Για το βιβλίο του Δημήτρη Χουλιαράκη «Ψυχή στα δόντια» (εκδ. Το Ροδακιό).
Της Χρύσας Φάντη
Στην Ψυχή στα δόντια, την όγδοη (μετά την πρώτη πριν από 36 χρόνια) ποιητική συλλογή του Δημήτρη Χουλιαράκη, ιστορίες προσωπικές αλλά και τραγωδίες που συγκλόνισαν το πανελλήνιο, αποκαλύπτουν τον ζόφο, τη βία και τον παραλογισμό που σημάδεψε την κοινωνία μας για περισσότερο από τρεις δεκαετίες, από τον Εμφύλιο μέχρι και τη δεκαετία του ’70.
Ιστορίες προσωπικές αλλά και τραγωδίες που συγκλόνισαν το πανελλήνιο, αποκαλύπτουν τον ζόφο, τη βία και τον παραλογισμό που σημάδεψε την κοινωνία μας για περισσότερο από τρεις δεκαετίες, από τον Εμφύλιο μέχρι και τη δεκαετία του ’70.
Ήδη τα μότο της συλλογής, ένα στην αρχή και ένα στο τέλος της (Alfred, Lord Tennyson: «Ιf thou shouldst never see my face again, / Pray for my soul» και Samuel Taylor Coleridge: «Like one, that on a lonesome road / Doth walk in fear and dread»), λειτουργούν ως τροχιοδεικτικά και μας εισάγουν στο κλίμα και την ατμόσφαιρά της. Δύο χρόνια μετά τον πρωτεϊκό και θαλερό Ακρόκηπο (2017), ο Χουλιαράκης γητεύεται ξανά από την Ιστορία. Μόνο που τώρα οι λογαριασμοί του δεν είναι σε κάποια απόμακρη γωνιά της Γης, αλλά στην ίδια του την πατρίδα, όπου αναστοχάζεται κριτικά το λεγόμενο «ελληνικό μεταπολεμικό θαύμα» με τις πολυποίκιλες εκφάνσεις του, όπως το συνέλαβαν και το εφάρμοσαν στην πράξη οι νικητές της αδελφοκτόνας σύγκρουσης. Το ύφος του δεν παραλλάζει από πριν: έντονος λυρισμός, υποδόρια ειρωνεία, ιδιότυπη αισθησιακή-ερωτική αύρα, κυρίως όμως μια καταλυτική αίσθηση της τραγικότητας.
Με ποιήματα όπως το «Κορονέισον βαλς με την Αν στα σκίνα» (αναφορά στη δολοφονία της δημοσιογράφου του BBC Αν Ντόροθι Τσάπμαν στο Καβούρι το 1971), το «Πώς με χλευάζαν τ’ ανοιχτά της σκέλια» (ένα συγκλονιστικό ποιητικό «ρεπορτάζ» από τις «εκκαθαριστικές επιχειρήσεις» στον Γράμμο), το «Μυρτώο», με θέμα του το τραγικό ναυάγιο του οχηματαγωγού «Ηράκλειον» στη Φαλκονέρα το 1966, το «Σαραντάμερο ή ένα σκληρό καρύδι», για τους Χέρμαν Ντουφτ και Χανς Μπασενάουερ, τους δύο αιμοδιψείς Γερμανούς κατά συρροή δολοφόνους τον καιρό της Δικτατορίας, το «Μπιζέλια με αστακό», με θέμα τη δολοφονία του Αμερικανού ανταποκριτή του CBS Τζορτζ Πολκ στη Θεσσαλονίκη το 1948, το «Σαν θεόρατο ένα χέρι να τους έπνιξε», για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στο Δερβένι Κορινθίας (1968), το «Του κόσμου η λάβρα», με «ήρωα» τον Βασίλη Λυμπέρη που έκαψε την οικογένειά του και εκτελέστηκε το 1972, το «Στα ριζά του Υμηττού ξημερώματα», με αναφορά στη Σταυρούλα Γκουβούση που έπνιξε τη νύφη της στη στέρνα και επίσης εκτελέστηκε το 1961 ή το «Βαρδάτε, μωρέ!» για την πολύνεκρη βεντέτα στο χωριό του Ψηλορείτη Βορίζια στα 1955, ο ποιητής ανασυνθέτει ελλειπτικά τον κορμό της εθνικής μας ψύχωσης, ιχνηλατώντας ένα προς ένα τα σημάδια και τις σκοτεινές πτυχές του ναρκισσιστικού μας τραύματος.
