Για το μυθιστόρημα της Άλις Σμιθ «Φθινόπωρο» (μτφρ. Μιλτιάδης Αργυρόπουλος, εκδ. Καστανιώτη).
Του Διονύση Μαρίνου
Πολύ νωρίς για να προλάβει το γεγονός να εντυπωθεί ευρύτερα στην κοινωνία, ως εκ τούτου να γίνει μέρος της μυθοπλαστικής αφήγησης, και πολύ αργά, καθώς ο χρόνος φεύγει και χάνεται, για να αφεθεί στον συγγραφέα του μέλλοντος. Η Σκοτσέζα Άλι Σμιθ με το μυθιστόρημά της Φθινόπωρο (μτφρ. Μιλτιάδης Αργυρόπουλος, εκδ. Καστανιώτη) υπογράφει το πρώτο μετά-Brexit έργο της Γηραιάς Αλβιόνας.
Αν και το δημοψήφισμα που προκάλεσε –και συνεχίζει– να προκαλεί ουκ ολίγες αναταράξεις στο νησί είναι ευδιάκριτο στο φόντο της πλοκής, δεν έχουμε να κάνουμε με ένα πολιτικό μυθιστόρημα που προσπαθεί να διερευνήσει, ενδεχομένως, τις συνθήκες μέσα στις οποίες σχηματοποιήθηκε αυτή η νέα συνθήκη για τη Μ. Βρετανία.
Πρόκειται για το πρώτο μέρος της τετραλογίας των εποχών ή όπως το έχει ονομάσει η ίδια «Κουαρτέτο των Εποχών». Πριν, όμως, ακολουθήσει ο χειμώνας, το δικό της φθινόπωρο, μια εποχή ιδιαίτερης βαρύτητας, μια ενδιάμεση κατάσταση θέρους και χειμωνιάς, ορίζει και τις αλλαγές που επιφέρει ο χρόνος στους ανθρώπους και τα γεγονότα που τους διαμορφώνουν. Αν και το δημοψήφισμα που προκάλεσε –και συνεχίζει– να προκαλεί ουκ ολίγες αναταράξεις στο νησί είναι ευδιάκριτο στο φόντο της πλοκής, δεν έχουμε να κάνουμε με ένα πολιτικό μυθιστόρημα που προσπαθεί να διερευνήσει, ενδεχομένως, τις συνθήκες μέσα στις οποίες σχηματοποιήθηκε αυτή η νέα συνθήκη για τη Μ. Βρετανία. Η Σμιθ σκοπεύει αλλού, διαφορετική είναι η οπτική γωνία και η θεματική της. Είναι ο χρόνος: ο αδάμαστος κριτής των πάντων, ο υδραργυρικός χρόνος, ο μόνιμος βασιλιάς κάθε ανθρώπινης φιλοδοξίας. Οτιδήποτε συμβαίνει στο μυθιστόρημα, όπως και στη ζωή, τελεί υπό το κράτος του αλύγιστου χρόνου.
Οι άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν πως ο χρόνος που τους αναλογεί είναι ανεξάντλητος κι ότι μπορούν να δουν όσες φορές επιθυμούν την ανατολή του ηλίου, όπως έλεγε και ο Πολ Μπόουλς. Κι όμως, δεν ισχύει. Ποτέ δεν θα ισχύει διότι ο χρόνος κανοναρχεί όλες τις ανθρώπινες προσδοκίες. Σε μια χώρα διχασμένη όπου οι μισοί έχουν να καταμαρτυρήσουν κάμποσα πράγματα στους άλλους μισούς, όπου στους τοίχους των πόλεων κυριαρχεί το επιθετικό σύνθημα «GO HOME» και το τι πήγαινε λάθος ή έγινε σωστά, είναι μέρος μιας συνολικής κοινωνικής διαπάλης, βλέπουμε να αναπτύσσεται μια περίεργη σχέση δύο ανθρώπων: του Ντάνιελ και της Ελίσαμπεθ.
Ο Ντάνιελ Γκλουκ έχει φτάσει στα 101 χρόνια του και ζει σε έναν οίκο ευγηρίας, αν και στην εναρκτήρια σκηνή του βιβλίου τον βλέπουμε να αμφιταλαντεύεται αν είναι ακόμη ζωντανός ή έχει αφεθεί στα κύματα της θάλασσας που πρόκειται να τραβήξουν στα πέρα βάθη το άψυχο κορμί του. Μόνος και χωρίς ένα χέρι να τον συντρέξει, αναστοχάζεται το παρελθόν με την ευμένεια του ανθρώπου που έχει ζήσει πολλά και τους έχουν συμβεί περισσότερα. Η Ελίσαμπεθ είναι κατά πολύ νεότερή του. Στην αρχή της τρίτης δεκαετίας της ζωής της τη γνωρίζουμε ως λέκτορα σε πανεπιστήμιο της Αγγλίας. Μια θέση που δεν της εξασφαλίζει καμία απολύτως ασφάλεια, όπως αναφέρει με πικρία και η μητέρα της. Τι μπορεί να συνδέει αυτούς τους δύο ανθρώπους που υπό άλλες συνθήκες δεν θα μπορούσαν να περπατήσουν ταυτόχρονα; Η Ελίσαμπεθ παραδέχεται στον σύντροφό της ότι η σχέση τους δεν υπήρξε ποτέ σωματική και ούτε έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον ηλικιωμένο Ντάνιελ (κάτι που φοβόταν η μητέρα της), αλλά είναι άκρως αγαπητική με έναν δικό της, ιδιαίτερο τρόπο.
Οι συζητήσεις της Ελίσαμπεθ και του Ντάνιελ είχαν τη μορφή της σταδιακής μύησης της μικρής στις κρυφές πτυχές της ζωής.
