Για το πρώτο μυθιστόρημα του Martin Maclnnes «Γη χωρίς τέλος» (μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς, εκδ. Κριτική).
Του Διονύση Μαρίνου
Οι απιθανότητες μιας αιφνίδιας εξαφάνισης που μπορεί ποτέ να μην συνέβη. Παίζοντας με τους όρους μιας ακραίας εικασίας που ξεπερνάει τα όρια της επιστημονικής φαντασίας και αγγίζει την επικράτεια της οντολογικής απίσχνασης, ο Μάρτιν ΜακΊνες με το πρώτο του μυθιστόρημα Γη χωρίς τέλος (εκδ. Κριτική) κλείνει το μάτι στον Άρθουρ Κλαρκ, ομνύει στον Χόρχε Λουίς Μπόρχες και συνομιλεί με το Ζero K (εκδ. Εστία) του Ντον ΝτεΛίλο. Το αποτέλεσμα είναι εξόχως ενδιαφέρον, καθώς μάς παρουσιάζει μια άλλη εκδοχή της δυστοπικής μυθοπλασίας όπου το άτομο, η μονάδα, το βουβό εγώ δεν καθυποτάσσεται από μια απτή συνθήκη γενικευμένης υποδούλωσης, αλλά ως ρέουσα, σχεδόν υγροποιημένη, μορφή μεταλλάσσεται, εξαφανίζεται, αποχωρίζεται σώμα και ταυτότητα και μεταβαίνει σε μια άλλη διάσταση. Ενδέχεται, όμως, και τίποτα από όλα αυτά να μην έχει συμβεί.
Αλήθεια, τι πραγματικά συνέβη στον 29χρονο Κάρλος του μυθιστορήματος; Αυτό δεν μπορεί να το απαντήσει ούτε και ο συνταξιούχος επιθεωρητής που αναλαμβάνει να λύσει το μυστήριο. Μέσα από τη δική του οπτική γωνία μαθαίνουμε το πλήθος των γεγονότων που συνιστούν την πλοκή, αφουγκραζόμαστε τα δικά του οντολογικά ερωτήματα και μεταφερόμαστε σε μια περιοχή όπου το πραγματικό, το αλληγορικό και το ά-λογο συνδιαμορφώνουν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες το στέλεχος μιας περίεργης εταιρείας (άλλος ένας συμβολισμός), τη μια στιγμή βρίσκεται σε ένα οικογενειακό τραπέζι σε κάποιο εστιατόριο και την επόμενη χάνεται από προσώπου γης.
Δίχως καμία διάθεση να αποκαλυφθούν τα μείζονα ερωτήματα του μυθιστορήματος, άλλωστε δεν έχουμε να κάνουμε με αστυνομική πλοκή, καίτοι η αρχή της ιστορίας σε προδιαθέτει για κάτι τέτοιο, ο ΜακΊνες προς το τέλος τιτλοφορεί ένα κεφάλαιο «Τι συνέβη στον Κάρλος/Υποψίες, φήμες, συσχετίσεις». Σ’ αυτό παρατίθενται όλα τα πιθανά ενδεχόμενα: από το να μην χάθηκε ποτέ, να μην βρίσκεται εδώ έως να υπέστη μια παράξενη μοριακή παραμόρφωση.
Οι συνάδελφοι του Κάρλος δεν είναι κατατοπιστικοί... Πολύ σύντομα διαπιστώνει πως αυτοί που του μιλούν δεν είναι «πραγματικοί», αλλά ηθοποιοί που πληρώνονται για να παίζουν τους ρόλους των «πραγματικών» σε καθημερινή βάση.
