Με αφορμή ποιήματα των Κάρλος Εδμούντο ντε Όρυ (εκδ. Ιριδανός), Μιγέλ Λαμπορδέτα (ειδ. Κουκούτσι), Ολιβέριο Χιρόντο (εκδ. Gutenberg).
Του Γιάννη Λειβαδά
Ο Κώστας Βραχνός με τις μεταφραστικές του εργασίες που αφορούσαν τον Κάρλος Εδμούντο ντε Όρυ, τον Μιγέλ Λαμπορδέτα και πολύ πρόσφατα τον Ολιβέριο Χιρόντο, δεν εμπίπτει απλώς στις αξιοσημείωτες εμφανίσεις μεταφραστών με εκλεκτό οίστρο και υψηλές δυνατότητες, μα συγκαταλέγεται αναπόφευκτα στους ανθρώπους εκείνους οι οποίοι όντας γνήσιοι ρέκτες μιας παθιασμένης ποιητικής εντρύφησης αποκαλύπτουν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό πολύ ιδιαίτερες και καινοτόμες εκφάνσεις της ισπανόφωνης ποίησης.
Σχετικά με τον Κάρλος Εδμούντο ντε Όρυ αντλώ από τον πρόλογο τον οποίο είχα συνθέσει για το βιβλίο: Ο Έμερσον μας συμβούλεψε πως ο άνθρωπος είναι ο μισός εαυτός του, ο άλλος μισός είναι εκείνο που κατορθώνει κανείς να εκφράσει. Ο ντε Όρυ είναι ένας από τους ευρωπαίους ποιητές που καλύτερα από πολλούς κατέχει την έκφραση ενός εκ των πλέον καταστροφικών μυστικών της ποίησης∙ τη γνώση πως η ποιητική τέχνη είναι ένα απλανές φινάλε. Να έχουμε το νου μας, ο ντε Όρυ δεν έρχεται σαν τέκνο της Ισπανικής Μούσας, μήτε και σαν πρεσβευτής κάποιας νεωτερικότητας, είναι πολύ ευφυής για να αναπλάθει από τις στενές ιστορικές ή κοινωνικές προδιαγραφές∙ απλώς περνά από μπροστά μας κατευθυνόμενος προς τα Μέσα.
Σημαντικός κάθε ποιητής που εκτελεί βαθμιαίες εξόδους από τα στάδια της γραφής, όπως ο προαναφερθείς. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο Μιγέλ Λαμπορδέτα.
Συχνά ο μεταμοντερνισμός θεωρείται επέκταση του μοντερνισμού, ωστόσο η ρήξη του πρώτου με τον δεύτερο είναι μάλλον μία πιο έγκυρη τοποθέτηση, και με βάση αυτήν το έργο του Λαμπορδέτα αντιπροσωπεύει αυτή την ποιητική εξέλιξη. Παρά την επιμονή κάποιων να τον εντάσσουν στις παρυφές της υπερρεαλιστικής σχολής, ο Λαμπορδέτα παραπάνω από οτιδήποτε άλλο, ήταν προεξάρχων της μεταμοντέρνας ποίησης.
Η ποίηση του Λαμπορδέτα παρότι η απήχησή της εντός και εκτός Ισπανίας ήταν περιορισμένη, ήταν μία από τις πιο πρωτότυπες και ακτινοβόλες. Ο ποιητής της Αραγονίας ήταν ποιητής ενός κόσμου ο οποίος δεν είχε αφιχθεί ακόμη.
Σχεδόν κάθε παραφυάδα του μοντερνισμού βρήκε χώρο και ρόλο στην γραφή του, κάθε νεωτερισμός διυλίσθηκε ώστε να σχηματιστεί ο προσωπικός του, αμείλικτος, κατηφής και αποξενωμένος λόγος.
Ίσως ο πιο ευγενής από τους σαρκαστικούς ποιητές που άφησαν τα ίχνη τους στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία, ο Λαμπορδέτα, ήταν επίσης ένας από τους, πνευματικά, ιδιαίτερα κινητικούς, ώστε να αντιπαρέλθει την τυφλή εμμένεια στις παρατηρήσεις και τις καταγραφές της συνείδησης, οι οποίες τον εικοστό αιώνα όσο προσέφεραν άλλο τόσο διαδραμάτισαν αρνητικό ρόλο στην εξέλιξη της λογοτεχνίας.
