Για την ποιητική συλλογή της Κορίνας Καλούδη «Χρειάστηκε να κλέψω» (εκδ. Περισπωμένη). Στην κεντρική εικόνα, έργο του Ανρί Ματίς (1938).
Γράφει η Άλκηστις Σουλογιάννη
Ενδιαφέροντα δείγματα λογοτεχνικής γραφής είχαμε την ευκαιρία να αναγνωρίσουμε στη σύνθεση της πρώτης ποιητικής συλλογής της Κορίνας Καλούδη υπό τον τίτλο Και βέβαια τους φοβάμαι (εκδ. Περισπωμένη, 2020), όπου εντοπίσαμε ιδιαίτερες επιλογές από την αξιοποίηση της γλώσσας κατά την κοινή αντίληψη για τη θεματική και την υφολογική οργάνωση των κειμένων της.
Τώρα, η νέα ποιητική συλλογή της Κορίνας Καλούδη υπό τον απροσδόκητο και πάντως ευρηματικό τίτλο Χρειάστηκε να κλέψω (εκδ. Περισπωμένη), είναι δυνατόν με άνεση πλέον να εκτιμηθεί ως εντασσόμενη στις ενδιαφέρουσες εφαρμογές για τη δημιουργική απόδοση του πραγματικού.
Εδώ, ο εσωτερικός άνθρωπος σε απόλυτη έννοια, κατά παραβίαση ιδιαίτερων προσδιοριστικών σημείων αναγνώρισης (όπως θα τα περιέγραφε η Κική Δημουλά), τα οποία εντοπίζονται στην κυριολεκτική επιφάνεια του κειμένου, φαίνεται να αποθησαυρίζει δεδομένα από ποικίλες περιοχές του αντικειμενικού, εξωτερικού κόσμου, να αποδομεί και να ανασυντάσσει σύμφωνα με τις προσωπικές του επιλογές και προτεραιότητες, εντέλει να ιδιοποιείται, να ενστερνίζεται, να υιοθετεί αυτά ως δομικά στοιχεία μιας προσωπικής, ατομικής, υποκειμενικής πραγματικότητας με πολύμορφο βιωματικό και γνωστικό υλικό. Υπ’ αυτές τις συνθήκες, είναι δυνατόν να αναγνωρίσουμε το σημασιολογικό και συνδηλωτικό ισοδύναμο του τίτλου της ποιητικής συλλογής ως συνόλου.
Η διαχείριση των εννοιών προσφέρει υλικό για τη σύνθεση ποικίλων πολυεπίπεδων γραμματικών εικόνων σε μια εκτενή τοιχογραφία, σύμφωνα με την ιδιαίτερη και πάντως υψηλή αισθητική και εικαστική αντίληψη της Κορίνας Καλούδη.
Καθώς ακολουθούμε τη διαδοχή των κειμένων που συνθέτουν την ποιητική συλλογή, εντοπίζουμε δείγματα ευρηματικής διαχείρισης εννοιών, όπως είναι οι διαπροσωπικές σχέσεις και η αναστολή της διαπροσωπικής επικοινωνίας, το ατομικό και το κοινωνικό περιβάλλον, η δεσμευτική όσο και παραμυθητική ισχύς της υποκειμενικής πραγματικότητας, ο χώρος και ο χρόνος στη φυσική διάστασή τους και σε αντιστικτική σχέση με τον προσωπικό χωροχρόνο, οι διαδικασίες πρόσληψης της αντικειμενικής πραγματικότητας, η δεξαμενή της μνήμης ως βιοτικός τόπος, το τίμημα της ύπαρξης, τα βιώματα και οι εμπειρίες, τα προϊόντα των αισθήσεων και το περιεχόμενο των συναισθημάτων, ο διάλογος με την Τέχνη, κέρδη και απώλειες του βίου, αλήθεια και ψεύδος, η ζωή και ο θάνατος, το σώμα και η ψυχή.
Η διαχείριση των εννοιών προσφέρει υλικό για τη σύνθεση ποικίλων πολυεπίπεδων γραμματικών εικόνων σε μια εκτενή τοιχογραφία, σύμφωνα με την ιδιαίτερη και πάντως υψηλή αισθητική και εικαστική αντίληψη της Κορίνας Καλούδη.
