Για την ποιητική συλλογή της Μαργαρίτας Παπαγεωργίου «Μεταπλάσματα» (εκδ. Σαιξπηρικόν).
Της Κούλας Αδαλόγλου
Να αρχίσουμε από τον τίτλο: Μεταπλάσματα, πολύ ιδιαίτερα γραμμένο στο εξώφυλλο. Σαν ψηφίδες, που θέλουν να ανατοποθετηθούν σε μια νέα ενότητα. «Μετάπλασμα», στον πληθυντικό κυρίως, σημαίνει ουσία χρήσιμη για τη βελτίωση των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων του εδάφους, όπως είναι η άμμος, η άργιλος, ο ασβέστης, το λίπασμα κ.ά. «Μεταπλάθω»: μεταβάλλω κάτι σε κάτι άλλο, μετασχηματίζω, ανανεώνω (από λεξικό αρχαίων ρημάτων). Αυτή η συνεχής μεταβολή, ο μετασχηματισμός, πιθανότατα απεικονίζεται στο εξώφυλλο. Κομβικό ποίημα της συλλογής αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, το «Κυάνωσις». Το ποιητικό υποκείμενο χρειάζεται να βρει μια νέα γραμματική. Για να εκφράσει το «αλλάττω» και το «αρμόττω». Για να επαναπροσδιορίσει και να μετα-πλάσει. Για ένα συντακτικό των ονείρων που θα ήθελε να διδάξει στο σχολείο σήμερα, για να ανακαλύψει –ή να μεταπλάσει– την τάξη του αύριο. Αυτοί οι βελτιωτές των ιδιοτήτων, όπως είπαμε πιο πάνω. Και οι ελκυστές, που μπορεί να οδηγήσουν στη μεταβολή.
Το ποιητικό υποκείμενο χρειάζεται να βρει μια νέα γραμματική. Για να εκφράσει το “αλλάττω” και το “αρμόττω”. Για να επαναπροσδιορίσει και να μετα-πλάσει. Για ένα συντακτικό των ονείρων που θα ήθελε να διδάξει στο σχολείο σήμερα, για να ανακαλύψει –ή να μεταπλάσει– την τάξη του αύριο.
(«Κυάνωσις»)
Και, φυσικά, τα «Μεταπλάσματα», ένα άλλο κομβικό ποίημα.
Ωστόσο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι όλα τα υποκείμενα του πειράματος θα δείξουν την ίδια προσαρμοστικότητα. Η αποτυχία καραδοκεί. Το ποιητικό υποκείμενο το γνωρίζει καλά πως ελλοχεύει το τέλος-θάνατος γι’ αυτά (Κάποια από αυτά μπορεί και να τερματιστούν), κάτι που δεν θέλουν να λάβουν υπόψη οι οργανωτές του πειράματος.
Τι γυρεύει η Σαπφώ μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο; Θα μπορούσε ίσως να πει κάποιος ότι δεν μπορούσε να λείπει η τρυφερή Σαπφώ από τους στίχους της μεγάλης επιθυμίας και του έρωτα, του πόθου-ίμερου, από εκεί που το ατομικό ενώνεται με το κοσμικό, η θάλασσα κι ο ουρανός, το σώμα με τα κοχύλια αλλά και με ελκυστές, κβάντα και φωτόνια, στη λακανική ένωση του μέρους με το όλον. Στίχοι της Σαπφώς ως μότο σε ποιήματα, αλλά και σε εσωτερική συνομιλία με το ποιητικό υποκείμενο, μέσα στο ποίημα:
Εκτός από τη σαπφώ-λυρική ποίηση, υπάρχει η αναφορά στον Εμπειρίκο, σε ένα από τα μότο της συλλογής. Και διακρίνω τον απόηχο της φωνής του Σεφέρη και κάτι από τη σκηνοθεσία της Σονάτας του σεληνόφωτος του Γιάννη Ρίτσου, και το ύφος και τον ρυθμό των ομηρικών επών. Μεταπλάσματατα, λοιπόν, τίτλος και ουσία. Και ποικίλα συνταιριάσματα φαινομένων-σωμάτων-συναισθημάτων-ερώτων με την ποίηση. Άξονες: Το πρώτο ποίημα φέρει τον τίτλο «Αιμάτινος πόντος», κι ανακαλεί έντονη χρωματική εικόνα. Ξύπνησα κι αυτό το πρωί / μ’ ένα τεράστιο κεφάλι. Ο σεφερικός απόηχος παρών εξαρχής [1]. Αμέσως αλλάζει το κλίμα: το κεφάλι κόκκινο από τη μια μεριά, κυανό από την άλλη. Οι λεπτομέρειες της περιγραφής οδηγούν στη σύνθεση, προς το τέλος του ποιήματος.
