Για την ποιητική συλλογή του Θωμά Τσαλαπάτη «Η ομορφιά των όπλων μας» (εκδ. Αντίποδες).
Του Διογένη Σακκά
Η ποιητική συλλογή Η ομορφιά των όπλων μας του Θωμά Τσαλαπάτη διαρθρώνεται σε πέντε ενότητες που περιγράφονται ως εξής: «Περιστατικά», «οι Ορθοί σου Τρόποι», «η Ιστορία έτσι και όχι αλλιώς», «τα Έμπρακτα», «Σημαίες». Διαβάζοντάς τα, το πρώτο χαρακτηριστικό είναι η ποικιλία των ποιητικών τρόπων που μετέρχεται ο ποιητής. Εν γένει υπάρχει μια προφορικότητα, και όχι μόνο στα πεζοποιήματα ή τα σύντομα πεζά της συλλογής. Εμφανίζονται στοιχεία ενός θεατρικού διαλόγου, κυριαρχούν οι μεταφορές, υπάρχει αίσθηση του ρυθμού, ενώ απουσιάζουν τα επίθετα (ή τουλάχιστον τα τολμηρά επίθετα). Στην ενότητα, «οι Ορθοί σου Τρόποι» επιχειρούνται ποιητικοί αφορισμοί, όπως
«Πριν μπείτε στο σπίτι να σκουπίζετε τα πόδια σας.
Κανείς δεν θέλει να ξέρει
Ποια διαδρομή σας έφερε ως εδώ». (σ.48)
«Ασφάλεια.
Είναι καλύτερο να μη βάζετε αυτή τη λέξη στο στόμα σας.
Δεν ξέρετε σε ποιο στόμα βρισκόταν πριν». (σ.73)
Υπάρχει μια τεχνοτροπική ποικιλία, αλλά δύσκολα αναγνωρίζεται ένα διακριτό ποιητικό ύφος ή κάτι να προοιωνίζει μια ανατροπή στον τρόπο των λέξεων και όχι μόνο.
Στη δε ενότητα «τα Έμπρακτα», o Tσαλαπάτης δοκιμάζει μια, ας την ονομάσουμε, αλγεβρική ποιητική, που θυμίζει (πολύ μακρινά, ως περίγραμμα και μόνο) τα Ανώτερα Μαθηματικά του Ελύτη στον Μικρό Ναυτίλο. Άλλες διατυπώσεις είναι πετυχημένες, άλλες παντελώς αμήχανες:
«Χώρος + θάνατος = πέτρα» (σ.110)
«Πλακάκι + κρέας = αυτοί που διαρκώς κοιτούν απ’ τα μπαλκόνια» (σ. 121)
«1 + 2 = 3 (βεβαίως. Αρκεί το 1 να επιμένει και το 2 να δεχτεί)» (σ.123)
«Η χειραψία σου – ο άνθρωπος με το απέναντι χέρι = μια χειροπιαστή στιγμή ανησυχίας» (σ.127)
Στην ποιητική συλλογή διακρίνονται διάσπαρτα ευφυολογήματα, αλλά απουσιάζει μια έξαρση, η ένταση εκείνη στις λέξεις που θα μεταστοιχειώσει ποιητικά την καθημερινή εμπειρία. Υπάρχει μια τεχνοτροπική ποικιλία, αλλά δύσκολα αναγνωρίζεται ένα διακριτό ποιητικό ύφος ή κάτι να προοιωνίζει μια ανατροπή στον τρόπο των λέξεων και όχι μόνο. Η ποικιλία επεκτείνεται και στο περιεχόμενο των ποιημάτων, σε όσα εντέλει επιδιώκει να πει ο ποιητής: από προσωπικές διαπιστώσεις μέχρι την αφήγηση ιστορικών στιγμιότυπων (για τον Κρόμγουελ, την επέλαση της Ελαφράς Ταξιαρχίας, τον Ολλανδό πρωθυπουργό Γιόχαν ντε Βιτ, κ.α. (στην ενότητα «Η Ιστορία έτσι και όχι αλλιώς»), ή την παιγνιώδη περιδιάβαση με αναφορές σε έθνη όπως οι: Ουγγαρία, Δανία, Σουηδία, Ισλανδία, Ινδία, κ.α. (στην ενότητα «Σημαίες»).
Όλα τούτα δηλώνουν μια διάθεση εξωστρέφειας, με κάποιες πραγματολογικές αναφορές, μακριά από χαμηλόφωνους εσωτερικούς μονολόγους, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι σαφές και το στίγμα αυτού του θεματολογικού ανοίγματος. Στην ενότητα «Σημαίες», τα ονόματα κρατών θα μπορούσαν να αλλάξουν και αντί, για παράδειγμα, της Πολωνίας, να επιλεγεί η Μαγαδασκάρη, χωρίς κάτι να υποδηλώνει μια αναγκαιότητα στην επιλογή των λέξεων και της αναφοράς τους. Αν ο ποιητής δεν επιδιώκει κάποιο στίγμα, δικαίωμά του, αλλά τι κρίμα, να κυλά μια ποιητική συλλογή έτσι άτολμα και φλύαρα, χωρίς διάθεση ρήξης και ανατροπής, κάνοντας εντέλει άσφαιρα τα ποιητικά του «όπλα» σε μια εποχή που επελαύνει ανεμπόδιστα ο νεοσυντηρητισμός. Σα να μην υπάρχει, όχι κάποιο νήμα που να διατρέχει την οπτική του ποιητή, αλλά ούτε καν κάποια επάλληλα ή διασταυρούμενα νήματα, ικανά να αποδώσουν μια ύφανση του κόσμου, ή μια στάση απέναντί του. Σε τούτη την απουσία ίσως να οφείλεται και η έλλειψη συγκίνησης, την οποία δεν μπορούν να προσφέρουν από μόνες τους οι εύστροφες μεταφορές και οι παιγνιώδεις συναντήσεις λέξεων, άπαξ και δεν «πατάνε» σε ένα βιωμένο κόσμο, σε μια ορατή στάση ζωής.
