
Για το βιβλίο της Διδώς Σωτηρίου «Ανασκαφές – Αναμνήσεις, συναισθήματα, σκέψεις» (εκδ. Κέδρος).
Της Τέσυς Μπάιλα
Ανασκαφές στις ψυχικές διακυμάνσεις μιας μεγάλης πεζογράφου, της Διδώς Σωτηρίου, στα ποιήματά της και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε η ίδια και κατέγραφε την πορεία της ζωής της, τις πολιτικές εξελίξεις στον κόσμο αλλά και την απώλεια του πνεύματός της λόγω ηλικίας είναι το βιβλίο που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κέδρος, σε επιμέλεια και με εισαγωγή του ανιψιού της, Νίκου Μπελογιάννη. Πρόκειται για τις καταγραφές των σκέψεων της Διδώς Σωτηρίου, τις οποίες σημείωσε την περίοδο 1988-1994, όπως μας πληροφορεί το κατατοπιστικό εισαγωγικό σημείωμα του Μπελογιάννη.
Η πρωτοπρόσωπη αφήγησή της ίδιας προσκαλεί σε ένα ταξίδι σε άλλες εποχές και σε άλλους τόπους και έχει μια συγκινητική αμεσότητα, μια φόρτιση βιωματική, ιδιαίτερα όταν μιλά για τους ανθρώπους οι οποίοι συντέλεσαν ώστε να στραφεί η ίδια προς το γράψιμο ή καθόρισαν τη ζωή και την εξελικτική της πρόοδο.
Οι προσωπικές σημειώσεις της Διδώς, μικροί θησαυροί από σπαράγματα αναμνήσεων, θέσεων και βιογραφικών της πληροφοριών, στοιχειοθετούν ένα ενιαίο σύνολο χωρισμένο σε τρία κυρίως μέρη. Το πρώτο μέρος αναφέρεται στην παιδική και νεανική της ηλικία. Εκεί ο αναγνώστης μπορεί να θυμηθεί λεπτομέρειες για τη ζωή της, γεγονότα που μπορεί να έχει διαβάσει στα βιβλία της. Ωστόσο η πρωτοπρόσωπη αφήγησή της ίδιας προσκαλεί σε ένα ταξίδι σε άλλες εποχές και σε άλλους τόπους και έχει μια συγκινητική αμεσότητα, μια φόρτιση βιωματική, ιδιαίτερα όταν μιλά για τους ανθρώπους οι οποίοι συντέλεσαν ώστε να στραφεί η ίδια προς το γράψιμο ή καθόρισαν τη ζωή και την εξελικτική της πρόοδο.
Πορεία προς την απορρύθμιση του πνεύματος
Το δεύτερο μέρος υπό τον γενικό τίτλο «Ένατη δεκαετία» είναι ένα συγκλονιστικό χρονικό καταγραφής της πορείας προς την απορρύθμιση του πνεύματός της. Η διαπίστωση για τις πνευματικές ισορροπίες που χάνονται αποτελεί μια ζοφερή πραγματικότητα και είναι τραγική. Ιδιαίτερα για έναν πρωτοπόρο άνθρωπο, όπως ήταν εκείνη, που πέρασε όλη της τη ζωή «στην ανακάλυψη των αισθήσεων», «αγκαλιάζοντας ιδέες που έγιναν αερικά» αλλά της χάρισαν μια ζωή γεμάτη δράση. Γράφει χαρακτηριστικά: Βουλιάζω σε μια πρόσκαιρη ανάμνηση ευτυχίας… Αν τουλάχιστον έβρισκα εκείνες τις χρυσοφόρες πηγές λέξεων, να εκφραστώ όπως παλιά. Αυτές, μόλις απλώσω διψασμένη το ποτήρι μου εξαφανίζονται. Έχει στιγμές που απεργεί ολότελα ο νους. Τι διεκδικεί και δεν μπορώ να ανταποκριθώ; Θεέ μου! Μη μ’ αφήσεις στη ζωή όταν φτάσει το σκοτάδι της φθοράς…
Πρόκειται για ένα εκπληκτικό μανιφέστο του τέλους, γραμμένο με τη συναίσθηση της ευθύνης των αναμνήσεών της και γι’ αυτό αποτελεί μια μαρτυρία συνταρακτική. Πώς βιώνει ένας άνθρωπος των γραμμάτων τη σταδιακή παρακμή του πνεύματός του; Πώς νιώθει όταν ο χρόνος, ο ελυτικός «παράφορος γλύπτης των ανθρώπων» λαξεύει με ταχείς ρυθμούς τη φθορά των κυττάρων του; Η συνείδηση της εναπομείνασας λιγοσύνης του χρόνου είναι οδυνηρή για τη Διδώ Σωτηρίου. Σε πολλά σημεία του βιβλίου είναι διάχυτη η εναγώνια προσπάθειά της να συγκρατήσει τις μνήμες της που χάνονται. Να σταματήσει το ακατάπαυστο φυλλορρόημα του νου της.
