
Για το βιβλίο της Μπίλης Βέμη «Ποιήματα – Συγκεντρωτική έκδοση» (εκδ. Άγρα). Κεντρική εικόνα: © Oscar Keys, Unsplash.
Γράφει η Λίνα Φυτιλή
Δέκα χρόνια περίπου, μετά τον θάνατο της Μπίλης Βέμη, μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Άγρα, μια συγκεντρωτική έκδοση των ποιητικών συλλογών της, με το ενδελεχές επίμετρο του Θωμά Μπεχλιβάνη, προσφέροντας μια ολοκληρωμένη ματιά στο έργο της, από το έτος 1966 ως το 2003. Η προσεγμένη αυτή έκδοση ενσκήπτει στην υπαρξιακή ανάγκη της ποιήτριας να συνομιλήσει με την πραγματικότητα, για να μπορέσει να την υπερβεί, μέσω της γραφής.
Η Μπίλη Βέμη, υπήρξε σε μια μόνιμη αναζήτηση με την τέχνη. Το διεισδυτικό, ποιητικό της βλέμμα αναδεικνύει τις κοφτερές όψεις της πραγματικότητας και τις δυστοπίες ενός κόσμου, που αναζητά διέξοδο στην μεταμορφωτική ικανότητα της ποίησης, σε έναν τόπο μνήμης και καταφυγής, στη χώρα της εσωτερικής συνείδησης.
«Κοντεύαμε να βγούμε έξω απ΄
το ποίημα
όταν κάποιος μας φώναξε
Σιγά!
Έχει κι η έξοδος το Μεσολόγγι της
Κοιτάξαμε ένα γύρω
τις μυρτιές
μόνο οι μύγες βούιζαν
χρυσόμυγες
και η γη κυμάτιζε απ΄ τη ζέστη
Παρά τον κίνδυνο κανένας δεν φοβήθηκε
μόνο γονατιστός συλλάβιζε καθείς
την προσευχή του
Τοπίο που σε λένε ποίημα
ευλόγα με να μη σε λησμονήσω» (Τοπίο που σε λένε ποίημα, σελ 135)
Η γραφή της Βέμη, λοξοδρομεί, παραξενεύει, γεννάει έκπληξη στον αναγνώστη και παράλληλα, κατευνάζει τις αντιφάσεις του κόσμου, τις αγωνίες που τον περιβάλλουν. Η ίδια, στις ιστορίες που αφηγείται μέσα από τα ποιήματά της, δημιουργεί έντονες εικόνες, μέσω των οποίων μεταμορφώνει το παρόν, λειάνει τις αιχμηρές γωνίες του κόσμου, μας φέρνει αντιμέτωπους με τα ύψη και τα βάθη της ζωής, το εφήμερο της ύπαρξης, τις απώλειες, τη φθορά, τα όνειρα.
Όσο περισσότερο μπαίνει κανείς στο ποιητικό της σύμπαν, τόσο παρασύρεται από τη δωρικό, προσωπικό της ύφος.
Όσο περισσότερο μπαίνει κανείς στο ποιητικό της σύμπαν, τόσο παρασύρεται από τη δωρικό, προσωπικό της ύφος, τον παράξενο τρόπο της να ψυχογραφεί τις καταστάσεις και τα πράγματα, γράφοντας γι΄ αυτά.
