Για το μυθιστόρημα της Ρ.Ο. Κουόν «Οι εμπρηστές» (μτφρ. Παλμύρα Ισμυρίδου, εκδ. Δώμα). Στην κεντρική εικόνα, η συγγραφέας.
Του Νίκου Ξένιου
Δέκα χρόνια συγγραφικού μόχθου χρειάστηκαν μέχρι να δημοσιεύσει η κορεατικής καταγωγής συγγραφέας Ρ.Ο. Κουόν το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο Οι εμπρηστές (The Incendiaries: η λέξη σημαίνει τόσο τους εμπρηστές όσο και εκείνους που παρακινούν άλλους ανθρώπους σε δράση, τους αγκιτάτορες, πολιτικούς και θρησκευτικούς), το οποίο ήταν υποψήφιο για καλύτερο αμερικανικό μυθιστόρημα της περασμένης χρονιάς. Στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δώμα σε μετάφραση της Παλμύρας Ισμυρίδου, μια μετάφραση που διασώζει την κύρια αρετή του βιβλίου αυτού: τον ρυθμό.
Εξαιρετική θεματική, αδιέξοδη διαχείριση
Ο κεντρικός ήρωας, ο Γουίλ Κένταλ, παρατηρεί πως όσοι δεν έχουν την εμπειρία της πίστης στον Θεό νομίζουν πως η απάρνηση της πίστης αυτής θα τους χειραφετήσει, θα τους απαλλάξει από τις νόρμες και τις ενοχές που τους βασανίζουν. Ο επινοημένος αυτός λογοτεχνικός χαρακτήρας επιχειρεί να ενστερνισθεί τις έγνοιες και τα πάθη που κατατρύχουν τους απαρνητές της θρησκευτικής πίστης: στο βιβλίο της Κουόν αυτές οι επιλογές οδηγούν σε καταστροφικά αποτελέσματα, οπότε το αποτέλεσμα στην ψυχή του αναγνώστη είναι αντίθετο από το προσδοκώμενο. Ανατρεπτικό ως προς τις προθέσεις, το μυθιστόρημα αποδεικνύεται ισχυρό όπλο στα χέρια του κινήματος #MeToo, καθώς εξερευνά την τοξική αρσενική κυριαρχία και τον τρόπο με τον οποίο την ασκούν οι φορείς της εξουσίας. Ωστόσο, δεν φαίνεται να εξαντλεί διεξοδικά τους διαύλους διαφυγής απ’ αυτήν.
Ανατρεπτικό ως προς τις προθέσεις, το μυθιστόρημα αποδεικνύεται ισχυρό όπλο στα χέρια του κινήματος #MeToo, καθώς εξερευνά την τοξική αρσενική κυριαρχία και τον τρόπο με τον οποίο την ασκούν οι φορείς της εξουσίας. Ωστόσο, δεν φαίνεται να εξαντλεί διεξοδικά τους διαύλους διαφυγής απ’ αυτήν.
Το μυθιστόρημα της Κουόν διαθέτει όλα τα συστατικά που χρειάζεται ένα βιβλίο για να είναι εκρηκτικό: ένα ελίτ αμερικανικό πανεπιστήμιο, μια σχέση κεραυνοβόλου έρωτα, την ηγετική φυσιογνωμία ενός αλλοτριωμένου πρώην επαναστάτη, σκηνές τρομοκρατίας και αστικής βίας, καθώς και έναν αξιόλογο αφηγητή. Όμως, παρά την πολλά υποσχόμενη συνταγή, είναι ένα βιβλίο που αναλώνεται στην εξεζητημένη φροντίδα της φόρμας. Εμπνευσμένη από μιαν επιστολή της Ίντιθ Γουόρτον όπου εξαίρεται η απόλαυση των λέξεων σε ένα λογοτέχνημα[1] (πρότυπο της Κουόν είναι το ποίημα «Ωδή σε μια ελληνική υδρία» του Τζον Κητς), η αφήγηση διεξάγεται με σύντομες εντυπώσεις, ενώ ο φονταμενταλισμός ως κλίμα αποδίδεται με αρκετά βίαιες εικόνες.
