Της Μαριαλένας Σπυροπούλου*
Η ζωή είναι μια διαδοχή παρεξηγήσεων. Μπορεί να έχεις στηρίξει την αφήγησή της σε μικρά, μεγάλα, σημαντικά ή ασήμαντα γεγονότα για τα οποία είσαι τελείως σίγουρος αλλά η πραγματικότητα να σε διαψεύδει. Από την άλλη, μερικά πράγματα στη ζωή απλώς σου συμβαίνουν. Χωρίς κανέναν απολύτως λόγο.
Ήρθα σε επαφή για πρώτη φορά με τον Γούντι Άλεν εν αγνοία μου, γύρω στα οκτώ μου χρόνια. Η μητέρα μου συνήθιζε τις Κυριακές να μας πηγαίνει σινεμά. Τότε πίστευα ότι οι ταινίες που βλέπαμε ήταν μέρος της αγωγής μας, σήμερα όμως συνειδητοποιώ ότι ήταν θέμα τύχης και πρακτικότητας. Οι επιλογές της βασίζονταν στο τι έπαιζε ο πιο κοντινός κινηματογράφος.
Η κατά Γούντι Άλεν διαπαιδαγώγηση...
Σήμερα πια έχω πειστεί ότι δεν χρειάζεσαι κάνναβη για να αποσπασθείς την ώρα του σεξ από τον σύντροφό σου...
Έτσι, γύρω στα μέσα του '80 μας πήρε χεράκι-χεράκι με την αδερφή μου να δούμε τον Νευρικό Εραστή. Πολλές φορές έκτοτε ενθουσιαζόμουν για την προχωρημένη επιλογή της. Μου πήρε χρόνια έως ότου συνειδητοποιήσω ότι είχε απλώς διαβάσει τον αγγλικό τίτλο Άννι Χολ και μάλλον νόμισε ότι επρόκειτο για το μιούζικαλ Άννι. Από τότε, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, θυμάμαι την εντύπωση που μου είχε κάνει η σκηνή που η Νταϊάν Κίτον «βγαίνει» από το σώμα της εξαιτίας της χρήσης κάνναβης και κάθεται στην καρέκλα άυλη παρακολουθώντας τον εαυτό της με τον Γούντι Άλεν στο κρεβάτι. Με είχε εντυπωσιάσει και με είχε φοβίσει παράλληλα, γιατί έφτιαχνα στο μυαλό μου σενάρια για το τι σου προκαλούσε η κάνναβη. Σήμερα πια έχω πειστεί ότι δεν χρειάζεσαι κάνναβη για να αποσπασθείς την ώρα του σεξ από τον σύντροφό σου...
Πέρασαν ωστόσο αρκετά χρόνια για να ξαναδώ Γούντι Άλεν. Λίγα σκόρπια φιλμ στην εφηβεία, ιδίως ό,τι έπαιζε η κρατική τηλεόραση. Κι ενώ στα οκτώ μου χρόνια δεν είχα καταλάβει και πολλά, στη δύσκολη ηλικία των δεκαοκτώ, καθώς αναζητούσα τη δική μου ταυτότητα, ο Γούντι Άλεν μου φαινόταν φλύαρος, πεζός και όχι πάντα εμπνευσμένος - όπως συνήθως φαίνονται οι κυνικοί άνδρες στα κορίτσια που ψάχνουν απεγνωσμένα για ρομάντζο.
... η κατά Γούντι Άλεν θεραπεία
Ο Γάλλος ψυχαναλυτής και συγγραφέας του βιβλίου Πώς ο Γούντι Άλεν μπορεί να αλλάξει τη ζωή σας προσεγγίζει το κινηματογραφικό έργο του Γούντι Άλεν μέσα από τη σκοπιά της ψυχανάλυσης και των δικών του ενδιαφερόντων κατορθώνοντας δύο πράγματα ταυτόχρονα: Να μιλήσει με σοβαρότητα για τον Γούντι Άλεν, ο οποίος δεν ταυτίζεται με τους ήρωές του ως προς το νευρωτικό, αναποφάσιστο και φλύαρο του χαρακτήρα τους, αλλά και να αναδείξει το χιούμορ που χρειάζεσαι στις αποσκευές σου για να γίνεις ψυχαναλυτής.
