Για το μυθιστόρημα του Κλάουντιο Μάγκρις «Μια άλλη θάλασσα» (μτφρ. Μαρία Σπυριδοπούλου, εκδ. Καστανιώτη).
Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη
«Οι λέξεις είναι αντίλαλος άλλων λέξεων, όχι της ζωής».
Κλάουντιο Μάγκρις, Μια άλλη θάλασσα
Το βιβλίο αυτό του Κλάουντιο Μάγκρις, που κυκλοφόρησε στη γλώσσα του συγγραφέα κάπου τρεις δεκαετίες πριν, ανοίγει με την αναφορά σε τρεις νεαρούς Ιταλούς στην πόλη της Γκορίτσια, περίπου σαράντα χιλιόμετρα από την Τεργέστη. Η σημερινή Γκορίτσια ανήκει στην Ιταλία αλλά η ιστορία της, ειδικά στον προηγούμενο αιώνα, υπήρξε πλούσια και ενδιαφέρουσα.
H ευρύτερη περιοχή της Γκορίτσια, το 1915, βίωσε δραματικές συγκρούσεις μεταξύ του ιταλικού και του αυστροουγγρικού στρατού. [...] Έτσι τον Αύγουστο του 1916 περιήλθε στους Ιταλούς, ενώ τον Νοέμβριο του 1917 τέθηκε και πάλι υπό αυστροουγγρικό έλεγχο. Έναν χρόνο αργότερα, τον Νοέμβριο του 1918, η Γκορίτσια καταλήφθηκε και πάλι από ιταλικά στρατεύματα.
Στις αρχές του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, η Ιταλία βρέθηκε απέναντι στην Αυστροουγγαρία και η ευρύτερη περιοχή της Γκορίτσια, το 1915, βίωσε δραματικές συγκρούσεις μεταξύ του ιταλικού και του αυστροουγγρικού στρατού. Η συνέχεια υπήρξε πολυποίκιλη και συναρπαστική, αφού η πόλη άλλαξε επανειλημμένως χέρια. Έτσι τον Αύγουστο του 1916 περιήλθε στους Ιταλούς, ενώ τον Νοέμβριο του 1917 τέθηκε και πάλι υπό αυστροουγγρικό έλεγχο. Έναν χρόνο αργότερα, τον Νοέμβριο του 1918, η Γκορίτσια καταλήφθηκε και πάλι από ιταλικά στρατεύματα. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από τη μέση περίπου του βιβλίου, όταν «το ’31, μια θανατηφόρα γρίπη που ο κόσμος ονομάζει πνευμονική πανώλη, προσβάλλει τον αδελφό του, Κάρλο, τον αγαπημένο γιο της μητέρας τους, που είχε πολεμήσει δυο φορές στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο: στην Ποντγκόρα ως Αυστριακός στρατιώτης, και αργότερα από την άλλη πλευρά, στο Σαμποτίνο ως Ιταλός στρατιώτης». Εκείνη την εποχή στην οποία αναφερόμαστε εμείς και το μυθιστόρημα, η μετανάστευση από την Ιταλία στην Αργεντινή ήταν λίαν εκτεταμένη, ειδικά στα τέλη του δέκατου ένατου και στις αρχές του εικοστού αιώνα, με αποτελέσματα τα οποία, λίγο πολύ, αναφέρθηκαν σε πολλαπλές σχετικές κοινωνιολογικές μελέτες. Τη χρονική περίοδο, πάντως, που αρχίζει το βιβλίο, αυτό το γεωγραφικό τμήμα της Ιταλίας αποτελούσε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον μέρος της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας.