Νοσηρό ερωτικό τρίγωνο
Η συγγραφέας βάζει ως κύριο ενδοδιηγητικό αφηγητή τον Γουίλ Κένταλ, έναν νέο φιλόδοξο φοιτητή του πανεπιστήμιο Έντουαρντς του Νόξχερστ (το Νόξχερστ είναι μια απόλυτα επινοημένη πόλη της πολιτείας της Νέας Υόρκης και το συγκεκριμένο pinnacle of learning πανεπιστήμιο απευθύνεται στους κοινωνικώς «αρίστους», είναι ένα κολέγιο της ανώτερης κοινωνικής τάξης). Αυτό που συνδέει αυτόν τον πρώην Ευαγγελιστή πιστό με τη συγγραφέα-δημιουργό του είναι η ανεξήγητη απώλεια της θρησκευτικής πίστης σε ηλικία δεκαεπτά ετών (στην ίδια φάση απώλεσε την πίστη της και η Ρ.Ο. Κουόν, κατά δήλωση της ίδιας). Κύριο γνώρισμα του Γουίλ είναι η υπόδυση ταξικών ρόλων που τον αναβαθμίζουν στα μάτια των συνομηλίκων του.
Το αντικείμενο του έρωτά του, η Φοίβη Λιν, κορεατικής καταγωγής, βρίσκεται στο στάδιο ενός νέου ξεκινήματος, μετά την εγκατάλειψη του νεανικού της ονείρου να γίνει διάσημη πιανίστα και μετά την απώλεια της μητέρας της σε κοινό αυτοκινητικό ατύχημα, γεγονός που τη γεμίζει ενοχές: η Φοίβη μετατρέπεται στο κλασικό «party girl» και προσπαθεί βίαια να εδραιώσει έναν λόγο ύπαρξης, εύκολα προσηλυτιζόμενη ιδεολογικά και φτάνοντας σε απίστευτα σημεία ακρότητας και ριζοσπαστισμού.
Η Φοίβη μετατρέπεται στο κλασικό «party girl» και προσπαθεί βίαια να εδραιώσει έναν λόγο ύπαρξης.
Ο τρίτος ήρωας, ο Τζον Λιλ, χαρισματικός και μυστηριώδης απόφοιτος του πανεπιστημίου Έντουαρντς, ημι-κορεατικής καταγωγής, έχει χρηματίσει ακτιβιστής στη Βόρεια Κορέα και το αφήγημα είναι πως, αφού βασανιστεί σ’ ένα γκούλαγκ του αυταρχικού αυτού καθεστώτος, θα επιστρέψει στις ΗΠΑ, θα ιδρύσει την οργάνωση «Τζεϊτζά» (στα κορεάτικα σημαίνει «Υποταγή») και θα ταχθεί κατά των αμβλώσεων, περιφερόμενος ξυπόλητος και κατευθύνοντας ιδεολογικά κάποιους απροσανατόλιστους νέους σαν τη Φοίβη. Τα μέλη της οργάνωσης αγνοούνται έως το τέλος του βιβλίου.
Κατανεμημένη εστίαση και κοινωνικό σχόλιο
Ενώ, λοιπόν, ο αφηγητής είναι σταθερός, η εστίαση της αφήγησης αλλάζει ανά κεφάλαιο: η Φοίβη, ο Γουίλ και ο Τζων Λιλ είναι τα τρία πρόσωπα, η δράση και τα λόγια των οποίων αφήνουν το νήμα να εκτυλίσσεται. Στο μυθιστόρημα του Ντε Λίλο Μάο ΙΙ συναντά κανείς τους «ενωτικούς», ένα χριστιανικό κίνημα που ιδρύθηκε στις ΗΠΑ κατά τη δεκαετία του 1950, καθώς και την προδοσία που νιώθει μια νεαρή οπαδός τους. Η Φοίβη στο μυθιστόρημα της Ρ.Ο. Κουόν πάσχει από κάτι αντίστοιχο: ο Τζων Λιλ υποτίθεται ότι είναι ο άψογος προσηλυτιστής και γι’ αυτό η Φοίβη πέφτει με τα μούτρα. Αν λάβει κανείς υπόψη του ότι και ο Γουίλ, το πρώην αγόρι της, είναι παλιός ευαγγελιστής που έχει προσηλυτίσει την ίδια του τη μητέρα, καταλαβαίνει ότι το ζήτημα είναι η φερεγγυότητα των δογμάτων και των οργανώσεων τέτοιου χαρακτήρα. Όλοι αυτοί οι «Jesus freaks» συνθέτουν ένα σοβαρότατο κοινωνικό πρόβλημα των ημερών μας, που φυσικά μπορεί να αποτελέσει το θέμα ενός σοβαρού μυθιστορήματος, ιδιαίτερα όταν το ζητούμενο είναι η ερμηνεία της απώλειας της πίστης και το μεταφυσικό κενό που την ακολουθεί.
