Στη μελέτη του Norbert Elias Ναζισμός και γερμανικός χαρακτήρας (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) διερευνάται πώς οδηγήθηκε ο γερμανικός λαός από τον πολιτισμό στη βαρβαρότητα.
Του Γιώργου Λαμπράκου
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα όλο και περισσότερα βιβλία εκδίδονται με θέμα την άνοδο και την πτώση του Χίτλερ και του πάλαι ποτέ πανίσχυρου Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματός του, και γενικότερα την εμφάνιση του φασιστικού φαινομένου στις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Η διεύρυνση του ακροδεξιού και νεοναζιστικού χώρου στην Ελλάδα και αλλού, καθώς επίσης η συντριπτική οικονομική και πολιτική υπεροχή της Γερμανίας στην Ευρώπη, έχουν αναζωπυρώσει για τα καλά τη συζήτηση για παρόμοια φαινόμενα, συζήτηση η οποία δεν δείχνει να κοπάζει.
Πώς και γιατί κατέρρευσε ο πολιτισμός της Γερμανίας, ανοίγοντας τον δρόμο σε μια ανείπωτη βαρβαρότητα με δεκάδες εκατομμύρια θύματα, τόσο στον πόλεμο όσο και με τις μαζικές εκτελέσεις;
Σε τούτο το πλαίσιο θα μπορούσε να ενταχθεί και η έκδοση της μελέτης Ναζισμός και γερμανικός χαρακτήρας: δοκίμιο πάνω στην κατάρρευση του πολιτισμού του Γερμανοεβραίου Νόρμπερτ Ελίας (1897-1990), ενός από τους σημαντικότερους κοινωνιολόγους του 20ού αιώνα. Αφού πρώτα σπούδασε σε γερμανικά πανεπιστήμια, ο Ελίας γλίτωσε την κατάλληλη στιγμή από τους ναζί καταφεύγοντας στην Αγγλία, όπου σταδιοδρόμησε στον ακαδημαϊκό χώρο. Η μελέτη του γράφτηκε στα αγγλικά στα 1961-2, αλλά δημοσιεύτηκε μόλις το 1989 ως ξεχωριστό κεφάλαιο ενός τόμου με Μελέτες για τους Γερμανούς.
Με αφορμή τη δίκη του Άντολφ Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ στις αρχές της δεκαετίας του 1960, γεγονός που έλαβε παγκόσμιες διαστάσεις, ο Ελίας αποφάσισε να ανατάμει το ναζιστικό φαινόμενο με επίκεντρο το πώς οδηγήθηκε η Γερμανία στην Τελική Λύση κατά των Εβραίων και άλλων ανεπιθύμητων μειονοτήτων. Το βασικό ερώτημα που τον απασχολεί είναι το εξής: πώς και γιατί κατέρρευσε ο πολιτισμός της Γερμανίας, ανοίγοντας τον δρόμο σε μια ανείπωτη βαρβαρότητα με δεκάδες εκατομμύρια θύματα, τόσο στον πόλεμο όσο και με τις μαζικές εκτελέσεις; Η προσέγγισή του αξιώνει να συνδυάσει την ιστορία του γερμανικού έθνους με την εξέλιξη της γερμανικής κοινωνίας και με την ψυχολογία του γερμανικού λαού, δίνοντας έμφαση στην ιδεολογία και παραμερίζοντας τις οικονομικές εξηγήσεις.
Πόθος για ενότητα
Σύμφωνα με τον Ελίας, η ταραχώδης ιστορία της Γερμανίας είναι χτισμένη πάνω στα ερείπια των ασταμάτητων πολέμων που διεξήγαγαν τα πολλά γερμανικά κρατίδια μεταξύ τους και με άλλους εχθρούς. Και ενώ τα νεότερα κράτη-έθνη γεννήθηκαν και διαμορφώθηκαν μέσα από πολέμους και επαναστάσεις με στόχο μεταξύ άλλων τον εκδημοκρατισμό, η διαφορά της Γερμανίας οφείλεται στον διακαή πόθο για ενότητα υπό έναν πανίσχυρο ηγέτη, «μια ενότητα τόσο απόλυτη που να απέκλειε το παραμικρό ίχνος διχόνοιας». Αυτός ο πόθος δημιουργούσε ένα αίσθημα κατωτερότητας και φθόνου των Γερμανών απέναντι σε άλλους κυρίαρχους ευρωπαϊκούς λαούς, την ταυτόχρονη υποτίμηση και υπερτίμηση των δικών τους δυνατοτήτων, μα προπαντός γεννούσε «την εικόνα ενός τάχα χαμένου εθνικού μεγαλείου» που έπρεπε πάση θυσία να ξαναποκτηθεί.
Ένα από τα θεμελιώδη παράδοξα της γερμανικής παράδοσης πεποιθήσεων και συμπεριφορών ήταν ότι οι ίδιοι άνθρωποι που ακολουθούσαν έναν απόλυτο, ανυποχώρητο και συχνά παντελώς ανεδαφικό εθνικό ιδεαλισμό, κόμπαζαν την ίδια στιγμή γι’ αυτό που θεωρούσαν “ρεαλισμό” τους.