Οι τρεις νέοι είναι ο Ενρίκο Μρέουλε (Enrico Mreule), απόφοιτος του Αυστροουγγρικού γυμνασίου, ο Κάρλο, ο οποίος ήταν ακόμα γραμμένος στους σχετικούς καταλόγους ως Καρλ Μικελστέτερ (Carlo Michelstaedter) και ο Νίνο Πατερνόλι (Nino Paternolli). Είναι σπουδαίοι, εργάζονται σκληρά, διαβάζουν αρκετά και είναι πολλά υποσχόμενοι. Στη σοφίτα του Νίνο, στη Γκορίτσια, είχαν διαβάσει, και μάλιστα στο πρωτότυπο, «τον Όμηρο, τους τραγικούς, τους προσωκρατικούς, τον Πλάτωνα και το Ευαγγέλιο, και τον Σοπενχάουερ, επίσης στο πρωτότυπο… καθώς και τις Βέδες, τις Ουπανισάδες, την ομιλία στην Μπενάρες και τους άλλους λόγους του Βούδα, τον Ίψεν, τον Λεοπάρντι, και τον Τολστόι…». Εκτός από τη μελέτη, είχαν και εξωσχολικές δραστηριότητες, όπως εκδρομές και κολύμπι, μερικές φορές με μια ομάδα τριών νέων γυναικών, που άκουγαν στα ονόματα Πάουλα, Φούλβια και Αρτζία.
H μόνη γνωστή πραγματικότητα, η μόνη αναγνωρίσιμη αλήθεια, είναι η γνώση εκείνου που γνωρίζει. «Να μειώνεις, να περιορίζεσαι, ο πολιτισμός είναι η τέχνη του κλαδέματος, όπως η κηπουρική».
Από την αρχή σχεδόν του μυθιστορήματος πληροφορούμαστε πως ο Ενρίκο σκοπεύει να μεταναστεύσει, αφού δεν είναι και τόσο χαρούμενος στο σπίτι. Ο πατέρας του είχε ήδη πεθάνει προ πολλού, και η μητέρα του δεν είναι πολύ στοργική μαζί του, αφού προτιμά τον αδερφό του, μόνο και μόνο γιατί είναι μικρότερος. Ένας άλλος λόγος είναι ότι δεν θέλει να ενταχθεί στις τάξεις του στρατού. «Όχι πως ήταν εχθρικός προς την διπλή μοναρχία…» αλλά, αντίθετα, του άρεσε που η Γκορίτσια ήταν η Νίκαια των Αψβούργων. Θεωρεί την τάξη απαραίτητη, αλλά γι’ αυτόν η στρατιωτική θητεία ορθωνόταν μπροστά του ανυπόφορη και αποκρουστική. Έτσι αποφασίζει να μεταναστεύσει, παρά το γεγονός ότι θα χάσει τους δύο ξεχωριστούς φίλους του. Ο Ενρίκο έφυγε από την Τεργέστη επιβιβαζόμενος στο πλοίο για την Αργεντινή στις 28 Νοεμβρίου 1909, σε ηλικία μόλις είκοσι τριών ετών. Το αν, φυσικά, αυτό το ταξίδι διαφυγής από τον τόπο του σηματοδοτεί την αρχή ή το τέλος της ζωής του, είναι αβέβαιο. Είχε προγραμματίσει να συνεχίσει τις σχετικές συζητήσεις με τους φίλους του με αλληλογραφία αλλά, όταν έρχεται αντιμέτωπος με την πραγματικότητα, στέλνει μόνο πολύ σύντομες και μη ενημερωτικές γι’ αυτόν καρτ-ποστάλ. Οι άλλοι δύο δεν μπορούν να τον καταλάβουν και του γράφουν για να του πουν πώς αισθάνονται. Το δικό του πρότυπο όμως, είναι ο παλιός καθηγητής Σούμπερτ-Ζόλντερν, ο οποίος, σημειωτέον, αποποιήθηκε την έδρα της θεωρητικής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας για να γίνει αναπληρωτής καθηγητής αρχικά στο Μάριμπορ της Σλοβενίας κι έπειτα καθηγητής ιστορίας, γεωγραφίας και φιλοσοφίας στο λύκειο της Γκορίτσια. Ο Ενρίκο πιστεύει ότι τον καταλαβαίνει καλά, και συχνά πυκνά τον φέρει στο μυαλό του όταν έλεγε πως η μόνη γνωστή πραγματικότητα, η μόνη αναγνωρίσιμη αλήθεια, είναι η γνώση εκείνου που γνωρίζει. «Να μειώνεις, να περιορίζεσαι, ο πολιτισμός είναι η τέχνη του κλαδέματος, όπως η κηπουρική» θυμάται.
