
Για το νέο μυθιστόρημα του Stephen King «Μπίλι Σάμερς» (μτφρ. Μιχάλης Μακρόπουλος) – «το καλύτερο μυθιστόρημα του Κινγκ εδώ και χρόνια!», που κυκλοφορεί αύριο, 16 Μαρτίου, από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος.
Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Στους κύκλους των Constant Readers, ανάμεσα δηλαδή στους αναρίθμητους ανά τον κόσμο φαν του τεράστιου συγγραφέα Στίβεν Κινγκ, κυκλοφορεί κάτι σαν ανέκδοτο τα τελευταία δέκα-δεκαπέντε χρόνια, όποτε βγάζει καινούργιο μυθιστόρημα (δηλαδή κάθε χρόνο): «Αυτό είναι το καλύτερό του εδώ και χρόνια!». Το λέμε όλοι, το πιστεύουμε όλοι – και, ναι, ισχύει πάντα. Γι’ αυτό, ας το πούμε ευθύς-εξαρχής: Το Μπίλι Σάμερς είναι το καλύτερο μυθιστόρημα του Κινγκ εδώ και χρόνια.
Ένας ρονίν στην Αμερική του Τραμπ
Είναι σπουδαίο βιβλίο. Και είναι και ιδιαίτερο βιβλίο. Πολύ ξεχωριστό. Θα μείνει πολύ ψηλά στην τελική βαθμολογία του. Να μερικά από τα στοιχεία του, από τα υλικά του: Δεν είναι ένα βιβλίο τρόμου, καταρχάς. Οι Constant Readers δεν έχουμε πρόβλημα με αυτό, κι ας τον μάθαμε, κι ας τον αγαπήσαμε, κι ας γίναμε Constant Readers ακριβώς χάρη στα μυθιστόρημα τρόμου που μας προσέφερε – τα σημαντικότερα των τελευταίων πενήντα-εξήντα ετών. Ανήκει στην crime λογοτεχνία (τα αστυνομικά, ή μάλλον «ντετεκτιβικά» του Κινγκ είναι καταπληκτικά μυθιστορήματα), και για την ακρίβεια είναι ένα ιδιότυπο νουάρ. Γιατί ιδιότυπο; Γιατί είναι ένα «ιαπωνικό» νουάρ, όσο ιαπωνικό νουάρ είναι ο ανυπέρβλητος Σαμουράι του Ζαν-Πιέρ Μελβίλ. Ο Μπίλι Σάμερς είναι (και θέλουμε να είμαστε ακριβείς εδώ) ένας ρονίν: ένας περιπλανώμενος σαμουράι χωρίς αφέντη.
Ανήκει στην crime λογοτεχνία (τα αστυνομικά, ή μάλλον «ντετεκτιβικά» του Κινγκ είναι καταπληκτικά μυθιστορήματα), και για την ακρίβεια είναι ένα ιδιότυπο νουάρ.
Ο σαραντάρης ήρωάς μας λοιπόν, πρώην πεζοναύτης με την ίσως όχι επίζηλη ειδικότητα του ελεύθερου σκοπευτή στο Ιράκ, είναι πλέον εδώ και πολλά χρόνια ένας επαγγελματίας εκτελεστής – αλλά ένας εκτελεστής με ηθικό κώδικα: σκοτώνει μόνο τους κακούς. (Χωρίς εισαγωγικά στη λέξη). Θα αρνηθεί να αναλάβει μια οποιαδήποτε δουλειά, όσο εύκολη και αν είναι, και όσο δελεαστική κι αν είναι η πληρωμή, αν ο στόχος δεν πληροί τις προϋποθέσεις που ο ίδιος θέτει. Ο Μπίλι Σάμερς θέλει το υποψήφιο θύμα, το αντικείμενο της δουλειάς του, να είναι κάθαρμα. Βιαστής, π.χ., ή παιδεραστής. Μεγαλέμπορος ναρκωτικών. Τέτοια πράγματα. Δεν απολαμβάνει τη δουλειά, ούτε υπερηφανεύεται γι’ αυτήν. Αλλά την κάνει χωρίς να σηκώσει παλμό, και χωρίς καμία τύψη. «Πώς πήγε η δουλειά στο γραφείο, Μπιλ;» «Μια χαρά. Ένα κάθαρμα λιγότερο».
Το μυθιστόρημα είναι χωρισμένο σε τρία μέρη, διακριτά μεταξύ τους, μα που όλα δένουν βέβαια αριστουργηματικά (και: ανεπαισθήτως), καθώς ο Κινγκ είναι μάστορας της πλοκής – ο καλύτερος out there, ο πρώτος στην πιάτσα.
