Για την ανθολογία ποιημάτων της Emily Dickinson «Αυτό είναι το γράμμα μου στην Οικούμενη: 160 ποιήματα» (εισαγωγή - μτφρ. - σχόλια: Χάρης Βλαβιανός, εκδ. Πατάκη).
Της Ευσταθίας Δήμου
Το νέο μελετητικό – μεταφραστικό εγχείρημα του Χάρη Βλαβιανού στόχο έχει να συστήσει ξανά στο ελληνόφωνο κοινό μια από τις σημαντικότερες ποιήτριες του 19ου αιώνα που σφράγισε με το έργο της την παγκόσμια ποιητική παραγωγή, αποτελώντας έτσι σημείο αναφοράς για τους μετέπειτα ποιητές του 20ου και 21ου αιώνα. Πρόκειται για την Αμερικανίδα Έμιλι Ντίκινσον, μια ξεχωριστή φυσιογνωμία που έπλασε το δικό της ποιητικό σύμπαν μέσα στο οποίο έμεινε έγκλειστη, απόλυτα δοσμένη και αφοσιωμένη, κατά τέτοιον τρόπο και σε τέτοιο βαθμό, ώστε η αφοσίωση αυτή μόνο με μιαν αντίστοιχη ερωτική ή θρησκευτική να μπορεί να συγκριθεί και να αντιπαραβληθεί.
Γνωριμία σε δύο επίπεδα ή, καλύτερα, σε δύο φάσεις
Η γνωριμία του αναγνώστη μαζί της πραγματοποιείται σε δύο επίπεδα ή, καλύτερα, σε δύο φάσεις. Προηγείται, δηλαδή, μια άκρως κατατοπιστική εισαγωγή η οποία μεθοδεύει και κατορθώνει να φωτίσει το έργο της Ντίκινσον μέσα από τη ζωή της και, αντίστροφα, τη ζωή μέσα από το έργο της. Είναι από τις λίγες ίσως φορές που καταβάλλεται μέριμνα όχι μόνο για την ανάδειξη, κατά το δυνατό, των περισσότερων πτυχών της προσωπικότητας, της ψυχοσύνθεσης, του βίου και των συνθηκών μέσα στις οποίες μορφοποιήθηκε και σχηματοποιήθηκε η ποιητική συνείδηση, αλλά και για τη συνύφανση, τη συμπλοκή και τον συνδυασμό στοιχείων που μπορεί από πρώτη άποψη να μοιάζουν ασύνδετα μεταξύ τους, στην πραγματικότητα, όμως, είναι αλληλένδετα και απολύτως αλληλοεξαρτώμενα.
Πέρα, όμως, από τα ποιήματα τα οποία, ούτως ή άλλως, συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα κάθε μελετητικής προσέγγισης, ο Βλαβιανός περιλαμβάνει και παραθέτει μια σειρά επιστολών που, πέρα από την επιστημονική θεμελίωση, ποικίλλουν την αφήγηση και τη μεταθέτουν στο επίπεδο της προσωπικής μαρτυρίας.
Αυτό μπορεί να γίνει φανερό ακόμα και από μια πρώτη ανάγνωση της εισαγωγής η οποία διαφέρει και διαφοροποιείται από άλλες στο μέτρο και στον βαθμό που εσωκλείει στην αφήγηση, την περιγραφή, την ανάλυση και την κριτική, στα κειμενικά, δηλαδή, εκείνα μέρη που είναι συνθεμένα κατ’ αποκλειστικότητα από τον Βλαβιανό, μια σειρά ποιημάτων της Ντίκινσον προσεκτικά επιλεγμένων και τοποθετημένων έτσι ούτως ώστε να αποτελέσουν ένα είδος αρμού ανάμεσα στα επιμέρους κεφάλαια, ενδεικτικά ή αντιπροσωπευτικά δείγματα για καθεμιά από τις πτυχές που διερευνώνται. Πέρα, όμως, από τα ποιήματα τα οποία, ούτως ή άλλως, συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα κάθε μελετητικής προσέγγισης, ο Βλαβιανός περιλαμβάνει και παραθέτει μια σειρά επιστολών που, πέρα από την επιστημονική θεμελίωση, ποικίλλουν την αφήγηση και τη μεταθέτουν στο επίπεδο της προσωπικής μαρτυρίας. Η χροιά αυτή ενισχύεται ακόμα περισσότερο από μια σειρά φωτογραφιών που καθιστούν την εντύπωση των γραφομένων ακόμα καθαρότερη, ευκρινέστερη, διαυγή, υποβοηθώντας την αναπαράσταση και την απευθείας σύνδεση και οικείωση με τα πρόσωπα. Πρόκειται δηλαδή για ένα πολύμορφο και πολύτροπο εισαγωγικό κείμενο που αποπειράται να εισχωρήσει και να διαπεράσει με κάθε τρόπο το σκληρό κέλυφος του χρόνου προκειμένου να φτάσει στον πυρήνα από όπου θα ξεκινήσει μια νέα πορεία ακολουθώντας τις εξακτινώσεις του· τα ποιήματα.
...ένα πολύμορφο και πολύτροπο εισαγωγικό κείμενο που αποπειράται να εισχωρήσει και να διαπεράσει με κάθε τρόπο το σκληρό κέλυφος του χρόνου...
