Για τη νουβέλα του Octave Mirbeau «Ο θάνατος του Μπαλζάκ» (μτφρ.-πρόλογος: Μαρία Γυπαράκη, εκδ. Στιγμός/Ευρασία).
Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Τι θαυμαστό βιβλίο! Ένα αριστούργημα. Στενόχωρο αριστούργημα, σαν δερμάτινο παπούτσι φτιαγμένο στο χέρι αλλά ένα νούμερο μικρότερο. Στ’ αλήθεια, σχεδόν ανακουφίζεσαι όταν ο Μπαλζάκ πεθαίνει! Γιατί υπέφερε, υπέφερε τρομερά. Και δεν υπέφερε μόνο τις ώρες του ψυχορραγήματός του, ή τις ημέρες που προηγήθηκαν, εκείνες τις σκληρές και τόσο μα τόσο άδικες για τον ίδιο και για τον κόσμο όλο. Όχι: υπέφερε πάντα! Αυτό το θαυμαστό, αυτό το εξωγήινο μυαλό, ο άνθρωπος που κλήθηκε από τη μοίρα να κάνει λογοτεχνία την ίδια τη ζωή στην ολότητά της, αυτός ο άνθρωπος υπέφερε. Είχε χρέη, δημιουργούσε ακόμη περισσότερο κάθε μέρα που περνούσε, οι δανειστές του τον κυνηγούσαν, οι τοκογλύφοι τού έτρωγαν τη σάρκα, οι ειδικοί στις επενδύσεις τον περιγελούσαν, και το σαράκι της οικονομικής δυσπραγίας και του χάους τού άργαζε τα σωθικά.
Αλλά και η αγαπημένη του! Ακόμα κι αυτή ήταν απρόσιτη, μακρινή, ξένη, σε άλλη χώρα, με άλλον άντρα, κάτι απλησίαστο και ανέφικτο. Και όμως, ήταν πλούσια: θα μπορούσε –τι όνειρο και τι τύχη!– να σβήσει διαμιάς όλα του τα χρέη, ώστε εκείνος να μπορέσει επιτέλους απερίσπαστος να αφοσιωθεί στην ίδια, στον κύκλο τους, και στη δουλειά του.
Στ’ αλήθεια, σχεδόν ανακουφίζεσαι όταν ο Μπαλζάκ πεθαίνει! Γιατί υπέφερε, υπέφερε τρομερά. Και δεν υπέφερε μόνο τις ώρες του ψυχορραγήματός του, ή τις ημέρες που προηγήθηκαν, εκείνες τις σκληρές και τόσο μα τόσο άδικες για τον ίδιο και για τον κόσμο όλο. Όχι: υπέφερε πάντα!
Γιατί ο Μπαλζάκ, βέβαια, δούλευε. Δούλευε πάνω σε τέσσερα μυθιστορήματα ταυτόχρονα, μαζί με μερικά θεατρικά, με άρθρα, με έρευνες, με επιχειρήσεις, με το εμπόριο, με ό,τι μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου. Δούλευε τα τέσσερα, πάντα, μυθιστορήματά του με ρυθμούς πολυβόλου, εργαζόταν μέρα, δείλι, βράδυ, νύχτα, δούλευε μανιακά για να προλάβει να παραδώσει αύριο στον εκδότη, και ταυτόχρονα επεξεργαζόταν προσχέδια για τα επόμενα βιβλία του, αλληλογραφούσε κατά ριπάς, αγόραζε αντίκες, ταξίδευε για να δει από κοντά τις περιοχές όπου διαδραματίζονταν τα βιβλία του, έτρωγε φρούτα και έπινε ασταμάτητα καφέ – και ερωτευόταν και γοήτευε βεβαίως, και κατακτούσε.
