Για το βιβλίο του Περικλή Σφυρίδη «Φρίντα Σφυρίδη - Η ζωγράφος της Σκύρου».
Του Παναγιώτη Γούτα
Η Φρίντα Σφυρίδη γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1937. Εργάστηκε ως δασκάλα ζωγραφικής στα ιδιωτικά σχολεία της Θεσσαλονίκης «Μακεδονικά Εκπαιδευτήρια» και «Πρότυπα Εκπαιδευτήρια», παρουσιάζοντας κάθε χρόνο εκθέσεις ζωγραφικής των μαθητών της. Ζωγράφιζε η ίδια από μικρή και ευτύχησε, στη διάρκεια της καλλιτεχνικής της πορείας, να γνωρίσει τρεις σημαντικούς ζωγράφους της Θεσσαλονίκης, από τους οποίους επηρεάστηκε καλλιτεχνικά. Τον κατ’ εξοχήν δάσκαλό της, τον Στέλιο Μαυρομάτη, στο ατελιέ του οποίου διδάχτηκε την τεχνική της ακουαρέλας και την τεχνοτροπία της «μεικτής τεχνικής». Τον Πάνο Παπανάκο, από τον οποίο διδάχτηκε τον τρόπο με τον οποίον εκείνος δούλευε τις τέμπερες στα έργα του. Και τον ζωγράφο και γραφίστα Κάρολο Τσίζεκ, που, με τα έργα του της απλής ή της πολλαπλής μονοτυπίας, έδωσε ώθηση στις καλλιτεχνικές της αναζητήσεις. Η επίδραση του έργου των τριών προαναφερθέντων προσώπων ξεχωριστά υπήρξε γόνιμη και δημιουργική στο έργο της Φρίντας Σφυρίδη, κάνοντάς την να κατακτήσει η ίδια ένα απόλυτα προσωπικό ύφος.
Ένα χρόνο μετά τον θάνατο της Φρίντας Σφυρίδη από καρκίνο (2016), δηλαδή το 2017, ο σύντροφός της στη ζωή και σημαντικός πεζογράφος και κριτικός Περικλής Σφυρίδης, ετοίμασε, ιδίοις αναλώμασιν, ένα λεύκωμα με πίνακες της Φρίντας, ταξινομώντας τους ανά θεματική ενότητα, με βιογραφικά στοιχεία της ζωγράφου, εκτενές τεχνοκριτικό κείμενο (με στοιχεία μαρτυρίας) του ίδιου για τη ζωγραφική της και, τέλος, με δύο αυτοσχόλια της ίδιας της ζωγράφου για το συνολικό της έργο.
Από το εκτενές, μεστό και κατατοπιστικό κείμενο του Περικλή Σφυρίδη –ο ίδιος, εκτός από πεζογράφος και κριτικός λογοτεχνίας, έχει τυπώσει και βιβλία τεχνοκριτικής, κυρίως για ζωγράφους της Θεσσαλονίκης– σημειώνω και επικεντρώνομαι στις παρακάτω διαπιστώσεις (ή και πληροφορίες) αναφορικά με το έργο της Φρίντας Σφυρίδη.
Από τη δεκαετία του ’80, η Φρίντα Σφυρίδη νιώθει την ανάγκη ν’ απαθανατίσει ζωγραφικά όλα τα ξωκλήσια της Σκύρου –τόπος καταγωγής του πατέρα του Περικλή Σφυρίδη, που τον αγάπησε και τον αισθάνθηκε και η ίδια ως δικό της τόπο.
Υπήρξε αυτοδίδακτη ζωγράφος, και εμφανίστηκε καλλιτεχνικά στη δεκαετία του 1970, με ακουαρέλες.
Η πρώτη ζωγραφική της περίοδος χαρακτηρίζεται από μια ιμπρεσιονιστική διάθεση, αφού προσπαθούσε να αποδώσει εικαστικά τη φευγαλέα συγκίνηση που της προκαλούσαν τα λουλούδια σε γλάστρες ή ανθοδοχεία ή ανθισμένα κλωνάρια οπωροφόρων δέντρων ή αγριολούλουδα (σελ. 9).