Σε δεύτερο, λοιπόν, επίπεδο και αφού ο αναγνώστης έχει συλλάβει τις βασικές αρχές και κατευθυντήριες γραμμές τις οποίες ακολούθησε η διαμόρφωση της ποιητικής προσωπικότητας της Ντίκινσον, μπορεί κανείς να περάσει στην ανάγνωση των ποιημάτων τα οποία μάλιστα παρατίθενται σε αντιπαραβολή με το πρωτότυπο. Είναι μια ιδιαίτερα χρήσιμη τακτική και μέθοδος αυτή, από τη στιγμή που παρέχει το σταθερό έδαφος του αρχικού κειμένου και τη δυνατότητα μετάβασης στην ελληνόγλωσση μορφή, μετάβαση η οποία, σε πραγματικό χώρο, συμβαίνει με την μεταπήδηση από τη μία σελίδα στην άλλη, εν είδει υπέρβασης τις διαχωριστικής γραμμής που υφίσταται ανάμεσά τους και η οποία εικονοποιεί και αντιστοιχεί στην υπέρβαση της δυσκολίας ή καλύτερα των δυσκολιών που η ποιητική μεταγραφή σε μιαν άλλη γλώσσα επιφυλάσσει. Ο Βλαβιανός επιλέγει τον δρόμο της εγγύτητας στην πηγή, επιλογή που οδηγεί –στις περισσότερες τουλάχιστον περιπτώσεις– στη διαμόρφωση και παρουσίαση ενός ποιητικού σώματος το οποίο αποτελεί την ελληνόγλωσση εκδοχή της Ντίκινσον.
Έτσι, ο αναγνώστης μπορεί, χωρίς δεύτερη σκέψη ή επιφύλαξη, να αναγνώσει και να απολαύσει μια ποίηση που, ενώ απέχει από το παρόν περισσότερο από έναν αιώνα, μοιάζει απολύτως σύγχρονη ή, μάλλον, απολύτως άχρονη, μοιάζει δηλαδή να μπορεί να ανταποκριθεί και να ταιριάξει στις υποδοχές κάθε ανθρώπου, κάθε καιρού και κάθε τόπου. Γιατί τα ποιήματα της Ντίκινσον, με την επικέντρωσή τους στο ουσιαστικό, τόσο ως μέρος του λόγου, όσο και ως μεταφορική έννοια ή ιδέα, κατορθώνουν να αποστάξουν τις φθαρτές όψεις του χρόνου, το επιδερμικό του πέρασμα πάνω από τα πράγματα και τους ανθρώπους και να σταθούν στα στοιχεία εκείνα που κάνουν τις λέξεις όχημα για την καταβύθιση ή, διαφορετικά, την ανύψωση στην πρωταρχή. Γιατί αυτό ακριβώς είναι το ειδοποιό χαρακτηριστικό της ποίησης της Ντίκινσον, ότι, δηλαδή, ανάγεται στο ιδεώδες και το καθολικό. Γι’ αυτό έχει τέτοια αντοχή και διάρκεια.
Εντελώς ιδιαίτερη στη Ντίκινσον είναι, επίσης, η σχέση των νοημάτων, των ιδεών, των εντυπώσεων και των εικόνων με το γλωσσικό τους ένδυμα. Δεν πρόκειται απλώς και μόνο για την αίσθηση που αποπνέουν τα ποιήματά της και η οποία μοιάζει να υπάρχει ως ενέργεια γύρω από το δίπολο σημαίνοντος και σημαινομένου. Πρόκειται, στην κυριολεξία, για μία ανατροπή των γλωσσολογικών αυτών όρων και ορισμών, για μια αντιστροφή τους αφού, πολλές φορές, το άκουσμα και η ηχητική ποιότητα της λέξης υπολείπεται, υπερκαλύπτεται και υπερνικάται από το νόημά της. Παρόλο που μοιάζει αρκετά παράδοξη και ανοίκεια η υπόθεση αυτή, θα μπορούσε κανείς να της αναγνωρίσει κάποια νομιμότητα στο βαθμό που η λέξη, έτσι όπως κανοναρχεί τον στίχο, έτσι όπως προβάλλεται και δεσπόζει μέσα σε αυτόν, μοιάζει να χάνει το υλικό της περίβλημα και να μετακυλύει στον χώρο των ιδεών, των νοημάτων, της αλήθειας. Μοιάζει να γίνεται και να υπάρχει μόνο ως έννοια που καταυγάζει την ουσία, την αληθινή φύση και ύπαρξη, πέρα από τις συμβάσεις της γλώσσας.
Αυτό, κατ’ επέκταση, καταδεικνύει όχι την αδιαφορία, αλλά την εξαντλητική πάλη της ποιήτριας με τις λέξεις, την εναγώνια αναμέτρησή της με αυτές προκειμένου να τις εναποθέσει στο νέο τους καλούπι, στο νέο τους σχήμα, στο νέο τους σπίτι που δεν είναι άλλο από το ποίημα. Γιατί μόνο μέσα σε αυτό οι λέξεις αποκτούν το νόημά τους, το πραγματικό τους περίγραμμα, τη γνήσια και αυθεντική φύση και λειτουργία τους. Αυτή η ανατροπή, η αποδέσμευση από τις λέξεις και η υπαγωγή τους σε ένα νέο πλαίσιο και έναν νέο κόσμο αντικατοπτρίζει περίφημα την επαναστατική, ιδιόρρυθμη, καινοτόμα και υπερβατική διάθεση και τάση της Ντίκινσον η οποία έχτισε με υλικά δικής της έμπνευσης και ευρεσιτεχνίας έναν μοναδικό ποιητικό κόσμο, παρακαταθήκη και χάρισμα μαζί στην οικουμένη.
* Η ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΔΗΜΟΥ είναι φιλόλογος και συγγραφέας. Τελευταίο βιβλίο της, η συλλογή διηγημάτων «Κλέφτες + Αστυνόμοι» (εκδ. Γκοβόστη).