Συναντούμε πορτρέτα και εκδοχές αυτοπροσωπογραφίας, παραστατικές αποδόσεις προσώπων, πραγμάτων, καταστάσεων, γεγονότων από την αντικειμενική πραγματικότητα, κυρίως εσωτερικά τοπία ως μεταποίηση δεδομένων από το κοινωνικό και το φυσικό περιβάλλον σύμφωνα με ιεραρχήσεις ενδιαφερόντων και συναισθημάτων του εσωτερικού ανθρώπου.
Τα σημαινόμενα της ποιητικής συλλογής διεκπεραιώνει λόγος βιωματικός και παραστατικός, ενδοσκοπικός και στοχαστικός, πλήρης συναισθήματος, ενίοτε αφοριστικός και παραβολικός, ενισχυμένος με την αμεσότητα της προφορικής επικοινωνίας.
Η ανίχνευση στη σημασιολογική διαστρωμάτωση των γραμματικών εικόνων καθιστά δυνατή την επίσκεψη στο εσωτερικό των κειμένων αυτών, έστω και ως προς ένα βαθμό ενδεχόμενης αυθαιρεσίας στο πλαίσιο της δημιουργικής ανάγνωσης.
Η Κορίνα Καλούδη προτείνει διαδρομές για μια ελεύθερη περιήγηση ανάμεσα σε σημασιολογικά και αισθητικά πεδία, όπως αυτά αντιστοιχούν σε ποικίλες συνθέσεις ελεύθερων στίχων με ιδιαίτερο ρυθμό που εξασφαλίζει ο επιτονισμός του κειμένου ως αποτέλεσμα ιδιαίτερων επιλογών κατά την τακτοποίηση των λέξεων, σε συνδυασμό και με επίσης ποικίλες παρηχήσεις.
Μέσα στο γενικό αυτό υφολογικό κλίμα συναντούμε και κείμενα, τα οποία σε ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης φαίνονται «κλειστά». Η ανίχνευση στη σημασιολογική διαστρωμάτωση των γραμματικών εικόνων καθιστά δυνατή την επίσκεψη στο εσωτερικό των κειμένων αυτών, έστω και ως προς ένα βαθμό ενδεχόμενης αυθαιρεσίας στο πλαίσιο της δημιουργικής ανάγνωσης.
Έχει ενδιαφέρον να επιμείνουμε σε αποσπάσματα από ποιήματα της συλλογής, όπου εντοπίζεται και ευρηματική αξιοποίηση του φαινομένου της μεταφοράς, ανεξάρτητα από περιβάλλοντα συμφραζομένων, όπως:
«Έλεγα πως το σπίτι μου μικραίνει/ μα ίσως νά ’ναι που εγώ αλλάζω»,
«Θα μου αρκούσε να κοιτάζω/ τα ήσυχα νερά της λίμνης/ περιμένοντας/ ν’ ανέβει απ’ τον βυθό/ το πρόσωπό μου»,
«Εγώ σε επινόησα/ Αλλιώς δεν θά ’σουν/ τόσο επικίνδυνος»,
«Τώρα τα πράγματα σημαίνουν περισσότερα/ Τώρα λιγότερα τα πράγματα σημαίνουν/ Μα αλήθεια/ πόσο ανούσια μου φαίνεται/ τώρα/ η ερμηνεία των πραγμάτων»,
«πιο επικίνδυνο/ απ’ όλα όσα φοβήθηκα/ είναι τα λυπημένα σπίτια»,
«Ακούω τον φόβο μου στα βήματά σου/ Πώς με τρομάζει αυτή η κραυγή».
Κείμενα-μινιατούρες
Επιπλέον, θα πρέπει να σημειώσουμε τη δεσπόζουσα θέση που κατέχουν μέσα στο σώμα της ποιητικής συλλογής αυτοτελείς συνθέσεις, όπως είναι αφενός τα εμβληματικά για την ανάπτυξη των σημαινομένων κείμενα-μινιατούρες: «Δικά μου ήταν/ Κι ας τα πήρα στα κρυφά» (το οποίο άλλωστε εισάγει στο ευρύ φάσμα των συνδηλώσεων της συλλογής) και «Χρειάστηκε να κλέψω/ Ήτανε αναγκαίο να έχω κάτι» (το οποίο λειτουργεί σαν ένα «στάσιμο» κατά την εξέλιξη των συνδηλώσεων), και αφετέρου οι εκδοχές για τη μορφή του χαϊκού, έστω κατ’ απόκλιση από την παραδοσιακή μορφή του είδους: «Κανένα βήμα μου/ δεν έγινε άσκοπα/ Συναντηθήκαμε» και «Όταν σ’ ακούω να τραγουδάς/ μου φαίνεται/ ποτέ δεν θα πεθάνω».
