Για τους δύο τόμους με τα Δοκίμια (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. Πατάκη) του Jorge-Luis Borges.
Του Γιώργου Λαμπράκου
Είναι γνωστό πως πολλοί λογοτέχνες του 20ού αιώνα δεν φημίζονταν, καλώς ή κακώς, για το δοκιμιακό τους έργο. Εντελώς ενδεικτικά, συγγραφείς όπως οι Τζόις, Μπέκετ, Ιονέσκο, Σελίν, Φόκνερ, Ζενέ, Κάφκα, Φιτζέραλντ, Πίντσον, Μπέρνχαρντ, Μπάλαρντ, Γκομπρόβιτς κ.ά. ανανέωσαν τη λογοτεχνία με εκπληκτικούς τρόπους, εμμένοντας στο λογοτεχνικό τους έργο και αφήνοντας την όποια δοκιμιακή τους τάση σε δευτερεύοντα ρόλο. Κάποιοι, από την άλλη, ενέταξαν εμφατικά τον δοκιμιακό λόγο στο πεζογραφικό τους έργο, όπως ο Προυστ, ο Μούζιλ, ο Τ. Μαν, ο Μπροχ, ο Μαλαπάρτε, ο Σάμπατο. Υπήρχαν βέβαια και περιπτώσεις σπουδαίων συγγραφέων που παράλληλα ήταν σημαντικοί δοκιμιογράφοι ή/και στοχαστές: Ουέλς, Γουλφ, Καμύ, Μπατάιγ, Μπλανσό, Κουτσί, Σαρτρ, Χειμωνάς.
Στην περίπτωση των ποιητών (αν και εφόσον μπορούμε να κάνουμε την τόσο επισφαλή διάκριση μεταξύ ποίησης και πεζού λόγου, ειδικά στη μοντέρνα λογοτεχνία), τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, αφού η ποίηση έχει ούτως ή άλλως μια ακόμα πιο ιδιαίτερη συνάφεια με τον στοχασμό: Πεσσόα, Έλιοτ, Πάουντ, Βαλερί, Τσέλαν, Πας, όπως ασφαλώς ο Ελύτης, ο Καρούζος και ο Σεφέρης, στοχάστηκαν μέσα από την ποίησή τους και ποίησαν μέσα από τον στοχασμό τους – αρκετοί εξ αυτών έγραψαν όμως και σημαντικά αυτόνομα δοκίμια.
Ο Αργεντινός συγγραφέας έγραψε σπουδαία πεζά και ποιήματα, και εξίσου σπουδαία δοκίμια, ενώ παράλληλα όλα τα κείμενά του μοιάζουν σαν να συνομιλούν, δυνάμει και να συγχωνεύονται, με τρόπους πολυδιάστατους, ίσως αμέτρητους.
Τι συμβαίνει άραγε με εκείνη την εκπληκτική περίπτωση των παγκόσμιων γραμμάτων, τον Χόρχε Λουίς Μπόρχες; Ο Αργεντινός συγγραφέας έγραψε σπουδαία πεζά και ποιήματα, και εξίσου σπουδαία δοκίμια, ενώ παράλληλα όλα τα κείμενά του μοιάζουν σαν να συνομιλούν, δυνάμει και να συγχωνεύονται, με τρόπους πολυδιάστατους, ίσως αμέτρητους. Η συνολική επανέκδοση του μεταφρασμένου έργου του από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη (Άπανταταπεζά και Δοκίμια) και Δημήτρη Καλοκύρη (Ποιήματα), αποτελεί ένα καθ’ όλα ευπρόσδεκτο γεγονός.
