Μια συζήτηση με τη Μάρω Δούκα, με αφορμή το νέο μυθιστόρημά της «Φελιτσιτά» (εκδ. Πατάκη), αλλά και θέματα της ευρύτερης επικαιρότητας.
Συνέντευξη στον Σόλωνα Παπαγεωργίου
Η Μάρω Δούκα, μία από τις σημαντικότερες ελληνίδες πεζογράφους της εποχής μας, δημοσίευσε προσφάτως το καινούριο μυθιστόρημά της, με τίτλο Φελιτσιτά. Είναι ένα έργο με χειμαρρώδη αφήγηση, για τη ζωή και τις σχέσεις μεταξύ των μελών μιας σύγχρονης ελληνικής οικογένειας. Ο κεντρικός ήρωας, ο εξηντάρης εμποροϋπάλληλος Κωνσταντίνος Καβουράκης, γνωστός κι ως Κάβουρας, φεύγει από το σπίτι του μετά από έναν καυγά με τη σύζυγο και τον μεγαλύτερο γιο του και καταλήγει άστεγος στην οδό Αιόλου.
Συζητήσαμε με τη συγγραφέα, που τα τελευταία πενήντα χρόνια ψυχογραφεί ακούραστα την ελληνική κοινωνία, για τους ήρωές της, τη σημερινή Ελλάδα, την εξέγερση και τη Γενιά του Πολυτεχνείου.
Το Φελιτσιτά είναι ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα στο οποίο πρωταγωνιστούν τα μέλη μιας οικογένειας και κυρίως, ο Κωνσταντίνος Καβουράκης ή Κάβουρας, ο πάτερ φαμίλιας, ο οποίος μετά από έναν καυγά με τους συγγενείς του, εγκαταλείπει το σπίτι του και ζει ως άστεγος. Η Φελιτσιτά είναι μια γάτα που τον επισκέπτεται συχνά στο σημείο όπου κοιμάται. Υπήρξε κάποιο αρχικό ερέθισμα που σας ενέπνευσε να δημιουργήσετε την ιστορία σας; Τι σας τράβηξε στον συγκεκριμένο ήρωα;
Ο συγκεκριμένος ήρωας άρχισε να εγκαθίσταται μέσα μου, καθώς, εδώ και κάποια χρόνια, σχεδόν άθελά μου, είχα αρχίσει να συγκρατώ εικόνες και λέξεις από τους δρόμους της Αθήνας. Τον Καβουράκη ή Κάβουρα, άστεγο και ζητιάνο πολλές φορές σαν να τον είχα δει, να τον είχα πλησιάσει και να του είχα πιάσει κουβέντα, πάντα θυμόσοφος, θα έλεγα, οικογενειάρχης, ιδιωτικός υπάλληλος, σχολιαστής αυτών που τον οδήγησαν στα πεζοδρόμια της Σταδίου, της Πανεπιστημίου και στην οδό Αιόλου, το καταφύγιό του. Εκεί κάθεται καρτερικός σαν «μεγιστάνας», καθώς αναλύει και ανασύρει τα κρυμμένα του εσωτερικού του κόσμου. Κι όσο καταγινόμουν με τον χαρακτήρα του αναδύονταν και τα άλλα πρόσωπα, τα τρία παιδιά του και η γυναίκα του, το αφεντικό του, η γειτονιά του, τα παιδικά του χρόνια. Ώσπου γράφοντας και σβήνοντας άρχισαν να «χτίζονται» τα κεφάλαια του βιβλίου.
Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα, καθώς και σε πολλά έργα σας, κεντρικό ρόλο διαδραματίζει η ελληνική οικογένεια. Ο Κάβουρας, όμως, αφήνει τη σύζυγο και τα παιδιά του, οι οποίοι δεν προσπαθούν ποτέ, οργανωμένα, να τον πείσουν να επιστρέψει. Είναι ο Κωνσταντίνος Καβουράκης, λοιπόν, ένας ήρωας που διαφέρει από άλλους χαρακτήρες σας ή οι εποχές έχουν αλλάξει;
Διαφέρει από τους άλλους ήρωές μου και ταυτοχρόνως έχει κάποια κοινά χαρακτηριστικά με ορισμένους απ’ αυτούς (π.χ. ο ταξιτζής Ανιμούκας – αχνά τον θυμάμαι, από το βιβλίο μου Εις τον πάτο της εικόνας, 1990). Τα χρόνια όμως περνούν, κάθε εποχή έχει τα δικά της καλούπια για να στερεώσει τους χαρακτήρες, κι εδώ θα έλεγα ότι ο Καβουράκης εμπεριέχει τη δυνατότητα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, μιλώντας για την εποχή μας, να αναδείξει ότι ο άστεγος και ο ζητιάνος του σήμερα, θα μπορούσε να είναι και ένας από εμάς, ένας καθώς πρέπει που έρχεται κάποια στιγμή με τη θέλησή του, αλλά και εκδιωγμένος ταυτοχρόνως από το σπίτι του, να πάρει τη θέση του επαίτη.
Κάθε εποχή έχει τα δικά της καλούπια για να στερεώσει τους χαρακτήρες...
Τα μέλη της οικογένειας στο Φελιτσιτά παρουσιάζουν τις δικές τους εκδοχές για το παρελθόν, ξεχνούν λεπτομέρειες, αποκρύπτουν στοιχεία, τα οποία φανερώνονται στον αναγνώστη χάρη στην πολυφωνική αφήγηση. Κάποιοι από αυτούς, βέβαια, αναφέρουν συνεχώς, και κάπως επιδεικτικά, ιστορικές πληροφορίες για την αρχαία Αθήνα και τη Σπάρτη, για τον Γεννάδιο και τον Πλήθωνα, για τον Ιουλιανό τον Παραβάτη κλπ. Αυτή η μπερδεμένη αντίληψη για την ιστορία και τον πολιτισμό μας χαρακτηρίζει τους συγκεκριμένους ανθρώπους ή τους Έλληνες συνολικότερα;
Κάθε άνθρωπος θέλει δε θέλει κουβαλάει μέσα του τη δική του πραγματικότητα, ορίζεται από τα δικά του πάθη και παθήματα, τις δικές του φιλοδοξίες, ακριβώς, όπως το λέτε κι εσείς, εδώ έχουμε μια ευδιάκριτα πολυφωνική αφήγηση από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, καθένας με τη δική του άποψη, τη δική του εκτίμηση, τη δική του συγκίνηση και αποστροφή για τα ίδια ακριβώς θέματα.
Στο βιβλίο υπάρχουν η Βούλα και η Αγγέλα, η πρώτη έχει φοιτήσει στη φιλολογία στο ιστορικό τμήμα, η δεύτερη είναι γλωσσολόγος, φυσικό είναι, λοιπόν, να συζητούν ή να σκέφτονται γύρω από την ιστορία και τη γλώσσα, δεν επιδεικνύουν γνώσεις, απλώς επιβεβαιώνουν μ’ αυτά και μ’ αυτά την ύπαρξή τους, υπάρχει και ο Κωνσταντίνος Κάβουρας που ήθελε κάποτε να γίνει αστυνόμος, και είχε μάθει πολλά για τον προστάτη άγιο της Αστυνομίας τον Άγιο Αρτέμιο… τα θυμάται όλα αυτά πότε με παράπονο, πότε με καμάρι που είναι κι αυτός διαβασμένος.
Αν και είναι αλήθεια ότι συνηθίζουμε να ρητορεύουμε σαν προγονόπληκτοι, στο βιβλίο δεν υπάρχει καμιά μπερδεμένη αντίληψη για την ιστορία, υπάρχουν χαρακτήρες που σκέφτονται για το παρελθόν, δεν παραπληροφορούν όμως, όλες τους οι αναφορές ακουμπούν σε ιστορημένα γεγονότα.
