Για το βιβλίο του Gilles Kepel, «Έξοδος από το χάος» (μτφρ. Αριστέα Κομνηνέλη, εκδ. Κλειδάριθμος), μια εμπεριστατωμένη και πλήρης ανάλυση της γέννησης και της ανάπτυξης του ισλαμικού εξτρεμισμού.
Του Γιώργου Σιακαντάρη
Είναι πολύ γνωστή η διαμάχη των δυο πιο φημισμένων ερευνητών του ισλάμ στη Γαλλία, του Ολιβιέ Ρουά και του Ζιλ Κεπέλ, για τον χαρακτήρα της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, η οποία ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και συνεχίζεται με αυξημένη ένταση μέχρι σήμερα. Ο Ρουά υποστηρίζει τη θέση της ισλαμοποίησης του ριζοσπαστισμού. Αυτός αναζητεί τα αίτια αυτού του ριζοσπαστισμού όχι στο ίδιο το ισλάμ αλλά στον τρόπο διεκδίκησης μια περήφανης ταυτότητας. Αντιθέτως, ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου βλέπει στην πολιτικοποίηση του ισλάμ και στις συνθήκες που αυτό αναπτύσσεται τα αίτια της ισλαμιστικής τρομοκρατίας. Γι’ αυτό και αναφέρεται στον ισλαμικό ριζοσπαστισμό ή στην πολιτικοποίηση της θρησκείας. Πρέπει όμως να τονιστεί πως, αντίθετα με κάποιους προκατειλημμένους αναγνώστες του, για τον Κεπέλ η πορεία του ισλάμ προς την τρομοκρατία δεν είναι αυτόματη. Δεν προκύπτει αυτομάτως από το Κοράνι, όπως υποστηρίζουν τόσο οι φανατικοί σαλαφιστές όσο και οι φανατικοί νεοσυντηρητικοί.
Ριζοσπαστικοποίηση του Ισλάμ
Ο Γάλλος καθηγητής και βαθύς γνώστης της ιστορίας του Ισλάμ υποστηρίζει πως η ισλαμοποίηση της πολιτικής τάξης ξεκίνησε περίπου το 1973 και μέχρι το 1979 είχε οδηγήσει στη σταδιακή ισλαμοποίηση των κοινωνιών. Το όπλο του πετρελαίου ενίσχυσε τον σαλαφισμό-ουαχαμπιτισμό στην Αραβική Χερσόνησο και τον πολιτικό ισλαμισμό ευρύτερα. Ο Λιβανικός Εμφύλιος που ξέσπασε το 1975 πυροδότησε ακόμη περισσότερο αυτή την αντίδραση. Σταθμός όμως στη ριζοσπαστικοποίηση του ισλαμισμού, αλλά και στο ρήγμα μεταξύ σουνιτισμού και σιιτισμού, ήταν η ανατροπή του Σάχη στο Ιράν από την Ιρανική Επανάσταση το 1979 και η άνοδος του Αγιατολάχ Χομεϊνί. Αυτός γίνεται ο ήρωας των απανταχού «απόκληρων» του ισλάμ. Αν μέχρι τότε το ισλάμ είχε ως εχθρό του τη Δύση και τον χριστιανισμό, τώρα προστίθεται και η διάσταση του εσωτερικού διχασμού μεταξύ σουνιτών και σιιτών. Ο Χομεϊνί δείχνει ταυτόχρονα δυο πλανητικούς εχθρούς: τον αμερικανικό «Μεγάλο Σατανά» και τους «λακέδες» του, τις πετρελαιομοναρχίες. Η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν όμως έδωσε τη δυνατότητα στον ουαχαμπιτισμό της Αραβικής Χερσονήσου να παρουσιαστεί ως προστάτης του σουνιτικού ισλάμ. Η αντίσταση κατά των σοβιετικών υποκινήθηκε, στηρίχθηκε και χρηματοδοτήθηκε από τη Σαουδική Αραβία αλλά και από τις ΗΠΑ. Ο συγγραφέας τονίζει τις ευθύνες των ΗΠΑ για την άνοδο της πρώτης τζιχάντ. Η Αμερική δημιούργησε τον εχθρό της. Επιπροσθέτως, η συμφωνία Αιγύπτου – Ισραήλ το 1979 αύξησε την ισλαμιστική αντίδραση. Έκτοτε ο αραβικός εθνικισμός χάνει έδαφος για χάρη της ριζοσπαστικοποιημένης θρησκείας. Αρχίζει έτσι η ισλαμοποίηση και του παλαιστινιακού που κορυφώνεται μετά το 2004 με την ήττα το 2006 της PLO από τη Χαμάς στη Γάζα και στα παλαιστινιακά εδάφη. Είμαστε ακόμα όμως στην πρώτη φάση.
