Για το βιβλίο της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ Της μοναξιάς διπρόσωποι μονόλογοι (εκδ. Καστανιώτη).
Της Άλκηστης Σουλογιάννη
Εσωτερικές διαδρομές μέσα σε σημασιολογικά τοπία που αποδίδουν την ευρηματική διαχείριση εννοιών, μεταξύ των οποίων προβάλλονται ως οδόσημα-φάροι η ύπαρξη, η ζωή και ο θάνατος, ο χρόνος, η δημιουργία: η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ φαίνεται να χαρτογραφεί με ιδιαιτέρως παραστατικό τρόπο αυτές τις εσωτερικές διαδρομές στο πλαίσιο της δομής του νέου βιβλίου της με τον τίτλο Της μοναξιάς διπρόσωποι μονόλογοι (εκδ. Καστανιώτη).
Εδώ οι αφηρημένες έννοιες προσωποποιούνται και αναπτύσσουν δραματικό διάλογο με τον εσωτερικό άνθρωπο, όπως αποτυπώνεται στα διαλογικά μέρη της έκδοσης με τους ειδικότερους τίτλους: «Πρώτη Πράξη / Το άναρθρο άδειο», «Δεύτερη Πράξη / Εγώ και ο πόνος», «Τρίτη Πράξη / Αθώα θλίψη», «Τέταρτη Πράξη / Ο χρόνος κι εγώ», «Πέμπτη Πράξη / Η υποκρισία κι εγώ», «Έκτη Πράξη / Εγώ και το ποίημα». Στη σειρά των διαλογικών μερών παρεμβάλλονται, ως αυτοτελείς αφηγηματικές συνθέσεις, τα Ιντερμέδια: «Το αμίλητο μέλλον» μεταξύ της Τρίτης και της Τέταρτης Πράξης, «Μαθήματα μοναξιάς» μεταξύ της Τέταρτης και της Πέμπτης Πράξης, και «Εξομολόγηση στον καθρέφτη» μεταξύ της Πέμπτης και της Έκτης Πράξης.
Τα διαλογικά μέρη του βιβλίου είναι δυνατόν να αναγνωρισθούν ως ένας εκτενής, πολυσήμαντος λόγος προς εαυτόν με την αισθητική και τη συναισθηματική φόρτιση ενός εκ βαθέων μονολόγου.
Καθώς εξελίσσεται η ανάπτυξη της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας/ρητορικής κατά τη ροή του διαλόγου στα αντίστοιχα μέρη του βιβλίου, οι προσωποποιημένες έννοιες φαίνεται να λειτουργούν ως προσωπεία-φορείς ιδεών του εσωτερικού ανθρώπου. Επομένως τα διαλογικά μέρη του βιβλίου είναι δυνατόν να αναγνωρισθούν ως ένας εκτενής, πολυσήμαντος λόγος προς εαυτόν με την αισθητική και τη συναισθηματική φόρτιση ενός εκ βαθέων μονολόγου, όπως μάλιστα υποστηρίζει επιπλέον και η σημασιολογική οργάνωση των κειμένων στα Ιντερμέδια.
Με αυτή την προϋπόθεση, η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ ως δημιουργός λόγου λειτουργεί μέσα στην κειμενική πραγματικότητα ως ένα «διάμεσο» που διεκπεραιώνει την επικοινωνία του κόσμου των ιδεών με την κοινότητα των αναγνωστών.
Στην κειμενική αυτή πραγματικότητα ο εσωτερικός άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του και με τους άλλους. Την εστίαση κατέχει ένα πανίσχυρο Εγώ που δεν διστάζει ακόμα και να αυτοσαρκάζεται μέσα σε τοπία προσωπικής πίκρας.
Η μοναξιά αντιπροσωπεύει μια μορφή αυτοπροστασίας του εσωτερικού ανθρώπου κατά την αντιπαράθεσή του προς την ανθρώπινη κοινότητα.
Τα συν-/αισθήματα (η ευτυχία και η δυστυχία, ο φόβος, ο πόνος, η θλίψη, η λύπη, το πένθος, η αυτοπεποίθηση) αποτελούν το απαραίτητο υλικό για την ύπαρξη.