Η Μάρω Δούκα έχει τιµηθεί µε το Bραβείο «Nίκος Kαζαντζάκης» του Δήµου Hρακλείου για το µυθιστόρηµα H αρχαία σκουριά, µε το B΄ Kρατικό Bραβείο για το µυθιστόρηµα H πλωτή πόλη και µε το Bραβείο Πεζογραφίας Kώστα Oυράνη της Aκαδηµίας Aθηνών για το µυθιστόρηµα Aθώοι και φταίχτες. Για το ίδιο µυθιστόρηµα τιµήθηκε επίσης µε το Bραβείο Balkanika και το Βραβείο Καβάφη. Για το µυθιστόρηµα Έλα να πούµε ψέµατα έχει τιµηθεί µε το βραβείο «Νίκος Θέµελης» του ηλεκτρονικού περιοδικού Αναγνώστης. Επίσης, έχει βραβευτεί για το σύνολο του έργου της με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2019 (Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων). |
Ο Κωνσταντίνος Καβουράκης και ο πρωτότοκος γιος του εκφράζουν απόψεις μισογυνικές, αλλά εντέλει, θεωρούν τους εαυτούς τους αδικημένους από τις γυναίκες. Ο Καβουράκης, μάλιστα, ασκεί σωματική βία στη σύζυγό του, «την πιάνει από τα μαλλιά και τη σέρνει». Θεωρείτε πως τα τελευταία χρόνια, με τις μαζικές αποκαλύψεις των κακοποιήσεων, με το κίνημα #metoo κλπ, έχουν αλλάξει κάποια πράγματα ως προς αυτό το θέμα; Κάναμε κάποια βήματα μπροστά;
Ευχή όλων μας να γίνονται βήματα μπροστά, είναι, άλλωστε, οι ίδιες οι αλλαγές της ζωής που τις προκαλούν, η γυναίκα δεν είναι πια το τέλειο, το σιωπηλό, το άβουλο θύμα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η συνύπαρξη του άντρα και της γυναίκας δεν έχει να αντιμετωπίσει την κακοποιητική συμπεριφορά του ενός ή του άλλου. Ναι, στο βιβλίο και ο Καβουράκης και ο γιος του ο Βαγγέλης έχουν μισογυνικές απόψεις, ο καθένας ανάλογα με την ηλικία και τη διαδρομή του, ο πατέρας με τη σιγουριά του αδικημένου, ο γιος με την ανασφάλεια του υπερόπτη… Και οι δυο με τον τρόπο τους έχουν να παλεύουν με τα δικά τους δαιμόνια, τα δικά τους τραύματα.
Όλοι δικαιούνται τη λύτρωσή τους ανεξάρτητα από το μυθιστόρημα, και οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος εμπεριέχουν το χάρισμα να συνομιλούν με τον εαυτό τους, να μην εθελοτυφλούν, έστω και αν ουρανοβατούν καμιά φορά...