Για την «Κυάνωσι» μιλήσαμε ήδη, αλλά υπάρχει και το «Blue moon ή συμβαίνει τώρα». Απροσδόκητα μπλέκεται το χώμα, η ύπαιθρος με το υγρό στοιχείο, σε μια εποχή θέρους, Αύγουστος πιο συγκεκριμένα, και πανσέληνος. Οπότε, το ποιητικό υποκείμενο εξηγεί τη χρωματική επιλογή του, μέσα στο πλαίσιο αυτό, τη δική του οπτική γωνία.
Το μπλε φεγγάρι βέβαια συνδέεται και με τον άξονα του φεγγαριού, με το ποίημα «Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού». Πάλι το γαλάζιο της θάλασσας αναμεμειγμένο με αίμα, μια προφητεία, η αγάπη και η Αφροδίτη αγοραία, οπότε το ζητούμενο είναι η ένωση του ανθρώπου με τον αστρικό κόσμο, σε μια ερωτική αρμονία που θα γίνει με ανα-δημιουργία, καθόλου εύκολο.
Το υγρό στοιχείο παίζει καθοριστικό ρόλο στην ποίηση της Παπαγεωργίου. Με περιγραφές, όχι τις τρέχουσες της θάλασσας και του καλοκαιριού και των κυμάτων, αλλά με μετατοπίσεις απροσδόκητες.
Το υγρό στοιχείο παίζει καθοριστικό ρόλο στην ποίηση της Παπαγεωργίου. Με περιγραφές, όχι τις τρέχουσες της θάλασσας και του καλοκαιριού και των κυμάτων, αλλά με μετατοπίσεις απροσδόκητες, όπως «Η πλατεία στο πέλαγος» και οι «Πλωτές τάξεις». Όπως τα υγρά όνειρα και ο εγκυματισμός, ο κλυδωνισμός και οι ρευστές αποκαλύψεις –τα παραπάνω αποτελούν και τίτλους ποιημάτων–, αφορμές για να στοχαστεί το ποιητικό υποκείμενο και να δέσει μεταξύ τους εικόνες, γνώσεις από ποικίλες πλευρές, ανιχνεύοντας τη σχέση των στοιχείων του σύμπαντος, ανιχνεύοντας τον έρωτα και τις ανθρώπινες σχέσεις. Και πώς αλλιώς, αφού το ποιητικό υποκείμενο ανακαλύπτει «(με απορία και θαυμασμό / θαυμάζεις κι απορείς) / πόσο το αίμα σου είναι αλμυρό» («Ρευστές αποκαλύψεις») Κι ακόμα περισσότερο αφού ξέρει πως «άλλωστε εμείς είχαμε πάντα τη θάλασσα στις φλέβες μας» («Momentum στην κόψη του κύματος»). Κι ο παρ’ ολίγον πνιγμός γίνεται αφορμή για έρωτα («Διπλή ανάσα μετά τον πνιγμό»). Και το κύμα μεταπλάθεται σε μια ερωτική ένωση
Εξάλλου, όπως και να το μετρήσεις το κύμα, από την κορυφή ή από την κοιλία, το σημαντικό του ύψος είναι το ίδιο.
