
Για το αυτιοβιογραφικό βιβλίο του Τάσου Θεοφίλου «Η φυλακή» (εκδ. Αντίποδες), μια «μαρτυρία που είναι γροθιά στο στομάχι του αναγνώστη ενώ παράλληλα θα έπρεπε να λειτουργεί και ως καμπανάκι εγρήγορσης της οργανωμένης πολιτείας».
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Θα μπορούσε, άραγε, ένα και μόνο βιβλίο να προκαλέσει σεισμό στο σωφρονιστικό σύστημα της χώρας; Σε κάποια άλλη χώρα (πλην της ερίτιμης Ελλάδας), ναι. Στα καθ’ ημάς: ακόμη και τα μισά από όσα γράφει ο Τάσος Θεοφίλου να ισχύουν, φτάνουν για να κινητοποιήσουν τον υπουργό Δικαιοσύνης και τους αρμόδιους φορείς και να ξηλώσουν το παράνομο σύστημα που λυμαίνεται τις φυλακές. Επί του παρόντος, πάντως, δεν έχει κουνηθεί ούτε φύλλο.
Κι όμως, ο Τάσος Θεοφίλου έζησε με καφκικό τρόπο όλη τη διαδικασία της σύλληψης, της προανάκρισης, της προφυλάκισης και, τελικά, της φυλάκισης με κατηγορίες που στη συνέχεια αποδείχθηκαν αβάσιμες. Συγκεκριμένα, το 2012 έπειτα από μια από ανώνυμη καταγγελία, κρίθηκε ύποπτος για τη ληστεία σε μια τράπεζα και τον συνακόλουθο φόνο ενός περαστικού που προσπάθησε να αναχαιτίσει τους ληστές. Στη συνέχεια υπήρξε αναβάθμιση της κατηγορίας εις βάρος του, καθώς ενεπλάκη το όνομά του με την οργάνωση Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς, με αποτέλεσμα να παραπεμφθεί σε δίκη με τον αντιτρομοκρατικό νόμο.
Πρωτόδικα καταδικάστηκε σε 25 χρόνια κάθειρξης, αλλά το 2016 ήρθε η αθώωσή του, ενώ το 2018 ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση αναίρεσης της αθωωτικής απόφασης. Μέχρι να συμβούν όλα αυτά είχε περάσει ήδη πέντε χρόνια στις φυλακές του Δομοκού και του Κορυδαλλού. Η Φυλακή είναι μια μορφή άμεσης και αλογόκριτης κατάθεσης από όσα είδε, έζησε και βίωσε μέσα σ’ αυτά τα δύο σωφρονιστικά καταστήματα. Μπορεί το βιβλίο να μην έχει μεγάλη έκταση σελίδων, εντούτοις κάθε πρότασή του καίει. Κάθε εικόνα του σου δημιουργεί απορίες και θυμό. Σχεδόν φρίττεις με όσα διηγείται ο Θεοφίλου, καθώς παρουσιάζει ένα ολόκληρο δίκτυο παράνομων πράξεων που τελούνται εντός των φυλακών υπό το σκέπη και την επίβλεψη υπαλλήλων και κρατουμένων που κρατούν την εξουσία στα χέρια τους.
Ο Κορυδαλλός και οι άλλες φυλακές
Εντός των φυλακών και ιδιαιτέρως του Κορυδαλλού, που, ως η μεγαλύτερη φυλακή της χώρας είναι κάτι σαν μητροπολιτικός κόμβος για όλες τις υπόλοιπες, λειτουργεί αυτό που ονομάζει ο Θεοφίλου οικονομία της φυλακής. Ουσιαστικά μια παραοικονομία που στηρίζεται εν πολλοίς στη διακίνηση ναρκωτικών. Τα χρήματα που πηγαίνουν στα... κατάλληλα χέρια είναι πολλά. Όλοι γνωρίζουν τι συμβαίνει, αλλά ουδείς αποφασίζει να σπάσει το απόστημα. Όσο για τις οι γενικότερες συνθήκες διαβίωσης στις ελληνικές φυλακές, αυτές προκαλούν αλγεινές εντυπώσεις.
Το επίπεδο υγιεινής είναι στο κατώτατο επίπεδο, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των κρατουμένων είναι σχεδόν κενό γράμμα, η επιβολή του ισχυρού έναντι του αδυνάτου είναι βασικός κανόνας, ενώ αυτό που ονομάζουμε άγραφοι κανόνες της φυλακής, στην ουσία είναι ένας μύθος των «έξω» που δεν μπορούν να καταλάβουν πως αυτοί οι νόμοι, ακόμη κι αν υπήρχαν, διαβάζονται και μεταφράζονται μόνο από αυτούς που έχουν τη δύναμη στα χέρια τους.
Τα «μαθήματα» των φυλακών
Στη φυλακή μαθαίνεις από την πρώτη στιγμή τι θα πει εξευτελισμός (σε γδύνουν πριν μπεις σε περίπτωση που κουβαλάς ναρκωτικά σε απόκρυφα σημεία του σώματός σου), απώλεια της προσωπικότητας, αναγκαστικός συγχρωτισμός με ανθρώπους που υπό άλλες συνθήκες δεν θα ήθελες να γνωρίσεις και επαφή με το συνδικάτο του «εσωτερικού» εγκλήματος.