Το πρώτο μέρος του βιβλίου αφορά στην προσωπική κατάθεση του Γάλλου ψυχαναλυτή, στο πώς ο Γούντι Άλεν και οι ταινίες του άλλαξαν την δική του ζωή. Μέσα σε εννιά μικρά κεφάλαια παραθέτει ζητήματα που τον απασχόλησαν και πώς βρήκαν απαντήσεις μέσα από το κινηματογραφικό υλικό του σκηνοθέτη. Περιγράφει δηλαδή πώς ο κινηματογράφος και οι τέχνες γενικότερα μπορούν να λειτουργήσουν διαμεσολαβητικά ως θεραπευτικά εργαλεία.
Γι' αυτόν το λόγο οι ταινίες του Γούντι Άλεν, για τον Ερίκ Βαρτζμπέντ, επέδρασαν πάνω μου σαν μεγεθυντικός φακός. «Έδωσε μορφή σε ένα χάος εντυπώσεων, μου επέτρεψαν να πλάσω μια ιστορία για κάτι που με αφορούσε εν αγνοία μου. Μια αλήθεια μου αποκαλύφθηκε».
Φυσικά για να λειτουργήσει η τέχνη καθαρτήρια, για να μπορέσει ένα κινηματογραφικό φιλμ να σε αλλάξει, ακόμα και η ίδια η ψυχανάλυση ή η ψυχοθεραπεία, πρέπει ο θεατής ή ο θεραπευόμενος να επιτρέψει στον εαυτό του την αλλαγή. Όπως λέει και ο Βαρτζμπέντ, «η πιθανότητα να βιώσει ο θεατής αλλαγές χάρη στον κινηματογράφο εξαρτάται ασφαλώς από την ευαισθησία του ίδιου. Για να μπορέσει μια ταινία να επιφέρει πολύτιμες επενέργειες θα πρέπει να μπορείς να αφεθείς σε αυτή χωρίς αναστολές. Από την πλευρά του έργου, όπως και για μια αναλυτική παρέμβαση, απαιτείται μια μορφή αβρότητας και λεπτότητας. Από την άποψη αυτή οι ταινίες του Άλεν φαίνονται υποδειγματικές».
Ο Γούντι Άλεν άλλωστε διαπραγματεύεται φλέγοντα ζητήματα για τον μετανεωτερικό άνθρωπο, τον οποίο περισσότερο από την επιβίωση τον ενδιαφέρει η αυτοπραγμάτωση και η ευτυχία.
Στις ταινίες του συνήθως φέρνει στο προσκήνιο τον μέσο άνθρωπο. Λίγο πιο τραβηγμένο ως προς τα συμπτώματα, αλλά όχι ιδιαίτερα διαφορετικό από τη θεία μας ή τον γείτονα. Δεν υπάρχει ποτέ ωμή πραγματικότητα. Δεν θα δεις ούτε κανονικό σεξ ούτε αληθοφανή βία. Ενώ όλα αυτά τον απασχολούν, τα δείχνει έμμεσα και συμβολικά. Του αρέσει να φέρνει ταυτόχρονα στην επιφάνεια το συνειδητό μέρος, το ασυνείδητο αλλά και το υπερεγωτικό. Δεν είναι λίγες οι φορές που με διαφορετικές φωνές τονίζονται οι εσωτερικά αντίθετες δυνάμεις που επενεργούν στην ψυχική οικονομία του ανθρώπου. Αυτό δεν είναι μόνο χιουμοριστικό, είναι και σωτήριο. Κάνει τους θεατές να αιισθάνονται απόλυτα φυσιολογικοί και όχι μέλη ενός κλαμπ περίεργων νευρωτικών.
Στις ταινίες του Γούντι Άλεν δεν υπάρχει ωμή πραγματικότητα. Δεν θα δεις ούτε κανονικό σεξ ούτε αληθοφανή βία, αίμα και φόνους.
Επίσης, έχει έναν μοναδικό τρόπο να σκιαγραφεί το άγχος. Αυτό το διαλυτικό άγχος, που προφανώς οι άνθρωποι στη Νέα Υόρκη το ζουν στην ακραία του διάσταση, αλλά έχει μεταφερθεί και στην Ευρώπη, ο σκηνοθέτης το προσεγγίζει εξευμενίζοντάς το. Το κάνει φίλο του, συμπορεύεται με αυτό και τελικά το θεραπεύει διακωμωδώντας το.
