Για το μονόπρακτο «Δρόμος σχεδόν μπλε» (Σύλλογος Εθελοντών Υποστήριξης Ανηλίκων & Νέων Εντός≠Εκτός).
Της Αφροδίτης Σιβετίδου
Αν ένα εργαστήρι παραγωγής λογοτεχνικού λόγου έχει τη γενική αποδοχή, γεννά ωστόσο απορίες η συμβολή του για την επίτευξη υψηλού στόχου, όπως είναι αυτός της ένταξης στον κοινωνικό ιστό νεαρών υπάρξεων με ιστορικό παραβατικότητας. Πρωτότυπη όσο και παράδοξη θα χαρακτήριζε κανείς την ένταξη της δημιουργικής γραφής στο πρόγραμμα του Συλλόγου Εθελοντών Εντός≠Εκτός, ο οποίος δραστηριοποιείται στον χώρο της καταπολέμησης και άρσης των αποκλεισμών που αντιμετωπίζουν ομάδες ανηλίκων και νέων.
Με πείρα στη διοργάνωση και διεύθυνση εργαστηρίων δημιουργικής γραφής, επέλεξε το ποιητικό θέατρο ως παιδευτικό μέσο για την κοινωνική αποκατάσταση ανηλίκων και νέων που βρίσκονται σε κίνδυνο θυματοποίησης και αποκλεισμού.
Όταν η Αλεξάνδρα Μυλωνά, εκπαιδευτικός-συγγραφέας-σκηνοθέτης, αποδέχτηκε την πρόσκληση-πρόκληση, αναλάμβανε σίγουρα ένα πολύ βαρύ φορτίο. Με πείρα στη διοργάνωση και διεύθυνση εργαστηρίων δημιουργικής γραφής, επέλεξε το ποιητικό θέατρο ως παιδευτικό μέσο για την κοινωνική αποκατάσταση ανηλίκων και νέων που βρίσκονται σε κίνδυνο θυματοποίησης και αποκλεισμού. Φιλόδοξο το εγχείρημα της δέσμευσής της, αφού έπρεπε να κατευθύνει ένα πολύ εύθραυστο και ανυποψίαστο κοινό στα μονοπάτια της λογοτεχνίας, με μια εξαιρετικά σημαντική στόχευση, να βοηθήσει περιπλανημένες και παραπλανημένες νεαρές υπάρξεις να δουν με άλλη ματιά τον εαυτό τους και τον κόσμο. Ήδη ο τίτλος της Μυλωνά «Με φως», στο εισαγωγικό της σημείωμα του Δρόμου, αποκαλύπτει την πρόθεσή της να φωτίσει με ελπίδα και εμπιστοσύνη το ερεβώδες τοπίο στις ψυχές νεαρών υπάρξεων. Με στέρεες παιδαγωγικές γνώσεις από την πλούσια εμπειρία της στην εκπαίδευση, όπως και στο θέατρο, η εμψυχώτρια επιδίωξε την «ανάδυση του βιώματος και την επικοινωνία των ψυχών».
Η απάντηση σε εύλογες απορίες και ερωτήματα θα έπρεπε να αναζητηθεί στην εξειδικευμένη επιλογή του ποιητικού δράματος, η οποία οδήγησε στο μονόπρακτο Δρόμος σχεδόν μπλε. Γιατί, πέρα από τον επικοινωνιακό χαρακτήρα του θεάτρου, το θεμελιακό στίγμα του ποιητικού δράματος είναι η σιωπή στην οποία εδράζεται, και το ξεκλείδωμά της υπήρξε η δύσκολη στόχευση της τολμηρής σύλληψης. Ας θυμίσουμε όμως ότι στο παιχνίδι των ρόλων και τους θεατρικούς αυτοσχεδιασμούς αναδύεται ανενδοίαστα ένα ολόκληρο σιωπηρό σύμπαν, το οποίο η ασυνείδητη διαδικασία της γραφής θα αποκαλύψει στις κρυφές πτυχές των ηρώων. Φαντάζει ίσως παράδοξο αλλά –κατά δήλωση των ίδιων των δραματικών προσώπων– «η σιωπή γράφεται, μιλιέται, ακούγεται», όταν το σιωπηλό και συγκεχυμένο μέσα αποκτά μορφή και υπόσταση για να ακουστεί το άρρητο, σκέψεις και συναισθήματα καταπιεσμένα, και το θεατρικό σανίδι γίνεται ο φιλόξενος αποδέκτης και ο φορέας μιας ανατρεπτικής θορυβώδους σιωπής μέσα στο κουκούλι των λέξεων. Αν και μοιάζει απίστευτο, «στη γραφή μπορώ να κρυφτώ και να είμαι πιο ειλικρινής» δήλωνε ο αυστριακός συγγραφέας Ρόμπερτ Ζέεταλερ. Γιατί η γραφή εδράζεται στην ετερότητα, αφού αυτός που γράφει είναι πάντα ένας άλλος, έτσι που τα μαύρα στίγματα πάνω στο λευκό χαρτί ξαφνιάζουν συχνά τον ίδιο τον γραφέα.