Στην Παταγωνία ζει μοναχική ζωή, κάτι που κατά βάθος επιθυμούσε. Έχει καλές σχέσεις με τους Ινδιάνους, συμπεριλαμβανομένων και μερικών περιστασιακών σεξουαλικών σχέσεων με τις γυναίκες εκεί. Ωστόσο, λαμβάνει μια επιστολή από τον Νίνο, τον Σεπτέμβριο του 1911, λέγοντάς του ότι ο Κάρλο αυτοκτόνησε, έναν χρόνο πριν. «Οι άνθρωποι» είχε πει ο Κάρλο «δεν είναι θλιμμένοι επειδή θα πεθάνουν, αλλά πεθαίνουν γιατί είναι θλιμμένοι». Σε κάποια τελευταία κείμενά του, ο Κάρλο περιγράφει τον Ενρίκο ως έναν αληθινά ελεύθερο άνθρωπο που… απολαμβάνει τη ζωή απλώς και μόνο επειδή υπάρχει, «χωρίς να ζητάει ή να φοβάται κάτι, ούτε τη ζωή ούτε το θάνατο, απόλυτα και παντοτινά ζωντανός, κάθε του στιγμή, ακόμα και στην τελευταία».
Ο Κλάουντιο Μάγκρις γεννήθηκε στην Τεργέστη το 1939. Είναι καθηγητής γερμανικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Τεργέστης και τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας "Corriere della Sera". Έχει μεταφράσει στα ιταλικά Κλάιστ, Ίψεν, Σνίτσλερ, Μπύχνερ και έχει γράψει μελέτες για το έργο των Κάφκα, Μούζιλ, Χόφμανσταλ, Λούκατς, Γιόζεφ Ροτ, Ρίλκε, Σβέβο, Κανέτι, Σίνγκερ και άλλων. |
Αποφασίζει, σε δεδομένη στιγμή, να επιστρέψει στο σπίτι του, εν μέρει επειδή έχει κλινικές εκδηλώσεις βαριάς μορφής σκορβούτου, καθώς είναι δύσκολο να προμηθευτεί φρέσκα φρούτα και λαχανικά στην Παταγωνία. Βρισκόμαστε πλέον στα 1922 και ο κόσμος, ιδιαίτερα ο δικός του, έχει αλλάξει δραματικά από τότε που ήταν μικρός εκεί. Η Τεργέστη, για παράδειγμα, ανήκει τώρα στην Ιταλία και δεν είναι πλέον μέρος της Αυστρίας. Η μητέρα του πέθανε το 1917 και ο Νίνο θα πεθάνει σε ένα ατύχημα λίγο αργότερα, το 1923. Οι αναγνώστες ακολουθούν το υπόλοιπο της ζωής του πίσω στο σπίτι, παρόλο που εκείνος σύντομα μετακινείται προς την ακτή, σε ένα μέρος που βρίσκεται πια στη διπλανή Γιουγκοσλαβία. Αυτό δεν ήταν πρόβλημα πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά γίνεται, φυσικά, πρόβλημα αργότερα. Ακόμη παντρεύεται, αλλά κι αυτό δεν διαρκεί πολύ. Απολαμβάνει τη ζωή ενός ασκητή, στην ουσία, με συνήθειες περίεργες όπως να κοιμάται στο πάτωμα, χωρίς ποτέ να επιθυμεί να ταξιδέψει, ακόμα και στο διπλανό χωριό. Ο Ενρίκο είναι μάλλον ένας περίεργος και συναρπαστικός χαρακτήρας, ένας άνθρωπος που δεν ζει στον κόσμο που ζουν οι περισσότεροι άνθρωποι, βρίσκοντας μεγαλύτερη ευχαρίστηση στους κλασικούς και στη φιλοσοφία παρά στην παρέα άλλων, εκτός αν και εκείνοι οι άλλοι συζητούν μαζί του θέματα γύρω από τη φιλοσοφία και τους κλασικούς. Έχει ξεκάθαρα σεξουαλικές επιθυμίες, αλλά εκτός από την ικανοποίηση αυτών των ιδιαίτερων αναγκών, είναι ευτυχής να διαβιεί ακολουθώντας μια συνολική ασκητική φιλοσοφία, ζώντας μια ζωή χωρίς τις περισσότερες συνήθεις υλικές απολαύσεις και απέχοντας από τη σύγχρονη τεχνολογία. Απολαμβάνει σαφώς τη συντροφιά των μεγάλων έργων φιλοσοφίας πολύ περισσότερο από τη συντροφιά των άλλων. Πράγματι, ο μόνος συγγραφέας μυθοπλασίας που απολαμβάνει είναι ο Τολστόι. Έχει ακόμη μαζί του και μια επιστολή απ’ αυτόν, στον οποίο έγραψε όταν ήταν νέος. Οι άλλοι συγγραφείς μυθοπλασίας και ποιητές γι’ αυτόν είναι απορριπτέοι. Ο Μάγκρις είναι σαφώς συναρπασμένος μαζί του και έχει δημιουργήσει ένα ενδιαφέρον μυθιστόρημα, βασισμένο στη ζωή ενός άνδρα που, εκτός από τους κατοίκους της πόλης της Γκορίτσια, οι άλλοι δεν θα είχαν ακούσει ποτέ, εάν δεν είχε γραφτεί και έλειπε το συγκεκριμένο βιβλίο.