Η πόλη κυριαρχεί στις ταινίες του. Σαν τον Καβαφικό ήρωα, έτσι και για τους ήρωες του Γούντι Άλεν, αλλά και τους ανθρώπους που αναζητούν θεραπεία, «η πόλη θα σε ακολουθεί». Οι δρόμοι δεν είναι μόνο δρόμοι για να πας στον προορισμό σου, είναι καμβάς πάνω στον οποίο έχουν γεννηθεί τα προσωπικά δράματα, τραύματα, αλλά και οι δυνατότητες ίασης. Όπως για μένα, τότε τη δεκαετία του '80, οι κινηματογράφοι της γειτονιάς καθόρισαν σε έναν βαθμό το τι βλέπαμε, έτσι και για τους ήρωες του Γούντι Άλεν αλλά και για τον ίδιο τον σκηνοθέτη, η πόλη, οι γειτονιές καθορίζουν τις νευρώσεις, τα συμπτώματα, τα προβλήματα, τους ανθρώπους που θα συναναστραφούμε.
Η τέχνη της φλυαρίας
Στο δεύτερο μέρος ο Ερίκ Βαρτζμπέντ συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία που προκύπτουν από την πλούσια εργογραφία του Γούντι Άλεν και βοηθούν όλους εμάς να αλλάξουμε τη ζωή μας. Με ιδιαίτερο δηκτικό και σκωπτικό ύφος, με τίτλους «Πώς να καταστρέφεις την ερωτική σου ζωή», «Πώς να αδιαφορείς για την πολιτική», «Πώς να ευημερήσεις χάρη στο έγκλημα» ή «Πώς πρέπει να μιλάς για να μην σε καταλαβαίνουν» ο συγγραφέας περιγράφει σκηνές από τις 43 ταινίες του σκηνοθέτη στις οποίες ανατρέπονται η ηθική, το πρέπον, το σωστό ή το δέον. Είναι χαρακτηριστική η αποστροφή του βιβλίου όπου περιγράφονται οι τρεις μεγάλες στιγμές της ιστορίας του κινηματογράφου: ο βωβός κινηματογράφος ως καινοτομία δίνει τα σκήπτρα του στον ομιλούντα για να περάσουμε στην εποχή του Γούντι Άλεν: στην εποχή της φλυαρίας.
Τι λέμε για να μην πούμε τίποτα; Αυτή είναι από τις μεγάλες ικανότητες του Γούντι Άλεν.
Τι λέμε για να μην πούμε τίποτα; Αυτή είναι μία από τις μεγάλες δεξιότητες του Γούντι Άλεν. Κανένας δεν περιέγραψε καλύτερα τον τύπο του ανθρώπου που χρησιμοποιεί τη λογόρροια ως αμυντικό μηχανισμό για να αποκρύψει αυτό που θέλει να πει. Πόσες φορές άλλωστε δεν το συναντήσαμε στις θεραπείες; Πόσες φορές μέσα στις σχέσεις μας ο λόγος δεν χρησιμοποιείται αποπροσανατολιστικά, ως θόρυβος για να καλυφθεί αυτό που δεν λέγεται;
Αλλά ούτε η ηθική καθορίζει τις πράξεις των ηρώων του Γούντι Άλεν, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην ψυχανάλυση. Το τι συνιστά ηθικό αφορά το άτομο και όχι την κοινωνία. Εάν κάποιος διαπράξει κάποιο έγκλημα και μπορέσει να ζήσει με αυτό, δεν απαιτείται κάθαρση. Αυτό άλλωστε φαίνεται και στον ήρωα του Match Point ή, σε παλιότερη εκδοχή, στον ήρωα στις Απιστίες και Αμαρτίες, οι οποίοι ενώ έχουν εγκληματίσει, στο τέλος ουδεμία τιμωρία τους περιμένει - ούτε καν οι ενοχές. Από την άλλη, μπορεί να μην έχεις κάνει τίποτε κακό και να βασανίζεσαι: το ζήτημα παίζεται εντός μας. Και αυτό διαφέρει από υποκείμενο σε υποκείμενο. Κάτι που δεν διαφεύγει του Γούντι Άλεν, όπως άλλωστε δεν διέφυγε πρωθύστερα του Φρόιντ.
Οι ταινίες του Γούντι Άλεν κινούνται περισσότερο στην πλευρά του ονείρου, ακόμα και του εφιάλτη, πέρα από τον διδακτισμό και τον καθωσπρεπισμό. Και ο ίδιος έχει κατανοήσει ότι κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει να αντέξεις το προσωπικό, υπαρξιακό σου δράμα - εκτός ίσως από την τέχνη και τον έρωτα.
*Η Μαριαλένα Σπυροπούλου είναι ψυχολόγος, ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεύτρια και αρθρογράφος. Το κείμενο εκφωνήθηκε κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου στις αρχές Φεβρουαρίου 2014 στο καφέ-μπαρ El Viaje.