Μια κριτική προσέγγιση, με πολλές διασαφηνίσεις, με αφορμή το βιβλίο «Woke Culture, Η βαρβαρότητα της "σωστής πλευράς" της Ιστορίας» (Ελληνοεκδοτική) του Γιώργου Χ. Πανόπουλου, στο οποίο «ο συγγραφέας μεταφέρει ποικίλες ανακρίβειες και παραθέτει αταξινόμητα μια ευρεία γκάμα ψευδοεπιχειρηματολογίας βασισμένης σε σοφίσματα».
Γράφει ο Αντώνης Γουλιανός
Η αποκαλούμενη «woke κουλτούρα» αποτελεί τον νέο ανεμόμυλο των συντηρητικών και ειδικά της συντηρητικής δεξιάς και ακροδεξιάς. Και ενώ αρχικά σήμαινε κάτι εντελώς διαφορετικό, πλέον έχει καταλήξει να οριοθετείται εννοιολογικά από τους προαναφερθέντες συντηρητικούς ως αποτελούμενος από τα εξής, κυρίως, θέματα: έμφυλες ταυτότητες, κίνημα metoo, κλιματική αλλαγή και φεμινισμός, όλα ιδωμένα από την τρομολαγνική αφήγηση της δεξιάς καταστροφολογίας. Συγκεκριμένα, ο όρος «woke» από μετωνύμιο φυλετικού ακτιβισμού (προέρχεται συγκεκριμένα από τη μαύρη κοινότητα και σήμαινε την εγρήγορση και την ευαισθητοποίηση σε ζητήματα φυλετικής ανισότητας και κοινωνικής αδικίας), τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω της πολιτικής και ιδεολογικής πόλωσης, έχει υιοθετηθεί από συντηρητικούς κύκλους για να περιγράψει ή να επικρίνει ευρύτερες προοδευτικές και ακτιβιστικές θέσεις, συχνά με αρνητική χροιά. Κατά αυτόν τον τρόπο, η Δεξιά μπορεί να υποτιμά και να αγνοεί επιλεκτικά μια εκτενή παλέτα κοινωνικών διεκδικήσεων.
Υπό τον ψευδοόρο «woke», λοιπόν, λανθασμένα και ίσως εσκεμμένα, με πολιτικούς σκοπούς κατά βάση, επισυνάπτεται ένας πακτωλός εννοιών, όρων και κοινωνικών φαινομένων που υπήρχαν, τουλάχιστον ως προβληματισμοί, στο μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας.
Υπό τον ψευδοόρο «woke», λοιπόν, λανθασμένα και ίσως εσκεμμένα, με πολιτικούς σκοπούς κατά βάση, επισυνάπτεται ένας πακτωλός εννοιών, όρων και κοινωνικών φαινομένων που υπήρχαν, τουλάχιστον ως προβληματισμοί, στο μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας.
Σύμφωνα με το οπισθόφυλλο του βιβλίου, Woke Culture, Η βαρβαρότητα της "σωστής" πλευράς της Ιστορίας, ο συγγραφέας, Γιώργος Χ. Πανόπουλος, «παρατηρεί στοχαστικά και αποτυπώνει με τρόπο στιβαρό τι συμβαίνει στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό». Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που πράττει ο συγγραφέας είναι να μεταφέρει ποικίλες ανακρίβειες και παράλληλα να παραθέτει αταξινόμητα μια ευρεία γκάμα ψευδοεπιχειρηματολογίας βασισμένη σε σοφίσματα, όπως θα δούμε αναλυτικά και παρακάτω.
Το βιβλίο ξεκινά με τον αδρά κινδυνολογικό πρόλογο του Κώστα Θεολόγου, ο οποίος, αφού ενημερώνει τον αναγνώστη ότι «η δημοκρατία και ο δυτικός πολιτισμός κινδυνεύουν από την τυραννία των ολίγων», συνοψίζει λίγα λόγια για τον συγγραφέα, ενημερώνοντάς μας μάλιστα πως ο κ. Πανόπουλος τυγχάνει να είναι και αστρολόγος.
Το βιβλίο αποτελείται από δεκαέξι κεφάλαια στα οποία ο συγγραφέας προσπαθεί να καταδείξει την, κατά τη γνώμη του, πτώση του δυτικού πολιτισμού εξαιτίας της «woke κουλτούρας». Ο ίδιος ο προσδιορισμός ως «κουλτούρας» αποτελεί μάλλον κοινωνιολογική αυθαιρεσία. Φτάνουμε να αποδώσουμε ευρείες συμπεριφορές και πιστεύω ως «κουλτούρα» όταν αυτά καταλήγουν να συνενώνουν κοινότητες και να συστήνουν χαρακτήρα. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτές οι κοινότητες τις οποίες ψευδολογικά ορίζει η δεξιόστροφη ρητορική ως «woke» –ρητορική που βεβαίως μπορεί να ενστερνίζεται ένα άτομο χωρίς απαραίτητα να ανήκει πολιτικά στη Δεξιά– υπήρχαν πολλές δεκαετίες πριν.
Γίνεται φανερό από αυτά τα προλεγόμενα πως, προτού περάσουμε στην αναλυτική εξέταση του βιβλίου, κρίνεται αναγκαίο να αποσαφηνιστούν ορισμένες παρανοήσεις.
«Woke» εναντίον παράδοσης
Η πρώτη παρανόηση αφορά την παράδοση. Το στοιχείο που κατά βάση συναρθρώνει τον κύριο φόβο των πολέμιων του «woke» είναι η αντίθεση των όσων αντιλαμβάνονται ως «woke» με την παράδοση. Η έννοια της παράδοσης, ωστόσο, όπως έχουν επισημάνει πολλοί διανοητές, με πρωτοπόρο τον κοινωνιολόγο Εμίλ Ντιρκέμ, υπάρχει συνήθως σε αντιδιαστολή με κάτι άλλο. Τότε είναι που αποκτά σώμα και λόγο, ειδάλλως δεν μπορεί να συσταθεί σε έναν ξεκάθαρο ορισμό που να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που το εκάστοτε άτομο θεωρεί ως «παράδοση».