Ο Octave Mirbeau (1848-1917) συγγραφέας της Belle Époque, γνώρισε μεγάλη δημοτικότητα και αναγνώριση από τη λογοτεχνική και καλλιτεχνική πρωτοπορία της εποχής του. Δημοσιογράφος με μεγάλη επιρροή, τεχνοκριτικός και φίλα προσκείμενος στις πρωτοπορίες ασκεί πολύ συχνά πολεμική και υπερασπίζεται με πάθος τους ιμπρεσιονιστές Μανέ, Σεζάν και Μονέ. Προσωπικότητα πολυσχιδής και αμφιλεγόμενη, ο βαθύτατα ευρωπαϊστής Μιρμπώ θα χάσει την εμπιστοσύνη του στην ανθρωπότητα μετά την μεγάλη καταστροφή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πεθαίνει το 1917, την ημέρα που κλείνει τα εξήντα εννέα του χρόνια. |
Μα τι βιβλίο! Χωρισμένο σε τρία κεφάλαια («Με τον Μπαλζάκ», «Η γυναίκα του Μπαλζάκ», «Ο θάνατος του Μπαλζάκ»), κάνει μία συνοπτική αποτίμηση του έργου του –που ο καθένας μας υποκλίνεται ευλαβικά μπροστά του: αν και όχι η Ακαδημία του καιρού του!–, μας παρουσιάζει τη μαντάμ Χάνσκα από τη μακρινή Ουκρανία, τον μεγάλο έρωτα του Μπαλζάκ –ένα ιδιοφυές πορτρέτο–, και καταλήγει στις μέρες και τις ώρες που προηγήθηκαν του θανάτου του, και σ’ αυτές, τις μίζερες, που ακολούθησαν. Τι δράμα! Την εξιστόρηση, δε, αυτών των τελευταίων την κάνει στον αναρχικό συγγραφέα Mirbeau (1848-1917), αυτόν τον ανατρεπτικό δημιουργό, τον μεγάλο και αταξινόμητο εραστή της ελευθερίας, ο ζωγράφος Ζαν Ζιγκού, δηλαδή ο ίδιος ο εραστής της μαντάμ Χάνσκα – της συζύγου του Μπαλζάκ! Γιατί ο Ζιγκού ήταν εκεί την ώρα της επιθανάτιας αγωνίας του γίγαντα των Γραμμάτων, στο σπίτι του, αυτός μόνο μαζί με τους υπηρέτες. Και, ναι, αν είναι δυνατόν, «η κόμισσα Εβελίνα Χάνσκα και ο εραστής της, ο Ζαν Ζιγκού, περνούν τη νύχτα μαζί!» όπως σημειώνει και η εκδότρια και μεταφράστρια Μαρία Γυπαράκη στο Προλογικό της Σημείωμα, όπου μαθαίνουμε τα πάντα για το πότε, πώς και πού γράφτηκε αυτό το εκκεντρικό, θαυμαστό βιβλίο.
Τι βιβλίο όμως και στην ελληνική του έκδοση! Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια έξοχη από πάσης απόψεως έκδοση, με ένα κομψοτέχνημα και μία αριστουργηματική μετάφραση, θυελλώδη και προσεκτική, παιχνιδιάρα και κυριολεκτική. Ένα θαύμα.
Καλωσορίζουμε τις εκδόσεις Στιγμός, που προστίθενται στο όχημα των εκδόσεων Ευρασία λίγο πριν φύγει από κοντά μας αυτή η άσχημη χρονιά.
* Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ είναι συγγραφέας και επιμελητής εκδόσεων. Τελευταίο βιβλίο του, «Ένας κόκκινος σκούφος για τον Ροδόλφο» (εκδ. Κλειδάριθμος).
Ο θάνατος του Μπαλζάκ
OCTAVE MIRBEAU
Μτφρ. ΜΑΡΙΑ ΓΥΠΑΡΑΚΗ
ΣΤΙΓΜΟΣ 2020
Σελ. 112, τιμή εκδότη €12,00