Για το εμβληματικό μυθιστόρημα του Joseph Conrad «Η καρδιά του σκότους» (μτφρ. Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου, εκδ. Πατάκη). Κεντρική εικόνα: Από την ταινία του Francis Ford Coppola «Αποκάλυψη Τώρα» (1979).
Του Φώτη Καραμπεσίνη
Ήδη από την εναρκτήρια σελίδα του βιβλίου, ο συγγραφέας θέτει το παράδοξο πλαίσιο χωροθέτησης της αφήγησης: μακριά από κάποιο γήινο σημείο, από τη θαλπωρή της εστίας, όπου –ως είθισται– οι ιστορίες παρουσιάζονται στη δεκτική ομήγυρη. Ετούτη, αντιθέτως, θα λάβει χώρα επάνω σε ένα πλοίο, στον Τάμεση, ενώ ολόγυρα η νύχτα πέφτει επάνω στο μητροπολιτικό Λονδίνο. Καθ’ όλη τη διάρκεια του μικρού αυτού σε μέγεθος βιβλίου, δεν θα πατήσουμε σταθερά στη γη, παρά μόνο διαλειμματικά, με μικρές στάσεις, προτού ξαναβρεθούμε με τους ήρωες να πλέουμε στο υγρό στοιχείο.
Ο Τάμεσης, τον οποίο σταδιακά ο Κόνραντ μέσω της αφήγησης ανοικειώνει, συνδέεται με τα ποτάμια άλλων, μακρινών χωρών, τα οποία είναι μυστηριώδη, αχαρτογράφητα και επικίνδυνα. Μας υπενθυμίζει ότι κάποτε στο παρελθόν, ήταν ο Ρωμαίος κατακτητής που αντίκρισε το άγνωστο, μυστηριακό θέαμα μιας Βρετανίας άγριας, απομονωμένης, αδάμαστης. Το δέος, το θαύμα, ο φόβος υπήρξε ο ίδιος για τους ανθρώπους εκείνους, όπως παραμένει για τους συγκαιρινούς. Αυτή είναι και η πρώτη ένδειξη ότι ο αείποτε ποταμός συνδέεται με τον χρόνο, ενοποιητική αρχή για άπαντα τα ανθρώπινα, πλήττοντας καίρια την έννοια του διάκενου μεταξύ πολιτισμού και βαρβαρότητας (βασικός νοηματικός πυλώνας του βιβλίου). Ό,τι βιώθηκε στο παρελθόν συνεχίζει να κυλά –όπως το νερό– από το παρελθόν στο παρόν, μέσω του ίδιου υδάτινου δικτύου.
Πρόκειται για την πρώτη νύξη του συγγραφέα στον αναγνώστη, ο οποίος στη συνέχεια θα παραστεί στην αφήγηση του ναυτικού Μάρλοου, καθώς το πλοίο αργοσαλεύει στο νερό, με το σκοτάδι να καλύπτει τους συμμετέχοντες και μόνη φωνή εκείνη του πρωταγωνιστή να θυμίζει ότι βρισκόμαστε ακόμα στον «πολιτισμένο» κόσμο.
Λες και ο ίδιος ο χρόνος δεν προϋπήρξε της ακινησίας της ζούγκλας και εκείνης των κατοίκων της, αλλά εφευρέθηκε εισβάλλοντας με την παρουσία του λευκού ανθρώπου εντός της.
Το σκότος, τόσο με την ουσιαστική όσο και τη μεταφορική έννοια, αποτελεί μόνιμη επωδό στο έργο και ταυτόχρονα αφορμή αφήγησης. Ο αφηγητής θα αποτελέσει τον κρίκο μεταξύ του παρόντος και του παρελθόντος, μεταξύ του πολιτισμού και της βαρβαρότητας, ακροπατώντας μεταξύ των δύο. Σύμφωνα με την ιστορία, ο Μάρλοου, ως εμπορικός εκπρόσωπος θα βρεθεί σε ζούγκλα που δεν κατονομάζεται με το ποταμόπλοιό του, προκειμένου να έρθει σε επαφή με τον κορυφαίο εμπορικό πράκτορα Κουρτς, φημισμένο για τις ποσότητες ελεφαντοστού που αποδίδει. Το ταξίδι αυτό θα αποδειχθεί δυσχερές, καθότι οι τόποι που θα διασχίσει είναι απρόσιτοι και εχθρικοί, οι ιθαγενείς ομοίως ή στην καλύτερη περίπτωση αδιάφοροι σαν τον χρόνο που περνά από επάνω τους χωρίς να τους μεταλλάσσει, και οι επιδημίες εξοντωτικές. Λες και ο ίδιος ο χρόνος δεν προϋπήρξε της ακινησίας της ζούγκλας και εκείνης των κατοίκων της, αλλά εφευρέθηκε εισβάλλοντας με την παρουσία του λευκού ανθρώπου εντός της.
