Του Κώστα Κατσουλάρη
«Η Έλλη Παππά κατέθεσε το 1993 και το 1995 δύο κείμενά της στα Ιστορικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, θέτοντας ως προϋπόθεση να δημοσιευτούν μόνο μετά τον θάνατο της.
Το πρώτο κείμενο ήταν ένα δακτυλόγραφο 52 σελίδων με τίτλο «Υπόθεση Πλουμπίδη» και το δεύτερο μία ομάδα κειμένων (συνολικά 108 σελίδες) απαρτιζόμενη από: προλογικό σημείωμα με τίτλο «Λίγα λόγια», αυτοβιογραφικό κείμενο, σώμα άρθρων της στις εφημερίδες Αυγή και Νέα [ο Ριζοσπάστης είχε αρνηθεί να τα δημοσιεύσει] με τίτλο «Παράρτημα», κείμενο με τίτλο «Γράμματα στον γιο μου» και ιδιόχειρο γράμμα του Νίκου Πλουμπίδη προς την ίδια με ημερομηνία 4. V. 52. Το Ίδρυμα, ανταποκρινόμενο στην επιθυμία της δωρήτριας, ξεκίνησε την προετοιμασία της έκδοσης μετά τον θάνατο της, τον Οκτώβριο του 2009 και σήμερα παραδίνει στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό αυτούσια και δίχως παρεμβάσεις το σύνολο αυτής της μαρτυρίας.» Παραθέτουμε αυτά τα στοιχεία αυτούσια, μια και αποτελούν τις προϋποθέσεις ύπαρξης αυτού του βιβλίου, μια σύνθεση της ελληνικής πολιτικής σκηνής και της προσωπικής διαδρομής της Έλλης Παππά, από τις αρχές της δεκαετίας του 1940 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Κυρίαρχο πρόσωπο στο βιβλίο, εκτός από τον Νίκο Μπελογιάννη, είναι αδιαμφισβήτητα ο Νίκος Πλουμπίδης. Μέσα από την παρουσίαση της δράσης του, του οράματος του, της κομματικής πειθαρχίας που τον χαρακτήριζε και των επαφών του με άλλα πολιτικά πρόσωπα εντός και εκτός Αριστεράς, η συγγραφέας προβάλει και την δική της πολιτική θέση για το δρόμο της Αριστεράς μετά τον Εμφύλιο. Βασικό ρόλο σε αυτό παίζει η καταδίκη του σταλινισμού, μέσα από δεκάδες λεπτομέρειες που μαρτυρούν τους τρόπους καταδυνάστευσης που χρησιμοποιούσε το Κόμμα (με προεξάρχοντα τον Ζαχαριάδη, στην εποχή του) για να εξοντώσει όλους όσοι δεν συμμορφώνονταν στην εκάστοτε «γραμμή» του.
Τα κείμενα χαρακτηρίζονται από τον προσωπικό τόνο της Έλλης Παππά και σαφώς συναρτώνται «με το είδος και το μέγεθος της εμπλοκής της» στα πράγματα που έζησε. Ωστόσο, οι απόψεις της δεν μπορεί να θεωρούνται «μια ακόμη μαρτυρία», όπως διαβάζουμε σε διάφορα δημοσιεύματα, για την οποία «θα κρίνει η Ιστορία». Μεταφέρουν με ψυχραιμία και στέρεη θεωρητική και ηθική βάση το κλίμα μιας ολόκληρης εποχής.
Είναι εντυπωσιακό σε τι βαθμό, ακόμη και σήμερα, επιχειρείται να προστατευθεί το ΚΚΕ και η αγιοποιημένη μυθολογία του από τα φλεγόμενα κριτικά βέλη ανθρώπων σαν την Έλλη Παππά. Ιδιαίτερα η Παππά, είναι η αλήθεια, υπήρξε μόνιμο αγκάθι για το Κόμμα, ακριβώς λόγο της ακεραιότητάς της αλλά και της καθαρότητας των ιδεών της, την πίστη της στις δημοκρατικές αξίες. Ο χαρακτηρισμός της ως «κομουνίστριας» στο «αυτί» του βιβλίου είναι κατά την άποψή μας συζητήσιμος, καθώς και η βιασύνη να προληφθούν αντιδράσεις με φράσεις όπως «πέρα από την όποια “χρήση” θα γίνει στα λόγια της, προκειμένου να “αποδειχθεί” άλλη μία φορά η αρνητική στάση του ΚΚΕ στους ανθρώπους του» [από το δελτίο τύπου]. Τόσα πολλά εισαγωγικά, προς τι άραγε; Μόνο στην Ελλάδα, εν έτη 2010, είναι ακόμη ταμπού η συζήτηση για τις σταλινικές μεθόδους και την εξοντωτική τακτική που εφάρμοζαν ανά τον κόσμο τα Κομμουνιστικά Κόμματα – με το δικό μας να μην αποτελεί εξαίρεση.
Διαβάζοντας το Δελτίο Τύπου και το αυτί της κατά τα λοιπά εξαιρετικής έκδοσης, όπως και ορισμένα τσιγκούνικα δημοσιεύματα στον Τύπο, αναρωτιέμαι το σοκ που θα νιώσει ο ανεπηρέαστος αναγνώστης μόλις τελικά διαβάσει το ίδιο το βιβλίο, μόλις έρθει αντιμέτωπος με τα σταράτα και χωρίς υπεκφυγές λόγια της Παππά. Ένα παράδειγμα, ανάμεσα σε πολλά: «Είναι ένα από τα μεγάλα ιστορικά παράδοξα η άνεση με την οποία οι επαναστατικές δυνάμεις της Ευρώπης, που επαγγέλονταν την ελευθερία και την αδελφότητα, εφάρμοζαν τις πιο βρώμικες μεθόδους, για να εξοντώσουν τους δικούς τους αγωνιστές, όταν έκριναν πως αποτελούσαν εμπόδιο στην περαιτέρω πορεία της επανάστασης ή στην οπισθοδρόμησή της.» Και συνεχίζει: «Το δικό μας Κόμμα αναδείχτηκε σε έναν από τους καλύτερους μαθητές αυτών των μεθόδων. Οι κατά καιρούς ηγέτες του –με πρώτο ανάμεσά τους τον Ζαχαριάδη– τις εφάρμοσαν με «συνέπεια» και τις μετέδωσαν στους νεότερους με ζήλο ιερωμένων. Η ρετσινιά του «χαφιέ» ήταν η πιο πρόχειρη και η πιο πρόσφορη για την εξουδετέρωση –ηθική ή και φυσική– παντός ανεπιθύμητου. Από τον Παντελή Δαμασκόπουλο ως τον Άρη Βελουχιώτη και τον Νίκο Πλουμπίδη, οι περιπτώσεις δύσκολα μπορούν να μετρηθούν.» (σ. 170) Λόγια που δεν σχετικοποιούνται ούτε και απαλύνονται χαρακτηριζόμενα ως «προσωπική μαρτυρία»…