Στο αρχικό διαβάζουμε όλες τις λεπτομέρειες για το στήσιμο της δουλειάς που ο Μπίλι Σάμερς θα αναλάβει στην αρχή του βιβλίου. Είναι μια δουλειά που θα του αποφέρει δύο εκατομμύρια δολάρια: αρκετά λεφτά για να αποσυρθεί και να περάσει τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του μακριά από σκοτωμούς, και βέβαια μακριά από την αστυνομία και τον κίνδυνο. Ο Κινγκ χτίζει λίγο-λίγο τον κόσμο του μοναχικού ήρωά του, με έναν τρόπο που, ακόμη και μετά από μόλις εκατό σελίδες, μπορείς να τον δεις στον ύπνο σου. Ναι, είναι τόσο καλός. Μαθαίνουμε τα πάντα γι’ αυτόν, βλέπουμε τις μεθόδους του, γνωρίζουμε τον νέο περίγυρό του –αλίμονο, ένας άνθρωπος που κάνει αυτή τη δουλειά έχει διαρκώς νέο περίγυρο: αυτή είναι η μοίρα του ρονίν–, ξέρουμε τι προβλήματα θα έχει να αντιμετωπίσει και λαχταράμε να δούμε πώς θα τα ξεπεράσει, με τι εκπληκτικούς τρόπους.
Δεν απολαμβάνει τη δουλειά, ούτε υπερηφανεύεται γι’ αυτήν. Αλλά την κάνει χωρίς να σηκώσει παλμό, και χωρίς καμία τύψη. «Πώς πήγε η δουλειά στο γραφείο, Μπιλ;» «Μια χαρά. Ένα κάθαρμα λιγότερο».
Στο δεύτερο μέρος βλέπουμε τι κάνει μετά από αυτή την τελευταία δουλειά (δεν θα σας πούμε αν πέτυχε ή όχι).
Και στο τρίτο έρχεται στο προσκήνιο η εικοσάχρονη Άλις. Κι εκεί όλα παίρνουν μία ιλιγγιώδη τροπή. Ή μάλλον όχι: γιατί την έχουν ήδη πάρει. Γιατί από το πρώτο μέρος κιόλας ο Μπίλι Σάμερς –αυτός ο επαγγελματίας δολοφόνος, ο εκτελεστής συμβολαίων, ο ρονίν, ο κακός– θα αρχίσει να γράφει ένα βιβλίο.
Α, ναι. Ένα βιβλίο: ένα μυθιστόρημα. Το μυθιστόρημα της ζωής του. Που εμείς θα το διαβάσουμε σχεδόν όλο, σε ξεχωριστά ή παρένθετα κεφάλαια, με άλλη γραμματοσειρά.
Ήρωας-συγγραφέας: ένα μοτίβο
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Κινγκ έχει έναν συγγραφέα για ήρωα – αν και το κάνει κάθε φορά με πέρα για πέρα διαφορετικό τρόπο (άγνωστο πώς τα καταφέρνει…), είναι η πολλοστή. Ακόμη και ένας τυχαίος μη Constant Reader, ακόμη και ένας που δεν έχει διαβάσει κανένα του βιβλίο, ξέρει απέξω κι ανακατωτά τον Τζακ Τόρανς της Λάμψης και τον Πολ Σέλντον της Μίζερι. Και οι δύο είναι βασικά κομμάτια της ποπ κουλτούρας μας. (Και τα δύο αυτά βιβλία είναι αριστουργήματα, βέβαια, και όποιος δεν τα έχει διαβάσει είναι ένας τυχερός άτυχος: άτυχος που λείπουν από μέσα του τόσο καιρό· τυχερός που αύριο-μεθαύριο θα τα απολαύσει ανοίγοντας την πόρτα και μπαίνοντας στον κόσμο τους. Και έπειτα θα συνεχίσει και με τα υπόλοιπα μυθιστορήματα της Βιβλιοθήκης Στίβεν Κινγκ).
Ο μάγος από το Μπάνγκορ του Μέιν γράφει γι’ αυτά που ξέρει: για το γράψιμο, για τα βιβλία, για τον καημό και τους κινδύνους της συγγραφής, για τη μουσική, για τις μικρές πόλεις, για τις βόλτες με τα ποδήλατα σε παράμερους δρόμους, για τα σκιρτήματα της εφηβείας, για τους απλούς, συνηθισμένους ανθρώπους, για τα αντικείμενα που θέλουμε, για τους φόβους που μας κυνηγάνε όλους. Για τέτοια πράγματα. Οκέι, και για μερικά άλλα. Αλλά κυρίως γράφει γι’ αυτά.