Το ιδεώδες ενός ενιαίου, εκτεταμένου Ράιχ δεν έφυγε ποτέ από το μυαλό και την ψυχή των Γερμανών, γεγονός που το εκμεταλλεύτηκε ο Χίτλερ. Αυτό το εθνικό ιδεώδες, παρά τον όποιο εκδημοκρατισμό της Γερμανίας κατά τον 19ο αιώνα, δεν έχασε ποτέ τα δεσποτικά χαρακτηριστικά του, τον «αυστηρό και απαιτητικό χαρακτήρα του». Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο Ελίας, η υποτιθέμενη Realpolitik των Γερμανών ήταν πολύ λιγότερο ρεαλιστική από όσο νόμιζαν οι ίδιοι, αφού η επιθυμία τους για παντοδυναμία δεν συμβάδιζε με την απαιτούμενη οικονομική και στρατιωτική δύναμη: «ένα από τα θεμελιώδη παράδοξα της γερμανικής παράδοσης πεποιθήσεων και συμπεριφορών ήταν ότι οι ίδιοι άνθρωποι που ακολουθούσαν έναν απόλυτο, ανυποχώρητο και συχνά παντελώς ανεδαφικό εθνικό ιδεαλισμό, κόμπαζαν την ίδια στιγμή γι’ αυτό που θεωρούσαν “ρεαλισμό” τους».
Τις παραπάνω κοινωνικές και ιστορικές εξελίξεις συναρμόζει ο Ελίας με τον χαρακτήρα του μέσου Γερμανού, σε μια διαλεκτική μεταξύ του ατόμου και του κράτους, του «Εγώ» και του «Εμείς», κατά την οποία οι Γερμανοί «στρέφονται ξανά και ξανά σε ηγέτες που προβάλλουν ενώπιόν τους την εικόνα ενός υπέρτερου μεγαλείου» (το ίδιο κάνουν και άλλοι λαοί, αλίμονο, μόνο που εκεί απέκτησε ιδιάζουσες διαστάσεις, και αυτή η ιδιάζουσα γερμανική περίπτωση απασχολεί εν προκειμένω τον Ελίας). Με βάση τον «απλοϊκό, προβιομηχανικό τρόπο σκέψης του Χίτλερ και των στρατηγών του», εξαπολύθηκαν πόλεμοι κατά πάντων, και κυρίως κατά των Εβραίων, με απίστευτη σφοδρότητα και με έναν συνδυασμό ορθολογισμού και ανορθολογισμού: ο ορθολογισμός παραπέμπει στη γραφειοκρατικοποίηση της εξολόθρευσής τους, ο ανορθολογισμός στις διάφορες ψευδοεπιστημονικές ιδέες περί φυλετικής καθαρότητας, έμφυτης ανωτερότητας των άριων κ.λπ.
Οι περισσότεροι Γερμανοί στήριξαν με ενθουσιασμό τον χιτλερισμό. Στη συνέχεια, αφενός δεν θα μπορούσαν να αντιταχτούν στους Εθνικοσοσιαλιστές εξαιτίας της ιστορικά έντονης εξάρτησης της συμπεριφοράς τους από το κράτος και τις προσταγές του, αφετέρου δεν ήθελαν να το κάνουν, αφού είχαν εσωτερικεύσει την εικόνα του πανίσχυρου Φύρερ που υποτίθεται πως θα τους οδηγούσε, με τους μεσσιανικούς λόγους και με τις πράξεις του, στο χιλιετές Ράιχ: «η πίστη της πλειοψηφίας του γερμανικού λαού στον Φύρερ παρέμεινε ακλόνητη μέχρι τον θάνατό του, αλλά και για αρκετό καιρό μετά απ’ αυτόν». Προς τεκμηρίωση της ερμηνείας του, ο Ελίας παραθέτει αυθεντικές επιστολές Γερμανών που γράφτηκαν προς το τέλος του πολέμου και δίνουν την εικόνα «ενός πειθήνιου και αναισθητοποιημένου λαού».
Μια «κοινωνική θρησκεία»
«H πίστη της πλειοψηφίας του γερμανικού λαού στον Φύρερ παρέμεινε ακλόνητη μέχρι τον θάνατό του, αλλά και για αρκετό καιρό μετά απ’ αυτόν».
