
Για το μυθιστόρημα –δεύτερο μέρος της τριλογίας– της Rachel Cusk «Μετάβαση» (μτφρ. Αθηνά Δημητριάδου, εκδ. Gutenberg).
Του Διονύση Μαρίνου
Αν το Περίγραμμα (εκδ. Gutenberg) ήταν η σκιαγράφηση του πλαισίου μέσα στο οποίο θα κινούνταν η τριλογία της Ρέιτσελ Κασκ, εν πολλοίς ήταν, η Μετάβαση (εκδ. Gutenberg) είναι το απαραίτητο ιντερμέδιο που θα οδηγήσει σε μια μορφή μετάλλαξης.
Κι αν στο «Περίγραμμα» το κάνει άλλοτε με κωμικό τρόπο κι άλλοτε με νευρώδη και αποτυχημένο (η πρωταγωνίστρια Φέι κι όχι η Κασκ), στη «Μετάβαση» δείχνει να έχει προχωρήσει αρκετά στην εσωτερική της πορεία.
Η Κασκ, πρώτα, έθεσε την προβληματική: μια νέα γυναίκα-συγγραφέας με νωπό τον χωρισμό της, με δύο παιδιά στην πλάτη που στην παρούσα φάση (στο πρώτο βιβλίο) βρίσκονται στο Λονδίνο, ενώ εκείνη φτάνει ως την Αθήνα να διδάξει σε ένα λογοτεχνικό σεμινάριο. Μια γυναίκα σε ελεύθερη πτώση που έχασε όλα τα στεγανά της και καμία βεβαιότητα δεν της παρέχει η ζωή. Εντέλει, μια γυναίκα που πρέπει να χαρτογραφήσει τον εαυτό της απεξαρχής. Κι αν στο Περίγραμμα το κάνει άλλοτε με κωμικό τρόπο κι άλλοτε με νευρώδη και αποτυχημένο (η πρωταγωνίστρια Φέι κι όχι η Κασκ), στη Μετάβαση δείχνει να έχει προχωρήσει αρκετά στην εσωτερική της πορεία. Κάτι μέσα της και έξω της έχει μεταστραφεί βαθμηδόν. Είναι πιο έτοιμη από ποτέ να κάνει το επόμενο βήμα, να πάρει αποφάσεις, να δει ως πού μπορεί να φτάσει το εύρος των δυνατοτήτων της.
Όντως, τα κάνει όλα αυτά: επανέρχεται στο Λονδίνο, διότι σύμφωνα με το Καβαφικό «αυτό που μισώ, αυτό πράττω», η Φέι είναι αποφασισμένη να μην κρύβεται πίσω από το πρόβλημα, να μην προσπαθεί να λειάνει τις αιχμηρές γωνίες της ζωής της, αλλά να τις αντιμετωπίσει στο μέρος όπου της θυμίζει την παλιά της εύτακτη ζωή. Ναι, το Λονδίνο που πριν την τρόμαζε, τώρα θα στεγάσει τη νέα της ζωή. Ξαναβρίσκει τα παιδιά της, νοικιάζει ένα καινούργιο σπίτι, συναντάει νέους φίλους, κάνει γνωριμίες που υπό άλλες συνθήκες δεν θα τις αποδεχόταν και εμφανίζει την αύρα μιας γυναίκας που, όντως, προσπαθεί να περάσει από τη φάση της πληγής σε εκείνη της αποδοχής του τραύματος. Είναι ιδιαιτέρως εύστοχος και μυθιστορηματικά λειτουργικός ο τρόπος που παραλληλίζει η Κάσκ της μετεξέλιξη της ηρωίδας της με την ανακαίνιση που κάνει στο νέο της σπίτι: αν και «νέο» δεν το λες με τίποτα.
Κόντρα σε κάθε λογική, με μια διεστραμμένη αποφασιστικότητα, η Φέι διαλέγει ένα διαμέρισμα-ερείπιο. Τίποτα δεν λειτουργεί σωστά σ’ αυτό το σπίτι και τα πάντα βρίσκονται σε φάση κατάρρευσης. Στον κάτω όροφο μένουν δύο στριφνά γερόντια που της κάνουν τη ζωή δύσκολη. Ο εργολάβος που έχει αναλάβει την ανακαίνιση δεν μπορεί να κατανοήσει τη λογική του πράγματος. Κι όμως, η Φέι, θέλοντας να ξεκινήσει από το κατώτατο σημείο, από τον χαμηλότερο βατήρα, σχεδόν, θα έλεγε κανείς, παρομοιάζει αυτή τη σπηλιά σκουληκιών με τη ζωή της. Από εκεί που όλα ήταν σε κατάσταση αποδρομής, τώρα έχει αποφασίσει να τα φέρει βόλτα και να τα βάλει να λειτουργήσουν εύρυθμα.
Άλλωστε, στη γειτονιά της, δίπλα από το δικό της σπίτι, υπάρχει ένα άλλο στο οποίο διαμένει μια ευτυχισμένη οικογένεια. Το σπίτι τους έχει έναν φροντισμένο κήπο, διαθέτουν μπάρμπεκιου και τα παιδιά παίζουν αμέριμνα· όλοι γελούν και τίποτα δεν σκιάζει το βλέμμα τους. Κάπως έτσι, μέσω αυτής της δυναμικής αντίστιξης, η Κάσκ δείχνει πού βρίσκεται η Φέι και πού θέλει να πάει.
