Για το βιβλίο του Φώτη Καγγελάρη «Μια ιστορία της τέχνης» (εκδ. Παπαζήση). Κεντρική εικόνα: o πίνακας του Velasquez «Las Meninas».
Γράφει ο Κωνσταντίνος Μωραΐτης
Με προσκαλεί και με προκαλεί αυτό το βιβλίο. Με προσκαλεί και με προκαλεί να επαναληφθώ, compulsion de répétition – καταναγκασμός, διαρκής εμμονή, επανάληψης. Με καλεί να μιλήσω για αυτόν τον ενοχλητικά καθοριστικό για τη σκέψη μου κόμβο.
Για αυτήν τη διαρκή τοπολογική «Βορρόμεια» συσχέτιση, ανάμεσα στην υποθετικά προβλέψιμη πραγματικότητα – le reél, αφενός και στο φαντασιακό ή την επιθυμία – l’imaginaire, αφετέρου και τη συμβολική τάξη – le symbolique, το εκφραστικό δηλαδή σύστημα. Αναφέρομαι βέβαια στον «Βορρόμειο Κόμβο – Næud Borroméen», που αποκολλήθηκε από το οικόσημο της αναγεννησιακής οικογένειας των Borromeo για να αποτελέσει σχηματικό, θεωρητικό υπόδειγμα της λακανικής ψυχαναλυτικής προσέγγισης, Θα υποχρεωθώ βέβαια να μιλήσω και για άλλους όρους που μονίμως με ταλαιπωρούν, για τον όρο «μεταφορά», μεταφορά που επίσης με αφορά.
Aς το διευκρινίσω βέβαια από την αρχή, πως θα μιλήσω από τη θέση κάποιου που σχεδιάζει, που επιθυμεί να βυθίζεται σε αυτό το αδιευκρίνιστο, αυτό που ο συγγραφέας του βιβλίου έχει ήδη από καιρό αποκαλέσει «άλεκτο».(1)
Σε αυτό το αδιευκρίνιστο το οποίο επιχειρεί να αποδώσει και τελικά μπορεί να το αποδώσει η τέχνη, καθώς αποδέχεται διαρκείς μεταφορές από ασύνειδες άφωνες επιρροές, άλλες και από γλώσσες άλλες, σωστότερα από άλλες εκφραστικές περιοχές, από άλλα συμβολικά συστήματα, επιχειρώντας αυτό το εξαιρετικά κεντρικό: να αποκτήσει κυριαρχικά δικαιώματα, κυριαρχία πάνω στην έκφραση, τη δική της έκφραση, της τέχνης και την κοινωνική έκφραση γενικά. Πάνω στις δικές της langages, αλλά ηθελημένα ή αθέλητα, ευθέως ή πλάγια πάνω στο συμβολικό σύστημα γενικά. Πάνω στο συμβολικό σύστημα και στην κοινωνική παρουσία, την κοινωνική πραγματικότητα γενικά.
Το αποκείμενο
Ο Velasquez που αγνοεί στιγμιαία την infanta και τις meninas και τολμά να κοιτάξει τους βασιλείς στα μάτια και τολμά να προβάλει τον εαυτό του ως ένα από τα κεντρικά στοιχεία της ζωγραφικής του σύνθεσης. Αυτό είναι το απόλυτο «αποκείμενο», η απόλυτη «abjection», ας θυμηθώ τις θεωρητικές υποδείξεις της Julia Kristeva, ψυχαναλύτριας, αλλά με εξαιρετική ερευνητική δραστηριότητα σε θέματα σημειωτικής θεωρίας.(2)
Αυτό είναι το απόλυτο «αποκείμενο», η απόλυτη «abjection», η εξουσία που την εκφραστική της απαίτηση, την εκφραστική της οικειοποίηση δεν τολμώ να δηλώσω, να την εκφράσω δε τολμώ, έως ότου τολμήσω να την κατακτήσω και από «abjet», καταστεί αποδεκτή.
Έως ότου εγώ ελπίσω να καταστώ «sujet», το «sujet – εγώ», εγώ ο κύριος πλέον της έκφρασης. Μάλλον έχω προχωρήσει σε μία προσωπική εκφραστική, ψυχαναλυτικής τάξης, αποδέσμευση. Μάλλον δεν αναφέρομαι απλά στο κείμενο που ξεκίνησα να σχολιάζω. Μάλλον προσπαθώ να καταλάβω τη θέση του συγγραφέα του, να τον υποκαταστήσω. Ας το επαναλάβω, επιμένοντας: μάλλον προσπαθώ να καταλάβω τη θέση του συγγραφέα του βιβλίου αναφοράς, να τον υποκαταστήσω.