Οι παραδόσεις άλλωστε διαφέρουν από τόπο σε τόπο και πολλές από αυτές, παρότι θεωρούνται αρχαίες και ιερές, αποτελούν πολύ πιο σύγχρονες εφευρέσεις, όπως αποδεικνύεται και στη σχετική ανθολογία δοκιμίων Τhe invention of Tradition [επιμ. Eric Hobsbawm / Terence Ranger, Cambridge University Press]. Υπάρχουν, επίσης, παραδόσεις λαών και θρησκειών που δεν επικεντρώνουν στο δίπολο του φύλου ως αρσενικό και θηλυκό. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελoύν η πλούσια και αχανής Ινδική παράδοση σε φιγούρες που ενσαρκώνουν τόσο θηλυκά όσο και αρσενικά στοιχεία ή το «τρίτο φύλο» των hijra, οι Ορκισμένες Παρθένες των Βαλκανίων, τα Μahu της προαποικιοκρατούμενης Πολυνησίας κ.ά.
Βιολογικό και κοινωνικό φύλο
Η δεύτερη παρανόηση εντοπίζεται στη σύγχυση των όρων βιολογικού φύλου (sex) και κοινωνικού φύλου (gender). Επειδή στην πλειονότητά τους τα κινδυνολογικά άρθρα των μίντια, στα οποία βασίζεται (με παραπομπές) και το συγκεκριμένο βιβλίο, προέρχονται από αγγλόφωνα σάιτς, μεταφέρουν ατυχώς στα ελληνικά μια διάκριση που κατά τα άλλα είναι πλήρως αποδεκτή στην επιστήμη της κοινωνιολογίας. Η απαραίτητη αυτή διάκριση δεν ξεπήδησε φυσικά από το πουθενά. Ο ψυχαναλυτής Robert Stoller, ο –ίσως αμφιλεγόμενος– σεξολόγος John Money και η κοινωνιολόγος Ann Oakley ήταν από τους πρώτους επιστήμονες που διατύπωσαν αυτή την αναγκαία διαφοροποίηση. Και χαρακτηρίζεται αναγκαία διότι μέσα από την μελέτη της ιστορίας γίνεται αρκετά σαφές πως η έκφραση του φύλου και τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στο κάθε φύλο διαφέρουν από κοινωνία σε κοινωνία και από εποχή σε εποχή. Την εποχή του Μότσαρτ, για παράδειγμα, οι άνδρες φορούσαν μακριές περούκες και οι αριστοκράτες αν δεν ήταν από τη φύση τους αρκετά χλωμοί δεν δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν πούδρα για να πετύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ακόμη και μετά την νεοκλασική περίοδο στην κουλτούρα, με την αρχή του Ρομαντισμού, η έννοια της αρρενωπότητας παρέμεινε αφοσιωμένη στην ομορφιά και αυτή τη φορά επικεντρώθηκε και στην άρνηση της λογικής του Διαφωτισμού, στην εκτίμηση της ποίησης και στον έρωτα ως ιδεατό αγαθό, με ευαίσθητους νεαρούς άνδρες πρόθυμους να αυτοκτονήσουν πληγωμένοι από κάποιο ανευόδωτο ειδύλλιο, κατά το παράδειγμα του εμβληματικού Βέρθερου, του Γκαίτε, που αποτύπωσε ακριβώς αυτό το είδος αρρενωπότητας. Στα ελληνικά, ένας λιγότερο περιφραστικός τρόπος να αποτυπωθεί ευστόχως η διαφορά μεταξύ του κοινωνικού και του βιολογικού φύλου είναι οι όροι αρσενικό-θηλυκό (βιολογικά) και άνδρας-γυναίκα (κοινωνικά).
Ο δρόμος για αυτές τις διαπιστώσεις δεν άνοιξε απότομα. Διανοητές που εξερεύνησαν τα όρια του φύλου και της σεξουαλικότητας, όπως ο Φρόυντ, ο Κίνσευ και η Μποβουάρ, έθεσαν τα θεμέλια για την θεωρητικοποίηση αυτών των παρατηρούμενων ρευμάτων εντός του κοινωνικού και του ιστορικού γίγνεσθαι...
Ο δρόμος για αυτές τις διαπιστώσεις δεν άνοιξε απότομα. Διανοητές που εξερεύνησαν τα όρια του φύλου και της σεξουαλικότητας, όπως ο Φρόυντ, ο Κίνσευ και η Μποβουάρ, έθεσαν τα θεμέλια για την θεωρητικοποίηση αυτών των παρατηρούμενων ρευμάτων εντός του κοινωνικού και του ιστορικού γίγνεσθαι, που αποκρυσταλλώθηκαν αργότερα αναλυτικά σε έργα του Φουκώ, της Τζούντιθ Μπάτλερ κ.ά. Τα... τρομακτικά «εκατοντάδες» φύλα των «woke» λοιπόν, είναι πλήρως υπαρκτά μέσα στο πλαίσιο των κοινωνικών επιτελέσεων και δεν αποτελούν απαραιτήτως αμφισβήτηση της βιολογικότητας του φύλου.