H Mπίλη Βέμη (1954-2012) σπούδασε ιστορία και αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές και εκπόνησε τη διδακτορική διατριβή της στο πανεπιστήμιο Paris I Pantheon-Sorbonne. Ήταν επίκουρη καθηγήτρια του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στο γνωστικό αντικείμενο «Βυζαντινή Αρχαιολογία και Τέχνη με εφαρμογές στη Μουσειακή Εκπαίδευση». Η μεγάλη της αγάπη για τις μουσειοσκευές την ώθησε να δημιουργήσει ένα υποδειγματικό εκπαιδευτικό πακέτο για την τεχνολογία και την ιστορία της γραφής, Το κουτί της γραφής. Πάνω σε τι και με τι (1999). Στοχεύοντας στη διευκόλυνση της προσέγγισης της μουσειακής εκπαίδευσης από όλους συνέβαλε στην επιμέλεια συλλογικού τόμου που αφορούσε τα Μουσεία και την Εκπαίδευση (2010), ενώ και το μεταφραστικό της έργο ήταν ιδιαίτερα πλούσιο και αξιόλογο. Παράλληλα με τη σημαντική ακαδημαϊκή της δραστηριότητα ιδιαίτερα αξιόλογη είναι και η ποιητική της παραγωγή. Δημοσίευσε τα πρώτα της ποιήματα στα δώδεκά της χρόνια (Νέλτο, 1966) και συνέχισε για δεκαετίες να ιχνηλατεί την εποχή μας με συναισθηματική θερμότητα και με μια ποιητική ηθική, προσωπική αλλά και απόλυτα συλλογική. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές: Ο κόκορας των θεμελίων (1971), Η σκουριά του Μεγαλέξανδρου (1978), Τοπίο που σε λένε ποίημα (1987), Φυτά του ύπνου (2000), Το δέντρο που το φέραν στο μουσείο (2003). |
«Μάζεψα τους νεκρούς μου
τους τοποθέτησα στα πλήκτρα
και οι φωνές τους γέμισαν τη νύχτα» (Μάζεψα τους νεκρούς μου, σελ 99)
Στους στίχους της, άνθρωποι, σκυλιά, τοπία ανεξάντλητα, πρόγονοι, ζώα, φυτά, ουράνια σώματα, πρωταγωνιστούν εμφυσώντας ζωή στα πιο απρόσμενα σημεία, καλύπτοντας τα κενά της ανθρώπινης αγωνίας. Η φωνή της, ακριβής, λιτή, βαθιά, αναγνωρίσιμη, αλλόκοτα ωραία κι ενδιαφέρουσα, ενσαρκώνει την ένταση των ονείρων που κάποτε μετακυλούν στα ποιήματα, σαν ζωντανοί οργανισμοί που εξελίσσονται στο χώρο και στον χρόνο.
«Ώρες πολλές καθόμαστε με το μαξιλάρι μου
και συζητούσαμε
με τι μπορεί να γεμίσει το κενό
ανάμεσα στα αστέρια» ( Το κενό, σελ 69)
Αν όπως γράφει ο Οκτάβιο Παζ στην Άλλη φωνή, «η ποίηση είναι η μνήμη που γίνεται εικόνα και η εικόνα μετατρέπεται σε φωνή», μια ρήση που άρεσε στην Μπίλη Βέμη, καταλαβαίνουμε πως ο χώρος της γραφής της, καταλαμβάνεται αρχικά από εικόνες που στη συνέχεια, μετατρέπονται σε σύμβολα, δηλαδή σε λέξεις, μεταφέροντας ένα κομμάτι διάφανης πραγματικότητας αλλά και θραύσματα ονείρου ταυτόχρονα.
Αυτή η σταδιακή μορφοποίηση της συνείδησης, η ύπαρξη που αναδύεται μέσα από τις λέξεις και τον καταιγιστικό ρυθμό της γραφής, συνοδεύουν το ύφος της, μέχρι το τέλος. Μια ποιήτρια, που ίσως, δεν αναδείχτηκε όσο έπρεπε στην εποχή της, ξανάρχεται στο προσκήνιο με αυτή την φροντισμένη έκδοση.
Η γραφή της συνοψίζει στιγμιότυπα του χρόνου, υπερρεαλιστικά τοπία, απρόβλεπτες σκηνές, παράδοξα γεγονότα, σημεία της ζωής που μένουν στον αέρα, σαν παγιωμένα σχήματα. Οι στίχοι της, επίκαιροι, ζωντανοί κι ευθύβολοι μας κρατούν σ΄ εγρήγορση, θυμίζοντας πως «ο καθένας από μας δεν είναι παρά η δίψα του», ακόμα και σε εποχές τρομακτικής ξηρασίας.
* Η ΛΙΝΑ ΦΥΤΙΛΗ είναι συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Χρυσός κήπος. Άλτιν Μπαχτσεσί» (εκδ. Εστία).