Εδώ είμαστε αναγκασμένοι να περιοριστούμε στα Δοκίμια και, μάλιστα, είμαστε ακόμα πιο αναγκασμένοι να περιοριστούμε σε μια απαρίθμηση των βασικών θεματικών τους. Ο Μπόρχες έχει εμμονές, συναρπαστικές και αδιανόητες εμμονές, τις οποίες ανακυκλώνει με το πάθος ενός μύστη, πιθανόν και ενός παιδιού. Ο χρόνος και οι μεταφυσικές θεωρήσεις για αυτόν, η κυκλικότητα και η αιώνια επιστροφή, οι αριθμοί και τα παράδοξά τους, η λογοτεχνία και τα ύφη της, το άπειρο και η αιωνιότητα, η Κόλαση, τα όνειρα, τα παραμύθια, τα σύμβολα, οι καθρέφτες, η απόλαυση της ανάγνωσης, η μεταβαλλόμενη ταυτότητα κ.ά. Οι εμμονές του τον οδηγούν συχνά στην επανάληψη ακόμα και ίδιων προτάσεων ή παραγράφων – αυτός είναι ο δικός του τρόπος να εφαρμόζει την κυκλικότητα στον εαυτό του, να ξαναμπαίνει με μια βαθύτατα συνειδητοποιημένη χαρά στο ίδιο ποτάμι, γνωρίζοντας βέβαια πως ούτε το ποτάμι είναι πια το ίδιο, ούτε ο ίδιος είναι πια ο ίδιος.
Ο Μπόρχες έχει εμμονές: Ο χρόνος και οι μεταφυσικές θεωρήσεις για αυτόν, η κυκλικότητα και η αιώνια επιστροφή, οι αριθμοί και τα παράδοξά τους, η λογοτεχνία και τα ύφη της, το άπειρο και η αιωνιότητα, η Κόλαση, τα όνειρα, τα παραμύθια, τα σύμβολα, οι καθρέφτες, η απόλαυση της ανάγνωσης, η μεταβαλλόμενη ταυτότητα κ.α.
Οι εμμονές του αφορούν πρωτίστως και προφανώς τους αγαπημένους του συγγραφείς. Πρώτος των πρώτων έρχεται ο Δάντης και η Θείακωμωδία του, στην οποία αφιερώνει αρκετά δοκίμια. Αλλά και ο Όμηρος δεσπόζει, ο Θερβάντες με τον ΔονΚιχώτητου δεν φεύγει ποτέ από το προσκήνιο, οι αγγλόφωνοι συγγραφείς έχουν την πρωτοκαθεδρία σε σχέση με συγγραφείς άλλων γλωσσών (Τζόυς, Ουέλλς, Κουίνσυ, Πόου, Τσέστερτον, Ουίτμαν, Ουάιλντ, Έμερσον, κ.ά.), οι φιλόσοφοι κάνουν πολύ συχνά την εμφάνισή τους στο ερμηνευτικό παιχνίδι (ο Σοπενχάουερ επανέρχεται επί μονίμου βάσεως, όπως επίσης ο Πλάτων, ο Νίτσε, ο Ράσελ, ο Χιουμ, ο Μπέρκλυ, ο Πασκάλ), ενώ συνάμα θεολόγοι και μυστικοί διαφόρων κατευθύνσεων αναβιώνουν με τις ευφάνταστες και αλλοπρόσαλλες θεωρίες τους. Η συνδυαστική ικανότητα της γνώσης, της αντίληψης και της φαντασίας του Μπόρχες ενέχει ένα θαυμαστό εύρος, βάθος και ύψος.
Ο Αργεντινός συγγραφέας αγαπά την επιγραμματική διατύπωση, ακόμα και εν μέσω μακροσκελών αναλύσεων. Του αρέσει ο αφορισμός, αυτό το «χαϊκού της σκέψης», όπως έχει γράψει ο Στάινερ, και τα καταφέρνει περίφημα. «Η ζωή μας είναι μια σειρά προσαρμογές· δηλαδή, μια μαθητεία στη λήθη», «Η έννοια του οριστικού κειμένου έχει να κάνει αποκλειστικά με τη θρησκεία ή την κόπωση», «το στιλ του πόθου είναι η αιωνιότητα», «Ίσως η Παγκόσμια Ιστορία δεν είναι παρά η ιστορία μερικών μεταφορών», «Η πραγματικότητα εξελίσσεται με γεγονότα, όχι με επιχειρήματα», «είναι πολύ δύσκολο, όταν ασχολείσαι με κορυφές, να καταλάβεις ποια είναι η ψηλότερη», «Η ευτυχία δε χρειάζεται μετάπλαση· η ευτυχία είναι αυτοσκοπός». Γενικότερα, η μπορχεσιανή εμμονή στις μεταφορές είναι απαραίτητη για να συλλάβουμε καλύτερα ένα σωρό φαινόμενα της εποχής μας: π.χ. την εφεύρεση του κυβερνοχώρου ως του κατεξοχήν Λαβυρίνθου.
