Για το βιβλίο της Άννας Κουστινούδη Καλειδοσκοπικός σελιδοδείκτης. Δεκαπέντε κριτικές αναλύσεις κειμένων (εκδ. Γαβριηλίδης).
Της Διώνης Δημητριάδου
Η προσέγγιση των λογοτεχνικών κειμένων (πεζογραφικών αλλά και ποιητικών) γίνεται με πολλούς τρόπους. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι ο κάθε αναγνώστης επιχειρεί και μια προσωπική ανάγνωση βασισμένη στην πρόσληψη του έργου, στηριγμένη και αυτή με τη σειρά της σε μια πληθώρα εξωγενών αλλά και ενδογενών παραγόντων: Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας και δομούμε την αντανάκλασή του στον εσωτερικό μας κόσμο, η ηθική επεξεργασία των εικόνων και των ιδεών, η βίωση καταστάσεων και η γόνιμη συγκομιδή αναγνώσεων, η αισθητική μας που παρεμβαίνει σε ό,τι μας περιτριγυρίζει και αξιολογεί αναλόγως.
Όλα αυτά επηρεάζουν την επίδραση που έχει ένα λογοτεχνικό έργο πάνω μας, ικανό να μας προσανατολίσει προς τις ιδέες του γράφοντος, να μας διαμορφώσει την εικόνα του κόσμου μας, να μας εμπλουτίσει τη γνώση γύρω από πρόσωπα, πράγματα και ιδέες. Σε μια άλλη εκδοχή πρόσληψης, να μας αποστασιοποιήσει από την άποψη του συγγραφέα τοποθετώντας μας στον αντίποδα του συγκεκριμένου έργου ως πολέμιους ή απλώς αδιάφορους προς αυτό. Αν αυτά αφορούν τους αναγνώστες, και φυσικά έτσι νομιμοποιείται ο κάθε ένας από αυτούς να εκφέρει την προσωπική του γνώμη για το έργο που διάβασε, θα πρέπει να διαφοροποιηθούμε εν μέρει, εφόσον αναφερόμαστε σ’ αυτούς που αναλύουν ένα έργο στη βάση κάποιας ειδικής γνώσης και ενασχόλησης. Ο κριτικός της λογοτεχνίας αναλύει ως ειδικός, χωρίς όμως να μπορεί να απομακρυνθεί απολύτως από την ιδιότητα του απλού αναγνώστη, η οποία πρωταρχικά τον οδήγησε στον χώρο της λογοτεχνίας (ας μην το λησμονούμε αυτό) και παραμένει πάντοτε ως μία εναλλακτική προσέγγιση των έργων, σε συμφωνία με τις επιταγές των σχολών ή των ρευμάτων ή καμιά φορά σε αντίθεση με αυτές.
Διαβάζοντας στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ότι τα κείμενα αυτά προτίθενται να διαβαστούν -και να ερμηνευτούν- ως τρόποι ανάγνωσης (ή και παρανάγνωσης), γίνεται αντιληπτή η πρόσκληση προς τον αναγνώστη να προσθέσει τη δική του ερμηνεία στον κριτικό τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται τα λογοτεχνικά έργα.
Η Άννα Κουστινούδη, με τις γνώσεις της αλλά και λόγω της επί πολλά χρόνια ενασχόλησής της με το αντικείμενο, αναλύει κριτικά δεκαπέντε λογοτεχνικά κείμενα, έξι πεζά και εννέα ποιητικά, από τα οποία δεκατρία είναι ελληνικά και δύο μεταφρασμένα. Διαβάζοντας στο οπισθόφυλλο του βιβλίου ότι τα κείμενα αυτά προτίθενται να διαβαστούν -και να ερμηνευτούν- ως τρόποι ανάγνωσης (ή και παρανάγνωσης), γίνεται αντιληπτή η πρόσκληση προς τον αναγνώστη να προσθέσει τη δική του ερμηνεία στον κριτικό τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται τα λογοτεχνικά έργα. Απαραίτητη προϋπόθεση, όπως είναι φυσικό, αυτές οι κριτικές αναλύσεις να είναι προσβάσιμες από τον απλό αναγνώστη. Η αλήθεια είναι ότι η κριτικός αναλύει ακολουθώντας συγκεκριμένες αντιλήψεις θεωρητικών της λογοτεχνίας (γιατί έχουμε εδώ την ειδική γνώση να παρεισφρέει συχνά στον λόγο της), κάτι που σε καμία περίπτωση όμως δεν θα πρέπει να θεωρηθεί μειονέκτημα, γιατί, όταν ο αναγνώστης επιλέγει να διαβάσει μια κριτική ανάλυση έργου, συνειδητά ή όχι επιλέγει ταυτόχρονα και να εμπλουτίσει -με τη γνώση και την άποψη του ειδικού- την ικανότητά του να προσλαμβάνει πληρέστερα το νόημα του έργου. Για παράδειγμα, εμπλουτισμός θα θεωρηθεί αναμφίβολα στην κρίση του προσεκτικού αναγνώστη η παράθεση (φυσικά εν συντομία) της τυπολογίας του Genette, γνωστή σε όποιον έχει σοβαρή ενασχόληση με τη Θεωρία της Λογοτεχνίας, η οποία ξεχωρίζει στο μυθιστόρημα του Θωμά Κοροβίνη ’55 τον ομοδιηγητικό αφηγητή από τον αυτοδιηγητικό διευκρινίζοντας την εναλλαγή των δύο αυτών τύπων αφηγητή σε ένα μόνο πρόσωπο (τη Μαρίκα την Ταταυλιανή, αφηγήτρια της προσωπικής της ιστορίας και ταυτόχρονα της ιστορίας άλλων προσώπων). Ή αλλού, στην ανάλυση της ποιητικής συλλογής της Ελένης Κοφτερού Στο Λάμδα των χελιδονιών, όταν ενσωματώνει στον κριτικό λόγο την άποψη για τους μηχανισμούς της γλώσσας που διαφοροποιούν τα σημαίνοντα στοιχεία τους αναλόγως της επικοινωνίας που υπηρετούν (ποιητική ή καθημερινή), ερμηνεύοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο τον σύνθετο λόγο της ποιήτριας.