Η πρώτη φάση της τζιχάντ
Η πρώτη φάση της τζιχάντ ξεκινά το 1980 και φτάνει έως το 1997. Σε αυτήν ο εχθρός βρίσκεται κοντά, εντός των ισλαμικών κρατών και κοινωνιών. Το περιβάλλον εντός του οποίου γεννάται και αναπτύσσεται αυτή η φάση, εκτός του Αφγανιστάν, είναι ο Ιρανο-ιρακινός Πόλεμος, η σιίτικη ανάμειξη στον Λίβανο με τη φιλοϊρανική Χεζμπολάχ, η συριακή εισβολή στον Λίβανο το 1976 και η εισβολή του Ισραήλ στον Νότο δυο χρόνια αργότερα. Ο Λίβανος γίνεται το εφαλτήριο για τρομοκρατική δράση κατά των δυτικών που ζούσαν εκεί, με επιθέσεις σε πρεσβείες και απαγωγές ομήρων. Η καθοδήγηση αυτής της τζιχάντ από τον παλαιστίνιο Αμπντουλάχ Σαλάμ δείχνει το δρόμο προς την ισλαμοποίηση του παλαιστινιακού. Τον Φεβρουάριο του 1989 η αφγανική αντίσταση διώχνει τους σοβιετικούς και τον Νοέμβριο του ίδιου έτους καταρρέει η σοβιετική Αυτοκρατορία. Νικητές οι ΗΠΑ αλλά και η πρώτη τζιχάντ. Αυτή συνεχίζει τη δράση της σε τρία Μέτωπα: Αίγυπτο (1992-1997), Αλγερία (1992-1997) με μεταφορά της και στη Γαλλία και στην ευρωπαϊκή Βοσνία (1992-1995).
Το δεύτερο κύμα της τζιχάντ
Μετά την πτώση των σοβιετικών, αντί οι ΗΠΑ και η Ευρώπη «να ησυχάσουν», έχουν πλέον να αντιμετωπίσουν το δεύτερο κύμα της τζιχάντ. Η ίδρυση της Αλ-Κάιντα στις 26-08-1996 και η «Διακήρυξη» που κυκλοφόρησε ο Μπιν Λάντεν αρχικά έχει ως στόχο τους Αμερικανούς που βρίσκονταν στη Σαουδική Αραβία. Στη συνέχεια όμως, και από το 1998 και ύστερα, μετά την Ιδρυτική Χάρτα του Παγκόσμιου Ισλαμικού Μετώπου που συνυπογράφουν αυτή τη χρονιά ο Μπιν Λάντεν και ο Αϊμάν αλ Ζαουάχρι, ο πόλεμος μεταφέρεται στη γη του μακρινού εχθρού με απώτερο σκοπό τη στράτευση του πλήθους των μουσουλμάνων υπό τη σημαία τους. Αυτός ο απώτερος σκοπός δεν επετεύχθη ποτέ. Η 11 Σεπτεμβρίου 2001 αποτελεί το αποκορύφωμα προηγούμενων τρομοκρατικών επιθέσεων σε πρεσβείες, αεροπειρατείες και επιθέσεις αυτοκτονίας κατά του «δυτικού εχθρού». Αυτή η τζιχάντ εντάσσεται στην ισλαμιστική εσχατολογία μακράς διάρκειας. Και κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό. Ο συγγραφέας βλέπει ομοιότητες και συγκλίσεις στον ιδεολογικό πυρήνα της δεύτερης τζιχάντ με τη «Σύγκρουση των πολιτισμών» του Σάμιουελ Χάντιγκτον και τους αμερικανούς νεοσυντηρητικούς. Κατά τον συγγραφέα, το βιβλίο του Ζαουάχρι Καβαλάρηδες υπό το λάβαρο του προφήτη «υπερθεματίζει τη λογική