Οι τρανς και η βιολογικότητα του φύλου
Αλλά τι συμβαίνει με το βιολογικό φύλο; Εντός του βιβλίου ο κύριος Πανόπουλος αναφέρεται ξανά και ξανά σε ένα διαδεδομένο, υποτίθεται, πιστεύω των τρανς ακτιβιστών, δηλαδή πως δεν υπάρχει το βιολογικό φύλο. Εδώ είναι απαραίτητη ακόμα μια διόρθωση στα γραφόμενα του συγγραφέα: ο όρος «τρανς», όπως αναγνωρίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας, είναι ένας όρος «ομπρέλα», που περιλαμβάνει πολλά και διαφορετικά άτομα και κατηγορίες που αγγίζουν ένα ευρύ φάσμα ταυτοτικών προσδιορισμών. Αρκετά τρανς άτομα δεν αμφισβητούν το δίπολο του φύλου, αντιθέτως το ενστερνίζονται πλήρως. Η ίδια η πράξη της μετάβασης δεν αμφισβητεί απαραιτήτως τα όρια του έμφυλου διπόλου, αλλά ορισμένες φορές τα επιρρώνει. Η μετάβαση, δε, δεν αποτελεί μια πράξη κατάργησης της βιολογικότητας του φύλου, αλλά μια προσπάθεια να νιώσει το εκάστοτε άτομο όσο πιο άνετα μπορεί στο σώμα του, σύμφωνα με την ταυτότητα φύλου του.
O Διαφωτισμός είναι το σημείο εκκίνησης μιας συστηματικότερης κριτικής και αποδόμησης της Δύσης.
Μια ακόμα παρανόηση στο κείμενο έχει να κάνει με τον Διαφωτισμό. Σε πολλά κεφάλαια γίνεται λόγος για επιστροφή σε μια «προ Διαφωτισμού Δύση» όπου δεν κυριαρχεί πια η λογική ή η ανοχή στην διαφορετική άποψη. Φυσικά η ιστορική πραγματικότητα διαψεύδει αυτή τη δήλωση, αφού ο Διαφωτισμός είναι το σημείο εκκίνησης μιας συστηματικότερης κριτικής και αποδόμησης της Δύσης. Τότε ήταν που ξεκίνησε ο κριτικός έλεγχος πάνω σε παραδεδομένες αξίες και παραδόσεις. Aπό τον Βολταίρο, τον Ντιντερό, την Ολυμπία ντε Γκουζ, τον Μοντεσκιέ και τον Σουίφτ, έως τον ύστερο Διαφωτισμό με γραπτά του ντε Σαντ που έχουν αντιπατριαρχικά και αντιεξουσιαστικά μοτίβα, οι κομβικές φιγούρες της εποχής άσκησαν κριτική στην αποικιοκρατία, στις παραδεδομένες αξίες, στην έννοια της εξουσίας και, αν λάβουμε υπόψη πολλά από τα γραπτά του Ρουσώ, ο Διαφωτισμός έθεσε τις βάσεις ακόμα και για το κλιματικό κίνημα.
Αόριστες επικλήσεις της επιστήμης
Η τελευταία απαραίτητη αποσαφήνιση, τέλος, πριν περάσουμε σε συγκεκριμένα χωρία του κειμένου, είναι η επίκληση της επιστήμης ως μιας αόριστης έννοιας. Στη σελίδα 124 συγκεκριμένα ξεκινάει το υποκεφάλαιο 7.4 με τον τίτλο «Οι τρανς πειρασμοί της επιστήμης» στο οποίο ο συγγραφέας κατονομάζει ως «ψευδοεπιστήμη» την πεποίθηση πως το βιολογικό φύλο είναι φάσμα. Την ίδια στιγμή, μερικεύοντας, κάνει λόγο για δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό (το Scientific American) που αμφισβητεί τα σαφή όρια μεταξύ του αρσενικού και του θηλυκού, λέγοντας πως το «τρανς λόμπι» επεμβαίνει πλέον και στις επιστημονικές διακηρύξεις. Πολλές οι παρανοήσεις του συγγραφέα στο συγκεκριμένο χωρίο:
Η επιστήμη δεν αποτελεί θρησκευτικό βιβλίο, δύναται να αλλάξει και να εξελιχθεί ανάλογα με την αποκτώμενη γνώση.
1ον. Είναι αντιφατικό να αμφισβητείται η επιστήμη του 21ου αιώνα, αλλά για κάποιο λόγο η επιστήμη προηγούμενων δεκαετιών, με όλες τις ελλείψεις στον εξοπλισμό και τις γνώσεις για την κατανόηση σημαντικότατων στοιχείων της βιολογίας (όπως για παράδειγμα η επισκόπηση της εγκεφαλικής λειτουργίας με σαρωτές. Σχετικές έρευνες έχουν δείξει πως η εγκεφαλική λειτουργία των τρανς ατόμων, ακόμα και πριν την ορμονοθεραπεία, εφάπτεται περισσότερο με το φύλο στο οποίο προσδιορίζονται), να θεωρείται θέσφατο αλήθειας. Η επιστήμη δεν λειτουργεί έτσι. Πολλά πορίσματα της επιστήμης του παρελθόντος έχουν διαψευσθεί από την επιστήμη του σήμερα. Η επιστήμη δεν αποτελεί θρησκευτικό βιβλίο, δύναται να αλλάξει και να εξελιχθεί ανάλογα με την αποκτώμενη γνώση. Ακόμα και σήμερα, κομβικά σημεία για την κατανόηση του ανθρώπινου φύλου, όπως ο ρόλος των χρωμοσωμάτων και οι συνδυασμοί τους, δεν είναι ακόμα πλήρως καταληπτά.
