Για την ποιητική συλλογή του Μάριου Μιχαηλίδη Τέφρα ονείρων (εκδ. Γαβριηλίδη).
Του Νικήτα Παρίση
Είναι η 5η ποιητική συλλογή του Μάριου Μιχαηλίδη. Η αμέσως προηγούμενη, με τον τίτλο Σαν άλλοθι οι λέξεις, είχε εκδοθεί το 2003. Εκπλήσσει, ασφαλώς, η ποιητική σιωπή των 13 ετών. Στην ουσία όμως, πρόκειται για ένα ιδιαίτερα δημιουργικό μεσοδιάστημα ζωής. Σ’ αυτά τα 13 χρόνια, που η ποιητική φωνή είχε σιγήσει, εκδοτικά μόνο, τον Μιχαηλίδη τον κέρδισε η αφηγηματική ευρυχωρία της πεζογραφίας. Η δημιουργική γονιμότητα εκφράστηκε με τέσσερα μυθιστορήματα.
Αυτή η τελευταία και πολύ πρόσφατη ποιητική συλλογή τιτλοφορήθηκε Τέφρα ονείρων. Η άμεση αναγνωστική λειτουργία του τίτλου προεπηρεάζει έντονα τον αναγνώστη, καθώς προβάλλει και επιβάλλει έντονες νοηματικές προσημάνσεις. Συγκεκριμένα, μας δημιουργεί την αναγνωστική προαίσθηση για πολλαπλές διαψεύσεις και όνειρα ματαιωμένα. Όνειρα που άφησαν πίσω τους γεύση πικρής τέφρας. Μένει να δούμε αν έχουν έτσι τα πράγματα.
Η άμεση αναγνωστική λειτουργία του τίτλου προεπηρεάζει έντονα τον αναγνώστη, καθώς προβάλλει και επιβάλλει έντονες νοηματικές προσημάνσεις. Συγκεκριμένα, μας δημιουργεί την αναγνωστική προαίσθηση για πολλαπλές διαψεύσεις και όνειρα ματαιωμένα. Όνειρα που άφησαν πίσω τους γεύση πικρής τέφρας.
Η εξωτερική διάρθρωση της συνολικής ποιητικής γραφής μοιράζεται σε τέσσερις ευδιάκριτες αλλά άνισες ενότητες. Ξεχωρίζουν, γιατί ανάμεσά τους παρεμβάλλονται, ως τυπικοί μεσότιτλοι, ψήγματα στιχοποιημένου λόγου που ανήκουν στην πατρότητα του ποιητή. Η εκτενέστερη ενότητα είναι η τρίτη στη σειρά, στην οποία εγγράφονται 15 συνολικά ποιήματα, και η συντομότερη η καταληκτική με πέντε μόνο ποιήματα. Έχουν τη σημασία τους αυτές οι αριθμητικές ανισότητες. Δείχνουν πώς γεωμετρείται ο ποιητικός λόγος πάνω στο λευκό χαρτί. Αυτό, για όσους ξέρουν ότι ο ελευθερόστιχος ποιητικός λόγος έχει, εκτός των άλλων, και εξωτερική όψη με τα δικά της σημαινόμενα και με βαρύνουσα σημασία. Στην ποίηση υπάρχει και η αισθητική της διάταξης των στίχων.
Τα περισσότερα ποιήματα έχουν μονοσέλιδο ανάπτυγμα και, φυσικά, ακολουθούν τη σχεδόν παγιωμένη πλέον, για την ποίηση, μορφή του ελευθερόστιχου άστικτου ποιητικού λόγου. Η παρουσία μιας τελείας και ενός ερωτηματικού πιστεύω ότι οφείλεται σε διορθωτική αβλεψία. Υπάρχει και ένα ποίημα, στην τέταρτη ενότητα, σε πεζόμορφη γραφή. Μάλιστα είναι από αυτά που ιδιαίτερα ξεχωρίζουν. Έχει πολύ υψηλό δείκτη ποιητικής αρτιότητας. Άλλα δύο ποιήματα ακολουθούν μια μικτή μορφή: ξεκινούν ως στιχοποιημένος λόγος και καταλήγουν πεζόμορφα. Πάντως, όλα τα ποιήματα φέρονται άτιτλα. Αριθμούνται μόνο, στο εσωτερικά της κάθε ενότητας, με ελληνική αρίθμηση. Συνολικά είναι 44, διαταγμένα, ανά ενότητα, με αυτόν τον τρόπο: 14+10+15+5.[44].