Ο Dennis Hopper φωτογραφίζει τα στρατεύματα και τους ιθαγενείς του Kurtz. |
Ψυχαναλυτική ανάγνωση
Δεν θα πρωτοτυπήσω υποστηρίζοντας ότι το βιβλίο αυτό λειτουργεί σε πολλαπλά επίπεδα. Σύμφωνα με το κατά Φρόιντ δομικό μοντέλο, ο αφηγητής θα μπορούσε να είναι το Υπερεγώ (τουτέστιν η ηθική συνείδηση, οι θετικές αξίες), η συλλογικότητα, ο συγγραφέας ως εκπρόσωπος της ανθρωπότητας που μας παραδίδει την ιστορία αυτή. Ο κεντρικός ήρωας Μάρλοου αντιστοιχεί στο Εγώ (το λογικό μέρος του εαυτού) που αναζητά την «αλήθεια», έναν τρόπο αναγνώρισης και ερμηνείας του υπάρχοντος, εκλογικεύοντας, αέναα αιτιολογώντας έναν κόσμο τελικά απρόσιτο και ακατανόητο. Στη διάρκεια αυτής της αναζήτησης που τον οδηγεί συνεχώς προς τα μέσα (καθότι το ποτάμιο σύστημα ελίσσεται και διακλαδώνεται προς τα μέσα και όχι προς τα έξω όπου είναι οι ανοιχτές θάλασσες και οι ωκεανοί) θα έρθει σε σύγκρουση με τον λογικό του εαυτό, θα τον αναιρέσει και θα τον αποκαλύψει. Η φώτιση θα έρθει τελικά όταν το Εγώ του έρθει σε επαφή με το Εκείνο του Κουρτς (Id, βιολογικές ανάγκες και ενορμήσεις), οπότε ο βασιλιάς θα ξεγυμνωθεί και θα σταθεί ενεός μπροστά στην κατακλυσμική, πρωταρχική ουσία του Κουρτς. Όλα τα επίκτητα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, εκείνα τα υποδόρια στρώματα που ο πολιτισμός επιχωμάτωσε πυρετωδώς ανά τους αιώνες θα υποχωρήσουν εν μια νυκτί. Το primum mobile, το σκότος που προϋπήρξε, θα… λάμψει πανηγυρικά, θα κρίνει ζώντες και θα απαιτήσει την πρωτοκαθεδρία του με στεντόρεια κραυγή: «Η φρίκη! Η φρίκη!»
Όλα τα επίκτητα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, εκείνα τα υποδόρια στρώματα που ο πολιτισμός επιχωμάτωσε πυρετωδώς ανά τους αιώνες θα υποχωρήσουν εν μια νυκτί.