2ον. Η αυστηρή διχοτόμηση του βιολογικού φύλου και ειδικά η απόδοση ορισμένων συμπεριφορικών ιδιοτήτων στους «άνδρες» και τις «γυναίκες» έχει αμφισβητηθεί με ρητώς στοιχειοθετημένα επιστημονικά επιχειρήματα δεκαετίες πριν και δεν προέκυψε ξαφνικά μέσα από την συγκεκριμένη δημοσίευση του Scientific American. Η βιβλιογραφία είναι ευρεία, αλλά αναφέρω συνοπτικά ορισμένα αξιόλογα βιβλία, με πρώτο το εμβληματικό βιβλίο της επίτιμης καθηγήτριας Βιολογίας και σπουδών φύλου Anne Fausto-Sterling, Myths of Gender, στο οποίο εξετάζει τις μεθοδολογικές ανεπάρκειες πολλών ερευνών που καταπιάνονται με τις «διαφορές των φύλων», The Gendered Brain, της ομότιμης καθηγήτριας νευροεπιστήμης (συγκεκριμένα, γνωσιακής νευροαπεικόνισης) στο Aston Univercity, Gina Rippon, καθώς και το Delusion of gender, της Cordelia Fine, φιλόσοφο της επιστήμης και καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Μελβούρνης.
Οι περισσότερες έρευνες που αποδεικνύουν δήθεν τις διαφορές των φύλων, αποτελούν, όπως τεκμαίρεται στα προαναφερθέντα βιβλία, κακή επιστήμη, με μεθοδολογικά λάθη, bias ή κακή ερμηνεία των αποτελεσμάτων
Είναι, επομένως, ανεδαφικοί οι ισχυρισμοί του συγγραφέα πως η πεποίθηση του βιολογικού έμφυλου φάσματος είναι «ψευδοεπιστημονική». Η επιστήμη χωρίζεται σε καλή (good science) και κακή (bad science) ανάλογα με τις αποδείξεις που προσφέρει. Οι περισσότερες έρευνες που αποδεικνύουν δήθεν τις διαφορές των φύλων, αποτελούν, όπως τεκμαίρεται στα προαναφερθέντα βιβλία, κακή επιστήμη, με μεθοδολογικά λάθη, bias ή κακή ερμηνεία των αποτελεσμάτων (για παράδειγμα, πολλές από τις διαφορές κατέληγαν να είναι επίκτητες: με διαφορετικά ερεθίσματα ένα κορίτσι είχε άλλες επιδόσεις σε τομείς που θεωρούνταν «ανδρικοί»).
Μετά από αυτές τις απαραίτητες αποσαφηνίσεις προχωράμε στον σχολιασμό του κειμένου. Θα σχολιάσω τα κομβικότερα, κατά τη γνώμη μου, κεφάλαια.
Αρχικά, όπως γίνεται φανερό και από το διάγραμμα του βιβλίου όπου και επισκοπούμε στις πρώτες σελίδες με τα περιεχόμενα κεφάλαια, ο όρος woke για τον Πανόπουλο συμφωνεί με το προαναφερθέν επαναλανσάρισμα του όρου από τη δεξιά ρητορική, κι έτσι ο συγγραφέας καταπιάνεται κυρίως με τα τρανς άτομα, την κλιματική αλλαγή, αλλά και άλλους… woke σκοπέλους, κατά τα συγκεκριμένα μίντια, όπως τον... πρίγκιπα Χάρυ.
Ο Ντόναλντ Τραμπ κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης της Συντηρητικής Πολιτικής Δράσης (Conservative Political Action Conference (CPAC)), στη Φλόριντα, τον Φεβρουάριο του 2022, όταν λάνσαρε το σύνθημα "Awake Not Woke". Φωτογραφία: Hermann Tertsch και Victor Gonzalez. |
Ο Τζορτζ Όργουελ ως «ευαγγελιστής κατά του woke»
Στο πρώτο κεφάλαιο, λοιπόν, ο συγγραφέας προχωρά σε μια επισκόπηση του όρου woke και κάνει την πρώτη αναφορά –θα ακολουθήσουν πολλές– στον Τζορτζ Όργουελ και το μυθιστόρημα 1984. Ο Όργουελ έχει αναδειχθεί για πολλούς συντηρητικούς και οπαδούς της right wing προπαγάνδας ως ευαγγελιστής κατά του «woke». Παραβλέποντας τα σαφέστατα αντικαπιταλιστικά και αντιολοκληρωτικά μοτίβα που κυριαρχούν στο 1984 (τα ολοκληρωτικά καθεστώτα βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην πατριαρχική κοινωνική διάρθρωση), αλλά και σε άλλα έργα του, οι οπαδοί της δεξιάς ρητορικής ταυτίζουν την αφήγηση του Όργουελ με anti woke στοιχεία. Ο συγγραφέας στο σημείο αυτό μιλάει και για τις υποτιθέμενες «λογοκρισίες» που υφίσταται ο δυτικός πολιτισμός λόγω του woke, όμοιες με τις λογοκρισίες που συναντά κανείς στις σελίδες του συγκεκριμένου μυθιστορήματος. Φυσικά αυτό δεν ευσταθεί. Οι υποτιθέμενες αλλαγές σε κείμενα της λογοτεχνίας συνέβαιναν ανέκαθεν και οι διασκευές είναι κάτι συνηθισμένο, ειδικά σε κλασικά έργα της λογοτεχνίας. Αυτό δεν εξισώνεται με απαλοιφή των αυθεντικών βιβλίων, αφού υπάρχουν και θα υπάρχουν εκδοτικοί που εκδίδουν αυτουσίως τα κείμενα. Οι συγκεκριμένες πρακτικές άλλωστε δεν αφορούν απαραιτήτως πολιτικές κατευθύνσεις αλλά χρησιμοποιούνται ευρύτερα στις παιδικές και στις εφηβικές εκδόσεις. Στον αντίποδα, σε πολλά σχολεία των ΗΠΑ, σύμφωνα με την PEN America, έγκυρη μη κερδοσκοπική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1922 με σκοπό την προστασία της ελευθερίας του λόγου, υπήρξε ραγδαία αύξηση της τάξεως του 200% σε απαγορεύσεις βιβλίων που περιλαμβάνουν θέματα έμφυλων ταυτοτήτων, ψυχικής υγείας κ.ά ενώ την ίδια στιγμή πολιτείες όπως το Τέξας και η Φλόριντα πρωτοπορούν στη δημιουργία λιστών με απαγορευμένα βιβλία που αφορούν ΛΟΑΤΚΙ+ ζητήματα.