Αυτά τα λίγα ως ένας σύντομος προοιμιακός-περιγραφικός λόγος για την εξωτερική «επιφάνεια» της ποιητικής γραφής. Για τη σύγχρονη ποίηση, που είναι δύστροπη νοηματικά, τον θεωρώ αυτόν τον περιγράφοντα λόγο απόλυτα αναγκαίο. Προσωπικά δηλαδή φρονώ ότι η ερμηνευτική ανάγνωση της ποίησης πρέπει να γίνεται, με ανιχνευτικά βήματα, από την εξωτερική όψη προς τα ενδότερα. Εξάλλου, η εξωτερική πλευρά μια ποιητικής συλλογής περιέχει και την τυποτεχνική αισθητική που είναι σημαντικό μέρος του όλου. Αυτή, ακριβώς, η αισθητική «επενδύει» την ποίηση, ως περιβάλλουσα ωραιότητα, και την αναδεικνύει. Σ’ αυτό το σημείο οι εκδόσεις Γαβριηλίδη άγγιξαν την τελειότητα.
Το προεξέχον στοιχείο στην ποιητική συλλογή του Μιχαηλίδη είναι η συστηματική και έμμονη θήρευση της σπάνιας, της στιλπνής και της λάμπουσας λέξης ή έκφρασης. Αυτό το στοιχείο είναι που χρωματίζει έντονα τον ποιητικό λόγο και του προσδίδει τη γοητεύουσα γλωσσική-εκφραστική αρτίωση και ωραιότητα.
Να περάσουμε, όμως, και στα ενδότερα, στην ψίχα δηλαδή και την ουσία της ποιητικής συλλογής. Ως αναγνώστη εξοικειωμένο με την ανάγνωση και τη διδασκαλία της ποίησης, με βασανίζει (με την καλή έννοια) ένα ερώτημα: από όλα τα στοιχεία, που συνθέτουν την προσωπική ποιητική του Μιχαηλίδη, ποιο μπορεί να είναι αυτό που έχει αφήσει ισχυρό αποτύπωμα στην ποιότητα του στίχου; Θα μπορούσα να απαντήσω χωρίς δισταγμό και χωρίς περιφράσεις: το προεξέχον στοιχείο στην ποιητική συλλογή του Μιχαηλίδη είναι η συστηματική και έμμονη θήρευση της σπάνιας, της στιλπνής και της λάμπουσας λέξης ή έκφρασης. Αυτό το στοιχείο είναι που χρωματίζει έντονα τον ποιητικό λόγο και του προσδίδει τη γοητεύουσα γλωσσική-εκφραστική αρτίωση και ωραιότητα. Κι αυτό, εξάλλου, το στοιχείο είναι που δημιουργεί τα εκπλήσσοντα και πρωτοφανέρωτα ζεύγματα λέξεων, που ανασυνθέτουν σε νέες μορφές την ποιητική δυναμική της ελληνικής γλώσσας.
Παράλληλα, όμως, προκαλούν και μια αναγνωστική αμηχανία: δημιουργούν δηλαδή ποίημα «κλειστό» και δυσπρόσιτο, με έντονη τη νοηματική διάχυση και ρευστότητα, παρόλο που αυτοί, ακριβώς, οι «δυσνόητοι» στίχοι αφήνουν στον αναγνώστη μια ισχυρή αίσθηση ποιητικής ομορφιάς. Είναι, βέβαια, κάπως περίεργο την ίδια στιγμή να χάνει ο αναγνώστης την καθαρότητα του νοηματικού περιγράμματος και ταυτόχρονα η ανάγνωση του ποιήματος να συντηρεί μέσα του ξεχωριστά υψηλό δείκτη ποιητικής εκφραστικής.
