
Του Γιώργου Χ. Θεοχάρη
Με τους στίχους: Σπάζω τη μήτρα/που με γέννησε, αρχίζει να στοιχειοθετείται σε τυπογραφικές στιγμές η ποιητική της Μαρίας Τσιράκου. Η ποιήτρια σπάζει το καλούπι που την δημιούργησε πνευματικά, διεκδικώντας την μοναδικότητα της ιδιαιτερότητάς της, τη μοναδικότητα της άσκησής της στον Λόγο, τη χροιά της δικής της φωνής.
Και στη συνέχεια, με επίταση, μας διαβεβαιώνει: Είμαι η μήτρα η σπασμένη. Είμαι, μας λέει, η μοναδικότητα του κατακερματισμού μου, έτσι μπαίνω στον κόσμο, ως όπλου κρότος και ως φωτιάς καπνός.
Η διακριτική παρουσία μιας γυναίκας μεταιχμιακής ηλικίας διαπερνά, ως μία σημαντική σταθερά θεματικής, τη συλλογή. Μόνο που εδώ η γυναίκα δεν ομοιάζει με έπιπλο που κουβαλάει από τη γέννησή του την ερημιά του μάστορα, όπως εκείνη στο εμβληματικό ποίημα του Γιώργου Μαρκόπουλου. Η γυναίκα που δημιουργείται στους στίχους της Μαρίας Τσιράκου διακρίνεται για την στερεότητα των θέσεών της, έχει καθαρό βλέμμα, ξέρει τι ζητάει και τι προσδοκά. Σε αντίθεση με τον άνδρα ο οποίος παρουσιάζεται με διχασμένη συνείδηση.
Η γυναίκα εδώ προτρέπει εαυτήν να συγκεντρωθεί στους ζωντανούς. Γράφει: Πληκτρολογώντας τον κωδικό / μπορείς να εισέλθεις / στην επανάληψη του 0-1// Συγκεντρώσου στους ζωντανούς / η εποχή σου δεν αντέχει άλλα νούμερα… // …γεννημένη το 1973.
Χρειάζεται να έχει, λοιπόν, το κλειδί, τον κωδικό που δεν είναι άλλος από την ειλικρίνεια, για να μπει στη μαγεία του δυαδικού συστήματος 0-1, εκεί που για να λειτουργήσει το σύστημα είναι απαραίτητη η ύπαρξη ζευγών, η συνύπαρξη. Και με τον καταληκτικό στίχο: …γεννημένη το 1973, η ποιήτρια μας δίνει ένα στοιχείο αυτοαναφορικότητας, από τα πάμπολλα που βρίσκονται μέσα στη συλλογή, αφού και η ίδια είναι γεννημένη το 1973. Και να! ακόμη μια φορά η έξω και πάνω από την πρόθεση του κάθε δημιουργού, αυτόνομη λειτουργία του Λόγου: Αν αναλύσουμε την ημερομηνία γέννησης στα δύο ζεύγη που την αποτελούν διαπιστώνουμε ότι 1+9=10, δηλαδή 1-0 και 7+3=10, δηλαδή 1-0.
Η γυναίκα, στην ποίηση της Μαρίας Τσιράκου, εστιάζει, διαρκώς, στην παιδική ηλικία, αναζητώντας έναν τόπο να σταθεί, να ισορροπήσει, και κάποτε ένα δάκρυ είναι αρκετό για να λειτουργήσει η μνήμη ως συνείδηση επιστροφής, και να περάσει στη διάσταση όπου συνειδητοποιούνται οι απώλειες, εκεί όπου δικαιώνεται το ύψιλον της λύπης και της λύτρωσης.
Αναστοχάζεται κάνοντας απολογισμό ζωής, στο τέλος ενός ημερολογιακού χρόνου, γυρνώντας στην παιδική μνήμη, στο γράμμα που ποτέ δεν έγραψε στον Άη-Βασίλη, στο τρενάκι του Χριστουγεννιάτικου δώρου, στο οποίο τώρα επιβιβάζεται, ως μνήμη, και ως νήπιο προσεύχεται να ενυδατώνεται ο χρόνος των ανθρώπων με την ζωογόνο υγρασία της γραφής.
Διαπροσωπικές σχέσεις κατακερματισμένες, απόπειρες συνάντησης με τον αγαπημένο άλλο ατελέσφορες, κλειστές, χωρίς δοτικότητα, θνησιγενείς. Ο οδοστρωτήρας της καθημερινότητας στεγνώνει την ερωτική σχέση από την υγρασία της έκπληξης. Αυτό που ξεκίνησε ως αμοιβαία εκμυστήρευση καταλήγει μια αδιάφορη επανάληψη, ένα copy / paste συμβίωσης. Το λευκό, μυρωμένο, γιασεμί της πρώτης ορμής, απομένει πια ένα κιτρινισμένο, άοσμο, αποξηραμένο, μονοδιάστατο, φυλλαράκι, ανάμεσα σε δυο σελίδες της ερωτικής ζωής που κάποτε υπήρξε. Απομένει πια ως ανάμνηση βαλσαμωμένη, ως ακινησία, ως μνήμη τραυματική, ως απογοήτευση.