Η κραυγή αυτή άπαξ και λεχθεί, άπαξ και βρει τον δρόμο της στον κόσμο των θνητών δεν θα μπορέσει ποτέ να αναιρεθεί. Αφ’ ης στιγμής ο Μάρλοου ήρθε σε επαφή με τον βαθύτερο εαυτό του, αντιμετωπίζοντας τη φρίκη εντός, θα είναι αδύνατον να την αρνηθεί. Το σκοτάδι του έχει πλέον ουσία, μορφή και μια πύρινη λέξη για να το χαρακτηρίζει. Η έξοδος, η αντίστροφη γέννηση-επαναφορά στον πολιτισμένο κόσμο θα τελεστεί αναίμακτα, αφού ο Κουρτς έχει παραδώσει το πνεύμα, αφήνοντας πίσω του την κατάρα της ύπαρξής του· ζώσα και τροπαιούχο. Ο Μάρλοου, εσαεί δέσμιός της, θα τη σύρει πίσω στο παρόν του, καθώς κινείται εν μέσω άλλων ανθρώπων, οι οποίοι απτόητοι, ανεπίγνωστοι συνεχίζουν τις αδιάφορες ζωές τους. Παρατηρεί με άλλο βλέμμα τα ανθρώπινα, εκείνος που έχει κοιτάξει μέσα στο σκότος, διότι έχει πλέον αυτονομηθεί, περνώντας σε μια διαφορετική κατάσταση ασυμφωνίας, μη συμμετοχής (η επωδός του Κόνραντ, ο οποίος κατανόησε μυθιστορηματικά όσο ελάχιστοι τον Σοπενχάουερ).
Πολιτική ανάγνωση
Ένας ακόμα τρόπος ανάγνωσης του βιβλίου είναι ο δημοφιλής και προσιτός ιδεολογικο-πολιτικός. Σύμφωνα με αυτόν, το βιβλίο αποτελεί κριτική στην αποικιοκρατία και τις συμφορές που επέφερε στους ιθαγενείς κ.ο.κ. Θα αντιπαρέλθω, καθότι μου ακούγεται παιδαριώδης και ευνουχιστική – πλην όμως ιδανική για χρησιμοθήρες, οκνηρούς κριτικούς και αναγνώστες που θέλουν να βγάλουν «νόημα» από τη λογοτεχνία, ώστε να αξίζει να τη διαβάσουν. Σαφώς υποτιμητική προσέγγιση – όχι βεβαίως για τον μέγιστο Κόνραντ που χλεύαζε οποιαδήποτε τέτοια ανάγνωση του έργου του.
Ο Marlon Brando, ο Francis Ford Coppola και ο Martin Sheen στα γυρίσματα της ταινίας «Αποκάλυψη Τώρα». |
Λογοτεχνική ανάγνωση
Τουναντίον, μια εναλλακτική προσέγγιση που παρουσιάζει ενδιαφέρον σ’ εμένα είναι η αμιγώς λογοτεχνική. Τουτέστιν, η Καρδιά του σκότους ως παραβολή για τη λογοτεχνία και τον αναγνώστη. Ο αναγνώστης ξεκινάει το ταξίδι του στους παραπόταμους της λογοτεχνίας, αναζητώντας τη μυθική πηγή, το αρχετυπικό κείμενο και τον θεματοφυλακά της. Ο Κουρτς, ως άλλος Άργος Πανόπτης φυλάει το μυστικό απωθώντας τους βέβηλους που επιθυμούν βεβιασμένα να γνωρίσουν το μυστήριο. Μηδείς αγεωμέτρητος και ταυτόχρονα άτεχνος δεν θα μπορέσει να προσεγγίσει το μυστήριο του καλλιτέχνη, χωρίς πρώτα να περάσει από δοκιμασίες, ευθέως ανάλογες με την απόλαυση που θα προσφέρει η ύστατη μέθεξη με το καλλιτεχνικό σκότος που κρύβει η πάλλουσα καρδιά του λογοτέχνη.
Ο Μάρλοου που έχει ξεκινήσει το ταξίδι δεν είναι στο παραμικρό ίδιος με εκείνον που προσεγγίζει τον μυθιστορηματικό του εαυτό (ως Κουρτς). Είναι εξίσου αλλότριος και κατά την επιστροφή του, καθώς φέρει εντός του το λογοτεχνικό μετείκασμα του συγγραφέα.