Οι απώλειες και οι απουσίες αποτελούν διαύλους προς την επιβίωση.
Το όνειρο και η φαντασία λειτουργούν ως μηχανισμοί αποκατάστασης των κενών στην αντικειμενική πραγματικότητα.
Η φύση παρέχει τεκμήρια αυτογνωσίας και αυτοδυναμίας.
Έρως σημαίνει διαρκή παρουσία του παρελθόντος, αρχή και ουσία εσωτερικών διαδρομών, αλλά και το ανεξήγητο ως υπέρβαση ορίων.
Το σώμα αντιπροσωπεύει ένα σύστημα κωδικοποίησης ποικίλων σημαινομένων.
Χρόνος σημαίνει αίσθηση του παρόντος, ενώ το παρελθόν αποτελεί τακτοποιημένο περιεχόμενο της μνήμης και σκοτεινή ύλη της λήθης, το δε μέλλον σιωπά, είναι ασαφές μέσα στην προοπτική του, σαρκάζει και δεσμεύει την ανθρώπινη μοίρα.
Χρόνος σημαίνει αίσθηση του παρόντος, ενώ το παρελθόν αποτελεί τακτοποιημένο περιεχόμενο της μνήμης και σκοτεινή ύλη της λήθης, το δε μέλλον σιωπά, είναι ασαφές μέσα στην προοπτική του, σαρκάζει και δεσμεύει την ανθρώπινη μοίρα.
Η νεότης αντιπροσωπεύει την περιοχή όπου η ύπαρξη στηρίζεται στο μέλλον.
Η ύπαρξη αιωρείται ανάμεσα στην αντικειμενική πραγματικότητα και στο κενό που εικάζεται ότι αντιπροσωπεύει ο χρόνος στη συμβατική βαθμίδα του μέλλοντος.
Ζωή σημαίνει πληρότητα, αποθησαύριση βιωμάτων και εμπειριών, αυτοσυνειδησία μέσα από τη σχέση με τους άλλους, διαχείριση αδιεξόδων, εντέλει ζωή είναι η κοίτη της ροής του χρόνου.
Θάνατος είναι το άλλο πρόσωπο της σιωπής. Ο θάνατος με τη μορφή της απουσίας και με τη μορφή της απώλειας είναι συγγενής του χρόνου όχι ως σημείο κατάληξης αλλά ως όχημα κατάδυσης στη διαστρωμάτωση της μνήμης.
Η δημιουργία κατάγεται από τη διαχείριση βιωματικού υλικού, παραβιάζει ή και ανατρέπει την αντικειμενική πραγματικότητα, αντιπροσωπεύει την υπέρβαση του ανθρώπινου ορίου.
Τα δεδομένα αυτά αποτελούν βασικά συστατικά στοιχεία και σταθερές ισοτοπίες στις πρωτότυπες ποιητικές συνθέσεις της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, όπως εντοπίζονται αμέσως και σε μια συγχρονική διάσταση στον συγκεντρωτικό τόμο των ποιημάτων της με τον τίτλο ακριβώς Ποίηση 1963-2011 (έκδοση 2014).
Από αυτή την άποψη, τα κείμενα στο βιβλίο Της μοναξιάς διπρόσωποι μονόλογοι είναι δυνατόν να εκτιμηθούν ως μια σύνθετη επιτομή αρχών και αξιών που προσδιορίζουν τη συνεπή δημιουργική συμπεριφορά της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, σε συνδυασμό και με έναν αναδρομικό έλεγχο βίου ως ανάκληση βιωμάτων και εμπειριών.
Λόγος βιωματικός, πλήρης συναισθήματος στα όρια μιας βαθειάς τρυφερότητας, παραστατικός, στοχαστικός, ενίοτε αφοριστικός, συχνά απροσδόκητος, με την αμεσότητα της προφορικής επικοινωνίας διεκπεραιώνει τα σημαινόμενα στον χώρο των ιδεών και στον χώρο των αισθημάτων.
