Για το βιβλίο του Jean Baudrillard «Ομοιώματα και προσομοίωση» (μτφρ. Στεφάνος Ρέγκας, εκδ. Πλέθρον) και την ανίχνευση της θεωρίας του σε έργα της νεοελληνικής πεζογραφίας.
Του Γιώργου Γ. Περαντωνάκη
Η μετανεοτερική εποχή μας διέπεται από νόμους και κανόνες που πριμοδοτούν τις μικρές έναντι των μεγάλων αφηγήσεων, την αποσπασματικότητα, την αναθεώρηση της Ιστορίας και την αυτοαναφορικότητα των υποκειμένων. O Jean Baudrillard (1929-2007) έρχεται μετά τους Jean-François Lyotard (1979) και πριν από τον Fredric Jameson (1991) να εξηγήσει πώς ο μοντερνισμός πέρασε σε μια νεότερη φάση, αυτή του μεταμοντερνισμού.
Ο Γάλλος φιλόσοφος συλλαμβάνει την πραγματικότητα ως «υπερπραγματικότητα», θεωρεί ότι πολλά φαινόμενα δεν υποκρίνονται το πραγματικό, αλλά το προσομοιώνουν, με αποτέλεσμα να είναι το ίδιο αληθινά μ’ αυτό και μακροπρόθεσμα να το περιθωριοποιούν, παίρνοντας τη θέση του.
Στο έργο του Ομοιώματα και προσομοίωση, που πρωτοδημοσιεύτηκε στα γαλλικά το 1981, παρουσιάζει μια συνολική θεωρία –έστω κι αν τα κείμενα διακρίνονται από την αυτόνομη φύση τους– για την εναλλαγή της πραγματικότητας με την προσομοίωσή της σε βαθμό που να χάνεται συχνά η αίσθηση του πραγματικού λόγω της ύπαρξης του πλαστού. Ξεκινώντας από ένα διήγημα του Χ.Λ. Μπόρχες, όπου ο χάρτης κάλυψε και αντικατέστησε την επικράτεια την οποία αναπαριστούσε, ο Γάλλος φιλόσοφος συλλαμβάνει την πραγματικότητα ως «υπερπραγματικότητα», θεωρεί ότι πολλά φαινόμενα δεν υποκρίνονται το πραγματικό, αλλά το προσομοιώνουν, με αποτέλεσμα να είναι το ίδιο αληθινά μ’ αυτό και μακροπρόθεσμα να το περιθωριοποιούν, παίρνοντας τη θέση του.
Στις κοινωνίες της προσομοίωσης ο Jean Baudrillard αναλύει τέτοια μεμονωμένα φαινόμενα, τα οποία ωστόσο αθροιστικά αποδεικνύουν την εξάλειψη των ορίων και την εναλλαγή των ψευδών και των αληθινών καταστάσεων, ήδη από τη δεκαετία του ’70, όταν ο φιλόσοφος συνέλαβε τη θεωρία του. Μεταξύ άλλων αναλύει την είσοδο της Ιστορίας στον κινηματογράφο ως υπο-/αντικατάστατο της εξωκινηματογραφικής πραγματικότητας, όπως οι επέτειοι για το Ολοκαύτωμα έρχονται ως τεχνητή μνήμη να επαναφέρουν στο προσκήνιο την πραγματική εξόντωση ή το κέντρο Πομπιντούρ στο Παρίσι είναι αφενός κέλυφος εκθεμάτων κι αφετέρου το ίδιο τέχνη και έκθεμα. Πολύ περισσότερο, ο προβληματισμός του στοχαστή –όπως όλων– εστιάζει στα ΜΜΕ, τα οποία άραγε δείχνουν την αλήθεια ή την κατασκευάζουν; Κι αυτό που προβάλλουν αναδεικνύει το είναι ή συμβάλλει στη διαμόρφωσή του; Με άλλα λόγια η υπερπληροφόρηση μεταδίδει, παράγει νόημα ή το εξουδετερώνει;
Ο Jean Baudrillard έγραψε περίπου πενήντα βιβλία. Υπήρξε φιλόσοφος, κοινωνιολόγος, πολιτικός σχολιαστής και φωτογράφος. |
Ο Jean Baudrillard στα κείμενά του συνεχίζει να διερευνά τους φαύλους κύκλους μεταξύ πραγματικού και πλαστού, από τα οποία το ένα οδηγεί στο άλλο κι έτσι κατ’ ουσία παύουν να διαφοροποιούνται μεταξύ τους. Η διαφήμιση, ο σωσίας ως αντικαταστάτης και εναλλακτικό πρόσωπο, η κλωνοποίηση και τα ολογράμματα, η τεχνητή νοημοσύνη, το κέντρο και η περιφέρεια, ο μέσος όρος και οι αποκλίσεις του είναι μερικά θέματα που θίγονται. Το σημαντικότερο είναι ότι όλα αυτά συστήνουν ένα δομημένο πεδίο σκέψης, που μπορεί να επεκταθεί σε άλλα θέματα, τα οποία είναι δυνατόν να μελετηθούν με τα μποντριγιαρικά εργαλεία.