Το έργο του Λαμπορδέτα ήταν ένα από πιο πρωτότυπα και συνάμα, ένα από τα πλέον παραγνωρισμένα. Το πάθος του ποιητή αναχαίτισε κάθε υπερβολή και η γλώσσα του, ακραιφνής, μοιραία και αντικοινωνική, τον ξεχώρισε τόσο πολύ από τους σύγχρονούς του, ώστε τον οδήγησε στην περιθωριοποίηση.
Ο Λαμπορδέτα παρότι επιρρεπής στην κατάθλιψη και στην παχυσαρκία, έζησε μια ανέμελη ζωή και πέθανε όντας μόλις σαράντα οκτώ χρόνων, από ανεύρυσμα αορτής.
Ο Ολιβέριο Χιρόντο ήταν μία από τις πρωτότυπες και τολμηρές πέννες της ισπανόφωνης ποίησης και ένας ποιητής που ξεπέρασε με ωραιότατο τρόπο το γλωσσο-αισθητικό του περιβάλλον ανεγείροντας το ερειπώδες μνημείο του εαυτού του.
Η ποιητική ανθολογία του Ολιβέριο Χιρόντο με τίτλο Γκονγκ Εγώ Δίχως Ήχο κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gutenberg. Σε αυτόν τον τόμο παρουσιάζονται ποιήματα του Χιρόντο από όλο το εύρος της βιβλιογραφίας του. Η έκδοση είναι δίγλωσση και οι μεταφράσεις συνοδεύονται από μία απολαυστική και λίαν κατατοπιστική εισαγωγή του μεταφραστή.
Συχνά στην εκτύλιξη ενός διαλόγου που αφορά την ακούσια επαναληπτικότητα πολλών εκ των σύγχρονων που καταπιάνονται με την ποιητική γραφή, γίνεται λόγος για το κατά πόσο ξαναγράφονται ακούσια κάποιοι παλαιότεροι στίχοι, για το κατά πόσο ορισμένα προγενέστερα ύφη επανεμφανίζονται ως φασματικά στοιχεία μίας εκφραστικής ποιητικής διατύπωσης, μα και ως ακυρωμένες, εφόσον επαναλαμβάνονται, στιχικές εκρήξεις.
Ο Χιρόντο εκτός των άλλων είναι μία τέτοια, καθόλα πειραματική και διερευνητική, προξένηση. Ο ποιητής είναι από εκείνους που διέπρεψαν ακόμη και ως δάσκαλοι μίας, στα σημερινά χρόνια, διαδεδομένης αισθητικής, που συχνά χαρακτηρίζεται «επαναστατική» ακόμη και αν τίποτε επαναστατικό δεν έχει, εννοώ σήμερα, να προσφέρει, εφόσον όπως προανέφερα, ο Χιρόντο είχε γράψει ένα πολύ μεγάλο μέρος της ποίησης το οποίο σήμερα ξαναγράφεται –ίσως μόνο και μόνο για να αναδειχθεί πανηγυρικά ο Αργεντινός ποιητής και εν πολλοίς να ακυρωθεί αυτός ο «σύγχρονος», απολύτως επιτηδευμένος, αρνητισμός– ειδικά όταν εμπλέκεται με την κοινωνική στρυφνότητα ώστε να περάσει στους αναγνώστες ως αντιρρητισμός. Ο Ολιβέριο Χιρόντο ήταν μία από τις πρωτότυπες και τολμηρές πέννες της ισπανόφωνης ποίησης και ένας ποιητής που ξεπέρασε με ωραιότατο τρόπο το γλωσσο-αισθητικό του περιβάλλον ανεγείροντας το ερειπώδες μνημείο του εαυτού του.
* Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΙΒΑΔΑΣ είναι ποιητής.
Γκονγκ εγώ δίχως ήχο
Oliverio Girondo
Μτφρ.-Εισαγωγή Κώστας Βραχνός
Gutenberg 2018
Σελ. 192, τιμή εκδότη €11,00