Άρχισε να παρουσιάζει τα έργα της από το 1976 σε ομαδικές εκθέσεις στη Μικρή Πινακοθήκη «Διαγώνιος» του Ντίνου Χριστιανόπουλου – όλοι, πλέον, αντιλαμβάνονται πως ο αυστηρός και τελειομανής ποιητής της Θεσσαλονίκης δεν θα επέτρεπε την έκθεση έργων στην πινακοθήκη του κάποιων δημιουργών, που, τουλάχιστον, δεν είχαν να παρουσίαζαν (αν όχι κάτι το εξαιρετικό) τουλάχιστον κάτι το ξεχωριστό και το ενδιαφέρον. Εκεί πραγματοποίησε και την πρώτη ατομική της έκθεση το 1983 με λουλούδια (ακουαρέλες).
Από τη δεκαετία του ’80, η Φρίντα Σφυρίδη νιώθει την ανάγκη ν’ απαθανατίσει ζωγραφικά όλα τα ξωκλήσια της Σκύρου –τόπος καταγωγής του πατέρα του Περικλή Σφυρίδη, που τον αγάπησε και τον αισθάνθηκε και η ίδια ως δικό της τόπο, αφού εκεί η οικογένεια Σφυρίδη έχει το εξοχικό της κατάλυμα, κι η ζωγράφος στο νησί έμενε, για χρόνια, από την άνοιξη έως το φθινόπωρο– κάτι για το οποίο «συνέβαλε καθοριστικά η γνωριμία της με τον Παπανάκο, που και αυτός, στη ζωγραφική του πορεία, είχε ακολουθήσει αυτόν τον τρόπο∙ αγαπούσε επίσης τη θρησκευτική μας παράδοση κι έχει δημιουργήσει μια παρόμοια ενότητα από εκκλησίες, ξωκλήσια και προσκυνητάρια» (σελ. 11). Το ότι η Φρίντα Σφυρίδη κατόρθωσε μια πετυχημένη σύζευξη του εικαστικού της στόχου με τα προσωπικά συναισθήματα που της προσέφερε το κάθε ξωκλήσι που ζωγράφιζε, κατά τον Σφυρίδη, ίσως οφείλεται πως, πέρα από προσωπική ευαισθησία, γνώριζε την ιστορία που κουβαλούσε το κάθε ξωκλήσι, έχοντας, επιπλέον, συμμετάσχει πολλές φορές σε λειτουργίες που γίνονταν στα ξωκλήσια αυτά (σελ. 12). (Εδώ, ο Σφυρίδης ως καθαρά βιωματικός πεζογράφος, επιχειρεί, και με την ιδιότητα του τεχνοκριτικού, ν’ αναδείξει την καταλυτική σημασία του βιώματος και σ’ ένα έργο ζωγραφικής).
Μια άλλη θεματική ενότητα του έργου της Φρίντας Σφυρίδη είναι το Σκυριανό καρναβάλι και οι Γέροι, οι Κορέλες και οι Φράγκοι. Ο Περικλής Σφυρίδης κάνει μια διεξοδική αναφορά στα σκυριανά αυτά έθιμα για να μπορέσει ο μελετητής της ζωγραφικής της Φρίντας Σφυρίδη (ή και ο απλός φιλότεχνος) να αντιληφθεί και να νιώσει περισσότερο τόσο τη θεματική επιλογή της ζωγράφου όσο και τον ψυχισμό της, που αντανακλάται στα συγκεκριμένα έργα της. Το ίδιο κάνει, παρακάτω, και για τα Σκυριανά αλογάκια – μια ακόμη θεματική ενότητα των έργων της ζωγράφου. Τα έργα των δύο αυτών ενοτήτων η Φρίντα Σφυρίδη τα παρουσίασε το 1998 και 2001 αντίστοιχα στην αίθουσα εκθέσεων του Πνευματικού Κέντρου της Σκύρου.