του καθηγητή του Χάρβαρντ» (σ.116). Οι νεοσυντηρητικοί, όπως οι τζιχαντιστές ήθελαν να φέρουν το Ισλάμ στην Ευρώπη, αυτοί νόμιζαν πως με τον πόλεμο τους κατά του δικτάτορα Σαντάμ θα ξεκινούσε ένας «ενάρετος κύκλος» που θα έφερε τη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή. Δεν έλαβαν όμως υπόψη τους το αίσθημα περιθωριοποίησης των ιρακινών σουνιτών και την καθοδηγούμενη από τον Μουσάμπ αλ-Ζαρκάουι «Αλ Κάιντα της Μεσοποταμίας», η οποία στόχευε τόσο τους «άπιστους» δυτικούς (κουφάρ) όσο και τους «αιρετικούς» σιίτες (ραφίντχα). Αυτή η σύγκρουση μέσα στο ισλάμ από το 2005 έως το 2017 ανέδειξε την τρίτη τζιχάντ, η οποία σήμανε το τέλος του «κάθετου» μοντέλου επικεντρωμένου στη μάχη κατά του μακρινού εχθρού. Η τρίτη τζιχάντ συνδύαζε δίκτυα και εδάφη. Οι επιθέσεις στη Μαδρίτη (2004) και στο Λονδίνο (2005) προαναγγέλλουν αυτή την τρίτη φάση στην οποία κύριος στόχος γίνεται η Ευρώπη όπου ζουν πολλοί μουσουλμάνοι.
Η δράση της τρίτης τζιχάντ
Ο συγγραφέας εξετάζει τη δράση της τρίτης τζιχάντ παράλληλα με τις εξελίξεις της Αραβικής Άνοιξης. Ο Κεπέλ χωρίζει την Αραβική Άνοιξη σε δυο ιδεότυπους. Ο ένας οδήγησε στην πτώση των δικτατόρων σε Τυνησία, Λιβύη, Αίγυπτο, όχι όμως και στην αποκατάσταση της δημοκρατίας (με εξαίρεση την Υεμένη). Ο δεύτερος, σε Μπαχρέιν, Υεμένη, Συρία αφενός βάθυνε το ρήγμα εντός του ισλάμ και αφετέρου δεν κατόρθωσε να ανατρέψει τους δικτάτορες. Οι χώρες της πρώτης περίπτωσης, κυρίως η Τυνησία και η Αίγυπτος, όχι τόσο η Λιβύη, χαρακτηρίζονται από εθνική ομοιογένεια, ενιαίο στρατό, ισχυρή μεσαία τάξη που συμμάχησε με τη νεολαία και κάποια κοινωνία των πολιτών. Οι χώρες της δεύτερης περίπτωσης είναι εθνικά κατακερματισμένες, με διασπασμένες στρατιωτικές δυνάμεις, αδύναμα μεσαία στρώματα και ανύπαρκτη κοινωνία των πολιτών. Στον πρώτο ιδεότυπο η διάκριση σουνιτισμού και σιιτισμού, αν και υπαρκτή, δεν διασπά την εθνική ομοιογένεια. Στον δεύτερο, αυτή η διάκριση είναι διάχυτη στην κοινωνία και οδηγεί και στην αποτυχία της ανατροπής των δικτατόρων και στην εμβάθυνση της αντιπαλότητας των δυο μουσουλμανικών δογμάτων. Όλα αυτά οδήγησαν το 2014 σ’ ένα χάος που κατέληξε στην ανάδειξη του κράτους του αραβικού ακρωνύμιου Νταές (Ισλαμικό Χαλιφάτο ή ISIS), όπου για πρώτη φορά η τζιχάντ αποκτά δικά της εδάφη μέσα σε δυο άλλα κράτη, στο Ιράκ και στη Συρία.
