Για το βιβλίο του Massimo Recalcati «Τα χέρια της μητέρας – Επιθυμία, φαντασιώσεις και κληρονομιά της μητέρας» (μτφρ. Χρήστος Πονηρός, εκδ. Κέλευθος).
Της Κλημεντίνης Βουνελάκη
Με το οιδιπόδειο σύμπλεγμα στον πυρήνα της ψυχαναλυτικής σκέψης, το αίνιγμα της Σφίγγας θα επανέρχεται ολοένα για να βρει τη λύση του. Από την ανακάλυψη της παιδικής σεξουαλικότητας το 1905 από τον Φρόυντ, που ήταν επανάσταση και σκάνδαλο μαζί, ως τις μέρες μας, πλήθος ψυχαναλυτών έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με θεμελιώδη ερωτήματα σχετικά με τη λειτουργία του ψυχισμού. Οι ανασκαφές στον αθέατο χώρο της ψυχής αναζητούν το πρώιμο ψυχικό τραύμα και, με άλλα λόγια, την αρχή των πραγμάτων.
Ο Ρεκαλκάτι αποπειράται μια δημιουργική σύνθεση συχνά διαφορετικών προσεγγίσεων. Αντιστέκεται στα κλειστά νοήματα και τις δογματικές αγκυλώσεις μέσα από έναν λόγο μεστό και πυκνό που, χωρίς να ενδίδει στην εύκολη εκλαΐκευση, καταφέρνει να είναι πολυεπίπεδος, ενσωματώνοντας υλικό από την κλινική του εμπειρία, προσωπικές αναμνήσεις και εικόνες από κινηματογραφικές ταινίες.
Ο Μάσσιμο Ρεκαλκάτι, ψυχαναλυτής και μέλος της Ιταλικής Ένωσης Λακανικής Ψυχανάλυσης, εστιάζει την έρευνά του στην τριαδική μορφή του οιδιπόδειου και πιο συγκεκριμένα στις σχέσεις μητέρας-πατέρα-παιδιού. Με αφετηρία τον Φρόυντ και αιχμή του δόρατος τις θεωρήσεις του Λακάν, χωρίς να παραλείψει αναφορές στην αγγλοσαξονική σχολή των αντικειμενοτρόπων σχέσεων (Μέλανι Κλάιν και Ντόναλντ Ουίννικοτ), ο Ρεκαλκάτι αποπειράται μια δημιουργική σύνθεση συχνά διαφορετικών προσεγγίσεων. Αντιστέκεται στα κλειστά νοήματα και τις δογματικές αγκυλώσεις μέσα από έναν λόγο μεστό και πυκνό που, χωρίς να ενδίδει στην εύκολη εκλαΐκευση, καταφέρνει να είναι πολυεπίπεδος, ενσωματώνοντας υλικό από την κλινική του εμπειρία, προσωπικές αναμνήσεις και εικόνες από κινηματογραφικές ταινίες που του έχουν εγγραφεί ανεξίτηλα. Πρόκειται για στοιχεία που συγκροτούν εντέλει την προσωπική του ματιά, μια ματιά επίκαιρη που διαθέτει αμεσότητα, δεν απευθύνεται μόνο σε επαΐοντες, ενώ ταυτόχρονα ευνοεί τον αναστοχασμό.
Μετά το Σύμπλεγμα του Τηλέμαχου και την ενασχόλησή του με τη μορφή του πατέρα, σε αυτό το βιβλίο περνά στην επόμενη γωνία του τριγώνου όπου αποπειράται να φέρει σε πρώτο πλάνο τη σχέση μητέρας-παιδιού. «Προσπαθώ να διερευνήσω το μυστήριο της μητρότητας και πιο συγκεκριμένα αυτό που έχει μείνει από τη μητέρα στην εποχή της παρακμής της πατριαρχικής απεικόνισής της» αναφέρει, εξηγώντας τις προθέσεις του. Γιατί, αν η πατριαρχική κουλτούρα είχε ταυτίσει τη μητέρα με τη θυσία και την αυταπάρνηση συρρικνώνοντας τη γυναικεία υπόσταση και επιθυμία, τις τελευταίες δεκαετίες η εικόνα αυτή έχει ανατραπεί. Με τα κοινωνικά δεδομένα να έχουν αλλάξει, η σεξουαλικότητα έχει αποσυνδεθεί από την τεκνοποίηση, οπότε η γυναίκα συχνά αρνείται τη μητρότητα. Πρόκειται, όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, «για δυο αποκλίσεις εξίσου παθολογικές». Η διδασκαλία του Λακάν έδειξε πως η υπόσταση της επιθυμίας της γυναίκας ως μη εξ ολοκλήρου απορροφημένης σε αυτή της μητέρας είναι η ουσιαστική προϋπόθεση ώστε η επιθυμία της να μπορεί να είναι δημιουργική. Μόνο αν δεν είναι ολοκληρωτικά ταυτισμένη με τον μητρικό ρόλο και κρατά την αναγκαία απόσταση, το παιδί μπορεί να βιώσει την απουσία που καθιστά δυνατή την είσοδό του στον κόσμο των συμβόλων και του πολιτισμού.