Όλοι οι χαρακτήρες του βιβλίου είναι παγιδευμένοι, καταπιέζονται, ασφυκτιούν. Παρόλο που οι καταληκτικές σελίδες είναι αρκετά απαισιόδοξες, θα μπορούσε να υπάρξει λύτρωση για τους ήρωές σας μετά από το τέλος του μυθιστορήματος, ή η Φελιτσιτά θα παραμείνει η μοναδική ευτυχία που θα βρουν; Γίνεται να «σωθούν» αυτοί οι άνθρωποι;
Όλοι μας λίγο ή πολύ παγιδευμένοι και καταπιεσμένοι είμαστε, λάθος να πιστεύουμε ότι εμείς δεν ασφυκτιούμε… Όλοι δικαιούνται τη λύτρωσή τους ανεξάρτητα από το μυθιστόρημα, και οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος εμπεριέχουν το χάρισμα να συνομιλούν με τον εαυτό τους, να μην εθελοτυφλούν, έστω και αν ουρανοβατούν καμιά φορά, γρήγορα επανέρχονται, προσγειώνονται και προχωρούν όλοι με τις δουλειές τους, κανείς τους δεν παρασιτεί, εκτός από τον πατέρα, τον Κάβουρα ή Καβουράκη που θα καταλήξει με τη γατούλα Φελιτσιτά στην αγκαλιά του. Αλλά και αυτός θα μας αφήσει λυτρωμένος…
Ο Καβουράκης είναι ένας άνθρωπος μάλλον απολιτικός. Έχει χάσει την αστυνομική ταυτότητά του, αλλά, όπως ομολογεί κι ο ίδιος, ακόμα κι αν την είχε, δεν θα ψήφιζε στις εκλογές. Μπορεί να βρει πολιτική έκφραση σήμερα ένας άνθρωπος σαν κι αυτόν;
Ο Καβουράκης δεν είναι ακριβώς απολιτικός, είναι απελπισμένος και πικραμένος, εξάλλου οι απολιτικοί με το στερητικό άλφα μπροστά είναι συνήθως οι κυνικοί και οι σνομπ που αρνούνται να πάνε να ψηφίσουν, διότι κανείς δεν αξίζει την ψήφο τους… Αλλά μη γενικεύω. Υπάρχουν και οι βαθιά απογοητευμένοι, αυτοί που καταφεύγουν στην αποχή από άποψη, αυτοί που ίσως δεν πιστεύουν στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Αντιθέτως ο Καβουράκης δεν θα ψήφιζε ακόμη και αν είχε την ταυτότητά του διότι δεν θεωρεί τον εαυτό του άξιο να ψηφίσει!
Τις μέρες αυτές γιορτάζουμε την 50η επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Στη σημερινή εποχή, τι σημαίνουν για εμάς τα γεγονότα της αντιδικτατορικής εξέγερσης; Κατάφερε, τελικά, η Γενιά του Πολυτεχνείου μέσα στα χρόνια που μεσολάβησαν να κάνει τα όνειρά της πραγματικότητα;
Το Πολυτεχνείο υπάρχει και θα υπάρχει ως γεγονός που άφησε βαθύ το αποτύπωμά του. Δεν είναι απλώς ο εορτασμός μιας ιστορικής επετείου, είναι μια γιορτή, κάτι σαν κοινωνικό πανηγύρι, κάτι σαν «ένδοξο αλωνάκι». Κι ας ήταν βαρύ το τίμημά του, μην ξεχνάμε ότι από το Πολυτεχνείο και μετά άρχισε να ξηλώνεται το καθεστώς της δικτατορίας. Τα γεγονότα επομένως της αντιδικτατορικής εξέγερσης του Πολυτεχνείου σημαίνουν ότι μπορεί ο άνθρωπος, όταν τον καλούν τα γεγονότα που ο ίδιος προκάλεσε με τη δράση του, να σηκώσει το χέρι και να φωνάξει παρών.
Μετράμε της στιγμής τη λαχτάρα και την πίστη και δεν μετανιώνουμε. Όσο για τη γενιά του πολυτεχνείου και τα όνειρά της, που με ρωτάτε, καθένας μας συλλογικά αλλά και μόνος του πορεύεται, καθένας με τον τρόπο του εννοεί τα όνειρά του, διαβάζει τα βιβλία του, ακούει τα τραγούδια του, και είναι παρηγοριά να αισθάνεται ότι υπάρχουν και πολλοί άλλοι σαν κι αυτόν στον ίδιο δρόμο αν και χωριστά…
*Ο ΣΟΛΩΝ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ είναι φοιτητής φαρμακευτικής και συγγραφέας. Μόλις κυκλοφόρησε σε επιλογή και μετάφρασή του η ανθολογία «Τα μυστικά της συγγραφής» (εκδ. Key Books).