Υπήρξε ραγδαία αύξηση της τάξεως του 200% σε απαγορεύσεις βιβλίων που περιλαμβάνουν θέματα έμφυλων ταυτοτήτων, ψυχικής υγείας κ.ά ενώ την ίδια στιγμή πολιτείες όπως το Τέξας και η Φλόριντα πρωτοπορούν στη δημιουργία λιστών με απαγορευμένα βιβλία που αφορούν ΛΟΑΤΚΙ+ ζητήματα...
Φυσικά ο Όργουελ μνημονεύεται από τον συγγραφέα και για το θέμα της έμφυλης γλώσσας. Για τους πολέμιους των τρανς δικαιωμάτων, η συμπερίληψη και η εξέλιξη της γλώσσας (όλοι οι γλωσσολόγοι συμφωνούν πως η γλώσσα δεν είναι στατική αλλά εξελίσσεται με τη χρήση της) αποτελούν «νεογλώσσα» και είναι προϊόν της «αστυνομίας της σκέψης». Ο όρος «αστυνομία της σκέψης» είναι ενδιαφέρων, ειδικά αν κάποιος τον δει εκτός του πλαισίου που τον θέτει ο συγγραφέας και συνειδητοποιήσει πως ο κοινωνικός κομφορμισμός και οι πεπαλαιωμένες πατριαρχικές αντιλήψεις είναι η πραγματική «αστυνομία σκέψης», αφού αντιδρά με τέτοια σφοδρότητα στην οποιαδήποτε αλλαγή.
Για το #metoo, τη «λογοκρισία» και το «τρανς λόμπι»...
Στο δεύτερο κεφάλαιο ο συγγραφέας καταπιάνεται με το κίνημα metoo, απλουστεύοντας τις διεκδικήσεις και την πρόοδο του φεμινιστικού κινήματος στον τομέα της καταγγελτικής δράσης των κακοποίησεων, με το μότο «κατηγορία ίσων ενοχή». Σε μια περίοδο που τα εγκλήματα κατά των γυναικών αυξάνονται και πολλές από τις καταγγέλλουσες δεν βρίσκουν ποτέ δικαιοσύνη ή καταλήγουν δολοφονημένες, είναι μάλλον ειρωνικό να θεωρεί ο Πανόπουλος πως η δικαιοσύνη γκρεμίζεται επειδή έχει συσταθεί ένα ισχυρότερο πλαίσιο στήριξης των καταγγελλουσών. Άλλωστε, όπως έχουν δείξει πολλές περιπτώσεις, ακόμα και σε εγκλήματα που διαπράττουν γυναίκες, οι υποθέσεις αυτές είναι συνήθως αφορμές για να εκφράσει ορισμένο σύνολο του πληθυσμού μισογυνιστικές, ομοφοβικές και τρανσφοβικές απόψεις, κακοποιητικό λόγο που υιοθετούν έμμεσα και πολλά επίσημα μίντια.
Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μια εκτενέστερη αναφορά σε περιστατικά που ο συγγραφέας θεωρεί λογοκριτικά. Παρουσιάζει όμως μια αναληθή εικόνα που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Αναφέρει, συγκεκριμένα, στην σελίδα 57 πως «καταργείται η διδασκαλία των λατινικών και των αρχαίων ελληνικών διαδοχικά σε όλα τα γνωστά πανεπιστήμια (πχ στο Princenton Univercity επειδή (...) είναι εργαλεία του συστημικού ρατσισμού)», ενώ κάτι τέτοιο είναι ανακριβές, αφού στο Princeton διδάσκονται κανονικά τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά (αν επισκεφτεί κανείς την επίσημη σελίδα του πανεπιστημίου, στον τομέα των κλασικών σπουδών θα δει αναλυτικά τα προσφερόμενα μαθήματα. Ενδεικτικά, για το φθινόπωρο του 2024 προσφέρεται το μάθημα Beginner’s Ancient Greek). Στο ίδιο χωρίο ο συγγραφέας αναφέρεται και στον Μαρξ, για να αντικρούσει υποτίθεται την πεποίθηση πως η οικονομική και κατά συνέπεια η πολιτιστική άνθηση της αρχαίας Αθήνας οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο θεσμό της δουλείας. «(...) Ο Μαρξ» αναφέρει ο Πανόπουλος, «γράφει ότι η πραγματική οικονομικό-πολιτική βάση της αρχαίας Αθήνας ήταν οι ανεξάρτητοι μικροπαραγωγοί και όχι η δουλεία». Αυτό δεν ισχύει αφού ο Μαρξ (κυρίως στο Grundrisse, αλλά και στο Κεφάλαιο) αναλύει πως η αρχαία Αθήνα γνώρισε την οικονομική άνθηση τόσο λόγω της δουλείας, όσο και της μικρής κλίμακας παραγωγής (micro production).
Προσανατολισμοί στον τρόπο ερμηνείας της ιστορίας της τέχνης υπήρχαν ανέκαθεν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Η διασπορά του πανικού δεν δικαιολογείται για συνήθεις εκπαιδευτικές πρακτικές.