Όλα τούτα συμβαίνουν σε μια χώρα της Λατινικής Αμερικής, η οποία δεν κατονομάζεται. Πολλά πράγματα δεν φέρουν την ευκρινή ιδιότητά τους στο μυθιστόρημα του ΜακΊνες. Ούτε για τον επιθεωρητή ξέρουμε πολλά πράγματα. Μα, και για τον Κάρλος αυτό που λαμβάνουμε είναι σπαράγματα της προσωπικότητάς του. Οσα βρήκε ο επιθεωρητής, όσα του αφηγήθηκαν οι άνθρωποι που τον ζούσαν καθημερινά στο γραφείο, όσα η μητέρα του προσπάθησε να του μεταφέρει. Αυτό που στην πραγματικότητα διαλάμπει δεν είναι τόσο η απουσία του, όσο ο μετασχηματισμός της αλήθειας σε κατασκευή και του μη πραγματικού σε πραγματικότητα.
Έχουμε να κάνουμε με έναν λαβύρινθο Μπορσεχιανών διαστάσεων, αν και εξαρχής ο ΜακΙνες τοποθετεί στην προμετωπίδα του μυθιστορήματος μια φράση από το ιδιοσυγκρασιακό αφήγημα της Κλαρίσε Λισπέκτορ Τα κατά Α.Γ. πάθη (εκδ. Αντίποδες), καθώς και σ’ αυτόν, όπως και στη βραζιλιάνα συγγραφέα, η θραύση της συνείδησης και η υδραργυρική υφή της πραγματικότητας λειτουργούν ως βάσεις πάνω στις οποίες τοποθετείται το κατασκεύασμά του.
Τυπικά, ο επιθεωρητής αναζητεί τα ίχνη του Κάρλος και ως κλασικός επιθεωρητής προσπαθεί να συλλέξει ακόμη και την πιο μικρή λεπτομέρεια που θα του αποκαλύψει την κρυφή πόρτα των μυστικών. Αντ’ αυτού μπροστά του πυργώνονται γεγονότα και καταστάσεις που ξεπερνούν αυτή την εξαφάνιση (αν ποτέ υπήρξε τέτοια).
Οι συνάδελφοι του Κάρλος δεν είναι κατατοπιστικοί, ούτε και η μητέρα του εξάλλου. Πολύ σύντομα διαπιστώνει πως αυτοί που του μιλούν δεν είναι «πραγματικοί», αλλά ηθοποιοί που πληρώνονται για να παίζουν τους ρόλους των «πραγματικών» σε καθημερινή βάση. Η εταιρεία του Κάρλος, ακολούθως, δεν έχει ευκρινές αντικείμενο. Υπάρχει η πιθανολόγηση ότι το σώμα του Κάρλος, κάποια στιγμή το τελευταίο διάστημα, προσβλήθηκε από βακτήρια που ενδέχεται να επενέργησαν δραστικά στην αλλοίωση του σώματός του – έως το σημείο της εξαφάνισης. Ο επιθεωρητής εισέρχεται για τα καλά στο λαβύρινθο όταν θα μεταβεί στο εσωτερικό ενός τροπικού δάσους όπου η εταιρεία του Κάρλος φημολογείται πως έχει δημιουργήσει έναν κλώνο της, έτσι ώστε να συνεχίσει απρόσκοπτα τη δραστηριότητά της σε περίπτωση καταστροφής της πρωτότυπης μορφής της. Εκεί θα βρεθεί αντιμέτωπος με το θαύμα και τη φρίκη.
Αινίγματα, αινίγματα παντού. Παραμορφωτικοί καθρέφτες, πραγματικότητα που έχει την υφή εφιάλτη και ονειρική διάσταση σε γεγονότα που καθαρογράφονται στα κατάστιχα της καθημερινότητας. Τα πάντα διυλίζονται μέσα από το φίλτρο της φαντασίας του επιθεωρητή – αυτός είναι άλλωστε ο κύριος διαμορφωτής της ιστορίας, αλλά όχι και ο μόνος.
Ο Μάρτιν ΜακΊνες |
O ΜακΊνες δεν ενδιαφέρεται να δηλώσει στυλίστας. Εκεί που ποντάρει είναι στο ύφος, τον τρόπο και το ειδικό βάρος που δίνει στις λέξεις του.
