
Για το βιβλίο του Τάση Παπαϊωάννου «Γράφοντας για την Αρχιτεκτονική – Οδοιπορικό σε χτίσματα και χαλάσματα» (εκδ. Το Ροδακιό). Κεντρική εικόνα: Μακέτα σχεδίου (Α΄ βραβείο σε διαγωνισμό το 1989 για το «Μουσείο Εθνικής Αντίστασης και Μνημείο Ηλέκτρας Αποστόλου» στο Ν. Ηράκλειο) που δεν υλοποιήθηκε ποτέ. [Αρχιτέκτονες: Ε. Βάσσου, Δ. Ησαίας, Τ. Παπαϊωάννου]. Φωτογραφίες δεξιά [από επάνω]: Τ. Παπαϊωάννου, Δ. Πικιώνης, Α. Κωνσταντινίδης.
Της Δάφνης Σουλογιάννη
Όπως ισχύει και για το κείμενο, «ο αρχιτεκτονικός χώρος δεν είναι ποτέ ουδέτερος, αδιάφορος, κενός», μας λέει ο Τάσης Παπαϊωάννου. «Είναι πλημμυρισμένος από ανθρώπινες παρουσίες μα, για έναν ανεξήγητο λόγο, πιο πολύ από απουσίες». Η αρχιτεκτονική μοιάζει με τη συγγραφή σε τούτο: είναι ο αγώνας της νόησης κατά της λήθης, είναι η οίκηση του ίδιου του χρόνου μέσω τόσο της ανάμνησης του παρελθόντος όσο και της προσμονής του μέλλοντος.
Το συγγραφικό έργο του Τάση Παπαϊωάννου
Το σημαντικότατο έργο, αρχιτεκτονικό και διδακτικό (στον Τομέα Αρχιτεκτονικού Σχεδιασμού της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο), του Τάση Παπαϊωάννου συμπληρώνεται με το συγγραφικό του έργο, το οποίο μετρά ήδη τέσσερα βιβλία –εκτός από την ανά χείρας έκδοση, ακόμα: Η αρχιτεκτονική του καθημερινού (2005), Η αρχιτεκτονική και η πόλη (2008) και Σκέψεις για την αρχιτεκτονική σύνθεση (2015)– με σκέψεις, παρατηρήσεις, αποτυπώσεις της σύγχρονης ελληνικής αρχιτεκτονικής και κοινωνίας. Το παρόν βιβλίο αποτελεί συλλογή κειμένων δημοσιευμένων ήδη στον ημερήσιο, ως επί το πλείστον, Τύπο, επιμελώς συγκεντρωμένων πλέον σε έναν τόμο. Η έκδοση συμπληρώνεται με ευρετήριο ονομάτων και πραγμάτων, χρήσιμο κατά την ελεύθερη περιήγησή μας στον κόσμο του λόγου. Τα κείμενα οργανώνονται σε συγκεκριμένες θεματικές ενότητες και ήδη από τη θεματολογία τους καθίσταται σαφές πως ό,τι απασχολεί τον Παπαϊωάννου είναι σημαντικό όχι μόνο για την αρχιτεκτονική αλλά και για την ίδια τη ζωή. Προοδευτικά και μεθοδικά, ο Παπαϊωάννου αναπτύσσει τις σκέψεις του σε σχέση με την παράδοση και τη νεωτερικότητα, την αρχαιότητα και την νεοελληνική αρχιτεκτονική, το φυσικό και το αστικό τοπίο, καταλήγοντας στην ενότητα με τον τίτλο «Σύμμεικτα».
Προοδευτικά, μπροστά στα μάτια μας, ο Παπαϊωάννου, με εργαλεία τον λόγο και τις νοητές εικόνες, οικοδομεί το δικό του σύμπαν, μια απέραντη μοναδική πόλη. Οι επικαλούμενες νοητές εικόνες διαθέτουν την ομορφιά και τη συγκίνηση μιας ποιητικής εικόνας.