Φυσικά, υπάρχουν αξιόλογα ποιήματα στη συλλογή, τα οποία μας επιτρέπουν να τη δούμε ως ένα σώμα δυνατοτήτων, που αν και έχει δρόμο ακόμα μέχρι να αρθεί στον ποιητικό χώρο, αν μη τι άλλο δίνει υποσχέσεις για μια τέτοια άρση.
Αν τώρα ο Τσαλαπάτης βάζει το χέρι στη φωτιά, κάποια κάστανα να βγάλει, και κάτι θέλει να πει που μας διαφεύγει, ίσως θα πρέπει να τον προβληματίσουν οι μεταβάσεις ανάμεσα στο χώρο του κυριολεκτικού και του συμβολικού, του αενάως εκδιπλούμενου. Φυσικά, υπάρχουν αξιόλογα ποιήματα στη συλλογή, τα οποία μας επιτρέπουν να τη δούμε ως ένα σώμα δυνατοτήτων, που αν και έχει δρόμο ακόμα μέχρι να αρθεί στον ποιητικό χώρο, αν μη τι άλλο δίνει υποσχέσεις για μια τέτοια άρση. Ο χρόνος θα δείξει την κατάληξη αυτών των υποσχέσεων, αν θα προκύψει κάτι πιο κατασταλλαγμένο.
Στα αξιόλογα ποιήματα της συλλογής ας ξεχωρίσουμε «το Αρχικό του Σχήμα», την «Επιστροφή στη Δήλο», «Aπό την Κοίτη του Ποταμού Βραχμαπούτρα», ορισμένες διατυπώσεις από τα «Έμπρακτα» ή την ενότητα «οι Ορθοί σου Τρόποι». Ας σταθούμε στο τρίτο μέρος του ποιήματος «Aυτοί που δεν κατάφεραν να μας κερδίσουν με πόλεμο»:
ΙΙΙ
«Τώρα ασφαλείς και ξαφνιασμένοι
Από κούφια άλογα κυκλωμένοι
Και πολιορκημένοι
από εισβολείς που δεν συνέβησαν ποτέ.
Οι δρόμοι έχουν φρακάρει, γέμισαν οι πλατείες.
Σταματήσαμε πια να σέρνουμε τα κούφια άλογα
Στην πόλη.
Τ’ απομακρύνουμε
Τ’ αφήνουμε στην παραλία.
Κι η ζωή ανυπόφορη μέσα στο τόσο στριμωξίδι.
Δεν είναι να κατηγορείς αυτούς που άφησαν την πόλη
Κι εγκαταστάθηκαν στα κούφια άλογα της παραλίας.
Τις νύχτες η φωνή μας αντηχεί
Στα ξύλινα κουφάρια, στους έρημους δρόμους.
Ηχώ μια στιγμής θριάμβου
Που τώρα επιστρέφει ως χλευασμός.
Η πόλη άδειασε. Φεύγω κι εγώ.
Θ’ ακολουθήσω τους δικούς μου.
Το ξύλινο άλογο
Και η τύχη μας που αλλάζει.
Μια άλλη άλωση.
Αυτοί που δεν κατάφεραν τελικά να μας κερδίσουν
Με τον πόλεμο
Μας ισοπέδωσαν τελικά, με τις καλές προθέσεις».
Από δραματουργικής απόψεως, τούτο είναι το τρίτο ποίημα μιας σειράς ποιημάτων και στα προηγούμενα δύο, ο Ταλαπάτης αφηγείται την τοποθέτηση κούφιων αλόγων στην πόλη, από μέρα σε μέρα. Τούτο το τρίτο ποίημα δεν χρειάζεται ιδιαίτερα για την ανάγνωσή του τα προηγούμενα δύο, εξελισσόμενο όπως ένα θεατρικό έργο: το δραματικό γεγονός έχει ήδη συντελεστεί και εμείς παρακολουθούμε τ’ απόνερά του, τους κλυδωνισμούς που επιφέρει. Οι πρώτοι τρεις στίχοι έχουν ρυθμικότητα, αλλά με μια εύκολη ομοιοκαταληξία (την κατάληξη της εκάστοτε μετοχής: ξαφνιασμένοι, κυκλωμένοι, πολιορκημένοι). Τα διάσπαρτα κούφια άλογα αποτελούν το εύρημα του ποιήματος, ο συνωστισμός τους στην πόλη και η αναγκαία μεταφορά τους στην ακρογιαλιά: ευθεία παραπομπή στον δούρειο ίππο, αλλά και αντιστροφή του. Οι εύστοχοι στίχοι από τον δέκατο τρίτο έως τον δέκατο έκτο συμπυκνώνουν την ατμόσφαιρα («Ηχώ μια στιγμής θριάμβου / που τώρα επιστρέφει ως χλευασμός»), ενώ οι τελευταίοι δύο στίχοι φτιάχνουν ένα επιμύθιο πολλαπλώς ερμηνευόμενο.
* Ο ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΣΑΚΚΑΣ είναι κριτικός ποίησης.