Ο Ζιλ Κεπέλ είναι Καθηγητής στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού, προβεβλημένος μελετητής του αραβικού κόσμου με πλούσιο συγγραφικό έργο και πυκνή αρθρογραφία, από τους βασικότερους συντελεστές του δημόσιου διαλόγου στη Γαλλία για το θέμα του ισλαμισμού, της τζιχάντ και της τρομοκρατίας. Το Έξοδος από το χάος έχει ήδη μεταφραστεί στα Αγγλικά, τα Γερμανικά, τα Ισπανικά και τα Ιταλικά. |
Ο πόλεμος στη Συρία
Στον Συριακό Εμφύλιο, με τραγικά αποτελέσματα, αναμείχθηκαν οι συνήθεις ύποπτοι αλλά και η Ρωσία με την Τουρκία, μέσα από ένα δίκτυο περίεργων συμμαχιών που κατέρρεαν και αναγεννιόνταν με εναλλαγές «φίλων και εχθρών». Κάποιοι ξεκίνησαν επιζητώντας την πτώση του Άσαντ κι έγιναν σύμμαχοί του και το αντίθετο. Σιίτες πολεμούν σουνίτες αλλά και σουνίτες συμμαχούν με σιίτες κατά σουνιτών και σιιτών. Σουνιτικά κράτη (Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) στρέφονται κατά των σουνιτών Αδελφών Μουσουλμάνων και κατά σουνιτικών κρατών (Κατάρ και Τουρκία). Δυτικοί βομβαρδίζουν τον Άσαντ εκ των υστέρων και δεν κάνουν τίποτα εκ των προτέρων και όταν πρέπει. Διαφωνίες, ίντριγκες ανάμεσα στους ποικίλους ηγέτες της τρίτης τζιχάντ και αναμεταξύ τους δολοφονίες. Το σιιτικό Ιράν βοηθά τον αλαουίτη Άσαντ για να συνεχίσει αυτός την καταπίεση των σουνιτών. Και μέσα σ’ όλα ο ρυθμιστικός ρόλος του Πούτιν στο πλευρό του Άσαντ και οι επιθέσεις του Ερντογάν κατά των Κούρδων της Συρίας και του Ιράκ, οι οποίοι εγκαταλείφθηκαν από τους δυτικούς στη μοίρα τους, παρόλο που ήταν οι μόνοι που αντιστάθηκαν σθεναρά στο Χαλιφάτο (τον ISIS). Οι Τούρκοι μπαινοβγαίνουν στα συριακά εδάφη, την ώρα που οι Αμερικανοί το 2011 είχαν εγκαταλείψει το Ιράκ και το 2018 εγκαταλείπουν εντελώς ανοργάνωτα τη Συρία. Ο μόνος που έχει σταθερή στρατηγική, αλλά αρνητική για την ειρήνη και τον εκδημοκρατισμό στην περιοχή, είναι η Ρωσία του Πούτιν.
Το τέλος του Χαλιφάτου
Η πτώση του Χαλιφάτου το 2017 και η δολοφονία του ηγέτη του Αλ Μπαγκντάντι τον Οκτώβριο του 2019 αναδιατάσσει τις στρατηγικές, βάζει και άλλους παράγοντες στην εξίσωση αλλά καθόλου δεν μειώνει το χάος στη Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή. Στο τέλος του βιβλίου ο συγγραφέας υποστηρίζει πως παρά τα φαινόμενα η τζιχάντ με τις μορφές που είχε μέχρι σήμερα, αυτή του Νταές και των Αδελφών Μουσουλμάνων, βρίσκεται σε υποχώρηση. Όχι μόνο λόγω της πτώσης των δυο παραπάνω αλλά και λόγω του διαφαινόμενου τέλους του πετρελαϊκού κράτους εισοδηματία και της εκ τούτου αποστασιοποίησης των δυο μεγάλων αντιπάλων, της Σαουδικής Αραβίας και του Κατάρ, από τους ουλεμάδες. «Ο πολιτικός ισλαμισμός στις διάφορες εκδοχές του υφίσταται έτσι μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις της πρόσφατης ιστορίας του» (σ. 474). Ο συγγραφέας αναμένει και προαναγγέλλει αλλαγές που θα αποδεσμεύουν τα ιερά κείμενα από την οικειοποίησή τους από τους τζιχαντιστές και θα τα συνδέει με την οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών και της σχέσης της με το κράτος. Συνεπώς δεν υποστηρίζει την a priori συμπερίληψη ολόκληρου του ισλάμ στους ανεπίδεκτους «δημοκρατίας», όπως τον διαβάζουν ορισμένοι.