Αν η μαγεία της ποίησης είναι η μεταμόρφωση των λέξεων, η δύναμή τους είναι να μεταπλάθουν την πραγματικότητα, τείνοντας το χέρι στον άλλο. Στο Δρόμος σχεδόν μπλε, οι λέξεις της σιωπής κουβαλούν τις ψυχές νέων παιδιών, κουβαλούν βιώματα και όνειρα, και περνούν διακριτικά στα πρόσωπα των ηρώων, μέσα από μια διαδικασία εν θερμώ.
Επιπλέον, η θεατρική γραφή, υπακούοντας επιβεβλημένα στην οικονομία της σκηνικής τέχνης, και ακουμπώντας στη μεταφορικότητα της ποίησης, κρύβει και αποκαλύπτει το απρόσιτο, το απαγορευμένο, αφήνοντας να μιλήσει η σιωπηλή συνείδηση. Ανιχνεύοντας το μυστηριακό, ανεξιχνίαστο μέσα των νέων η Μυλωνά θέλησε να τους οδηγήσει μέσω του λόγου στην ιερή επικοινωνία, με όχημα τη θεατρική τέχνη, και κάτω από τα φώτα της σκηνής να φωτίσει τις προσωπικές τους διαδρομές, μακριά από την περιθωριοποίηση και τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Μέσα από ποιητικές διαδρομές, μέσα από τις λέξεις της προφορικής έκφρασης που οδηγούν στα μονοπάτια της δραματικής ποίησης, αναζήτησε τον δρόμο για να προσεγγίσει ευαίσθητες ψυχές ερμητικά κλεισμένες. Αν η μαγεία της ποίησης είναι η μεταμόρφωση των λέξεων, η δύναμή τους είναι να μεταπλάθουν την πραγματικότητα, τείνοντας το χέρι στον άλλο. Στο Δρόμος σχεδόν μπλε, οι λέξεις της σιωπής κουβαλούν τις ψυχές νέων παιδιών, κουβαλούν βιώματα και όνειρα, και περνούν διακριτικά στα πρόσωπα των ηρώων, μέσα από μια διαδικασία εν θερμώ. Τέτοιες δράσεις –έξω από τα όρια της καθαρής τέχνης– ζωντανεύουν στη μνήμη την ακατανόητη, ακραία ή και σοκαριστική για την εποχή της ντανταϊστική άποψη ότι «Η σκέψη γεννιέται μέσα στο στόμα» (Tristan Tzara).
Πολύπλευρο και δημιουργικό το εργαστήρι, βασίστηκε στην αρχή της συλλογικότητας, αφού κτίστηκε με τη συμμετοχή της ομάδας και ολοκληρώθηκε με τη συν-γραφή ενός θεατρικού μονόπρακτου. Πολύς μόχθος, πολύς χρόνος, πολύ κόστος ψυχής χρειάστηκαν για την κομψή, δίγλωσση έκδοση, που δημοσιοποίησε εύστοχα ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα της σύγχρονης κοινωνίας μας, προσβλέποντας στην ενημέρωση των πολιτών και την ενίσχυση των δράσεών τους. Και ακόμη πίστη, ισχυρή βούληση, υπομονή, επιμονή και γνώση για να γκρεμίσουν τείχη, να κατακτηθεί η εμπιστοσύνη, να μιλήσουν τα στόματα, να αναβλύσουν οι λέξεις, να ακουστούν σκέψεις και συναισθήματα. Και να γίνουν οι λέξεις μέσα από το φίλτρο της ποίησης ο Δρόμος σχεδόν μπλε, με την ελπίδα το εγχείρημα να οδηγήσει στον επαναπροσδιορισμό του εαυτού και την αναδιαμόρφωση της εικόνας του άλλου.