Σας υποχρεώνω ή τουλάχιστον θα ήθελα να σας υποχρεώσω να μιλήσετε μέσα από εμένα, σας υποχρεώνω να ζήσετε ή να κατοικήσετε μέσα από εμένα, μέσα από το δικό μου κτίσμα ή τη δική μου πόλη αν είμαι αρχιτέκτονας, μέσα από τη δική μου απεικόνιση των πραγμάτων – εγώ είμαι εγώ, εγώ είμαι εδώ, είμαι ο Velasquez, εγώ είμαι αυτό που αποκαλείται «τέχνη». Δεν πρόκειται, ας το σχολιάσω, ας το τονίσω, για μία υποθετική υποκριτική αντιπαλότητα ανάμεσα σε μία προσωπική αναφώνηση και σε μία «δημοκρατική» απαίτηση συμμετοχής, αλλά για εμένα την τέχνη, είτε είμαι solist είτε μέλος θιάσου.
Δεν επιθυμώ απλά να σχεδιάσω ένα καλό σπίτι, αλλά να ορίσω, ουσιαστικότερα τους όρους σχεδιασμού του. Αυτή είναι, αυτή είναι η απώτερη, η ριζικότερη κατεύθυνση εκφραστικής επιθυμίας, αυτός ο περισσότερο οργασμικός εκφραστικός έρωτας.
Για εμένα την τέχνη, για εμένα που ταυτίζομαι με την τέχνη, με τη συγκρότηση εκ μέρους μου, με τη δική μου ουσιώδη συμμετοχή, του συμβολικού συστήματος. Τη συγκρότησή του πέρα από την πρόθεση μίας περιορισμένης πρακτικής σημασίας.
Στην αρχιτεκτονική θα μπορούσα να μιλήσω για την πρακτική λειτουργία, που τη χειραγωγεί μία απλουστευτική αντίληψη της πραγματικότητας. Δεν αναφέρομαι σε αυτήν την κοντόφθαλμη καθησυχαστική, ψευδή περιγραφή, αλλά σε μία συμβολικότατη, επικεντρωμένη στον εαυτό της, στον συμβολικό εαυτό της εκφραστική συνθήκη. Δεν επιθυμώ απλά να σχεδιάσω ένα καλό σπίτι, αλλά να ορίσω, ουσιαστικότερα τους όρους σχεδιασμού του. Αυτή είναι, αυτή είναι η απώτερη, η ριζικότερη κατεύθυνση εκφραστικής επιθυμίας, αυτός ο περισσότερο οργασμικός εκφραστικός έρωτας.
Η μεταφορική ικανότητα της τέχνης
Η τέχνη ως ισοδύναμη της επιθυμίας, ορθότερα ως πεδίο αποκάλυψης της επιθυμίας. Όμως αυτό ισχύει για την έκφραση γενικά, για την έκφραση γενικά. Νομίζω πως εκείνο που ιδιαίτερα χαρακτηρίζει την τέχνη, είναι μάλλον η απόλυτη έμφαση της μεταφορικής ικανότητας, πέρα από τις πρακτικιστικές καθηλώσεις μιας υποθετικής κυριολεξίας. Η τέχνη είναι η μεταφορά… Είναι η μεταφορά; Ακόμη και η μεταφορά του άλεκτου, η υπέρβαση της γλώσσας ή του εκφραστικού συστήματος, ως απαίτησης κυριολεξίας.
Η επιθυμία: απολαμβάνω εντός του σημαίνοντος, εντός της πρόσληψης της πραγματικότητας που το σημαίνον μου επιτρέπει. Αλλά πραγματοποιώ επίσης εντός του σημαίνοντος, εντός της επιτρεπόμενης συμβολικής τάξης, εντός των όρων που αυτή, η συμβολική τάξη επιβάλει στην επιθυμία μου. Αυτούς τους όρους, αυτά τα όρια διαστέλλει η χρήση της μεταφοράς, αυτά τα όρια του συμβολικού διαστέλλει η τέχνη.
«Η ιστορία του πνεύματος είναι εκείνη της φιλοσοφίας και της τέχνης» (3) σχολιάζει ο Φώτης Καγγελλάρης στο βιβλίο του Μια ιστορία της Τέχνης από τη μεριά της επιθυμίας. Ας τροποποιήσω ελαφρά το σχόλιο: η ιστορία του πνεύματος μπορεί να ταυτιστεί, μάλλον με τη συγκρότηση, τις διαρκείς συγκροτήσεις, διολισθήσεις κι τροποποίησες του συμβολικού εκφραστικού συστήματος. Αλλά το συμβολικό σύστημα, ορθότερα τα συμβολικά συστήματα είναι το αποτέλεσμα όλων – μα όλων των πιθανοτήτων μεταφοράς, όλων των πιθανών μεταφορικών συσσωρεύσεων.
Τι είναι όμως η φιλοσοφία του Καρτέσιου για παράδειγμα; Τι η βάση συγκρότησής της, τι το συμβολικό σύστημά που την παράγει; Είναι η πρότερη γνώση της σχολαστικής φιλοσοφίας που τον περιοριστικό της νάρθηκα οφείλει να υπερβεί ο φιλόσοφος.