Στο ίδιο κεφάλαιο ο συγγραφέας αναφέρει ότι «το πανεπιστήμιο του Yale (...) ανακοίνωσε το 2020 ότι δεν θα διδάσκεται η Ιστορία της Τέχνης παρά μόνο ως αφετηρία για ζητήματα φύλου, τάξης και φυλής». Αυτή η αναφορά και πάλι δεν ευσταθεί αφού η συγκεκριμένη δήλωση ανήκει στον καθηγητή Tim Barringer που ήθελε να δώσει συγκεκριμένο στίγμα στο μάθημά του και όχι σε επίσημη δήλωση του πανεπιστημίου. Προσανατολισμοί στον τρόπο ερμηνείας της ιστορίας της τέχνης υπήρχαν ανέκαθεν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Η διασπορά του πανικού δεν δικαιολογείται για συνήθεις εκπαιδευτικές πρακτικές.
Στο κεφάλαιο πέντε, ο συγγραφέας επιχειρεί να αναπτύξει την άποψή του περί «χειραγώγησης» των παιδιών από το «παντοδύναμο τρανς λόμπι». Επειδή πλέον έχει αρχίσει να γίνεται απαιτούμενο σε πολλές χώρες το μάθημα της σεξουαλικής αγωγής στα σχολεία, με πληροφορίες εκτός των άλλων για lgbt+ ταυτότητες, ο συγγραφέας θεωρεί πως αυτό επιφέρει επιζήμια επίδραση στις ταυτότητες φύλου των παιδιών. Τα ελαφρώς μεγαλύτερα ποσοστά lgbt+ ατόμων που καταγράφονται σήμερα, σε σχέση με το παρελθόν τα παρουσιάζει ως απόδειξη αυτού του ισχυρισμού, αλλά στην πραγματικότητα αποτελούν απλώς απότοκο του σχετικού διανοίγματος της κοινωνικής αποδοχής για αυτές τις ταυτότητες και τη μεγαλύτερη ελευθερία σε coming out.
Οι ετεροφυλόφιλοι cis γονείς εκθέτουν χωρίς κανένας να τους κρίνει τα παιδιά τους στις απόψεις της ετεροκανονικότητας. Στα σόσιαλ μίντια κυκλοφορούν πολλές παραλλαγές βίντεο, κυρίως με το κόνσεπτ του εορτασμού του Αγίου Βαλεντίνου, όπου ένα τετράχρονο αγοράκι συνοδευόμενο από τη μητέρα του πάει στο σπίτι ενός τετράχρονου κοριτσιού και της προσφέρει ένα τριαντάφυλλο. Αυτή η παράδοξη πράξη, αφού προφανώς τα μικρά παιδιά στο βίντεο εμφανώς δεν έχουν συναίσθηση τι τα βάζουν να κάνουν, δεν εξέγειρε αντιδράσεις και επίκριση για το γεγονός ότι ρομαντικοποιεί μικρά παιδιά και τα προτρέπει να ασχοληθούν με το φύλο σε μικρή ηλικία.
Σε μικρότερης ηλικίας τρανς εφήβους ή προέφηβους συστήνεται πρώτα η κοινωνική μετάβαση και σε ορισμένες περιπτώσεις, με ιατρική επίβλεψη, χορηγούνται και ορμονικοί αναστολείς, οι οποίοι καταστέλλουν για ένα διάστημα την επίδραση των ορμονών φύλου στο σώμα.
Στη συνέχεια ο συγγραφέας καταπιάνεται με τις μεταβάσεις τρανς εφήβων, τις οποίες και θεωρεί αυθαιρεσία και επικίνδυνη δράση ορισμένων pro trans right ιδρυμάτων. Και σε αυτή την ενότητα συναντάμε πολλά λάθη και παραλείψεις, ενώ ο συγγραφέας συμφύρει κατ’ εξακολούθηση ανακριβή δεδομένα με σοφίσματα που σκοπό έχουν να παρουσιάσουν μια εικόνα καταστροφής. Συγκεκριμένα, ο Πανόπουλος αναφέρει ότι οι αλλαγές της μετάβασης είναι μη αναστρέψιμες, κάτι που δεν ισχύει. Συνήθως, στις περισσότερες χώρες η διαδικασία της ιατρικής μετάβασης δύναται να ξεκινήσει μετά τα δεκαπέντε έτη. Σε μικρότερης ηλικίας τρανς εφήβους ή προέφηβους συστήνεται πρώτα η κοινωνική μετάβαση και σε ορισμένες περιπτώσεις, με ιατρική επίβλεψη, χορηγούνται και ορμονικοί αναστολείς, οι οποίοι καταστέλλουν για ένα διάστημα την επίδραση των ορμονών φύλου στο σώμα. Οι αναστολείς αυτοί χρησιμοποιούνται ιατρικά και για άλλους σκοπούς, όπως για παράδειγμα ορμονικές παθήσεις. Στις περιπτώσεις τρανς ατόμων, βοηθούν στην προσωρινή αναβολή της ανάπτυξης δευτερευόντων χαρακτηριστικών του φύλου, κάτι που είναι καίριο για τα τρανς άτομα και που στο μέλλον, αν αποφασίσουν εντέλει να προχωρήσουν σε ορμονοθεραπεία στην κατάλληλη ιατρικώς ηλικία, τα γλυτώνει από ορισμένα σκαλιά της διαδικασίας (για παράδειγμα ένα τρανς αγόρι που δεν πέρασε «θηλυκή εφηβεία» δεν θα αναπτύξει ποτέ στήθος, συνεπώς δεν θα χρειαστεί να κάνει εγχείρηση αφαίρεσης).
Αν οι τρανς έφηβοι δεν βρουν την κατάλληλη υποστήριξη συχνά κάνουν κακό στον εαυτό τους, με τα ποσοστά αυτοκτονιών να παραμένουν υψηλά λόγω της έλλειψης αποδοχής.