Ο Massimo Recalcati
|
Από την πατριαρχική μητέρα της θυσίας στη ναρκισσιστική μητέρα
Αυτή η ασυνέχεια της γυναίκας με τη μητέρα αποτελεί σημείο-κλειδί στη θέασή του: Στο θαύμα της γέννησης, είναι αυτή που εκπροσωπεί το όνομα του Άλλου και δεν αφήνει να πέσει η ζωή στο κενό. Χρειάζεται ωστόσο αυτή ακριβώς η έντονη παρουσία της –μέσα από τη στενή της σχέση σώμα με σώμα με το παιδί της– να εμπεριέχει πάντα τη διάσταση της απουσίας. Το παιδί δεν είναι απώτερος σκοπός, ούτε ιδιοκτησία της μητέρας. Μια μητέρα «επαρκώς καλή» (Ουίννικοτ) είναι αυτή που ξέρει να μη δίνεται ολόκληρη στο παιδί της. Ο Νόμος της απαγόρευσης της αιμομιξίας –μέσω της εισβολής του Νόμου του πατέρα που χωρίζει το παιδί από τη μητέρα (βλ. Λακάν)– θέτει όρια στη συγχωνευτική επιθυμία. Φυσικά, η τραυματογόνος στάση της μητέρας είναι ασυνείδητη. Είναι ωστόσο δεδομένο πως το βρεφικό ψυχικό τραύμα, ως πρώιμη τραυματική εμπειρία, συμβάλλει στην εκδήλωση κάποιας ψυχοπαθολογίας στην ενήλικη ζωή του παιδιού – γεγονός που ανιχνεύεται στον ατελή αποχωρισμό του παιδιού από το μητρικό αντικείμενο.
Όταν η μητρική αγάπη καταλήγει στην ενσωμάτωση με το παιδί, στην καταβρόχθισή του, γίνεται αποπνικτική και συμβολικά ανθρωποκτόνα. Το κλειστό ζευγάρι μητέρας-παιδιού γίνεται το πρότυπο μιας σχέσης που δεν μπορεί να υποφέρει καμιά μορφή αποχωρισμού. Αλλά μια σχέση χωρίς αποχωρισμό είναι «σκλαβιά», στερείται επιθυμίας.
Ο Ρεκαλκάτι στο κεφάλαιο που τιτλοφορείται «Η μητέρα-κροκόδειλος» –από συνταρακτικές απεικονίσεις στην υποσαχάρια ή τη μαύρη Αφρική που την απεικονίζουν να καταβροχθίζει τα πλάσματά της–, ακολουθώντας τα ίχνη του Λακάν αλλά και της Κλάιν, δεν διστάζει να παρομοιάσει τη μητρική επιθυμία «με το διάπλατα ανοιχτό στόμα ενός τρομερού κροκόδειλου». Όταν η μητρική αγάπη καταλήγει στην ενσωμάτωση με το παιδί, στην καταβρόχθισή του, γίνεται αποπνικτική και συμβολικά ανθρωποκτόνα. Το κλειστό ζευγάρι μητέρας-παιδιού γίνεται το πρότυπο μιας σχέσης που δεν μπορεί να υποφέρει καμιά μορφή αποχωρισμού. Αλλά μια σχέση χωρίς αποχωρισμό είναι «σκλαβιά», στερείται επιθυμίας. Μια ανάλογη έκπτωση της έννοιας της αγάπης βρίσκεται στο επίκεντρο όλων των παθολογικών εξαρτήσεων (ναρκωτικά κ.λπ). Για την ψυχανάλυση, η κατανόηση της παθολογίας της μητρικής επιθυμίας εδράζεται στη γυναικεία σεξουαλικότητα.
Στον αντίποδα των παραπάνω, η εποχή μας χαρακτηρίζεται από μια ριζική αντιστροφή των όρων της μητρικής παθολογίας. Η σεξουαλική απελευθέρωση του 1960-70 έφερε στο προσκήνιο τη ναρκισσιστική μητέρα που αγαπάει μόνο την εικόνα της (Φρόυντ). «Αυτό που διακυβεύεται εδώ είναι η ασυνείδητη απόρριψη της μητρότητας στο όνομα ενός στείρου ιδανικού της θηλυκότητας» επισημαίνει ο Ρεκαλκάτι, ο οποίος εντάσσει στη συνέχεια σε αυτή την κατηγορία, ως εξαιρετικά έντονη μορφή ναρκισσιστικής γυναίκας, τη Μήδεια του Ευριπίδη. «Η Μήδεια δείχνει ολοφάνερα τη μη ταύτιση ανάμεσα στη γυναίκα και τη μητέρα».
Στην πραγματική ζωή συναντά κανείς μητρικές φιγούρες που συχνά κινούνται αντιφατικά ανάμεσα στις δυο παθολογικά αντίθετες εκδοχές της μητρότητας: έγκλειστα, ασφυκτικά σχήματα της δυάδας μητέρα-παιδί σε έναν κόσμο χωρίς ετερότητα, περιπτώσεις εγκατάλειψης του παιδιού, ή άλλες φορές πάλι μητέρας που κακομεταχειριζόταν την κόρη της. Η αναφορά του Ρεκαλκάτι στη «Φθινοπωρινή σονάτα» του Μπέργκμαν αποτυπώνει την ολέθρια σχέση μητέρας-κόρης, όταν απουσιάζει η αγάπη. Εδώ ο Μπέργκμαν φτάνει σε μια βασική, όσο και μελαγχολική αλήθεια της ψυχανάλυσης: Η απουσία της αγάπης καθιστά τη δυνατότητα του αποχωρισμού πιο δύσκολη και όχι το αντίθετο.
* Η ΚΛΗΜΕΝΤΙΝΗ ΒΟΥΝΕΛΑΚΗ είναι δημοσιογράφος-κριτικός χορού.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ MASSIMO RECALCATI