Κείμενο με το κείμενο, σκέψη με τη σκέψη και σαν να οδηγείται από τα σημάδια που έχει αφήσει στο δάσος ώστε να μην χάσει τον δρόμο του –όπως μεταφορικά περιγράφει στο βιβλίο του– ο Παπαϊωάννου μιλά με τον γνώριμο διδακτικό του λόγο. Εντούτοις, σε αυτή τη συλλογή κειμένων περισσότερο από ποτέ, ενίοτε ξεπερνά αυτόν τον λόγο. Δεν θα ήταν υπερβολή η παρατήρηση ότι αυτό είναι ένα πολύτιμο βιβλίο συγκεντρωμένης πληροφορίας και γνώσης. Το διδασκόμενο μάθημα έχει πλέον αποκρυσταλλωθεί, η γνώση έχει γίνει βίωμα και τώρα ο δάσκαλος μιλά μόνο με το παράδειγμά του και με εικόνες.
![]() |
![]() |
Σε αυτά τα κείμενα υπάρχει ο ρυθμός μιας σκέψης από το βιωμένο παρόν που αναμειγνύεται με την ηχώ του μακρινού παρελθόντος. Για τον συγγραφέα, το θέμα δεν περιορίζεται στην αρχιτεκτονική – και είναι σαφέστατο το πόσο σημαντική είναι η αρχιτεκτονική για εκείνον. Το επόμενο βήμα έχει γίνει και το ζήτημα πλέον είναι η κοινωνία, η ζωή και η ανθρώπινη συνθήκη. Σε κάθε κείμενο, σαν αυτό να ήταν κτήριο, αρχικά τίθεται ο προγραμματικός στόχος δηλαδή το ζήτημα προς επίλυση, εν συνεχεία αυτό εκτίθεται και μελετάται, και εν τέλει οικοδομείται ένα συγκεκριμένο συμπέρασμα. Τα κείμενα συντίθενται το ένα δίπλα στο άλλο, με τα παρακείμενα και τα διακείμενά τους – τις εκλεκτικές συγγένειες (ενδεικτικά αναφέρονται Γιώργος Σεφέρης, Νίκος Γαβριήλ Πετζίκης, Παναγιώτης Μιχελής, Σάββας Κονταράτος, Γιώργος Γραμματικάκης, επίσης Τ.Σ. Έλιοτ, Βιρτζίνια Γουλφ, Φερνάντο Πεσόα, Μάρτιν Χάιντεγκερ, Βασίλι Καντίνσκι), τις οποίες ο συγγραφέας συχνά εντάσσει στην προβληματική του, γεγονός σπάνιο για άρθρα στον ημερήσιο Τύπο.
Προοδευτικά, μπροστά στα μάτια μας, ο Παπαϊωάννου, με εργαλεία τον λόγο και τις νοητές εικόνες, οικοδομεί το δικό του σύμπαν, μια απέραντη μοναδική πόλη. Οι επικαλούμενες νοητές εικόνες διαθέτουν την ομορφιά και τη συγκίνηση μιας ποιητικής εικόνας. Μια ξύλινη κλειδαριά με ξύλινο κλειδί από τα προικισμένα χέρια του μαστρο-Τζάννη, ένα έργο τέχνης. Η άφατη ομορφιά του ελληνικού φωτός το οποίο εξαϋλώνει νησιά, θάλασσες, ουρανούς. Τα αμέτρητα βότσαλα όλων των μεγεθών, όλων των σχημάτων και όλων των αποχρώσεων, λιλιπούτειοι πλανήτες στην απέραντη θάλασσα (εικόνα η οποία θυμίζει το ποίημα του Πωλ Κλωντέλ Πέντε μεγάλες Ωδές). Ένα βραχώδες τοπίο με θέα στη θάλασσα, τη βοή του βορινού ανέμου, ελαιώνες, ξερολιθιές και μερικά μοναχικά κυπαρίσσια. Η κορυφογραμμή του αστικού τοπίου, η θέαση των υψηλών δωμάτων, αυτής της μεταλλικής πόλης πάνω από την πόλη –κεραίες, καμινάδες, μηχανολογικές εγκαταστάσεις, μεταλλικές σκάλες– και στο βάθος ο Υμηττός, η Πάρνηθα και ακόμα μακρύτερα η θάλασσα.
Ο κειμενικός κόσμος του Τάση Παπαϊωάννου ορθώνεται ζωντανός, πολύπλοκος και συναρπαστικός. Στηρίζεται στην ισχύ των ποιητικών εικόνων οι οποίες γεννώνται από τον λόγο του συγγραφέα.