Εάν εξαρχής ο αναγνώστης-Μάρλοου δεν είναι έτοιμος να γνωρίσει το μέγα θαύμα, ετούτο καθίσταται δυνατό μόνον αφότου έχει δεσμευτεί στον διάπλου που εν μέσω ελέου και φόβου οδηγεί στο πολυπόθητο αποτέλεσμα. Τυχάρπαστοι συνοδοιπόροι, κατά τη διάρκεια της διαδρομής, απορρίπτονται, παρασύρονται, αποχωρούν κρινόμενοι ελλιπείς. Ο Μάρλοου που έχει ξεκινήσει το ταξίδι δεν είναι στο παραμικρό ίδιος με εκείνον που προσεγγίζει τον μυθιστορηματικό του εαυτό (ως Κουρτς). Είναι εξίσου αλλότριος και κατά την επιστροφή του, καθώς φέρει εντός του το λογοτεχνικό μετείκασμα του συγγραφέα. Εκεί που διασταυρώθηκαν οι πορείες των δύο, εκεί που το βλέμμα του έτοιμο από καιρό αναγνώστη συνάντησε το δημιουργικό σύμπαν του απρόβλεπτου, δυσήνιου συγγραφέα ένας νέος κόσμος δημιουργείται. Η επέκταση του διευρυμένου εαυτού, ένα ανώτερο είδος συνείδησης, αναγκαστικά διευρύνει το χάσμα μεταξύ του συνειδητού υποκειμένου με τον εν υπνώσει περίγυρο (πάντα με λογοτεχνικούς όρους). Η επιστροφή είναι αποτυχημένη, μάταιη, καθώς η έντονη λάμψη της λογοτεχνικής επιφοίτησης επικαλύπτει και ταυτόχρονα αναιρείται από τη σκαιή και γλίσχρα καθημερινότητα των πολλών.
Ετούτη είναι η δράση και η επίδραση της λογοτεχνίας: αφιλόξενη ζούγκλα μεν, ζωοδότρα δε που σε προσελκύει εντός της, σε αφήνει να βυθίζεσαι στα τενάγη της, σου παρουσιάζει τα σκοτάδια της, που είναι τα δικά σου σκοτάδια. Εκεί, αν είσαι τολμηρός, θα ανακαλύψεις τη φρίκη τού να είσαι άνθρωπος, ζώντας εν μέσω ανθρώπων. Και εν συνεχεία θα πάρεις τον ίδιο δρόμο για να βγεις από τη ζούγκλα, να επιστρέψεις στο παρόν, εναρμονιζόμενος με τις επιταγές του κοινωνικού συνόλου, εκείνες που μετά βδελυγμίας αρνείται η τέχνη.
Το βιβλίο κλείνει ουσιαστικά με μια τελευταία στάση, στη γυναίκα του νεκρού πλέον Κουρτς – τον μόνο σύνδεσμό του με τον πολιτισμό, με την εποχή του, με εκείνους που θεωρούνταν συμπατριώτες και συνάνθρωποί του. Ο Μάρλοου την επισκέπτεται και συνομιλεί μαζί της. Μόνο που ο επισκέπτης δεν είναι πλέον εκείνος που έφυγε για ταξίδι μακρινό, έχοντας επιστρέψει άλλος. Το γεγονός αυτό παραμένει όμως κρυφό από τη σύζυγο, η οποία επιθυμεί να μιλήσει δια ζώσης στον άνθρωπο που παρίστατο στις έσχατες στιγμές του Κουρτς. Επιζητεί λόγο παρηγορητικό, τέτοιο που να συνάδει με τα συναισθήματά της και τις προσδοκίες της. Ο Μάρλοου συλλογίζεται και της κάνει το χατίρι: οι τελευταίες στιγμές του συζύγου της ήταν αφιερωμένες σε εκείνη, με αναφορά στο όνομά της. Η κοπέλα ανακουφίζεται, ούσα βεβαία ότι μόνο έτσι θα μπορούσε να είναι και διόλου διαφορετικά. Εμείς γνωρίζουμε ότι αυτό είναι ψέμα – ένα βολικό, ανθρωπιστικό, πλην όμως ξεκάθαρο ψέμα.