Η οξύτητα των ζητημάτων που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες δεύτερης γενεάς, τα τραύματα της παιδικής ηλικίας και τα στερητικά σύνδρομα, το ψέμα και η επινοημένη οικογενειακή ζωή σε συνδυασμό με την ταξική ευνοιοκρατία, ο φανατισμός, η ψυχολογική και σεξουαλική βία, η πόλωση των απόψεων και η μισαλλοδοξία, η παραίσθηση υπό την επιρροή χαπιών, η ανάγκη προσφυγής στην πίστη και η έξοδος από μια ψυχική ρωγμή μέσω του θρησκευτικού εξτρεμισμού: αυτή είναι η θεματολογία του μυθιστορήματος αυτού, που είναι συντεθειμένο με αφοριστικό τρόπο, κοφτό και ηχηρό, που κάνει εύστοχες «τομές» ψυχολογικού χαρακτήρα, οξύ κοινωνικό σχόλιο και κριτική, ενώ περιλαμβάνει γνωρίσματα ενός ψυχολογικού θρίλερ εν τη γενέσει.
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο του, το μυθιστόρημα «Τα σπλάχνα» (εκδ. Κριτική).
1. Το εν λόγω επιστολικό απόσπασμα της Ίντιθ Γουόρτον είναι το εξής: «Δεν πιστεύω πως υπάρχει μεγαλύτερη ευλογία από το να σε διαπεράσει ξανά και ξανά η λάμψη και η γλυκύτητα των λέξεων. Εκείνος που δεν ένιωσε «Die Sonne tönt nach alter Weise» (Γκαίτε) ή τα «autumnal leaves that strew the brooks», γνώρισε μόνο τη μισή χαρά της ζωής, δεν συμφωνείτε; – Δεν θα τα αντάλλασσα αυτά ούτε για ένα ολόκληρο βασίλειο!»
Οι εμπρηστές
Ρ.Ο. ΚΟΥΟΝ
Μτφρ. ΠΑΛΜΥΡΑ ΙΣΜΥΡΙΔΟΥ
ΔΩΜΑ 2021
Σελ. 240, τιμή εκδότη €16,00
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Μήπως τα έχω καταλάβει λάθος, Φοίβη; Μήπως ενήργησες με πίστη, χωρίς καμία αμφιβολία, μήπως η βόμβα στην κλινική ήταν φόρος τιμής στον Θεό που αγαπούσες; Θα πω το εξής: το εύχομαι. Κι αν δεν μπορώ να σε φανταστώ να λάμπεις στο φως της φλόγας Του, πιθανώς το έλλειμμα είναι δικό μου, όχι δικό σου. Προτού φύγω απ’ το διαμέρισμα, ανακάλυψα το ημερολόγιο όπου κρατούσες σημειώσεις πριν απ’ τις εξομολογήσεις σου στην Τζεϊτζά, καταγράφοντας όσα θα τους έλεγες, όσα θα μας έλεγες. Ήταν χωμένο πίσω από μια στοίβα βιβλία, τα οποία είχαν ψάξει επισταμένως, φυσικά, ο Φιτς και ο Χιου. Μαλακό δερμάτινο ντύμα κι ένα λουράκι, όπως θα περίμενες να είναι ένα ημερολόγιο. Κι όμως τους ξέφυγε. Ειλικρινά, δεν ξέρω πώς να εξηγήσω αυτή τη θεία πρόνοια. Χρησιμοποίησα τη φαντασία μου όσο μπορούσα. Συνθέτω ό,τι έχω από σένα, ορισμένα στοιχεία είναι από πρώτο χέρι. Κάποια άλλα τα υπέθεσα. Οι λεπτομέρειες συσσωρεύονται, αποκτούν σχήμα και ζωή. Συμπληρώνω τα κενά. Θυμάμαι τα λόγια του Τζων Λιλ, το πώς σε έπεισαν τα λαμπερά του ψεύδη. Δεν μπορώ να ξεχάσω αυτό που μου είπες, ότι δεν προσπάθησα καν να καταλάβω. Φοίβη, εξακολουθώ να πιστεύω ότι δεν υπάρχει Εκείνος. Πιστεύω ότι εμείς, στην προσπάθειά μας να ζήσουμε, Τον επινοήσαμε. Αν όμως ήταν στο χέρι μου, θα Του ζητούσα να σου δώσω τα πάντα...»