Η θεωρία της προσομοίωσης μπορεί να εφαρμοστεί στη λογοτεχνία, η οποία εκλαμβάνεται ως ομοίωμα της πραγματικότητας: η μυθοπλασία δηλαδή δεν είναι κατ’ ανάγκη μίμηση, αφού δεν υπάρχει εξωκειμενική «πραγματικότητα» αλλά η λογοτεχνία χτίζει τη δική της, εξίσου πραγματική ή και πιο πραγματική από την πρώτη. Αφήνω αυτό το γενικό, θεωρητικό και οντολογικό θέμα περί λογοτεχνίας, για να επικεντρωθώ σε έργα που χρησιμοποιούν τεχνικές εναλλαγής, αντικατάστασης, προσομοίωσης…
Ο ίδιος ο γάλλος φιλόσοφος μιλάει πιο συγκεκριμένα για την επιστημονική φαντασία. Όπως εξηγεί ο Brian McHale, ενώ ο μοντερνισμός αναρωτιέται τι μπορούμε να μάθουμε, πόσο εφικτή είναι η γνώση και πόσο εφικτή είναι η κατάκτηση της αλήθειας, ο μεταμοντερνισμός αναλύει αν υπάρχει αυτό που ψάχνουμε, αν υφίσταται η αλήθεια και πώς είναι (αν υπάρχει) αυτή η πραγματικότητα. Έτσι, η επιστημονική φαντασία διερευνά το παράλληλο, το αλλόκοσμο, το εξωπραγματικό, όχι ως αντίγραφο αλλά ως πιθανή νέα πραγματικότητα.
Ανδρέας Φραγκιάς (επάνω), Γιάννης Σκαρίμπας (κάτω) |
Η θεωρία του Baudrillard στην ελληνική πεζογραφία
Στην ελληνική πεζογραφία μπορούμε να εντοπίσουμε ποικίλες εκδοχές του ομοιώματος, αλλά θα σταθώ ιδιαίτερα σε τρεις: στον σωσία, στην κινηματογραφική προσομοίωση και στη λεκτική προσομοίωση.
Μια πρώτη περίπτωση «προσομοίωσης» είναι ο σωσίας (Doppelgänger), ο οποίος σχετίζεται με τον Άλλο, που είτε μοιάζει εξωτερικά με τον ήρωα, είτε μεταμφιέζεται για να του μοιάσει, είτε παίρνει τον ρόλο του μέσα σε ένα σύστημα υποκατάστασης. Πρόκειται για μια μεταφορά ιδιοτήτων από πρόσωπο σε πρόσωπο, γεγονός που προκαλεί τραγικές ή κωμικές καταστάσεις, σε μια προσπάθεια να παρουσιαστεί η ομοιότητα και η ετερότητα μέσα από την κοινωνική θέση και τους ανειλημμένους ρόλους που το λογοτέχνημα αποδίδει στα πρόσωπά του. Στον Μαριάμπα (1935) του Γιάννη Σκαρίμπα λ.χ., ο Ιωάννης Μαριάμπας εμφανίζεται στους κύκλους της ανώτερης κοινωνίας της Χαλκίδας ως γεωπόνος, αλλά η συμπεριφορά του ανατρέπει τα στερεότυπα, παρωδεί το καθωσπρέπει φέρεσθαι, υπονομεύει τους τρόπους καλής συμπεριφοράς και τους κανόνες της κοινωνικής συμβίωσης. Αυτή η συμπεριφορά εξηγείται όταν αποκαλύπτεται ότι τη θέση του Μαριάμπα είχε πάρει ο Ιωάννης Πιττακός. Έτσι, μέσα από την αντικατάσταση του πρωτότυπου με τον σωσία του, ο Γιάννης Σκαρίμπας θέτει εμμανώς το θέμα της ταυτότητας, της κοινωνικής προσαρμογής και της στάσης του ανθρώπου απέναντι στα στερεότυπα, όπου το όνομα αντανακλά και το είναι. (Bλ. και το επίμετρο του Νίκου Παπαχριστόπουλου «Γιάννη Σκαρίμπα, Μαριάμπας: Ο σωσίας του άλλου» στο βιβλίο του Otto Rank Ο σωσίας – Ψυχαναλυτική μελέτη, εκδ. Opportuna, 2016).