Τι μπορεί και τι πρέπει να γίνει
Υπάρχει κάποιο φως στο τούνελ. Δεν διαφαίνεται όμως στο βιβλίο το τι πρέπει να γίνει ώστε να τελειώσει αυτό το χάος. Ίσως γιατί η θέση του Κεπέλ περί της προτεραιότητας της πολιτικοποίησης της θρησκείας ως αίτιο της ισλαμικής τρομοκρατίας χρειάζεται να συμπληρωθεί με την αναφορά σε κάποιες μεγαλύτερες «δόσεις» κοινωνικών αιτίων, σαν αυτά που επικαλείται ο Ρουά. Σε καμιά περίπτωση αυτή η παρατήρηση δεν σημαίνει πως ο Κεπέλ αγνοεί τα κοινωνικά αίτια της ισλαμοποίησης της πολιτικής τάξης, ούτε πολύ περισσότερο πως αντικειμενοποιεί «πολιτισμούς» περιορίζοντάς τους στην υποτιθέμενη ουσία τους, όπως κάνει ο Χάντιγκτον. Θέτει απλά την προτεραιότητα στην πολιτικοποίηση του ισλάμ και όχι στη διεκδίκηση της ταυτότητας. Αλλά ούτε και η επίκληση της ταυτότητας λύνει την εξίσωση. Το πρόβλημα αφορά και την ταυτότητα και τη θρησκεία. Αφορά και την περιθωριοποίηση των νεαρών μουσουλμάνων σε Ευρώπη και Αραβικό Κόσμο και τον θρησκευτικό φανατισμό.
Το πρόβλημα αφορά και την ταυτότητα και τη θρησκεία. Αφορά και την περιθωριοποίηση των νεαρών μουσουλμάνων σε Ευρώπη και Αραβικό Κόσμο και τον θρησκευτικό φανατισμό.
Η μετάφραση έχει να αντιμετωπίσει ένα σύνολο δύσκολων όρων και ονομάτων και ένα βομβαρδισμό από πληροφορίες και ιστορικά γεγονότα που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν αναγνωστική σύγχυση. Παρόλα αυτά η μεταφράστρια διατηρεί την ενότητα του κειμένου κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η πολύ καλή έκδοση συμπληρώνεται με κατατοπιστικούς πολύχρωμους χάρτες, ένα πληρέστατο Ευρετήριο και ένα υπερπολύτιμο για πολλές χρήσεις Χρονολόγιο.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Η 11η Σεπτεμβρίου λαμβάνει χώρα κατά τον πρώτο χρόνο της θητείας του Τζορτζ Μπους, όταν μάλιστα ο νέος Πρόεδρος περιβάλλεται από συμβούλους εκ των οποίων πολλοί ανήκουν στο λεγόμενο «νεοσυντηρητικό» ρεύμα σκέψης που θα αναλάβει να δώσει απάντηση στην επίθεση της Αλ- Κάιντα. Όπως και οι τζιχαντιστές, έτσι και εκείνοι ισχυροποιήθηκαν από τη νίκη επί της ΕΣΣΔ το 1989. Από την πλευρά τους, την απέδωσαν στη «σκληρή γραμμή» που πάντα στήριζαν εναντίον εκείνων που επιδίωκαν χαμηλούς τόνους με τη Μόσχα στο πλαίσιο της «ειρηνικής συνύπαρξης». Όπως και ισλαμιστές εχθροί τους πιστεύουν σε μια τελεολογία. Αλλά πρόκειται για εκείνη του τέλους της ιστορίας σύμφωνα με το ομώνυμο βιβλίο του Φράνσις Φουκουγιάμα που κυκλοφόρησε το 1992… (σ. 129).
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και δρ Κοινωνιολογίας. Τελευταίο βιβλίο του, η μελέτη «Το πρωτείο της δημοκρατίας - Σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Αλεξάνδρεια).