Ιδού το Βρέφος που περιμένατε! να πω
κι έτσι, με τις πιτζάμες, να χαθώ
στα παλαμάκια και τις επευφημίες
μες στον τρελό αλαλαγμό
στη μέθη και τον ορυμαγδό
απ' τα κλάξον και τα ζήτω
Ο Δημήτρης Χουλιαράκης είναι δημοσιογράφος, βραβευμένος ποιητής και μεταφραστής. Έχει μεταφράσει πεζογραφία, ποίηση και θέατρο από |
Στραμμένος σε όσα διαδραματίζονταν την εποχή της παιδικής του ηλικία ή είχαν ήδη διαδραματιστεί μερικές δεκαετίες πριν απ’ τη γέννησή του, και με νωπές ακόμη τις μνήμες των ανθρώπων που τον περιέβαλλαν, ο στίχος του, συχνά ομοιοκατάληκτος, μέσα από μια γλώσσα άλλοτε αδρή και άλλοτε στην εντέλεια λεπτουργημένη και με συχνές αναφορές στην καθομιλουμένη εκείνης της εποχής, συγκροτεί στο σύνολό του ένα παλίμψηστο, γραμμένο στην κυριολεξία με τη ψυχή στα δόντια. Αν και όχι μόνο στη συγκεκριμένη συλλογή αλλά και στα προγενέστερα έργα του Χουλιαράκη η σημασία του μοιραίου και το βάρος της τυχαιότητας είναι εξόχως σημαντικά, το βλέμμα του ποιητή, χωρίς να εγκαταλείπει τη στωικότητα αλλά και την «ειρωνική έλλειψη αιφνιδιασμού του για το ανοίκειο» (όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Αλέξης Ζήρας σε μια κριτική του για τη συλλογή Αναπολόγητος στις κούνιες ντάλα μεσημέρι, εφ. Αυγή 21/6/2015), γίνεται αιχμηρό και σκιαγμένο, καθώς η ευφροσύνη και η ποιητική ανάταση παραχωρούν τη θέση τους σε ένα σύμπαν πιο χοϊκό, ένα πανδαιμόνιο από ψυχές ανερμάτιστες και παραλογισμένες. Ο φωτεινός λυρισμός υποχωρεί παραχωρώντας τα σκήπτρα στον ωμό ρεαλισμό ενός κόσμου δυστοπικού που κάποτε γεννά στον ποιητή αισθήματα ακραίας εχθρότητας.
Ο φωτεινός λυρισμός υποχωρεί παραχωρώντας τα σκήπτρα στον ωμό ρεαλισμό ενός κόσμου δυστοπικού που κάποτε γεννά στον ποιητή αισθήματα ακραίας εχθρότητας.
Κι όμως. Πάρεξ μια στιγμή, η αντικοινωνική αυτή διάθεση δεν μπορεί να έχει συνέχεια και διάρκεια στη ψυχή ενός ποιητή. Κάποιου που η ύψιστη ενσυναίσθησή του του υπαγορεύει αυτή την αγαπητική για τους ανθρώπους λειτουργία. Έτσι η τραγική συνείδηση της ανθρώπινης αδυναμίας επανέρχεται στον λόγο του. Και καλεί τον αναγνώστη του σε μια παραμυθητική πρόβα αυτοσυνειδησίας: να καταλάβει, δηλαδή, τη φύση του και να συγχωρέσει ακόμη και το πιο αποτρόπαιο έγκλημα του Άλλου. Ο αναμάρτητος, άλλωστε, πρώτος τον λίθο βαλέτω.
* Η ΧΡΥΣΑ ΦΑΝΤΗ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Η ιστορία της Σ.» (εκδ. Γαβριηλίδης).
Ψυχή στα δόντια
Δημήτρης Χουλιαράκης
Το Ροδακιό 2019
Σελ. 48, τιμή εκδότη €10,60