Ο Μπόρχες κάνει συνέχεια παρεκβάσεις και ελιγμούς στους μαιάνδρους της σκέψης του. Όταν αναφέρεται, συνήθως παρεμπιπτόντως, η πολιτική, αφορά είτε την κριτική ενός απεχθούς φαινομένου (π.χ. ναζισμός), είτε ένα σχόλιο πάνω σε ένα εθνικό γνώρισμα. Για τον Αργεντινό, π.χ., ο Μπόρχες γράφει: «ο Αργεντινός, σε αντίθεση με τον Βορειοαμερικανό και όλους σχεδόν τους Ευρωπαίους, δεν ταυτίζεται με το Κράτος, κάτι που μπορεί να οφείλεται στο ότι, γι’ αυτόν, το Κράτος είναι μια αδιανόητη αφαίρεση· το βέβαιο είναι πως ο Αργεντινός είναι άτομο, όχι πολίτης». Εδώ, αρκεί να αλλάξουμε τη λέξη «Αργεντινός» με τη λέξη «Έλληνας», και έχουμε κάτι να σκεφτούμε για τη δική μας κατάσταση.
Ο Αργεντινός συγγραφέας είναι ένας κατεξοχήν λογοτέχνης των λογοτεχνών, ένας άνθρωπος των γραμμάτων που δηλώνει πως ανέκαθεν φανταζόταν «τον Παράδεισο σαν ένα είδος βιβλιοθήκης».
Ο Αργεντινός συγγραφέας είναι ένας κατεξοχήν λογοτέχνης των λογοτεχνών, ένας άνθρωπος των γραμμάτων που δηλώνει πως ανέκαθεν φανταζόταν «τον Παράδεισο σαν ένα είδος βιβλιοθήκης», συνεπώς εδώ η ζωή του πνεύματος υπερέχει της ζωής του σώματος (με ό,τι αυτό βέβαια συνεπάγεται σε ελλείψεις και απώλειες). Αυτό δεν σημαίνει πως είναι απλησίαστος στον μη έμπειρο αναγνώστη· σημαίνει όμως ότι αυτός θα αντιμετωπίσει δυσκολίες μέχρι να μπει στο σύμπαν αυτού του συγγραφέα και να αρχίσει να το περιδιαβαίνει με «απόλαυση» (ένα γνώρισμα που τονίζει ιδιαίτερα ο Μπόρχες αναφορικά με την ανάγνωση). Ωστόσο, ποιος είπε ότι η ανάγνωση της λογοτεχνίας (πρέπει να) είναι μια εύκολη υπόθεση; Αν η λογοτεχνία αφορά τη ζωή (και τι άλλο να αφορά άλλωστε;), τότε σε καμία περίπτωση δεν γίνεται να είναι μια εύκολη υπόθεση – η υπεραπλούστευση δεν τιμά ούτε τον ευσυνείδητο συγγραφέα, ούτε τον ευσυνείδητο αναγνώστη.
Ο Μπόρχες είναι ένας μαγεμένος σκεπτικιστής, ένας κοσμογυρισμένος σολιψιστής, ή, σαν τον αγαπημένο του Σπινόζα, ένας πανθεϊστής, αλλά της αισθητικής: η μείζων θεά του είναι η ομορφιά με τις άπειρες όψεις της, και όπου τη βρίσκει, την αναδεικνύει. Δεν τον ενδιαφέρει η μία και μοναδική αλήθεια (σπάνια παραπέμπει σε επιστήμονες), αλλά οι πολλαπλές δυνατότητες, οι ευφάνταστες πραγματικότητες. Δεν τον νοιάζει να υποστηρίξει μια συγκεκριμένη θεωρία, αλλά να αναδείξει όσες του αρέσουν. Οι μεταφυσικές και θεολογικές θεωρίες τις οποίες ξεδιπλώνει υπάρχουν για να γεμίζουν το πνευματικό σύμπαν του, όχι τόσο παρά τις αντινομίες τους, όσο, θα λέγαμε, ακριβώς εξαιτίας αυτών. Το γεγονός ότι αποδομεί τη διακηρυγμένη αλήθεια τους (κάνει φλογερές διαλέξεις με θέματα όπως π.χ. ο βουδισμός, για τα οποία δηλώνει ρητά πως δεν τα πιστεύει) δεν αρκεί για να πετάξει κάτι μια και καλή στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Η ρευστότητα, ίδιον της σύγχρονης εποχής, είναι ίδιον και της κοσμοαντίληψης του Μπόρχες. Σε πόσα πιστεύει από όσα γράφει; Σε όλα και σε τίποτα. Και ξανά σε όλα. Και ξανά σε τίποτα…
Τα δοκίμια καταλαμβάνουν περίπου 850 σελίδες, ενώ οι σημειώσεις, τα λεξικά, τα γλωσσάρια, τα ευρετήρια και τα εργοβιογραφικά στοιχεία που έχει συντάξει ο Αχιλλέας Κυριακίδης καταλαμβάνουν σχεδόν 300 σελίδες, μαρτυρώντας την κοπιώδη εργασία και την ανεκτίμητη προσφορά του προς τον αναγνώστη.