Επιπλέον, οι περισσότερες αλλαγές της ορμονοθεραπείας, όπως προανέφερα, παρά τα όσα παρενείρει με συνοπτικούς αφορισμούς ο συγγραφέας, είναι πλήρως αναστρέψιμες με το σταμάτημα της λήψης των ορμονών. Οι συνθετικές ορμόνες άλλωστε δεν χρησιμοποιούνται καινοφανώς στην ιατρική μόνο σε τρανς άτομα. Αποτελούν δοκιμασμένα επί δεκαετίες σκευάσματα που χρησιμοποιούνται ευρέως για την αντιμετώπιση ιατρικών παθήσεων, χωρίς να υπάρχει η αντίστοιχη μομφή που υπάρχει προς τα τρανς άτομα. Αν οι τρανς έφηβοι δεν βρουν την κατάλληλη υποστήριξη συχνά κάνουν κακό στον εαυτό τους, με τα ποσοστά αυτοκτονιών να παραμένουν υψηλά λόγω της έλλειψης αποδοχής. Η ταυτότητα φύλου, άλλωστε, όπως δείχνουν σχετικές μελέτες και όπως αναφέρει και το Διαγνωστικό Εγχειρίδιο DSM5 όταν μιλάει για τη Δυσφορία φύλου, ξεκινά στην νηπιακή ηλικία.
Στο έκτο και στο έβδομο κεφάλαιο γίνεται προσπάθεια υπεράσπισης τρανσφοβικών και terf (trans-exclusionary radical feminist) απόψεων. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί αφειδώλευτα τρανσφοβικούς όρους που θεωρεί πως αν τους χαρακτηρίσει ο ίδιος μη φοβικούς, παύουν και να είναι. Αναφέρεται στις τρανς ανθρώπινες υπάρξεις ως ιδεολογία transgenderism, όρο που μεταφράζει λανθασμένα ως διεμφυλικότητα. Στην πραγματικότητα ο όρος transgenderism είναι μη δόκιμος και εντάσσει παραπλανητικά την τρανς κατάσταση στο πλαίσιο της ιδεολογίας, παρά ως ανθρώπινη ταυτότητα. Δεν χρησιμοποιείται δε από κανέναν επίσημο οργανισμό.
Πέρα από το γεγονός ότι τα εγκλήματα κατά των γυναικών γίνονται κατά κανόνα από cis άνδρες σε χώρους που έχει κάθε άτομο πρόσβαση, τα τρανς άτομα είναι συνήθως θύματα εγκληματικών πράξεων, όπως δείχνουν όλες οι στατιστικές, και όχι οι δράστες.
Στα ίδια κεφάλαια, ο συγγραφέας υποπέφτει κατ’εξακολούθηση σε επιμέρους παραλείψεις. Για παράδειγμα, φαίνεται να θεωρεί πως όλα τα τρανς άτομα έχουν ακριβώς την ίδια φυσιολογία, κι έτσι όταν μιλά για τρανς γυναίκες, σκιαγραφεί την τρανσφοβική και ψευδή εικόνα ενός «θεόρατου άνδρα» που, κατά τα λεγόμενά του, εισβάλλει στις γυναικείες τουαλέτες για να βιάσει cis γυναίκες. Πέρα από το γεγονός ότι τα εγκλήματα κατά των γυναικών γίνονται κατά κανόνα από cis άνδρες σε χώρους που έχει κάθε άτομο πρόσβαση, τα τρανς άτομα είναι συνήθως θύματα εγκληματικών πράξεων, όπως δείχνουν όλες οι στατιστικές, και όχι οι δράστες.
Όσον αφορά δε την εμφάνιση, όπως ακριβώς και τα cis άτομα, δεν έχουν όλα τα τρανς άτομα το ίδιο σώμα. Κάποια, έχοντας λάβει ορμονικούς αναστολείς, δεν βίωσαν ποτέ την επίδραση της αρσενικής ή της θηλυκής εφηβείας αντίστοιχα, στο σώμα τους. Κάποια άλλα είχαν διαφορετικό ορμονικό προφίλ εκ γενετής, κάτι σύνηθες ακόμα και στον cis πληθυσμό. Συνεπώς, όταν ο συγγραφέας λέει πως είναι άδικο να αγωνίζονται σε αθλητικό επίπεδο τα τρανς άτομα στην κατηγορία του φύλου με το οποίο προσδιορίζονται, παρουσιάζει μια παραπλανητική εικόνα της κατάστασης. Όπως είδαμε και στις πρόσφατες περιπτώσεις cis αρρενωπών αθλητριών που αγωνίζονται στις γυναικείες κατηγορίες, υπάρχει φοβικότητα όταν ένα άτομο διαφέρει έστω και ελάχιστα από τα πατριαρχικά πρότυπα περί ανδρικής και γυναικείας εμφάνισης. Άλλωστε το πλεονέκτημα ή το μειονέκτημα της σωματοδομής του εκάστοτε ατόμου δεν έρχεται σε αντίθεση με την ευγενή άμιλλα ούτε αποκλείει την ισοσθένεια των διαγωνιζόμενων, αφού είναι κάτι σύνηθες στον αθλητισμό. Πολλοί cis αθλητές, με εκ γενετής πλεονέκτημα σε κάποιο άθλημα λόγω σωματικής διάπλασης, αγκαλιάζονται ως χαρισματικοί και δεν τίθεται θέμα να αγωνιστούν σε άλλες κατηγορίες. Συνεπώς είναι αρκετά έκδηλο ότι η αντιμετώπιση των τρανς αθλητών και αθλητριών αφορμάται από φοβικότητα και ετεροποιεί την ανθρώπινη υπόστασή τους.