Λοξή πρόσληψη
Διαβάζοντας τις δεκαπέντε αυτές κριτικές αναλύσεις αντιλαμβάνεσαι το βάθος του κριτικού λόγου, όταν αυτός γνωρίζει τον τρόπο να εστιάζει στο σημαντικό, να δομεί τις θέσεις σε μια λογική σειρά και να ενσωματώνει την προσωπική άποψη, διακριτή από τα υπόλοιπα θεωρητικά στοιχεία της λογοτεχνίας.
Διαβάζοντας τις δεκαπέντε αυτές κριτικές αναλύσεις αντιλαμβάνεσαι το βάθος του κριτικού λόγου, όταν αυτός γνωρίζει τον τρόπο να εστιάζει στο σημαντικό, να δομεί τις θέσεις σε μια λογική σειρά και να ενσωματώνει την προσωπική άποψη, διακριτή από τα υπόλοιπα θεωρητικά στοιχεία της λογοτεχνίας. Ίσως μόνο τότε να έχει τη δυνατότητα να επικοινωνεί με τον αναγνώστη και να προσφέρει σημαντικά στην κατανόηση ενός έργου. Από το σημείο αυτό κι έπειτα, προφανώς ο ενεργητικός αναγνώστης (και όχι φυσικά ο παθητικός δέκτης του έργου αλλά και της κριτικής) έχει όλα τα στοιχεία για να ακολουθήσει ή να διαφοροποιηθεί. Η δική του πλέον ανάγνωση μπορεί να συνιστά μια παράλληλη με αυτή του κριτικού ή μια παρανάγνωση. Γιατί, αν ο κριτικός νομιμοποιείται να εναποθέσει τη λοξή ματιά του στο έργο, έτσι και ο αναγνώστης διεκδικεί την προσωπική του (ίσως επίσης λοξή) πρόσληψη αυτής ακριβώς της κριτικής. Και αν ο συγγραφέας είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει την κρίση του απλού αναγνώστη, τότε και ο κριτικός της λογοτεχνίας θα πρέπει να είναι πρόθυμος ακροατής μιας αρνητικής κριτικής στην κριτική του. Το λεπτό σημείο εδώ έγκειται στην ειλικρίνεια με την οποία ο κριτικός παρουσιάζει τις αναλύσεις του. Χωρίς εμπάθεια, χωρίς επιπολαιότητα στις αναγνώσεις του, με διάθεση να εντοπίσει θετικά και αρνητικά στοιχεία στη γραφή και, κυρίως με μια καλοπροαίρετη στάση απέναντι στον εκάστοτε κρινόμενο. Άλλωστε ακόμη και η πιο εμπεριστατωμένη κρίση οφείλει να είναι ανοιχτή σε μια ακόμη πιο ενδελεχή νεότερη. Η κριτική ανάλυση που επιχειρεί η Άννα Κουστινούδη συγκαταλέγεται στις καλύτερες του είδους, με όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά διακριτά στον λόγο της. Άξια μνείας ιδιαίτερης είναι η εύστοχη παράθεση αποσπασμάτων των έργων, τα οποία δίνουν στον αναγνώστη την ευκαιρία να γνωρίσει τον τρόπο γραφής του πεζογράφου ή ποιητή, έστω ενδεικτικά.
Συμβολή στο σκηνικό της λογοτεχνίας, όπως αυτό δομείται από συγγραφείς, κριτικούς και αναγνώστες, είναι το βιβλίο της Άννας Κουστινούδη, προσφέροντας μια προνομιούχο αναγνωστική θέα σε σημαντικά έργα και αφήνοντας τον απλό αναγνώστη να αποκομίσει γνώση και θέση δίπλα στην πρωταρχική (και άρα καθοριστική) προσωπική του άποψη. Πολλοί δρόμοι ερμηνείας ανοίγονται συνιστώντας αυτό που θεωρείται πλούτος για τη λογοτεχνία. Μια τελευταία θετική αναφορά στην αισθητική της έκδοσης, με πίνακα εξωφύλλου και σχέδιο προμετωπίδας από τον Κώστα Ντιό.
* Η ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ είναι συγγραφέας.
Καλειδοσκοπικός σελιδοδείκτης
Δεκαπέντε κριτικές αναλύσεις κειμένων
Άννα Κουστινούδη
Εκδ. Γαβριηλίδης 2016
Σελ. 128, τιμή εκδότη €12,70