Μιλώντας εκ μέρους ενός χαρακτήρα του, ο Μάγκρις μάς εξομολογείται πως «η Τεργέστη και η Ίστρια έχουν αφήσει ένα αγκάθι ωκεάνιας νοσταλγίας στην καρδιά των Αυστριακών, την επιθυμία να δραπετεύσουν υπό το βάρος της δουνάβιας ενδοχώρας και να ξεπροβάλλουν στην ανοιχτή θάλασσα».
Ο Μάγκρις σίγουρα αφήνει τον αναγνώστη να αποφασίσει εντελώς μόνος τι σκέφτεται για όλα αυτά τα ερωτήματα, αφού εν τω μεταξύ τον έχει πάρει απ’ το χέρι και τον έχει ξεναγήσει στις σελίδες της ιστορίας της περιοχής του, στα δικά του πάτρια εδάφη, και για χρονικό διάστημα λίγο παραπάνω απ’ το μισό του εικοστού αιώνα. Πρόκειται για ένα από αυτά τα ευρωπαϊκά –κυριολεκτικά– μυθιστορήματα, γραμμένο από τον καταξιωμένο Ιταλό συγγραφέα Κλάουντιο Μάγκρις, που διερευνούν σοβαρά το αθέατο και βαθύτερο νόημα της ζωής ενός ανθρώπου, ουσιαστικά πολλών, που βρέθηκε επανειλημμένως στο μεταίχμιο δραματικών γεγονότων της ιστορίας. Μιλώντας εκ μέρους ενός χαρακτήρα του, ο Μάγκρις μάς εξομολογείται πως «η Τεργέστη και η Ίστρια έχουν αφήσει ένα αγκάθι ωκεάνιας νοσταλγίας στην καρδιά των Αυστριακών, την επιθυμία να δραπετεύσουν υπό το βάρος της δουνάβιας ενδοχώρας και να ξεπροβάλλουν στην ανοιχτή θάλασσα».
«Η πεποίθηση», έλεγε ο Κάρλο, «είναι να βιώνεις πλήρως τη ζωή και τον εαυτό σου στο τώρα, να μπορείς να βιώνεις την κάθε στιγμή χωρίς να τη θυσιάζεις στο βωμό ενός γεγονότος που θα συμβεί ή που ελπίζεις να συμβεί όσο πιο σύντομα γίνεται, καταστρέφοντάς την έτσι με την προσδοκία να περάσει γρήγορα. Ο πολιτισμός όμως είναι η ιστορία των ανθρώπων που δεν ξέρουν να ζήσουν με πεποίθηση και κατασκευάζουν το πελώριο τείχος της ρητορικής, την κοινωνική οργάνωση της γνώσης και της δράσης, για να κρύψουν από τον εαυτό τους το θέαμα και τη συνειδητοποίηση του δικού τους κενού».
* Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ν. ΣΧΟΡΕΤΣΑΝΙΤΗΣ είναι Διευθυντής Χειρουργικής στο Παν/κό Νοσ/μείο Ηρακλείου και συγγραφέας.
Τελευταίο του βιβλίο, η ανθολογία κριτικών του κειμένων «Μπροστά σε αλλότριες προκλήσεις» (εκδ. Οδός Πανός).
→ Στην κεντρική εικόνα: καρτ-ποστάλ της Γκορίτσια από τις αρχές του 1900.