στον κατάλογο των πολλά υποσχόμενων νέων συγγραφέων «5 under 35» του Εθνικού Ιδρύματος Βιβλίου των ΗΠΑ. Το βιβλίο του Pet ήταν υποψήφιο (βραχεία λίστα) για το Εθνικό Βραβείο Νεανικής Λογοτεχνίας των ΗΠΑ, όπως επίσης και το μυθιστόρημά του Freshwater για τα βραβεία Pen/Hemingway, Πρώτου Μυθιστορήματος του Center For Fiction, Lambda Literary Award και το Young Lions της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης. Το μυθιστόρημά του Ο θάνατος του Βιβέκ Ότζι, bestseller των New York Times, συμπεριλήφθηκε στη βραχεία λίστα για το βραβείο Dylan Thomas και για το Dublin Literary. Σήμερα είναι μια από τις πιο αξιόλογες φωνές της αγγλόφωνης λογοτεχνίας και σημαντική μορφή του κινήματος των μη δυαδικών και διεμφυλικών ατόμων. |
Κανόνες επιβίωσης σε μια συντηρητική κοινωνία
Ο Βιβέκ και η οικογένειά του ζουν σε μια παραδοσιακή και βαθιά συντηρητική κοινωνία, όπου κάθε παράξενη, διαφορετική κι ανεξήγητη για τα δεδομένα της συμπεριφορά, αποδίδεται στο πνεύμα του διαβόλου που κάνει κατάληψη στην ψυχή κάποιων ανθρώπων, οι οποίοι πρέπει να περάσουν από τελετές εξαγνισμού για να επανέλθουν. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το να μιλήσει ο Βιβέκ για τη διαφορετικότητά του, θα ήταν επικίνδυνο ακόμα και για τη ζωή του. Η ομοιομορφία στην εμφάνιση και στη συμπεριφορά, καθώς και η συμμόρφωση στους κανόνες που η κοινωνία και η θρησκεία επιτάσσει, είναι προϋποθέσεις επιβίωσης.
Στα περισσότερα κεφάλαια του βιβλίου ο τριτοπρόσωπος παντογνώστης αφηγητής μας παραθέτει τα γεγονότα. Ενδιάμεσα όμως, παρεμβάλλονται κεφάλαια στα οποία ο Βιβέκ και ο Όζιτα, ο ξάδελφός του και ένα από τα πολύ σημαντικά πρόσωπα της ιστορίας, καταθέτουν σε πρώτο πρόσωπο τη δική τους εκδοχή. Μέσα από τα αποσπάσματα αυτά δίνεται και η λύση του μυστηρίου για τον θάνατο του Βιβέκ. Του Βιβέκ, που, αν και από τον τίτλο ακόμα του βιβλίου ξέρουμε ότι είναι νεκρός, η παρουσία του σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης είναι έντονη.
Μια δυνατή ιστορία γεμάτη όμορφες εικόνες, μια ιστορία όπου το παρόν εναλλάσσεται διαρκώς με το παρελθόν. Λόγος απλός που τολμά να θίγει σημαντικά και δύσκολα ζητήματα. Χαρακτήρες ιδιαίτεροι, που έχουν επιλεγεί με προσοχή και έχει αποτυπωθεί γλαφυρά κάθε τρυφερή, δυναμική ή αινιγματική τους πλευρά.
Νεανικά σκιρτήματα, πόθοι κι επιθυμίες, ένα εγώ που ψάχνει τον ρόλο του και τη θέση του στον κόσμο, οι σχέσεις μέσα στην οικογένεια, η λυτρωτική δύναμη της φιλίας, το φύλο και η ταυτότητα, η αποδοχή του διαφορετικού και η αγάπη που ντρέπεται και μένει κρυμμένη, είναι τα θέματα που θίγονται στο κείμενο. Το βιβλίο μας περιγράφει την προσπάθεια του νεαρού εφήβου να αναγνωρίσει ο ίδιος και να αποδεχτεί τον εαυτό του, και στη συνέχεια τον αγώνα του να κερδίσει την κατανόηση και την αποδοχή των φίλων του και της οικογένειάς του. Τον αγώνα του να κατοικήσει σε έναν κόσμο βάρβαρο, σκληρό κι απάνθρωπο, που δεν είναι έτοιμος να τον δεχτεί. Κι αν οι συνομήλικοί του βρίσκουν, τελικά, διαύλους επικοινωνίας μαζί του, τι θα γίνει με τους γονείς του; Η αγάπη τους για το διαφορετικό παιδί τους θα φανεί αρκετή; Και πόσες μορφές μπορεί να πάρει αυτή η αγάπη;
Η μετάφραση της Βίβιαν Στεργίου αποδίδει τη ζωντάνια και τη δύναμη του κειμένου, τη συγκίνηση και την τρυφερότητα που το διαπνέει.
* Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Δεν είμαι αυτό που νομίζουν ότι είμαι. Ποτέ δεν ήμουν. Δεν ήξερα πώς να το πω με λέξεις, να πω τι έφταιγε, ν’ αλλάξω όσα ένιωθα πως ήθελαν αλλαγή. Και κάθε μέρα μού ήταν δύσκολο να πηγαίνω από δω κι από κει και να ξέρω ότι οι άλλοι μ’ έβλεπαν μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο, να ξέρω ότι έκαναν λάθος, να ξέρω πως ο πραγματικός μου εαυτός ήταν αόρατος γι' αυτούς. Γι’ αυτούς δεν υπήρχε καν.
Επομένως: Άμα δεν σε βλέπει κανείς, εξακολουθείς να υπάρχεις;»