«Μια συνάντηση κάπου αλλού», στο πάντρεμα θεάτρου και ποίησης, ήταν η ευτυχής συνάντηση και συνεργασία των νέων παιδιών με την Αλεξάνδρα Μυλωνά. Μια επίπονη γόνιμη διαδρομή για να γνωρίσουν τον εαυτό τους και τον κόσμο, να αναθεωρήσουν τη ματιά τους πάνω στους άλλους και τους ίδιους, αφήνοντας τη σιωπή να μιλήσει, όπως αυτή ακούγεται στα λόγια της Μίλι – πρόσωπο του έργου∙ λόγια που συμπυκνώνουν δύο αντίθετους κόσμους, της ποθητής ευτοπίας και της βιωμένης δυστοπίας:
Αν αναρωτηθεί ο αναγνώστης για τη χρωματική επιλογή του μπλε στον τίτλο του μονόπρακτου, του πιο άυλου των χρωμάτων, του πιο ψυχρού αλλά του πιο καθαρού, η απάντηση (σύμφωνα με τη θεωρία των συμβόλων) είναι ότι «το μπλε δηλώνει τον δρόμο της ονειροπόλησης και του ονείρου. […] Εκεί όπου η συνειδητή σκέψη υποχωρεί επ’ ωφελεία του ασυνείδητου, όπως το φως της ημέρας γίνεται βαθμιαία φως της νύχτας, μπλε της νύχτας. Γιατί το μπλε περιέχει τις αντιφάσεις, τις εναλλαγές που καθορίζουν τη ζωή μας». Στίγμα του εγχειρήματος, χρώμα της αλήθειας αλλά και του μη πραγματικού, το μπλε γίνεται ο άξονας πάνω στον οποίο δομείται το μονόπρακτο, καθώς αιωρείται ανάμεσα στο πραγματικό του δρόμου και το μη πραγματικό του ασυνειδήτου.
Ο ετεροχρονισμός που τοποθετεί την ιστορία στο εγγύς μέλλον και η μεταμεσονύχτια ώρα ευνοούν την ονειρικότητα και ενισχύουν το θεατρικό ψέμα, όπου διηθείται η αλήθεια.
Στο θεατρικό μονόπρακτο, ένας ρεαλιστικός χώρος μαζί με έναν μελλοντικό χρόνο γίνονται οι δύο πόλοι της βασικής σύλληψης, ενώ το συνοδευτικό «σχεδόν» στον τίτλο υπονομεύει την καθαρότητα του μπλε, υπονοώντας ακριβώς την πορεία, την κίνηση προς, τη διαδρομή, την προσπάθεια μαζί και την ελπίδα για την επίτευξη του σκοπού. Λίγα και απλά τα υλικά της κατασκευής, προσεχτικά επιλεγμένα για να κάνουν θέατρο. Φορτισμένη με έντονο συμβολισμό είναι η χωροθέτηση της δράσης σε πολυώροφο πάρκινγκ στη δυτική πλευρά μιας βρόμικης πόλης, «με θέα ένα κρουαζιερόπλοιο στο λιμάνι» να υπογραμμίζει τις κοινωνικές ανισότητες, συνδηλώνοντας τη σαγήνη του ταξιδιού και την ανάγκη φυγής. Χρόνος «Σεπτέμβριος 2019, τρεις το πρωί». Δράση νυχτερινή, λίγες ώρες πριν ο ουρανός πάρει το μπλε του χρώμα, όταν η πόλη ακόμη κοιμάται – στοιχείο θεατρικότητας. Ο ετεροχρονισμός που τοποθετεί την ιστορία στο εγγύς μέλλον και η μεταμεσονύχτια ώρα ευνοούν την ονειρικότητα και ενισχύουν το θεατρικό ψέμα, όπου διηθείται η αλήθεια. Όλα μελετημένα για το πέρασμα από τη γύρω μας πραγματικότητα στην αληθινή πραγματικότητα, αυτή που βρίσκεται μέσα μας∙ για το πέρασμα από το δημόσιο του δρόμου στο ιδιωτικό των ευάλωτων υπάρξεων, που θυμώνουν, αντιδρούν, ασφυκτιούν, ονειρεύονται.
Τρεις ηθοποιοί υποδύονται αντίστοιχους ρόλους. Δίπλα τους ένας φύλακας θεατής-σχολιαστής επί σκηνής με τον σκύλο του και μια φωνή οφ. Όταν οι τρεις ήρωες υιοθετούν την ταυτότητα γνωστών ηρώων των παραμυθιών, δηλώνοντας: «Είμαι ο Πήτερ Παν», «Είμαι η Χιονάτη», «Είμαι ο Σούπερμαν, ο Μπάτμαν, ο Ρομπέν», αξιοποιούν λογοτεχνικά πρότυπα, απομυθοποιούν απροκάλυπτα το θεατρικό παιχνίδι και ομολογούν την άδηλη παιδικότητά τους. Η καθόλου ασήμαντη λεπτομέρεια, η ηλικιακή διαφορά των ηθοποιών-προσώπων από τις πραγματικές ηλικίες των παιδιών και τα ξενικά τους ονόματα, δημιουργούν ένα καθεστώς αποστασιοποίησης, ενώ ανοίγουν ρωγμές για να αναδυθεί το άρρητο, το σκοτεινό που φωλιάζει πεισματικά στο δυσπρόσιτο ασυνείδητο και καθοδηγεί τις ζωές μας. Ένας σωρός από τραύματα βαθιά κρυμμένα εκδηλώνεται με άγχος και συχνά με οργή από τα πρόσωπα. Οικογενειακά δράματα, κοινωνική απομόνωση, μοναξιά, ανάγκη του άλλου, δίψα για αγάπη, όνειρα απατηλά, φόβος και πόνος, μέσα σε μια προσωπική και κοινωνική αντιφατική κατάσταση, αυτός είναι ο ναρκοθετημένος κόσμος των ηρώων.