Ο Μπίλι Σάμερς είναι επίσης ένα βιβλίο για τον δρόμο. Δεν ξέρω αν υπάρχει αντίστοιχος όρος για τα βιβλία όπως το road movie, αλλά είναι ακριβώς (και) αυτό το πράγμα. Όπως επίσης είναι ένα μυθιστόρημα για τον πόλεμο. Ένα πολεμικό μυθιστόρημα – τέλος πάντων, αντιπολεμικό. Αλλά θα μάθουμε πολλά για τη Φαλούτζα και τους πεζοναύτες εκεί. Πολλά. Ο Μπίλι Σάμερς θα τα γράψει με πάσα λεπτομέρεια. Όπως επίσης είναι και ένα βιβλίο για τα τραύματα, και για τη διαταραχή μετατραυματικού στρες. Και για τον βιασμό, και για τα καθάρματα τους βιαστές.
Και βέβαια είναι και μια ιστορία αγάπης. Πολύ διαφορετική από αυτό που θα περίμενε κανείς. Και: θαυμάσια. Ο τρόπος που την παίρνει στα χέρια του ο Κινγκ και την επεξεργάζεται είναι μοναδικός. Η δε ευαισθησία του, παροιμιώδης.
Και βέβαια είναι και μια ιστορία αγάπης. Πολύ διαφορετική από αυτό που θα περίμενε κανείς. Και: θαυμάσια. Ο τρόπος που την παίρνει στα χέρια του ο Κινγκ και την επεξεργάζεται είναι μοναδικός. Η δε ευαισθησία του, παροιμιώδης. Και είναι και ένα βιβλίο για τις γυναίκες. Οι πιο δυνατοί χαρακτήρες στον Μπίλι Σάμερς είναι δύο γυναίκες: τη μία την καταλάβατε ήδη, προφανώς – μιλήσαμε για την είσοδό της στη σκηνή. (Μάλιστα, θέλουμε τόσο πολύ να τη δούμε και σε άλλο βιβλίο, και κάτι μάς λέει πως θα τη δούμε). Η δεύτερη είναι έκπληξη.
Αλλά, ναι, να μην το ξεχάσουμε: είναι και ένα βιβλίο που μιλάει και για άλλα βιβλία του συγγραφέα του. Κι αυτό, τα λογής Easter eggs, σκορπά ρίγος στη ράχη των Constant Readers – ένα ανεκτίμητο ρίγος. Οι γνώστες θα ενθουσιαστούν.
Ο Κινγκ είναι ροκ, και φυσικά ο Μπίλι Σάμερς έχει πολλή μουσική στις σελίδες του – άνετα θα γέμιζε μία ενενηντάρα κασέτα με όλα αυτά, αν υπήρχαν ακόμη κασέτες. Και θα ήταν καλή συντροφιά σε ένα μακρύ νυχτερινό ταξίδι με το αμάξι, με τον τρόπο που ίσως δεν μπορεί να σου κρατήσει συντροφιά μια λίστα στο Spotify. Αλλά μπορεί και να κάνω λάθος εδώ.
Όπως έχει και πολύ πρόχειρο φαγητό, από χοτ-ντογκ και ντόνατς μέχρι όλα εκείνα τα άπειρα σνακ που στις σελίδες των βιβλίων του λέγονται πάντα με το όνομά τους. Και έχει και πολλές-πολλές στάμπες σε μπλουζάκια, και άλλα τόσα αυτοκόλλητα σε παρμπρίζ και καρότσες αυτοκινήτων. Και μεγάλο κράξιμο στον Τραμπ. \m/
Ναι, ο Κινγκ μάς κλείνει το μάτι με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Ο Κινγκ μάς κρατά από το χέρι, μας πάει στο γηπεδάκι της γειτονιάς, μας ρίχνει μια καλή μπαλιά για να τη βρούμε με το μπαστούνι του μπέιζμπολ, τρέχει στη βάση μαζί μας – κι όταν τελειώσει το ματς μάς πηγαίνει στο λούνα-παρκ, και κερνάει όλα τα παιχνίδια και όσο μαλλί της γριάς και τζιτζιμπίρα χωράει στο στομάχι μας.
Δεν πρόκειται να βαρεθούμε εκεί πέρα, ούτε για μια στιγμή: το ξέρουμε εκ των προτέρων. Ούτε πρόκειται να του πούμε να μας πάρει από εκεί όταν θα βρεθούμε, από τη μια στιγμή στην άλλη, στο Τούνελ του Τρόμου. Γιατί μάς αρέσει αυτό το Τούνελ του Τρόμου. Ακόμη και όταν καταλαβαίνουμε με ένα ανατρίχιασμα ότι ο κύριος Στιβ έχει αφήσει το χέρι μας από ώρα, και είμαστε πια μόνοι εκεί μέσα.
Κι ότι αυτό το άσπρο εκεί μπροστά, που όλο και μεγαλώνει όσο το πλησιάζουμε έντρομοι μέσα στο σκοτάδι, δεν είναι άλλο από το μακιγιαρισμένο πρόσωπο ενός κλόουν. Ενός κλόουν που γελάει, και μας προσκαλεί.
* Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ είναι συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, «Να πώς γράφονται οι ιστορίες» (εκδ. Ψυχογιός).