Στο τέλος της συλλογής υπάρχει ένα επίμετρο με αρκετές πληροφορίες για τα διαβάσματα της συγγραφέως που επηρέασαν τη γραφή της. Όταν διαβάσει κάποιος τα ίδια τα ποιήματα, θα βρει έναν πολύ αφομοιωμένο απόηχο των διαβασμάτων. Θα πρότεινα ότι μπορεί ο αναγνώστης να διαβάσει τα ποιήματα –και– χωρίς το επίμετρο, να το αφήσει δηλαδή στην άκρη μετά την ενημέρωσή του. Η ανάγνωση θα πάρει τους δικούς της δρόμους, και η ποίηση θα κερδίσει τις δικές της ερμηνείες. Η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, με τη φιλολογική της σκευή, διευρύνει τις δεξαμενές του λεξιλογίου της από τους χώρους των θετικών επιστημών, της φιλοσοφίας, της ψυχολογίας. Και όλα γίνονται γλώσσα, όπως επισημάνθηκε από την αρχή. Να προσεχθεί, για παράδειγμα, το ποίημα με τον παράξενο παιχνιδιάρικο τίτλο «Έλεγα σε ένα μπαλόνι αφού πέταξε μετά», στο οποίο το σπαρτάρισμα του μπαλονιού, όταν ξεφουσκώνει, πριν φτάσει στο τελικό σβήσιμο, αποδίδεται με ένα εκπληκτικό παιχνίδι των σημείων της στίξης με τα μέρη του λόγου, ένα ανακάτωμα και μια νέα υφή, όπου «οι άνω τελείες / μαγικά αληθεύουν», ώσπου
Τον τελευταίο καιρό γίνεται πολύς λόγος για τη συντομία στην ποιητική έκφραση. Σίγουρα επιθυμητή, οπωσδήποτε δύσκολη, εφόσον απαιτεί άσκηση, λιτότητα και αφαίρεση. Υπάρχουν όμως πάντα και τα αφηγηματικά ποιήματα, που θέλουν να ξεδιπλώσουν μια ιστορία ή/και έναν συλλογισμό – όχι τα πεζά ποιήματα, αυτά αποτελούν άλλη κατηγορία. Είναι εύκολο σε τέτοια ποιήματα ο λόγος να κάνει κοιλιά, να γίνουν πλατειασμοί. Θεωρώ ωστόσο πως και αυτά έχουν οπωσδήποτε τη θέση τους στην καλή ποίηση, εφόσον δεν χάνεται ο εσωτερικός ρυθμός και άρα δεν χάνουν τον βηματισμό τους. Η νόμιμη αφηγηματικότητα, όταν παραμένει ποιητική. Όπως σε κάποια ποιήματα της Παπαγεωργίου.
Ποίηση με πρωτοτυπία, αισθαντικότητα, ομίχλη αλλά και σιγανό φως. Το φως των πανσελήνων, όταν καθρεφτίζονται στη νυχτερινή θάλασσα. Το φως του κύματος που σκορπάει και γίνεται αφρός πάνω στα αγκαλιασμένα σώματα.
Σε σχέση με τον ρυθμό του ποιήματος, θέλω οπωσδήποτε να αναφερθώ στο ποίημα «Συχνότητες». Ένας εσωτερικός μονόλογος του ποιητικού υποκειμένου, όπου οι παύσεις-κενά, οι λέξεις, τα σημεία στίξης, η μορφή με άλλα λόγια, δίνει και την ανάσα, ένα κυματισμό, μια ταλάντωση – και την πολυσημία στην ανάγνωση.
Ποίηση με πρωτοτυπία, αισθαντικότητα, ομίχλη αλλά και σιγανό φως. Το φως των πανσελήνων, όταν καθρεφτίζονται στη νυχτερινή θάλασσα. Το φως του κύματος που σκορπάει και γίνεται αφρός πάνω στα αγκαλιασμένα σώματα. Το φως που πέφτει στα σκοτεινά νερά, για να φανεί ένα ξωτικό ή μια νεράιδα θαλασσινή. Από αυτές που βοηθούν τα καράβια να περάσουν τον πορθμό, και παραγγέλνει στους ανθρώπους να κλίνουν προς τον έρωτα.
* Η ΚΟΥΛΑ ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ είναι ποιήτρια.
[1] Ξύπνησα με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια/ που μου εξαντλεί τους αγκώνες και δεν ξέρω πού να τ᾿ ακουμπήσω. Γιώργος Σεφέρης, Μυθιστόρημα, «Γ», Ποιήματα, εκδ. Ίκαρος, 1974, ένατη έκδοση, σ. 45.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