Ο κειμενικός κόσμος του Τάση Παπαϊωάννου ορθώνεται ζωντανός, πολύπλοκος και συναρπαστικός. Στηρίζεται στην ισχύ των ποιητικών εικόνων οι οποίες γεννώνται από τον λόγο του συγγραφέα. Στον κειμενικό κόσμο του η αρχιτεκτονική είναι τόσο απαραίτητη όσο και το οξυγόνο, η παράδοση αποτελεί πηγή έμπνευσης για όλους μας και κυρίως για τις επόμενες γενιές, η φύση μπορεί να γίνει ένας πολύτιμος σύντροφος, και ο σχεδιασμός των κτηρίων πηγάζει από τη συλλογικότητα, τόσο στην κοινωνία όσο και στην κατασκευαστική ομάδα. Καθώς περιπλανώμαστε σε αυτόν τον κειμενικό κόσμο, χρήσιμο θα ήταν να γνωρίζουμε ότι οι αρχιτέκτονες διδασκόμαστε πώς να δημιουργούμε χώρο ο οποίος θα επηρεάσει τη φυσική μας εμπειρία, χώρο όπου ξέρουμε ότι άνθρωποι θα ζήσουν και θα πεθάνουν. Γι’ αυτό συχνά έχουμε ένα ισχυρότατο όραμα για το πώς θα πρέπει να είναι αυτός ο χώρος. Εντούτοις, ταυτοχρόνως αναγνωρίζουμε ότι κάθε χώρος μπορεί να σχεδιαστεί με διαφορετικούς τρόπους, εξίσου εμπνευσμένους, συνεπείς και αξιόπιστους. Όταν αυτός ο χώρος γεμίσει με το βίωμα, όταν γενιές ανθρώπων θα τον έχουν δικαιώσει με την παρουσία και τη ζωή τους, τότε θα έχει επιτευχθεί αυτό που ο Παπαϊωάννου παρουσιάζει στα κείμενά του ως τη δικαίωση της αρχιτεκτονικής, δικαίωση εκείνων που κοπιάζουν για αυτήν, δικαίωση της ύλης από την οποία αποτελείται καθώς και του χρόνου χάρη στον οποίο η ίδια η αρχιτεκτονική ζωντανεύει.
Όλες οι νοητές εικόνες συγκλίνουν στο ένα και απόλυτο ζητούμενο της αρχιτεκτονικής του Τάση Παπαϊωάννου, και μοιάζει να είναι και το ζητούμενο της συγγραφής του: το προσωπικό βίωμα, ο βιωμένος χώρος, η τομή ανάμεσα στις σφαίρες της αρχιτεκτονικής, της συγγραφής και του χρόνου. Για τον αρχιτέκτονα, ο χρόνος που περνά μπορεί να κρύβεται σε απίθανα μέρη. Στη σκάλα ενός νεοκλασσικού των Εξαρχείων, μαρμάρινη, μεγάλη και ίσια, που μετρά την απόστασή μας από έναν τρόπο ζωής ξεπερασμένο. Στα παιδικά γέλια και τις φωνές που σκίζουν τον αέρα στο προαύλιο του σχολείου, ξεσπάσματα φωτός στο μουντό αστικό τοπίο. Στην αρχαιολογική ανασκαφή όπου τα ερείπια μοιάζουν με ακινητοποιημένο ρολόι του χρόνου μιας κατασκευής που δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Στα υπολείμματα των πέτρινων τοίχων και των χρωματισμένων επιφανειών ενός κατεδαφισμένου παλαιού κτηρίου επάνω στη μεσοτοιχία της γειτονικής πολυκατοικίας. Στη μπαλκονόπορτα του διαμερίσματος, η οποία, όταν σκοτεινιάζει στην πόλη, φωτίζεται σαν οθόνη και οι κάτοικοι προβάλλονται σαν ηθοποιοί (ας θυμηθούμε την κινηματογραφική ταινία του Ζακ Τατί Playtime).
Τα δύο τελευταία κείμενα σε αυτή τη συλλογή αφορούν δύο αρχιτέκτονες δασκάλους, τον Άρη Κωνσταντινίδη και τον Δημήτρη Πικιώνη. Μέσω του παραδείγματός τους, εκείνοι προσέφεραν τα οικοδομικά υλικά στις επόμενες γενιές για τις δικές τους κατασκευές, όπως οι νεότερες εκκλησίες στηρίζονται στα σπόλια, τα μάρμαρα των αρχαίων ναών. «Το ίδιο δε συμβαίνει και με τις ιδέες;» αναρωτιέται ο Παπαϊωάννου.