Οι φυλές της φυλακής συγκροτούνται βάσει της εθνικότητας και των πεδίων ευθύνης που έχει αναλάβει κάθε μια από αυτές. Όποιος προσπαθήσει να αυτονομηθεί και να ανοίξει δικό του «μαγαζί» έρχεται σε επαφή με τις συνέπειες.
Στη φυλακή η σωματική ρώμη είναι μια μετοχή προς χρήση. Όση περισσότερη έχεις, τόση εξουσία αποκτάς επί των άλλων. Οι φυλές της φυλακής συγκροτούνται βάσει της εθνικότητας και των πεδίων ευθύνης που έχει αναλάβει κάθε μια από αυτές. Όποιος προσπαθήσει να αυτονομηθεί και να ανοίξει δικό του «μαγαζί» έρχεται σε επαφή με τις συνέπειες. Το πώς θα ζήσεις μέσα στο κελί, σε ποια πτέρυγα θα είσαι, αν θα τύχεις προνομίων ή όχι, αν το φαγητό σου θα είναι καλύτερο από των άλλων και κάμποσα άλλα δεδομένα που σε εμάς είναι άγνωστα, μέσα στη φυλακή καθορίζονται από το πλέγμα που σχηματίζουν οι εξουσιαστές και οι εξουσιαζόμενοι.
Αποθετήτρια
Μπορεί ο Θεοφίλου να μην αναφέρει ονόματα και διευθύνσεις (κάτι τέτοιο, άλλωστε, θα τον οδηγούσε σε μια σειρά από δικαστικούς αγώνες), εντούτοις το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται καθημερινά η φυλακή σκιαγραφείται από τον ίδιο με πολύ έντονα χρώματα.
Οι φυλακές στη χώρα μας λειτουργούν ως αποθετήρια «κακών» σπόρων.
Όποιος πιστεύει πως η φυλακή κάνει καλύτερο έναν κρατούμενο, έτσι ώστε όταν βγει να μπορέσει να ενταχθεί ξανά στο κοινωνικό σύνολο, αυτό το βιβλίο θα τον πείσει πως κάτι τέτοιο δεν υφίσταται και όσο οι παρούσες συνθήκες παραμένουν αμετάβλητες, ούτε στο μέλλον πρόκειται να συμβεί. Οι φυλακές στη χώρα μας λειτουργούν ως αποθετήρια «κακών» σπόρων. Κάτι σαν πάρκινγκ όπου τοποθετούνται τα ανθρώπινα «μηχανήματα» που έσφαλλαν κάποια στιγμή, και εκεί ξεχνιούνται από όλους.
Κανένα Prison Break
Δεν χωράει αμφιβολία πως αυτή η μαρτυρία είναι γροθιά στο στομάχι του αναγνώστη, ενώ παράλληλα θα έπρεπε να λειτουργεί και ως καμπανάκι εγρήγορσης της οργανωμένης πολιτείας. Το πρώτο συμβαίνει, το δεύτερο αγνοείται.
Εμείς οι «απέξω» έχουμε μια στρεβλή άποψη για το τι συμβαίνει μέσα στις φυλακές. Με την επίρρωση των ταινιών και των σίριαλ που έχουν ήρωες φυλακισμένους, ενδέχεται να έχουμε και μια εξιδανικευμένη εικόνα. Ωστόσο, η πραγματικότητα πόρρω απέχει από το «Prison Break» κι αυτό ο Τάσος Θεοφίλου το βίωσε στο πετσί του ήδη από την ανάκριση στη ΓΑΔΑ έως τη μεταγωγή του στη φυλακή.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Δυο λόγια για τον συγγραφέα
Ο Τάσος Θεοφίλου γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1982 στη Θεσσαλονίκη και ζει στην Κυψέλη. Απόφοιτος της Κοινωνικής και Ποιμαντικής Θεολογίας του ΑΠΘ από το 2007, κατάφερε μόλις το 2024 να περάσει στο επόμενο ακαδημαϊκό στάδιο ολοκληρώνοντας το μεταπτυχιακό του στη Δημιουργική Γραφή του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας.
Έχει εργαστεί ως διανομέας διαφημιστικών φυλλαδίων, υπάλληλος σε βίντεο κλαμπ, σερβιτόρος σε ταβέρνες και καφέ, τραπεζοκόμος στην εστία των ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, συγγραφέας, καντινιέρης στις φυλακές Δομοκού, γραφέας στις φυλακές Κορυδαλλού, δικαστικός ρεπόρτερ, αναπαλαιωτής αστυνομικών και δικαστικών ρεπορτάζ, εργάτης στην παραγωγή διαφημιστικών μπρελόκ, συντάκτης, εκδότης, διοργανωτής εκδηλώσεων και φεστιβάλ βιβλίου και ερευνητής αστυνομικών και δικαστικών αφηγήσεων του ημερήσιου μεσοπολεμικού Τύπου.
Κάτι που τον έχει επηρεάσει αρκετά και τον αναγκάζει να γράφει συνεχώς για αυτό, προκειμένου να αποφύγει τα έξοδα ψυχοθεραπείας, είναι η πενταετής κράτησή του στις ελληνικές φυλακές (3,5 χρόνια στις φυλακές Δομοκού και 1,5 στον Κορυδαλλό).