Ο Joseph Conrad γεννήθηκε το 1857 στην Ουκρανία η οποία βρισκόταν τότε υπό ρωσική κυριαρχία. Οι γονείς του, ένθερμοι Πολωνοί πατριώτες, αγωνιστές κι εξόριστοι λόγω αντικαθεστωτικής δράσης, πέθαναν όταν ο Conrad ήταν ακόμα μικρός. Για τα επόμενα είκοσι πέντε χρόνια, την κηδεμονία του ανέλαβε ανεπίσημα ο θείος του και αδερφός της μητέρας του Tadeusz Bobrowski, ο οποίος στα 1874 έδωσε τη συγκατάθεσή του προκειμένου να γίνει ο ανιψιός του ναυτικός. Ο Conrad ξεκίνησε τη ναυτική του σταδιοδρομία από τη Μασσαλία, όπου πρώτα υπηρέτησε σε γαλλικά εμπορικά πλοία και κατόπιν σ' ένα αγγλικό, ως δόκιμος. Στα 1886, απέκτησε τη αγγλική υπηκοότητα και το δίπλωμα του Πλοιάρχου του Βρετανικού Εμπορικού Ναυτικού. Οκτώ χρόνια αργότερα, εγκατέλειψε τη θάλασσα με σκοπό ν' αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη συγγραφή και στα 1895 εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο Η τρέλα του Αλμάγιερ. Στα 1896 παντρεύτηκε τη Jessie George και εγκαταστάθηκε οριστικά στο Κεντ. Εκεί έγραψε: Η καρδιά του σκότους, Λόρδος Τζιμ, Ο μυστικός πράκτορας, Νειάτα, Τυφώνας. Πολλοί κριτικοί τον θεωρούν πρόδρομο του μοντερνισμού. Το αφηγηματικό ύφος και οι υπαρξιακοί, αντι-ηρωικοί χαρακτήρες του, έχουν επηρεάσει πολλούς συγγραφείς. Ανάμεσα στους θαυμαστές του ήταν ο Χένρι Τζέιμς και ο Φορντ Μάντοξ Φόρντ με τον οποίο συνεργάστηκε για τη συγγραφή δύο μυθιστορημάτων. |
Η σύζυγος του Κουρτς είναι ο προκαλλιτεχνικός αναγνώστης, κατά μία έννοια. Είναι εκείνος ο αναγνώστης που επιθυμεί από τον συγγραφέα ένα τέλος ευπροσήγορο, λυτρωτικό. Τουναντίον, ο ώριμος αναγνώστης, έχοντας επιστρέψει από τα λιμνάζοντα νερά της σκοτεινής επικράτειας στο παρόν, γνωρίζει ότι αυτό δεν ευσταθεί. Μαζί του σε καλλιτεχνική σύμπνοια ο συγγραφέας αρνείται να χαριστεί στον πάσχοντα άνθρωπο. Αρνείται να αφήσει την ελπίδα, το φως της λησμονιάς να καταυγάσει το υπάρχον πριν πέσει η αυλαία του βιβλίου. Μόνο η κραυγή του Κουρτς αντηχεί από κάθε σελίδα, από κάθε παράγραφο και λέξη ως το τέλος, όταν η ακόμα και η σιωπή που ακολουθεί την ολοκλήρωση της αφήγησης ηχήσει εκκωφαντικά: «…ένα ψιθυριστό βουητό που διογκωνόταν απειλητικά σαν το πρώτο βουητό της καταιγίδας. Η φρίκη, η φρίκη!»
Γιατί αν κοιτάξεις στην καρδιά του σκότους, αναγνώστη, τότε και το σκότος θα κοιτάξει μέσα στην καρδιά σου.
Αυτή είναι η κληρονομιά που αφήνει ο Κόνραντ, εκείνη που απαρέγκλιτα «οδηγεί στη καρδιά του απέραντου σκότους». Ήρθε η ώρα του αφηγητή να αποσυρθεί. Ο ρόλος του συγγραφέα ολοκληρώθηκε, φέρνοντας το δυσοίωνο μήνυμά του σε όσους επιθυμούν να παραμερίσουν το βέλο της άγνοιας και της ψευδεπίγραφης ελπίδας, «βαδίζοντας με μάτια ορθάνοιχτα». Γιατί αν κοιτάξεις στην καρδιά του σκότους, αναγνώστη, τότε και το σκότος θα κοιτάξει μέσα στην καρδιά σου.
* Ο ΦΩΤΗΣ ΚΑΡΑΜΠΕΣΙΝΗΣ είναι πτυχιούχος Αγγλικής Φιλολογίας. Διαχειρίζεται το βιβλιοφιλικό blog Αναγνώσεις.