Σύμφωνα με τον Ελίας, ο Εθνικοσοσιαλισμός ήταν μια «κοινωνική θρησκεία», ο Χίτλερ ένας «καινοτόμος πολιτικός σαμάνος» που αξιοποίησε τον «ρομαντικό συντηρητισμό» των Γερμανών για να κερδίσει την υποστήριξή τους. Ωστόσο, τα «πρωτόγονα» στοιχεία του ναζισμού οδήγησαν το γερμανικό έθνος για δεύτερη συνεχόμενη φορά στον γκρεμό. Εδώ, αξιοσημείωτη είναι η θέση του Ελίας σχετικά με τη «διαφορά των πολεμικών στόχων στις προβιομηχανικές κοινωνίες και στις κοινωνίες της εποχής της προχωρημένης εκβιομηχάνισης», κάτι που δεν αντιλήφθηκαν οι ναζί όταν εξολόθρευαν ολόκληρους πληθυσμούς – άλλο ένα ανορθολογικό στοιχείο της πολιτικής τους, βασισμένο στα εμμονικά ιδεολογήματά τους.
Η παραπάνω σχηματική επισκόπηση του βιβλίου δίνει απλώς μια μικρή ιδέα της ανάλυσης του Ελίας, ο οποίος, πέρα από γνώστης του αντικειμένου του αποδεικνύεται και γλαφυρότατος αφηγητής της κοινωνικής εξέλιξης σε συνδυασμό με τις ψυχολογικές και ανθρωπολογικές σταθερές της (ακολουθώντας τα χνάρια του Φρόιντ και της εννοιολογίας του περισσότερο από όσο ο ίδιος παραδέχεται). Μερικά γενικότερα ερωτήματα που θα άξιζε να μας απασχολήσουν καθώς διαβάζουμε το σημαντικό δοκίμιο του Ελίας είναι τα εξής: πολιτισμός και βαρβαρότητα είναι δύο εντελώς διαφορετικές συνθήκες, όπου όταν καταρρέει η πρώτη έρχεται η δεύτερη, ή μήπως συνυπάρχουν; Πολιτισμός σημαίνει ειρήνη και ανοχή ενώ βαρβαρότητα σημαίνει πόλεμο και θηριωδία, ή μήπως αυτά αποτελούν αξεδιάλυτα στοιχεία της ανθρώπινης κατάστασης, και απλώς αλλάζει η εκάστοτε δοσολογία;
Μπορούμε άραγε να αποφασίσουμε βάσιμα πότε η επιστήμη και η τεχνολογία προάγουν τον πολιτισμό και πότε τη βαρβαρότητα;
Μπορούμε άραγε να αποφασίσουμε βάσιμα πότε η επιστήμη και η τεχνολογία προάγουν τον πολιτισμό και πότε τη βαρβαρότητα – π.χ. η κατασκευή οπλικών συστημάτων από μεγαλοφυείς εφευρέτες (από τον Αρχιμήδη μέχρι τον Οπενχάιμερ και τον Φον Μπράουν) συνιστά πράξη πολιτισμού ή βαρβαρότητας; Μπορούμε άραγε να κάνουμε σαφείς αξιολογικές διακρίσεις, ή μήπως τα κλασικά δίπολα πολιτισμός/βαρβαρότητα, πόλεμος/ειρήνη, καλό/κακό κ.λπ. έχουν εν πολλοίς αποδομηθεί; Στη νιτσεϊκή γενεαλογία της ηθικής, π.χ., η βαρβαρότητα όχι μόνο δεν ήταν το αντίθετο του πολιτισμού, αλλά η αναγκαία προϋπόθεσή του – εξού ο «πολιτισμός» είναι μια έννοια που χρησιμοποιείται πότε με θετικό πρόσημο και πότε με έναν αναπόφευκτο σκεπτικιστικό ή ειρωνικό τόνο.
Συνάμα, αξίζει να σκεφτούμε κάτι ειδικότερο: τι θα μπορούσαν να μας προσφέρουν τα παραπάνω συμπεράσματα του Ελίας σε ό,τι αφορά τη σημερινή Γερμανία και το καυτό ζήτημα του εάν πρέπει να παίξει έναν ακόμα πιο πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ευρώπη για να αντισταθμίσει την πίεση από άλλες υπερδυνάμεις, ή απεναντίας να μειώσει την οικονομική και πολιτική επικυριαρχία της πάνω στα άλλα ευρωπαϊκά κράτη προς την κατεύθυνση μιας μεγαλύτερης ισοτιμίας; Εντέλει, τι κινδύνους εγκυμονεί η προσπάθεια ενός οποιουδήποτε κράτους ή κόμματος (ιδίως ενός εθνικιστικού-σοσιαλιστικού-λαϊκίστικου) να αποκτήσει ξανά τα περασμένα (πραγματικά ή φαντασιακά) μεγαλεία;
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΑΚΟΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
Τελευταίο του βιβλίο, το λογοτεχνικό δοκίμιο «Τσαρλς Μπουκόβσκι – Ο κυνικός Κυνικός (εκδ. Γαβριηλίδης).
Ναζισμός και γερμανικός χαρακτήρας
Δοκίμιο πάνω στην κατάρρευση του πολιτισμού
Norbert Elias
Μτφρ. Γιάννης Πεδιώτης, Γιάννης Θωμαδάκης
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2015
Σελ. 184, τιμή εκδότη € 16,00