Λόγος βιωματικός, πλήρης συναισθήματος στα όρια μιας βαθειάς τρυφερότητας, παραστατικός, στοχαστικός, ενίοτε αφοριστικός, συχνά απροσδόκητος, με την αμεσότητα της προφορικής επικοινωνίας διεκπεραιώνει τα σημαινόμενα στον χώρο των ιδεών και στον χώρο των αισθημάτων. Η οικεία από την πρωτότυπη ποιητική παραγωγή της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ αισθητική και ευρηματικότητα αναγνωρίζεται και εδώ αφενός στο πλαίσιο της αξιοποίησης του φαινομένου της μεταφοράς, π.χ.: «νιώθω σαν να μπαινοβγαίνω σ’ ένα ακατάστατο δωμάτιο», «Κύματα έρχονται και με σταματούν στο κατώφλι. Κύματα από μυρωδιές, γεύσεις, αφές. Αναμνήσεις από αφές, γρατσουνιές και ψιθύρους», «Τώρα όλα είναι όμοια, απρόσωπα, σαν τα πούπουλα που άφησε πίσω του κάποιο πουλί που πέταξε μακριά. Ούτε καν χρώμα δεν είχε το πουλί», και αφετέρου στο πλαίσιο της αφοριστικής διατύπωσης, π.χ.: «Η κοινοτοπία δεν είναι πάντα για πέταμα, αρκεί να περιέχει κάποια αλήθεια κι όχι μια υιοθετημένη συμπεριφορά», «Η ευτυχία δε χρειάζεται περιγραφή ούτε ερμηνεία», «Άδειο είναι η απουσία κάθε επιθυμίας να ξαναβρείς, να ξαναζήσεις, να ξαναδοκιμάσεις, κάτι απ’ αυτά που έζησες», «για μένα άλλος είναι ο πόνος για μια ζωή που χάθηκε, άλλος για έναν έρωτα που χάθηκε, άλλος για μια χαμένη από ξαφνική καταιγίδα σοδειά», «Υποκρίνομαι άρα υπάρχω», «Καθρέφτη μου, θύμα είσαι κι εσύ του ανθρώπινου παραλογισμού που ομορφαίνει αυτό που βλέπει για να μην πονέσει γι’ αυτό που είναι».
Ενώ εντοπίζουμε και χαρακτηριστικό δείγμα αισθητικής σε ό,τι αφορά την οργάνωση των γραμματικών εικόνων, π. χ.: «Προτιμώ να περιγράψω μια ευλογημένη στιγμή: τη συγκομιδή. Πώς κουνάς το κλαρί και πέφτει ο καρπός ζεστός από τον ήλιο, όλο άρωμα, με το κοτσάνι να μοιάζει πως ματώνει. Να προχωράει η μέρα, να ’ναι όλο και πιο δύσκολο το μάζεμα στη ζέστη».
Είναι σαφές ότι η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ προσκαλεί για μια επίσκεψη στα εσώτερα του προσωπικού της εργαστηρίου λογοτεχνικής γραφής. Με τον τρόπο αυτόν εξασφαλίζονται ποικίλες δυνατότητες πρόσληψης όχι μόνον του συγκεκριμένου βιβλίου της, αλλά και του ποιητικού της έργου στη διαχρονική ανάπτυξή του κατά μία αναδρομική διαδικασία δημιουργικής ανάγνωσης.
* Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ είναι διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και κριτικός βιβλίου.
Απόσπασμα από το βιβλίο
ΕΓΩ: Ξέρεις, ποίημα, τι ανακάλυψα; Πως, υποσυνείδητα, δε βρίσκω το λόγο να σε φέρω σ’ έναν κόσμο όπου, εγώ τουλάχιστον, δεν πιστεύω ότι έχεις καμία θέση. Γιατί να εξαντλείσαι μες στα συρτάρια;
ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ: Γιατί τα συρτάρια είναι καλύτερα από την ανυπαρξία. Να ζεις. Αρκεί να ζεις!
Της μοναξιάς διπρόσωποι μονόλογοι
Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ
Εκδ. Καστανιώτη 2016
Σελ. 80, τιμή εκδότη €9,55