Το αντίθετο συμβαίνει με αρκετά ολιγόστιχα ποιήματα, τα βραχύτερα της ποιητικής συλλογής, στα οποία και οι λάμποντες εκφραστικά στίχοι και το νοηματικό περίγραμμα συλλειτουργούν ισόρροπα και αναδεικνύονται σε δίδυμη ποιητική καθαρότητα. Για του λόγου το ασφαλές, αντιγράφω ένα από αυτά, ως μικρό δείγμα ποιητικής στιλπνότητας, μέσω της οποίας εκφράζεται με «ρήματα» ποιητικής αβρότητας ο ερωτικός ίμερος.
Ο Μάριος Μιχαηλίδης
|
Υπάρχει και ένα άλλο εκπλήσσον στοιχείο. Το συνολικό ποιητικό corpus δημιουργεί την αίσθηση ότι οι στίχοι προβάλλουν την ογκηρότητα αλλά και τη λεπταισθησία ενός συναισθηματικά πάσχοντος ποιητικού εγώ. Κι όμως, ελάχιστα ποιήματα είναι πρωτοπρόσωπα. Υπάρχουν, βέβαια, και εκείνα τα ποιήματα που το ομιλούν εγώ το «χωνεύουν» μέσα στη ρηματική πληθυντικότητα (π.χ. Απλώσαμε τα αιθέριααρώματα). Αλλά και αυτός ο ρηματικός πληθυντικός δε δημιουργεί την αίσθηση ότι η ποιητική συλλογή δονείται και ταράζεται από τις εντάσεις του συλλογικού πόνου, του πόνου του εμείς. Ενώ δηλαδή θα ταύτιζα τον ποιητικό λόγο με μια θεματική που ανήκει στο εγώ και στα κινήματα της ψυχής του ποιητή, το κατόρθωμα του Μιχαηλίδη είναι ότι «έσβησε» τον όγκο του εγώ, δημιουργώντας την πιο όμορφη αναγνωστική πλάνη: ότι ο λόγος είναι γραμμένος για το συλλογικό εγώ.
Θα κλείσω αυτές τις πρωτοβάθμιες διαπιστώσεις, αναφερόμενος σε δύο λεπτομέρειες που αναγνωστικά με προσέλκυσαν και τις είδα πολύ προσεκτικά. Η πρώτη λεπτομέρεια είναι η εμμονή του ποιητή, ιδιαίτερα στη πρώτη ενότητα, σε κάποια μοτίβα (;) όπως, για παράδειγμα, είναι η παρουσία πουλιών σε όλα σχεδόν τα ποιήματα της προαναφερόμενης ενότητας. Και ενώ, πράγματι, ομολογώ ότι ως μοτίβο μού αρέσει, δεν μπορώ ακόμη να δω τη θεματική και νοηματική του λειτουργία στη ροή του ποιητικού λόγου.
Η άλλη λεπτομέρεια είναι μια έντεχνα εμβόλιμη πολλαπλή λειτουργία και παρουσία διακειμενικής συνύπαρξης με τους στίχους του καταληκτικού ποιήματος της δεύτερης ενότητας. Μέσα στη συνήχηση αυτής της πολλαπλής διακειμενικότητας ακούγονται φωνές και ποιητικά θραύσματα από πολλούς ποιητές: Σινόπουλος, Καβάφης, Ελύτης, Εμπειρίκος, Ρίτσος κλπ. Τη θεωρώ, ως συλλειτουργία αλλότριων φωνών ιδιαίτερα εύστοχη.
Τις φωνές των πατρίδων τρίβοντας διαμαντικά στο φως Χρωματιστό υαλί στις αμμουδιές του Ομήρου Με ένα στίλβον επιφώνημα στο στόμιο του φεγγαριού
Τελικά, για την ποίηση δεν πρέπει να λέμε πολλά. Προτιμητέο πάντα να ακούμε το δικό της λόγο και να τον συντηρούμε μέσα μας ως εκρέοντα απ’ τη μαγεία της γλώσσας μας, που είναι η πιο όμορφη και η πιο σπάνια ποιητική μοναδικότητα.
* Ο ΝΙΚΗΤΑΣ ΠΑΡΙΣΗΣ είναι φιλόλογος κα συγγραφέας.
Τέφρα ονείρων
Μάριος Μιχαηλίδης
Εκδ. Γαβριηλίδη 2016
Σελ. 72, τιμή εκδότη €9,54