Για τον συγγραφέα, ο χρόνος που περνά μπορεί να βρίσκεται στο μάθημα ενός δασκάλου. Ο Χένρι Τζέιμς στο ομώνυμο βιβλίο του (The Lesson of the Master, 1888 - Το μάθημα του δασκάλου, μτφρ. Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Μελάνι) έγραψε για την αέναη συνθήκη της μαθητείας, αλλά και για την ικανότητα του μαθητή να διδαχθεί, όπως αναφέρει ο Παπαϊωάννου ότι τονίζει στους σπουδαστές ο καθηγητής στο Ε.Μ.Π. Τάσος Μπίρης.
Το παράδειγμα των δασκάλων
Τα δύο τελευταία κείμενα σε αυτή τη συλλογή αφορούν δύο αρχιτέκτονες δασκάλους, τον Άρη Κωνσταντινίδη και τον Δημήτρη Πικιώνη. Μέσω του παραδείγματός τους, εκείνοι προσέφεραν τα οικοδομικά υλικά στις επόμενες γενιές για τις δικές τους κατασκευές, όπως οι νεότερες εκκλησίες στηρίζονται στα σπόλια, τα μάρμαρα των αρχαίων ναών. «Το ίδιο δε συμβαίνει και με τις ιδέες;» αναρωτιέται ο Παπαϊωάννου. Μετά από τις ποιητικές εικόνες, ο συγγραφέας προσφέρει και μια μεταφορά. Οι ιδέες –είτε αρχιτεκτονικές είτε συγγραφικές– είναι οι λαξευμένες πέτρες, τα δομικά υλικά τα οποία μας διαθέτει η προηγούμενη γενιά και τα οποία θα διατηρηθούν για την επόμενη γενιά. Όπως ο μάστορας μυστρίζει τον τοίχο με ιδιότυπες ζωγραφικές χαράξεις, αν και εν τέλει αυτές θα κρυφτούν από την τελική επίστρωση, με τον ίδιο τρόπο η σκέψη του αρχιτέκτονα μένει για πάντα μέσα στο κτήριο που κατασκεύασε, με τον ίδιο τρόπο οι λέξεις του δασκάλου παραμένουν στο μυαλό του μαθητή.
* Η ΔΑΦΝΗ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ είναι Αρχιτέκτων μηχανικός, διδάκτωρ της Σχολής Αρχιτεκτόνων μηχανικών του Ε.Μ.Π.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Χαρακτηριστική είναι η βασανιστική και επίπονη διαδικασία της αρχιτεκτονικής σύνθεσης και ιδιαίτερα των πρώτων σταδίων της, όταν δηλαδή ο αρχιτέκτονας βρίσκεται μπροστά στο λευκό χαρτί και στις πρώτες αφαιρετικές χαράξεις που μοιάζουν με μουντζούρες. Είναι μια φάση εξαιρετικά σύνθετων και πολύπλοκων νοητικών διεργασιών, κατά την οποία με αστραπιαίες ταχύτητες ανακαλούνται μνήμες, εμπειρίες, εικόνες, βιώματα… Εκεί πάνω στα ακαθόριστα και άμορφα σχήματα εμφανίζονται και εξαφανίζονται εν ριπή οφθαλμού ολόκληροι κόσμοι. Μεταβάλλονται, μετασχηματίζονται, κινούνται προς μια κατεύθυνση και ξαφνικά προς την αντίθετή της, ισορροπούν, γκρεμίζονται, απεικονίζοντας τις εκρηκτικές αλυσιδωτές αντιδράσεις που συντελούνται εκείνη τη στιγμή στο μυαλό του αρχιτέκτονα. Αυτός είναι και ο λόγος που το χέρι κινείται πάνω στο χαρτί μερικές φορές με πολύ γρήγορες κινήσεις προσπαθώντας να αιχμαλωτίσει την επινόηση της στιγμής, άλλες εξαιρετικά αργά παρακαλουθώντας τους συλλογισμούς του, ενώ άλλες σταματά εντελώς και για μεγάλα χρονικά διαστήματα αφού τίποτε δεν είναι αξιόλογο να καταγραφεί».
«Αρχιτεκτονική, Τέχνη ή Επιστήμη;»