Σε ομόλογο κλίμα εντοπίζουμε επίσης ενδιαφέροντα δείγματα μεταγλωσσικότητας, στη διάσταση της αξιοποίησης γλωσσικών στοιχείων ως δομικού υλικού κατά τη σύνθεση ποιημάτων, ανεξάρτητα από την κοινή χρήση της γλώσσας ως οχήματος για τη διατύπωση και διεκπεραίωση πληροφοριών, π. χ.: «Έμπαινε η νύχτα ύπουλα στο σπίτι/ […]/ Οι τοίχοι σκούραιναν/ Σκληραίνανε τα πράγματα/ Κρυφτήκανε τα πρόσωπα πίσω απ’ τις λέξεις» ή «Βίαιες ξαφνικά οι λέξεις μου/ κι ακατανόητες/ Σαν χτύπημα στο μάγουλό σου».
Εξάλλου, στη σύνθεση του υλικού της ποιητικής συλλογής συμμετέχουν και στοιχεία που αποτελούν συναγόμενες ή ρητές διακειμενικές αναφορές, μάλλον «διαγνωσιακές» αναφορές (για να παραπέμψω και στον Γιάννη Ξενάκη), δεδομένου ότι εδώ οι επιλογές της Κορίνας Καλούδη έφεραν τα κατά κυριολεξία διακείμενα να συναντηθούν με τον δημιουργικό κινηματογράφο, καθώς και με το σχέδιο του Ανρί Ματίς στο εξώφυλλο του βιβλίου.
Τα στοιχεία αυτά είναι δυνατόν να προσληφθούν ως αγωγοί για τη διέλευση λεπτομερειών από μια προσωπική μυθολογία με επιλεκτική επισήμανση πληροφοριών, σύμφωνα με δεδομένα από το βιωματικό και το γνωστικό φορτίο και με συνεπαγόμενες εκλεκτικές συγγένειες.
Υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις, είναι σαφές ότι η ανά χείρας ποιητική συλλογή της Κορίνας Καλούδη εντάσσεται στις καλώς οργανωμένες προτάσεις που αφορούν τη μορφή και το περιεχόμενο της δημιουργικής γραφής.
Επομένως, το ζητούμενο τώρα είναι να δούμε τη συνέχεια με την προσήκουσα απαραίτητη συνέπεια σε ό,τι αφορά την υλοποίηση και ενδεχομένως την περαιτέρω ενίσχυση της εν προκειμένω σχετικής πρότασης της Κορίνας Καλούδη με νέα στοιχεία θεματικών και υφολογικών προσανατολισμών.
* Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ είναι διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και κριτικός βιβλίου. Τελευταίο της βιβλίο, η μελέτη «Ο δημιουργικός λόγος του Γιώργου Χειμωνά» (εκδ. Παρατηρητής).
Ποιήματα από τη συλλογή
Άρπαξαν ήδη τα μαλλιά σου οι φλόγες
μα δεν γυρίζεις να κοιτάξεις τη φωτιά
Θα καίγεσαι για πάντα αν χρειαστεί
φτάνει να μη γυρίσεις να κοιτάξεις
(το ποίημα «Άρνηση»)
Ίσως απομακρύνθηκα πολύ
και μοιάζουν τα παιδιά
που παίζουν στην πλατεία
σαν ένα σμήνος πεταλούδες
που πετάνε προς το φως χαρούμενες
χωρίς να ξέρουν τίποτα – ακόμα –
για τη λάμπα
(το ποίημα «Απόσταση»)
Κι όσο ανέβαινε
ξεχνούσε των ανθρώπων τις κραυγές
Και τα ουρλιαχτά των λύκων που πλησίαζαν
της φαίνονταν μελωδικά κι αθώα
σαν τις φωνές των παιδικών της φίλων
(το ποίημα «Διαύγεια»)