Έτσι η γυναίκα που δημιουργεί η Μαρία Τσιράκου, φορτωμένη ψυχικά με όλα τα χαρακτηριστικά που αναφέρουμε, προσφέρει το σώμα της προς ενοικίαση, αφού δεν τελεσφόρησαν οι απόπειρες συγκατοίκησης. Προς ενοικίαση, όχι προς πώληση, γιατί η γυναίκα, ως εκ της υπεροχής ποιοτήτων που της χάρισε η ζωή, προκρίνει την επιλογή της μεγαθυμίας και διατηρεί το δικαίωμα, κάθε φορά που ο ενοικιαστής του σώματός της θα βουλιάζει στο υπαρξιακό του σκοτάδι, εκείνη να επιστρέφει στο ενοικιασμένο σώμα της ως ψυχή, ως αγάπη και ως ενδεχόμενη λύτρωση για τον ενοικιαστή, μα προπαντός για την ίδια.
Θεωρώ το ποίημα κομβικό, και ως εκ του ύψους του ενοικιαζόμενου σώματος αυτοαναφορικό, για τούτο το παραθέτω:
ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ
Ενοικιάζεται
ένα μέτρο και εβδομήντα δύο εκατοστά
Σώμα.
Απόπειρες συνουσίας, πολλές.
Απόπειρες έρωτα, μετρημένες.
Απόπειρες αυτοκτονίας, μία.
Σε περίοδο κρίσης ενοικιάζεται,
έφτασε πια τη μέση ηλικία
με μόνη κατάχρηση αυτή
των αισθήσεων, κυρίως της όρασης.
Ενοικιάζεται. Δεν πωλείται,
αφού η κάτοχός του επιστρέφει, κάθε που
ο άνθρωπος νυχτώνει δίχως φως.
Πληροφορίες εντός.\
Ένα αίτημα ευτυχίας, επίσης, προβάλλεται μέσα από τα ποιήματα της Μαρίας Τσιράκου. Πάντοτε από την πλευρά της γυναίκας. Ένα αίτημα ευτυχίας μέσα από το οποίο θα μετουσιωθεί το φθαρτό σε όντως ζωή. Ένα αίτημα ευτυχίας για το ελαχιστότατο τώρα της ύπαρξης, για να μη παραδοθούμε αμαχητί στην κυριαρχία του χρόνου. Στην κυριαρχία του χρόνου που δηλώνεται τυραννικά, εξουθενωτικά, ακόμη και με τα μηχανικά μέσα που επινοήσαμε, εμείς οι άνθρωποι, για την μέτρησή του. Κάθε στιγμή, σε κάθε τικ να επιβεβαιώνεται η θνητότητά μας, σε κάθε τακ να αναγγέλλεται το επερχόμενο τέλος.
Ένα αίτημα ευτυχίας μέσα στο άτοπο του χρόνου, που μπορεί να μας χαρίζεται ως ένας τόπος στο χρόνο κάθε φορά που ενώνονται δυο άνθρωποι. Ένας τόπος στο χρόνο όπου ο άνθρωπος εξανθρωπίζεται, μέσα από την έκφραση της αλήθειας του, από το πάθος και το δόσιμο, από την ολοκληρωτική εισχώρηση του ενός στον άλλο.
Ένα αίτημα ευτυχίας και μαζί ένα αίτημα δικαίου. Μια κραυγή για την αλήθεια στην ερωτική εκμυστήρευση. Μια κραυγή, από το βάθος του γυναικείου πόθου, τη στιγμή της εκσπερμάτωσης. Εκείνη ακριβώς την ώρα που ο Παράδεισος κερδίζεται ή χάνεται, την ώρα εκείνη που η εξομολόγηση ή θα ‘ναι ειλικρινής ή θα κονιορτοποιηθεί σε τσόφλια ψέματος.
Έτσι, λοιπόν, η γυναίκα, ως ποιητικό υποκείμενο, στην παρούσα συλλογή, τροποποιεί το Καρτεσιανό «Σκέφτομαι άρα υπάρχω», και απευθύνεται στον άλλο, στον αγαπημένο, τον προσφιλή, τον οποιονδήποτε άλλο, λέγοντάς του: Σε σκέφτομαι για να υπάρχεις.
Ποίηση χοϊκή, ευθυτενής και κατακόρυφη, λιτή και λιγνή, ποίηση όμορφη, μπολιασμένη με τα στοιχεία εκείνα που η γυναίκα ποιήτρια μονάχα μπορεί να προσφέρει στην ποίηση.
Μανδραγόρας, 2012
Τιμή: € 7,46 σελ. 45