Ο δρόμος, φυσικά, δεν είναι εύκολος. Η διαδρομή δεν είναι ανέφελη. Τα τραύματα του παρελθόντος δεν κλείνουν τόσο εύκολα. Συχνά κατατρύχεται από την ιδέα πως τίποτα δεν θα καταφέρει και κάθε προσπάθειά της είναι συνώνυμη της ματαιοπονίας.
Ο δρόμος, φυσικά, δεν είναι εύκολος. Η διαδρομή δεν είναι ανέφελη. Τα τραύματα του παρελθόντος δεν κλείνουν τόσο εύκολα. Συχνά κατατρύχεται από την ιδέα πως τίποτα δεν θα καταφέρει και κάθε προσπάθειά της είναι συνώνυμη της ματαιοπονίας. Όταν θα συναντήσει έναν παλιό της έρωτα, τον Τζέραρντ, ο οποίος δεν έχει αλλάξει ούτε γειτονιά, ούτε καν εμφάνιση, το αίσθημα της αποτυχίας θα φουντώσει μέσα της.
Ο τσακωμός με τον γιο της θα είναι ένα ακόμη επεισόδιο στην προσπάθειά της να μεταβεί από τη μια κατάσταση στην άλλη. Οι πρώτες γκρίζες τρίχες στα μαλλιά της είναι ένα άλλο (οι σκηνές στο κομμωτήριο είναι εύγλωττες και άκρως σουρεαλιστικές). Το ίδιο συμβαίνει και με την οικτρή εμφάνισή της σε ένα λογοτεχνικό φεστιβάλ όπου ανεβαίνει στο πάνελ σαν βρεγμένο γατί (κυριολεκτικά, καθώς από λάθος του συνοδού της έχασαν το δρόμο με αποτέλεσμα να λουστούν όλη τη βρετανική βροχή). Ακόμη κι έτσι, όμως, με κομμένα τα φτερά, αχτένιστη, κάπως μαραμένη, έκδηλα ταπεινωμένη μπρος στο αδηφάγο κοινό που περιμένει από τους συγγραφείς του πάνελ να φανούν πνευματώδεις και οχυρωμένοι πίσω από τη σπουδαιότητά τους, η Φέι έχει την αίσθηση μιας παράξενης ασφάλειας.
Στην επιστροφή προς το ξενοδοχείο, αν και δεν δηλώνεται πού γινόταν η λογοτεχνική σύναξη, ο υπεύθυνος του φεστιβάλ φιλάει περιπαθώς την Φέι. Πρόκειται για νέο σμίξιμο; Για μια καινούργια ιστορία αγάπης; Η Φέι ούτε αποκρούει ούτε θέλγεται απ’ αυτή τη νέα οικειότητα. Αφήνει το κύμα να την πάρει. Το γεγονός ότι η Κασκ αποφασίζει σ΄αυτή την τεταμένη σκηνή να παίξει με διπλά χαρτιά κάτι δείχνει: τη μια στιγμή φτιάχνει ένα σκηνικό θαλπωρής και την επόμενη ξηλώνει τη σύμβαση αναδεικνύοντας το γκροτέσκο. Αίφνης, η γλώσσα του άντρα είναι παχιά και ζεστή. Κάτι που σε αφήνει με την απορία αν, όντως, έχουμε να κάνουμε με μια ερωτική σκηνή ή με το αρνητικό της.
Περισσότερο δυναμικό και εύστοχο αυτό το δεύτερο βιβλίο, σε σχέση με το αρχικό, μάς προσφέρει εικόνες ευφάνταστης μίξης του κωμικού με το δραματικό. Η Κασκ δεν ξεχνάει να ανασύρει από το συρτάρι το γνωστό βρετανικό φλέγμα και να καρυκεύει την πρόζα της με δηκτικό χιούμορ και γοητευτική εσωτερικότητα (σε ορισμένες στιγμές και με παθητικότητα που δεν είναι απωθητική). Εν αναμονή του τρίτου βιβλίου της σειράς, Κύδος (εκδ. Gutenberg), όπου εκεί, λογικά, θα ξεκαθαρίσουν όλα. Ή, μήπως, όχι; Άλλωστε τι ξεκαθαρίζει πραγματικά στη ζωή;
Η μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου ακολουθεί τη λογική και του πρώτου βιβλίου. Η μεταφράστρια παραμένει σταθερή στο μοτίβο της Κασκ και δεν το προδίδει. Μνεία πρέπει να γίνει στην εύστοχη μεταφορά του βρετανικού χιούμορ (που αναφέραμε προηγουμένως) στα ελληνικά. Οι επιλογές της Δημητριάδου αποδεικνύονται ορθές και συμβατές με τα «δικά» μας.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων «Όπως και αν έρθει αυτό το βράδυ» (εκδ. Μελάνι).
→ Στην κεντρική εικόνα Illustration © Joe Ciardiello.
Μετάβαση
Rachel Cusk
Μτφρ. Αθηνά Δημητριάδου
Gutenberg 2019
Σελ. 256, τιμή εκδότη €14,00