Τα εξωλεκτικά στοιχεία που δηλώνονται με την καταλυτική παρουσία του δάσους οδηγούν σε άλλη μορφή ανάγνωσης του μυθιστορήματος. Είναι ένα μοτίβο, το οποίο ο ΜακΊνες αξιοποιεί αρκετά καλά. Ένα από τα σενάρια του επιθεωρητή είναι ο Κάρλος να αποφάσισε να κρυφτεί εκεί για να ξεφύγει από την ανθρώπινη συνάφεια. Μοναξιά και ξενότητα που λειτουργεί εξωτερικά και εσωτερικά, διότι ενδέχεται και το σώμα του Κάρλος να μην… θέλει τον ιδιοκτήτη του. Η ανθρώπινη φύση καταναλώνει τον εαυτό της με ύπουλο και διασπαστικό τρόπο.
Ο ΜακΊνες αφήνει τρεις θεματικές να ορίσουν τις λειτουργίες της πλοκής: ο σουρεαλισμός του πρώτου μέρους δίνει τη σκυτάλη σε μια εκδοχή δυστοπίας εντός του εργασιακού χώρου του Κάρλος, για να καταλήξει όλο αυτό στην απεικόνιση της μεγαλειώδους φύσης όπως την κινηματογράφησε και ο Βέρνερ Χέρτζογκ. Στο ενδιάμεσο, η έρευνα του επιθεωρητή διατηρεί άσβεστη στον αναγνώστη μια αίσθηση ρεαλισμού που ολοένα στρίβει, χάνεται και επανέρχεται.
Ο ΜακΊνες φαίνεται να είναι ένας επαρκής αναγνώστης της sci-fi λογοτεχνίας, να έχει ξεκοκαλίσει τον Μπόρχες και να συνομιλεί με τον ΝτεΛίλο και το τελευταίο του βιβλίο που έχει να κάνει με τα όρια της ανθρώπινης φύσης.
Είναι προφανές πως έχουμε να κάνουμε με ένα ακατάτακτο μυθιστόρημα όπου λαμβάνει στοιχεία από διαφορετικές «οικογένειες» γραφής. Ο ΜακΊνες φαίνεται να είναι ένας επαρκής αναγνώστης της sci-fi λογοτεχνίας, να έχει ξεκοκαλίσει τον Μπόρχες και να συνομιλεί με τον ΝτεΛίλο και το τελευταίο του βιβλίο που έχει να κάνει με τα όρια της ανθρώπινης φύσης (πέραν του θανάτου ή αλλιώς η ζωή εν μέσω θανάτου).
Όχι, δεν έχουμε να κάνουμε με ένα τυπικό συγγραφικό ντεμπούτο όπου η αμηχανία υπερισχύει των προθέσεων. Ο MακΊνες δείχνει να ξέρει τι θέλει να κάνει και να αντιλαμβάνεται το εύρος των δυνατοτήτων του στην παρούσα στιγμή. Η Γη χωρίς τέλος επιλέχθηκε από τον βρετανικό Guardian ως το βιβλίο της χρονιάς, ενώ ακολούθησαν κι άλλες εφημερίδες του Νησιού. Παράλληλα, κέρδισε το βραβείο Somerset Maugham από την Society of Author’s το 2017. Ένα συγγραφικό αστέρι μόλις γεννήθηκε παρ’ ημίν. Η μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά οφείλει να επισημανθεί για το γεγονός ότι δεν χάνεται μέσα στον λεκτικό λαβύρινθο του συγγραφέα. Άλλωστε, ο ΜακΊνες δεν ενδιαφέρεται να δηλώσει στυλίστας. Εκεί που ποντάρει είναι στο ύφος, τον τρόπο και το ειδικό βάρος που δίνει στις λέξεις του.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων «Όπως και αν έρθει αυτό το βράδυ» (εκδ. Μελάνι).
Γη χωρίς τέλος
Martin Maclnnes
Μτφρ. Αλέξης Καλοφωλιάς
Κριτική 2019
Σελ. 344, τιμή εκδότη €15,00