J.K. Rowling και τρανσφοβία
Στο κεφάλαιο οκτώ, συναντάμε το θέμα της συγγραφέως J.K. Rowling που τα τελευταία χρόνια ξεπηδά συχνά στην επικαιρότητα λόγω τρανσφοβικών της δηλώσεων. Η Rowling έχει επανειλημμένα αναφερθεί στις τρανς γυναίκες ως «άνδρες» και συχνά εκφράζει το επιχείρημα, δήθεν υποστηρικτικό προς τις λεσβίες, πως είναι κακοποιητικό να απαιτεί ένας «άνδρας» (σημείωση: εννοεί μια τρανς γυναίκα) να συνάψει σχέση με μια λεσβία (εφόσον προσδιορίζεται έτσι). Φυσικά μια τρανς γυναίκα μπορεί να έχει θηλυκά γεννητικά όργανα, ενώ το να μιλάει κάποιος για το σώμα άλλων ατόμων, το να μαντεύει με τέτοια αδιακρισία και εμμονή πώς μοιάζει το σώμα τους κάτω από τα ρούχα, είναι κάτι παραπάνω από απάνθρωπο και παρενοχλητικό. Αν φανταστούμε μια άλλη αναλογία, αν για παράδειγμα η J.K. Rowling έκανε συνεχώς δηλώσεις για τα άτομα με προγηρία, που ενώ φαίνονται σαν ηλικιωμένα στην πραγματικότητα είναι πολύ νεότερα, γίνεται σαφές πως πρόκειται για παρενοχλητικό λόγο.
Ο Πανόπουλος, μάλιστα, φαίνεται να ανησυχεί για την ασφάλεια της Rowling ξεχνώντας πως εκείνη είναι δισεκατομμυριούχος με ισχυρή προσωπική ασφάλεια, ενώ τα τρανς άτομα στα οποία επιτίθεται δεν έχουν κανέναν τρόπο να προστατευτούν από το μίσος που διασπείρει ένα άτομο με τέτοια επιρροή. Σε αυτό το σημείο θέλω να προσθέσω και μια άλλη παρανόηση του συγγραφέα: φαίνεται να πιστεύει πως τα τρανς άτομα (χρησιμοποιεί συχνά τον αόριστο όρο «τρανς λόμπι» που απαυγάζει λόγο θεωριών συνωμοσίας) ανήκουν σε εύπορες τάξεις και δεν ταυτίζονται με τις εργατικές τάξεις, συμπέρασμα είναι εντελώς αυθαίρετο.
Ειδικά πάντως για το θέμα της ελευθερίας του λόγου, το οποίο αναφέρεται ακροθιγώς σε πολλά κεφάλαια, παρατηρούνται πολλαχώς συγχύσεις και δεν παρατηρείται καμία καίρια μνεία για τις αρκετά διαφορετικές νομοθεσίες που υπάρχουν σε Ευρώπη και Αμερική.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως σε όλη την έκταση του βιβλίου ο συντάκτης χρησιμοποιεί σε κορεστικό βαθμό σοφίσματα για να δικαιώσει τις θέσεις του. Έτσι, το να πάει ένα τρανς άτομο σε δημόσια τουαλέτα του φύλου με το οποίο προσδιορίζεται, ο Πανόπουλος το ανάγει, μέσω του σοφίσματος της ολισθηρής πλαγιάς (slippery slope fallacy,) ως κάτι που θα επιφέρει τον βιασμό μιας γυναίκας, ενώ παράλληλα τους προσάπτει ακραίες και εξτρεμιστικές θέσεις για κάψιμο βιβλίων, καταπάτηση της ελευθερίας του λόγου ή ακόμα και απόψεις για το έμφυλο φάσμα στις οποίες δεν ομοφωνούν όλα τα τρανς άτομα (straw man fallacy). Ειδικά πάντως για το θέμα της ελευθερίας του λόγου, το οποίο αναφέρεται ακροθιγώς σε πολλά κεφάλαια, παρατηρούνται πολλαχώς συγχύσεις και δεν παρατηρείται καμία καίρια μνεία για τις αρκετά διαφορετικές νομοθεσίες που υπάρχουν σε Ευρώπη και Αμερική.
Σε δύο υποενότητες αναφέρεται η ελληνική διαφοροποίηση, αφού στην Ελλάδα δεν έχουν παρατηρηθεί στον ίδιο βαθμό οι πολιτισμικές διαμάχες. Αν εξαιρέσουμε ορισμένα εισαγώμενα θέματα, αλλά και το θέμα του σεξισμού στον Καραγάτση (το βιβλίο εκδόθηκε μερικούς μήνες νωρίτερα), που είχε τεθεί από φιλολόγους αρκετά χρόνια πριν από το επίμαχο άρθρο, ενώ η ανισομερής αντίδραση σε μια φεμινιστική προσέγγιση δείχνει το βαθμό πόλωσης των συντηρητικών, η Ελλάδα παραμένει ένα φυλάκιο οπισθοδρομισμού.
Στον επίλογο ο συγγραφέας σκιαγραφεί ένα σχήμα που είναι πέρα έως πέρα ανακριβές. Συγκεκριμένα περιγράφει τα τρανς άτομα και τους ακτιβιστές κατά των διακρίσεων ως έναν ομοιόμορφο κομφορμιστικό εσμό (σελ. 248), ενώ στην πραγματικότητα ο κομφορμισμός θάλλει στην πληκτική ομοιομορφία της ετεροκανονικότητας, καθώς και στις φαιδρές διαμαρτυρίες των συντηρητικών κάθε φορά που προσπαθεί να ανθίσει και το παραμικρό ψήγμα διαφορετικότητας.
* Ο Αντώνης Γουλιανός είναι συγγραφέας και αρθρογράφος.