Τα δοκίμια του Μπόρχες διαβάζονται με διάφορους τρόπους: αυτόνομα και επιλεκτικά με βάση ένα γνωστό θέμα που μπορεί να μας ενδιαφέρει ή ένα πιθανόν άγνωστο θέμα που μας τραβά την προσοχή (τι είναι π.χ. τα «κένινγκ»;), ως ξεχωριστές συλλογές με κάποιο επίκεντρο (π.χ. Δάντης), όλα στη σειρά (για τον μάχιμο αναγνώστη), όλα σε συνδυασμό με τα πεζά και τα ποιήματά του στα οποία και παραπέμπουν, άλλοτε ρητά και άλλοτε υπόρρητα. Οι δυνατότητες είναι συνεπώς πολλές και πολλαπλασιάζονται κατά βούληση. Τα δοκίμια καταλαμβάνουν περίπου 850 σελίδες, ενώ οι σημειώσεις, τα λεξικά, τα γλωσσάρια, τα ευρετήρια και τα εργοβιογραφικά στοιχεία που έχει συντάξει ο Αχιλλέας Κυριακίδης καταλαμβάνουν σχεδόν 300 σελίδες, μαρτυρώντας την κοπιώδη εργασία και την ανεκτίμητη προσφορά του προς τον αναγνώστη (κάποια στιγμή συλλάβαμε τον εαυτό μας να διαβάζει κατεβατά το εγκυκλοπαιδικό λεξικό, σαν να ήταν κάποιο παράξενο μπορχεσιανό κείμενο).
Τα μάτια του Μπόρχες, που σε πολλές περίφημες φωτογραφίες του αλλού κοιτούν και αλλού (δεν) βλέπουν, έχουν μολαταύτα παρακολουθήσει, έχουν εστιάσει κυριολεκτικά στις πνευματικές εξελίξεις στη Δύση μα και στην Ανατολή, στη λογοτεχνία του Βόρειου Ημισφαιρίου (κυρίως στην αγαπημένη του, την αγγλόφωνη) μα και του Νότιου, στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του κόσμου, ή, καλύτερα, των κόσμων μας. Η σταδιακή τύφλωση, αυτό το «αργό λυκόφως που διαρκεί πάνω από μισόν αιώνα», όχι μόνο δεν εμπόδισε τον Μπόρχες να «δει» (και με τις δύο σημασίες της λέξης), μα ούτε και να μας μεταφέρει, όσα είδε, με την ακρίβεια και τη χάρη ενός καλού αγγελιαφόρου. Κι επειδή συμφωνούμε πως «το πιο σημαντικό σ’ έναν συγγραφέα είναι η φωνή του, το πιο σημαντικό σ’ ένα βιβλίο είναι η φωνή του συγγραφέα, αυτή η φωνή που φτάνει ώς εμάς», αξίζει να ακούμε και να ξανακούμε αυτή την τόσο ξεχωριστή φωνή της λογοτεχνίας του περασμένου αιώνα.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΜΠΡΑΚΟΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
Δοκίμια [Ι]
Jorge-Luis Borges
Μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδ. Πατάκη 2015
Σελ. 664, τιμή εκδότη € 19,70
Δοκίμια [IΙ]
Jorge-Luis Borges
Μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδ. Πατάκη 2015
Σελ. 488, τιμή εκδότη € 17,70