Από την άλλη, στο Πλήθος (1985-1986) του Αντρέα Φραγκιά ο ρεαλισμός τεντώνεται στα όρια του μεταμοντέρνου κι η πραγματικότητα «νοθεύεται» με σκηνές μη-πραγματικού. Στο πλαίσιο της μεγαλούπολης με την κίνηση πολυάριθμων ανθρώπων, τα όρια μεταξύ αληθινού και ψευδούς, πρωτότυπου και ομοιώματος είναι τόσο ρευστά που οι άνθρωποι ζουν και τα δύο ως πραγματικά και ταυτόχρονα ως ψεύτικα. Αυτό που προωθεί αυτού του είδους την προσομοίωση είναι η εμφιλοχώρηση του κινηματογράφου στην καθημερινότητα: συνεχώς στήνονται και ξεστήνονται νέα σκηνικά μέσα στον φυσικό χώρο της πόλης, γυρίζονται σενάρια, οι ηθοποιοί αναμιγνύονται με τους ανθρώπους, οι οποίοι δεν ξέρουν ανά πάσα στιγμή αν παίζουν ρόλο ή αν ενεργούν με βάση τη δική τους ταυτότητα. Ο συγγραφέας καταφέρνει να προκαλέσει σύγχυση μεταξύ του φυσικού και του τεχνητού, του αυθόρμητου και του προσποιητού, του υπαρκτού και του φανταστικού. Με την μποντριγιαρική λογική, τίποτα δεν είναι πραγματικό αλλά και τίποτα δεν είναι ψεύτικο στην υπερπραγματικότητα της εποχής μας.
Τέλος, ο Σταύρος Κρητιώτης σε πολλά από τα βιβλία του, αλλά κυρίως στο κορυφαίο του Το μηνολόγιο ενός απόντος (2005) εγείρει τον προβληματισμό για τα όρια αλλά και την ουσία της διάκρισης μεταξύ πρωτότυπου και αντίγραφου. Αν ο συγγραφέας κατηγορείται για λογοκλόπος (δηλαδή για προβολή ενός κλεψίτυπου αντίγραφου στη θέση ενός αυθεντικού κειμένου), η αντιγραφή πλέον είναι άστοχη λέξη, με την έλευση της διακειμενικότητας και την ανάδειξη όχι της πρωτοτυπίας της φράσης αλλά της νεοφανούς σύνδεσης και της ανασημασιοδότησης. Κι όταν αποδεικνύεται ότι αυτός που λογοκλάπηκε ήταν ο ίδιος ο λογοκλόπος, τότε τα όρια του πρωτότυπου και του ανάτυπου διαθλώνται στα όρια της ταυτότητας του ίδιου του υποκειμένου. Το ομοίωμα συχνά παίρνει τη θέση του γνήσιου, χωρίς όμως να κλονίζονται οι αρχές της κοινωνίας.
Θεωρώ ότι η σκέψη του Jean Baudrillard μπορεί να εξηγήσει όχι μόνο τη μεταμοντέρνα εποχή μας, την εποχή των ρευστών ορίων και της αδυναμίας για απόλυτη πρωτοτυπία, αλλά και τη λογοτεχνία ως πεδίο διαθλάσεων, αντικατοπτρισμών και προσομοιώσεων.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Τελευταίο του βιβλίο, η «Βιβλιογραφία για τον Νίκο Καζαντζάκη» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).
Ομοιώματα και προσομοίωση
Jean Baudrillard
Μτφρ. Στέφανος Ρέγκας
Πλέθρον 2019
Σελ. 272, τιμή εκδότη €18,00