Γνωρίστηκαν πρώτη φορά όταν η Ελίσαμπεθ ήταν οκτώ ετών και ο μονήρης Ντάνιελ συνέλεγε κομμάτια τέχνης προς ιδίαν χρήση. Ανάμεσα σε αυτά, φωτογραφίες της Πολίν Μπότι, μιας καλλιτέχνιδας της pop-art κατά τη δεκαετία του ’60, την οποία είχε ερωτευθεί. Οι συζητήσεις της Ελίσαμπεθ και του Ντάνιελ είχαν τη μορφή της σταδιακής μύησης της μικρής στις κρυφές πτυχές της ζωής. Με την πάροδο των χρόνων –το μυθιστόρημα ακολουθεί τα χνάρια της σχέσης τους σε βάθος χρόνου– συζητούν για όλα τα κοινωνικά θέματα που επηρέασαν τα πολιτικά πράγματα της χώρας (ομοφοβία, μετανάστευση, ρατσισμός). Κάπως έτσι, η μικρή Ελίσαμπεθ και μετέπειτα ώριμη γυναίκα διαμορφώνει το ταπεραμέντο της. Θα «συναντηθεί» ξανά με την Μπότι όταν θα θελήσει να κάνει τη διατριβή της πάνω στα έργα της. Θα συναντηθεί όμως και με τον Θαυμαστό καινούργιο κόσμο του Άλντους Χάξλεϋ. Βιβλίο που θα διαβάζει ενόσω περιμένει στην ουρά μιας δημόσιας υπηρεσίας για να ανανεώσει το διαβατήριό της. Εκεί θα διαπιστώσει πως οι φωτογραφίες της δεν είναι έγκυρες και δεν πληρούν τους όρους της υπηρεσίας για να γίνουν δεκτές (όσες προσπάθειες και να κάνει, όσες φωτογραφίες και να βγάλει, το κεφάλι της είναι πάντα λάθος). Διαβάζει στο βιβλίο: «Κοινότητα, ταυτότητα, σταθερότητα». Τρία σημεία αιχμής που αναζητεί και η παγκόσμια κοινότητα σήμερα και ιδιαιτέρως η πολιτικά ταραγμένη Μ. Βρετανία.
Η Άλι Σμιθ |
Το μυθιστόρημα της Σμιθ είναι βαθύτατα υπαρξιακό από τη στιγμή που διερευνά την επίδρασης του χρόνου – μιας μόνιμης σταθεράς του ανθρώπινου βίου.
Τι αλλάζει με τα χρόνια; Τι καταχωνιάζουμε; Ποιες συνθήκες διαμορφώνονται με διαφορετικό τρόπο; Και, τελικά, πόσο υποταγμένοι είμαστε στον χρόνο, τη στιγμή που θεωρούμε ότι είμαστε σε θέση να ελέγχουμε τα πάντα; Το μυθιστόρημα της Σμιθ είναι βαθύτατα υπαρξιακό από τη στιγμή που διερευνά την επίδρασης του χρόνου – μιας μόνιμης σταθεράς του ανθρώπινου βίου.
Δεν είναι η πλοκή που διαμορφώνει το μυθιστόρημα, αλλά το ύφος, ο ρυθμός και ο καταιγισμός των λέξεων. Ακολουθώντας πολλές φορές τη μορφή του εσωτερικού μονολόγου (σ.σ: υπάρχουν ολόκληρες παράγραφοι που σου φέρνουν στο μυαλό τη Βιρτζίνια Γουλφ), η Ελίσαμπεθ και ο Ντάνιελ κάνουν συνεχόμενα πισωγυρίσματα στον βιωμένο χρόνο τους και σε εκείνον που ακόμη δεν έχει έρθει να τους συναντήσει.
Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και από εικόνα σε εικόνα μένεις με την αίσθηση πως ο χρόνος (άρα και ο ρυθμός του κειμένου) φεύγει, επιστρέφει, αναδιπλώνεται και συστρέφεται.
Το αποτέλεσμα είναι λεκτικά εμπρηστικό. Η πρόζα της Σμιθ είναι αυξανόμενου ρυθμού. Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο και από εικόνα σε εικόνα μένεις με την αίσθηση πως ο χρόνος (άρα και ο ρυθμός του κειμένου) φεύγει, επιστρέφει, αναδιπλώνεται και συστρέφεται. Το παρόν διαμορφώνεται με ταχείς και βίαιους ρυθμούς, με αποτέλεσμα να προκαλεί αλλεπάλληλες μετατοπίσεις, τις οποίες ουδείς είναι ικανός να αφουγκραστεί και να αφομοιώσει. Όπως το πρόσωπο της Ελίσαμπεθ φαίνεται λάθος και αδιαμόρφωτο στις φωτογραφίες του διαβατηρίου της. Είναι αυτό το επιδραστικό παρόν, όμως, που επηρεάζει τη ζωή ενός εκάστου αφήνοντάς τον εκτεθειμένο σε λογής απώλειες.
Το μυθιστόρημα της Σμιθ θαυμάζεται για τη υφολογική επινοητικότητά του, ακόμη και σε στιγμές που δείχνει κρυπτικό. Είναι μια άσκηση χρόνου, μια παρτιτούρα με νότες τα λεπτά και τα χρόνια που περνούν και χάνονται ανεπιστρεπτί. Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στον Μιλτιάδη Αργυρόπουλο.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων «Όπως και αν έρθει αυτό το βράδυ» (εκδ. Μελάνι).
→ Στην κεντρική εικόνα πίνακας του © David Hockney.
Φθινόπωρο
Άλι Σμιθ
Μτφρ. Μιλτιάδης Αργυρόπουλος
Καστανιώτης 2018
Σελ. 242, τιμή εκδότη €15,00