Η σημαντικότερη, κατά τη γνώμη μου, καλλιτεχνική στιγμή του συνολικού έργου της Φρίντας Σφυρίδη είναι η ενότητά της «Καΐκια και βάρκες» (Ιανός Θεσσαλονίκης, 2004). Στους πίνακες αυτούς, που απουσιάζει παντελώς το ανθρώπινο στοιχείο, αναδεικνύεται εντυπωσιακά η εγκατάλειψη, ο παροπλισμός, η αποσάθρωση των υλικών πραγμάτων (και, κατ’ επέκταση, των ανθρώπων που απουσιάζουν), αλλά και η περιπλάνηση, η μοναξιά, η ανθρώπινη μοίρα εν γένει, και αυτή η αιώνια περιδιάβαση του ανθρώπινου βλέμματος πάνω στο δίπολο ζωή-θάνατος. Γράφει, στη σελ. 19, ο Περικλής Σφυρίδης: «Βάρκες, λοιπόν, σε ήσυχα νερά και ήρεμα λιμανάκια ή ακρογιάλια που αναδίδουν μια εσωτερική γαλήνη, βάρκες σε φουρτουνιασμένο πέλαγος που προκαλούν αισθήματα κινδύνου ή φόβου, σκαριά καλοφτιαγμένα που δεν κρύβουν την περηφάνια τους, και, τέλος, βάρκες τραβηγμένες έξω, στη στεριά, τον χειμώνα, που εκφράζουν μια θυμόσοφη καρτερία…» (σελ. 19).
«…Δεν ξέρω αν αυτή την αγάπη για το νησί, τη Σκύρο, την παράδοση και την κατάνυξη που νιώθω στις εκκλησίες και τα ξωκλήσια της, κατόρθωσα να τα μετουσιώσω σε εικαστική δημιουργία. Εγώ γνωρίζω μόνο ότι προσπάθησα».
Φρίντα Σφυρίδη
Ακολουθεί η σειρά «Λάφυρα από στεριά και θάλασσα» (Ιανός Θεσσαλονίκης, 2008) ∙ έργα συνήθως μεγάλων διαστάσεων δουλεμένα με ακρυλικά χρώματα και λάδια, όπου, εκτός από βάρκες και καΐκια, η θεματική ματιά της επεκτείνεται στο Χωριό (έτσι λένε οι Σκυριανοί τη χώρα) που με τα άσπρα του κυβόσχημα σπιτάκια να σκαρφαλώνουν από τον παραθαλάσσιο οικισμό Μαγαζιά μέχρι το Κάστρο στην κορυφή του λόφου, αλλά και τοπία από εξοχές της Σκύρου με χωράφια και αιωνόβια δέντρα, ελιές και πεύκα.
Η τελευταία σειρά πινάκων της ζωγραφικής δημιουργίας, της Φρίντας Σφυρίδη με τον τίτλο «Κατάνυξη», παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη (αίθουσα εκθέσεων του «Πολιτιστικού Συλλόγου Σαράντα Εκκλησιών» (2008) και στο Βερολίνο (2010). Εσωτερικά εκκλησιών, μισοκαταστραμμένες τοιχογραφίες, φορητές εικόνες των αγίων, μανουάλια με αναμμένα κεριά, καντήλια, ιερά σκεύη και ξυλόγλυπτα τέμπλα κυριαρχούν στους πίνακες αυτής της ενότητας. Ο Περικλής Σφυρίδης επισημαίνει επ’ αυτών: «Η χρωματική της γλώσσα χαμηλώνει. Όλο το στήσιμο του πίνακα αποπνέει μια μορφή ορθόδοξης χριστιανικής κατάνυξης, κάτι που εμένα προσωπικά με ξάφνιασε, αφού η Φρίντα στη ζωή της δεν υπήρξε βαθιά θρησκευόμενο άτομο» (σελ. 20).
Ας κλείσει, όμως, αυτό το κείμενο όχι η διεισδυτική και εύστοχη ματιά του Σφυρίδη πάνω στη ζωγραφική της Φρίντας Σφυρίδη, αλλά η ίδια η ζωγράφος της Σκύρου, στον επίλογο του δεύτερου αυτοσχόλιού της: «…Δεν ξέρω αν αυτή την αγάπη για το νησί, τη Σκύρο, την παράδοση και την κατάνυξη που νιώθω στις εκκλησίες και τα ξωκλήσια της, κατόρθωσα να τα μετουσιώσω σε εικαστική δημιουργία. Εγώ γνωρίζω μόνο ότι προσπάθησα» (17 Οκτωβρίου 2008).
* Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΟΥΤΑΣ είναι συγγραφέας και εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Φρίντα Σφυρίδη
Η ζωγράφος της Σκύρου
Περικλής Σφυρίδης
Ιδίοις αναλώμασιν, Θεσσαλονίκη 2017
Σελ. 104