Έτσι, όταν η ασώματη φωνή περιγράφει σουρεαλιστικές σκηνές −«Δρόμος. Γυάλινος. / Μοναξιά στα φίδια που σέρνονται / στον ουρανό κάτω. / Ένα δέντρο πετάει / στο κλαδί του το αυτί μου τρύπιο»– δεν πρόκειται για ποιητικό crescendo, αλλά για τις εφιαλτικές εικόνες ενός αποκρουστικού κόσμου, κάτω από έναν βλοσυρό ουρανό, που στοιχειώνουν ανελέητα ευαίσθητες υπάρξεις και μεταγγίζουν ρίγη στις φλέβες μας. Η ανάγκη ανατροπής της αποκρουστικής εικόνας επιβεβαιώνεται στα λόγια αγάπης του Ηθοποιού 2 προς το κοινό: «Αγάπη το ψωμί της ψυχής μας / με την αγάπη πιάνω ένα κομμάτι ουρανό».
Όταν, τέλος, ο Δρόμος σχεδόν μπλε κατεβάζει αυλαία και, ρίχνοντας άπλετο φως στο θεατρικό σανίδι, αναγγέλλει την αρχή μιας καινούργιας μέρας −«Αχτίδες, φως σκορπίζει τον πόνο / Η ζωή και πάλι ανατέλλει / για τα παιδιά της»− δεν δίνει μόνο ένα αισιόδοξο μήνυμα∙ η διακριτική αναφορά στην κοσμογονική ρήση «Και εγένετο φως» ολοκληρώνει τον έμμεσο υπαινιγμό στη Γένεση της Παλαιάς Διαθήκης, η οποία, με το μοναδικό σκηνικό Ουρανού/Γης, γίνεται το πυκνό συμβολιστικό υφάδι όπου δομείται το κείμενο. Εστιάζοντας στο μοτίβο της Γένεσης και διευρύνοντας τη ματιά μας, θα διακρίναμε μια χαμηλόφωνη συνομιλία του Δρόμου με τη νεωτερική και πολυσυζητημένη δραματουργία του σύγχρονού μας Valère Novarina. Στις απαρχές του κόσμου επιστρέφει εμμονικά ο Γάλλος συγγραφέας, επικαλύπτοντας το αινιγματικό του θέατρο με μια θεολογική αντίληψη του λόγου −«Η γλώσσα είναι ανθρωπογενής» («Le langage est anthropogène»)− ενώ, επενδύοντας στη σωματικότητα των λέξεων, δίνει πνοή στη σκέψη ώστε ο άνθρωπος να ανανεώνει τη ματιά του πάνω στον κόσμο και τον εαυτό του.
Κρατώντας καλά στο μυαλό το μέγεθος του διακυβεύματος, ο αναγνώστης του ποιητικού θεατρικού μονόπρακτου είναι πιθανό να βρει ρομαντικό το εγχείρημα του Συλλόγου Εντός≠Εκτός και της Αλεξάνδρας Μυλωνά∙ και είναι πράγματι. Ίσως ακόμη, υπερθεματίζοντας, το πει ουτοπία. Μα είναι σίγουρα και ευφυές και τολμηρό μαζί. Και άλλωστε, στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, με πεισματικά λανθάνοντα τον ανεκρίζωτο «βλαπτικό ρομαντισμό», οι ουτοπίες δεν είναι αυτές που φωτίζουν τα αδιέξοδά μας;
* Η ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΣΙΒΕΤΙΔΟΥ είναι θεατρολόγος, ομότιμη καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Δρόμος σχεδόν μπλε
Συλλογικό
Επιμέλεια: Αλεξάνδρα Μυλωνά
Σύλλογος Εθελοντών Υποστήριξης Ανηλίκων & Νέων Εντός≠Εκτός 2018
Το μονόπρακτο Δρόμος σχεδόν μπλε, εκδόθηκε με έξοδα της Association Enfants de Salonique, σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, και διατίθεται από το Σύλλογο Εθελοντών Υποστήριξης Ανηλίκων & Νέων Εντός≠Εκτός.