Πρόκειται για ένα εκπληκτικό μανιφέστο του τέλους, γραμμένο με τη συναίσθηση της ευθύνης των αναμνήσεων της και γι’ αυτό αποτελεί μια μαρτυρία συνταρακτική. Πώς βιώνει ένας άνθρωπος των γραμμάτων τη σταδιακή παρακμή του πνεύματός του;
Όμως πέρα από την αγωνία της ο αναγνώστης αυτού του βιβλίου διακρίνει κάτι ακόμα. Εκείνη τη σπάνια αξιοπρέπεια που χαρακτήριζε πάντα, σε κάθε κείμενό της αλλά και σε κάθε πράξη της τη Διδώ Σωτηρίου, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής της. Η φθορά είναι ένας ακόμη εχθρός και τον καταπαλεύει με όποια δύναμη τής έχει ακόμα απομείνει: τον λόγο. Έστω και αν η ίδια θεωρεί ότι χάνεται σταδιακά κι αυτός, η γραφή της Διδώς Σωτηρίου είναι η ίδια πλούσια και απροσκύνητη γραφή που γνωρίσαμε στο σύνολο του έργου της.
Στο τρίτο μέρος, τις «μικρές απόπειρες ποίησης», όπως το ονομάζει, η Διδώ Σωτηρίου εκφράζει τις ίδιες ανησυχίες. Τα ποιήματά της διακρίνονται από μια τρυφερή μελαγχολία. Μοιάζουν να είναι μικρές ανάσες, σιωπές μιας πονεμένης ψυχής που δοκιμάζεται από το τέλος του χρόνου, είτε πρόκειται για τον δικό της χρόνο είτε των ανθρώπων που αγάπησε.
Μια σειρά ασπρόμαυρων φωτογραφιών της Διδώς Σωτηρίου κλείνουν με τον καλύτερο τρόπο αυτό το βιβλίο. Πριν από αυτό όμως υπάρχουν τα «Ερανίσματα». Επιλέγω από αυτά μία από τις σκέψεις της ως επίλογο και ως δείγμα της εσωτερικής ανησυχίας αυτής της μεγάλης πεζογράφου: «Οι άνθρωποι βουβάθηκαν. Δεν έχεις με ποιον να κουβεντιάσεις. Σε αποφεύγουν, γιατί εσύ ακόμα μιλάς, ακόμα κρατάς στην ανεμοδαρμένη κορφή μια σημαία που αντέχει».
* Η ΤΕΣΥ ΜΠΑΪΛΑ είναι συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο, το μυθιστόρημα «Άγριες θάλασσες» (εκδ. Ψυχογιός).
Απόσπασμα από το βιβλίο:
Ομολόγησε εδώ στο χαρτί το φόβο που σε κατατρέχει, όχι για το θάνατο, όχι, όχι, όρκο παίρνεις. Ο πανικός είναι αλλού… είναι στο σκοτάδι που έρχεται ύπουλα, διεκδικητικά, αδυσώπητα. Σβήνει κύτταρα χρυσοφόρα στον εγκέφαλό σου… Ξεχνάς! Θεέ μου, πόσες πολύτιμες λέξεις χάνονται από το λέξιλόγιό σου, λέξεις γάργαρες, στολίδια άλλοτε της γραφής σου… Ονόματα… μνήμες πολύτιμες… πνευματική τροφή που όσο προχωρούν τα χρόνια χάνονται μαζί τους και οι μνήμες […]. Τρύπες αδικαιολόγητες στα γραφτά σου. Κάποιες λέξεις, καθώς μιλάς, καθώς γράφεις, διολισθαίνουν, χάνονται… Σε πιάνει απελπισία γιατί γεμίζει ο χώρος από σκοτάδι.