Για την ποιητική συλλογή της Δήμητρας Χριστοδούλου «Παράκτιος οικισμός» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι.
Του Κώστα Λογαρά
«Ξυπνώ απ’ το γάβγισμα. Μετά/ Διακρίνω αμυδρά ένα πρόσωπο./ Θερμαίνεται με εξωανθρώπινο χρώμα./ Μοιάζει αργόσχολο και περιττό/ Σαν φως πάνω σε πατημένο χιόνι…» (Η κυρία με το σκυλάκι, σελ. 10).
«Άρχισε η μέρα κοιτάζοντας πίσω της/ Με το ανάστροφο βλέμμα τού αρρώστου/ Που κοιτάζει σ’ ένα μαύρο χαρτί…» (Διασπορά, σελ. 11)
«Ξυπνά το έθνος και ανακλαδίζεται,/ Προσδοκά να του χαμογελάσουν οι θεοί/ Με αστραφτερή οδοντοστοιχία…» (Καλή εβδομάδα, σελ. 47)
Κάνοντας τη μικρή αυτή αναφορά στην ποίηση της Δήμητρας Χριστοδούλου, ξεκινώ από τρία χαρακτηριστικά δείγματα ποιημάτων της στα οποία στήνει εξαρχής ένα δυνατό σκηνικό και μπάζει μέσα σ’ αυτό τον αναγνώστη. Απ’ όπου στη συνέχεια τον ξεναγεί πότε σ’ έναν κόσμο απόντων (Η κυρία με το σκυλάκι), πότε στα μυστήρια του χρόνου (Περί το τέλος της ημέρας), άλλοτεσε καταστάσεις καθημερινές (Μετά το σινεμά μια μπίρα), στη ματαιότητα της γραφής (Το πανηγύρι) και στο χώρο και την ιστορία (Παράκτιος Οικισμός). Ενίοτε με αυτοσαρκασμό (Κοτσιδάκια με φιόγκο) . Πάντως όχι με νοσταλγία ούτε με τη θλίψη του επερχόμενου τέλους, ούτε καν με την αίσθηση μιας ματαιότητας. Αλλά με τη βεβαιότητα ότι «πάντα ρει». π.χ.: «Μ’ ένα χαμόγελο θνητό και δίβουλο / Μπήκε στη σκέψη μου το φεγγάρι. /Θα το ’χε σκάσει από καμένα σπίτια/ Ή από κάποιο ξεχασμένο φονικό/ Και τάχα ήθελε μια πρόσκαιρη ανακούφιση,/ Να παραστήσει μιαν επιτραπέζια λάμπα,/ ένα κουτό, παλιό φωτιστικό/ Που γέρασε ήσυχα σε τίμιο σπίτι. Τα χαρτιά μου αναρρίπισε ο ερχομός του/ Με την αναπνοή της Τέχνης./ Με τόσο γλυκό φως, τόσο γνώριμο/ Να σβήνει την αιωνιότητά του/ Και κάθε ενοχή να κάνει χρήσιμη / Σιγολάμποντας πάνω απ’ το πιάτο/ Όπου απόμειναν μικρές μπουκιές!/ Α, φαίνεται, αυτό θα λένε εκεί ψηλά/ Αθανασία.» (Ένας ρόλος, σελ. 31)
Στον ποιητικό κόσμο της Δήμητρας Χριστοδούλου μπαίνω πάντα με ενδιαφέρον και ευχαρίστηση.
«Οι λέξεις της –μία και μία– συγκροτούν μια γλώσσα κρουστή, δυνατή. Σαν τη φυσική πνοή. Γι’ αυτό έχει κανείς την εντύπωση ότι παρακολουθεί έναν αγώνα αντοχής όπου το ποιητικό υποκείμενο κρατάει τον δυναμικό του ρυθμό αδιάπτωτο, ώσπου να φτάσει στο τέλος της ποιητικής του αφήγησης και να μπει η τελεία.» (Στην επόμενη ποιητική σύνθεση, το ίδιο).
Η ποίηση της Δήμητρας Χριστοδούλου είναι χαμηλόφωνη αλλά με εσωτερική ένταση που οφείλεται, πιστεύω, σε δύο χαρακτηριστικά της γνωρίσματα: Πρώτον στην καθαρότητα των εικόνων της και δεύτερον στην ικανότητα να αφηγείται μια ιστορία με αρχή-μέση-τέλος με τη μέγιστη δυνατή ελλειπτικότητα, αλλά τόσο όσο να φτάνει ο ποιητικός λόγος στον αναγνώστη της και να τον κερδίζει.
Μιλώντας γενικά, έχω την εντύπωση ότι κάθε ποιητική συλλογή είναι ένα πέρασμα μέσα σε δάσος. Σε άγνωστους, σκοτεινούς χώρους. Μπορεί να βγεις στο ξέφωτο αλλά μπορεί και να χαθείς. Και προκειμένου να τριγυρνάς άσκοπα έως βασανιστικά, πολλές φορές διακόπτεις τη δοκιμασία και σταματάς στη μέση την πορεία. Το ταξίδι σ’ ένα άλλον κόσμο έχει αποτύχει και ξαναγυρνάς στις γνώριμές σου βεβαιότητες. Στον ποιητικό κόσμο της Δήμητρας Χριστοδούλου μπαίνω πάντα με ενδιαφέρον και ευχαρίστηση.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΛΟΓΑΡΑΣ είναι συγγραφέας.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΣ Χ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