Βέβαια, ανάμεσα τους αυτά που κύρια αφορούν τον Φώτη Καγγελάρη, είναι αυτά τα δύο κεντρικά, η τέχνη και η φιλοσοφία. Τι είναι όμως η φιλοσοφία του Καρτέσιου για παράδειγμα; Τι η βάση συγκρότησής της, τι το συμβολικό σύστημά που την παράγει; Είναι η πρότερη γνώση της σχολαστικής φιλοσοφίας που τον περιοριστικό της νάρθηκα οφείλει να υπερβεί ο φιλόσοφος, καθώς ενηλικιώνεται θεωρητικά και αυτονομείται;
Είναι η ισχυρότατη μαθηματική προπαίδεια κατακτημένη σε ένα περιβάλλον διδασκαλίας Ιησουιτών; Είναι η εκπαίδευση του ως στρατιωτικού στελέχους, ως αξιωματικού του πυροβολικού που έχει εκτενώς διδαχθεί την πολεμική οργάνωση του φόνου; Είναι η προσπάθεια του να υπερβεί λογικά, ας είμαι παραδειγματικά θρασύς, τις ερωτικές του προσωπικές ατυχίες, να υπερβεί το συναισθηματικό κενό αν αυτό είχε υπάρξει, κάτω από έναν μανδύα λογικής υπεροχής; Μία υπεραναπλήρωση ίσως;
Η εκπλήρωση της επιθυμίας
Τι τον οδηγεί, μετά την αποχώρησή του από το στράτευμα, στα χρόνια της διαμονής του στην Ολλανδία, στον σχεδιασμό του πρώτου αμαξίδιου για ανάπηρους πολέμου; Ενοχές; Μια δεύτερη περίπτωση εξαγνισμού και υπεραναπλήρωσης; Ακόμη: «τη νύχτα της 10ης προς την 11η Νοεμβρίου 1619», ο René Descartes «βλέπει τρία αλλεπάλληλα όνειρα… και τότε πλήρης ενθουσιασμού, ανακαλύπτει τις βάσεις μιας καθολικής επιστήμης».(4) Ώστε ο ορθός λόγος μπορεί να αναδυθεί από την προτροπή ενός ονείρου και ποια επιθυμία, ποια επιθυμία νοητικής και εκφραστικής κυριαρχίας, μπορεί να ενισχύσει την προτροπή του ονείρου και τη δομική οργάνωση του ορθολογισμού;
Ποιες διεργασίες καθορίζουν, επιτρέπουν ή μετασχηματίζουν τους όρους εκπλήρωσης της επιθυμίας, στην τέχνη ή ευρύτερα, σε κάθε αποκομμένο ή διασυνδεδεμένο, πολλαπλά εμπλεκόμενο εκφραστικό σύστημα, σε κάθε σύστημα μεταφορικών συσχετισμών, τέχνης ειδικότερα ή έκφρασης γενικά, οποιαδήποτε έκφρασης γενικά, γενικά. Ας θυμηθώ τον Gaston Bachelard και ας διαστείλω, ερήμην του, ένα τίτλο έργου του, «La formation de l'esprit scientifique: contribution à une psychanalyse de la connaissance» ή «Η διαμόρφωση του εκφραστικού πνεύματος (του εκφραστικού συστήματος θα προτιμούσα): μία συνεισφορά στην ψυχανάλυση της επιθυμίας παρέμβασης και της συμβολικής τάξης.»
Συμβολική πράξη
Μία Ιστορία της Τέχνης λοιπόν, από τη μεριά της επιθυμίας, από τη μεριά της συμβολικής τάξης ΚΑΙ – γιατί όχι, από τη μεριά της παρέμβασης στη συμβολική τάξη. «Από τη μεριά της παρέμβασης στη συμβολική τάξη», από τη μεριά της συνθήκης η οποία, για μένα αποτελεί τη ριζικότερη επιθυμία που μπορεί να στεγάσει η έκφραση, οποιαδήποτε έκφραση.
(1) Καγγελάρης, Φ. (2022): Σημειώματα για την Τέχνη ως σύλληψη του Άλεκτου. Αθήνα: Εκδ. Παπαζήση.
(2) Αναφερόμαστε βέβαια το κείμενο της (1980): Pouvoir de l’horreur, essai sur l’ abjection. Paris: Édit. du Seuil, αλλά και στο προηγούμενο κείμενο της (1969): Σημειωτική - Semeiotikê. Recherches pour une sémanalyse. Paris: Édit. du Seuil.
(3) Καγγελλάρης Φ. (2024): Μια ιστορία της Τέχνης από τη μεριά της επιθυμίας. Αθήνα: Εκδ. Παπαζήση, σ. 51.
(4) Descartes, R. (1976): Κανόνες για την καθοδήγηση του πνεύματος. Θεσσ/κη: Εκδ., Εγνατία, σ. 156.
*Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΩΡΑΪΤΗΣ είναι αρχιτέκτονας. Ομότιμος καθηγητής Ε.Μ.Π.