Για το μυθιστόρημα του Βασίλη Κουνέλη «Καπνισμένα ερείπια» (εκδ. Καστανιώτη).
Του Διονύση Μαρίνου
Το καλοκαίρι του 2002 ήταν ολότελα παράξενο για την Ελλάδα. Εν μέσω παροιμιώδους ραστώνης, θερινού θάλπους και λαμπρής αμεριμνησίας, η Ελληνική Αστυνομία έκανε πράξη αυτό που προσδοκούσε επί 27 συναπτά χρόνια: να ξηλώσει το πουλόβερ της τρομοκρατικής οργάνωσης «17 Νοέμβρη» και να συλλάβει τα μέλη της.
Η αποκάλυψη των προσώπων που τελικά συγκροτούσαν την «17Ν» ήταν μια σπουδή στην κοινοτοπία. [...] Παρά τις ακραίες απόψεις και πρακτικές τους, όλα τα μέλη της οργάνωσης επιβεβαίωναν τις βασικές εκδοχές του μέσου Έλληνα. Τίποτα το εκκεντρικό ή περισπούδαστο.
Είχαν προηγηθεί παταγώδεις αποτυχίες, εξωφρενικές γκάφες, εγκληματικές αβελτηρίες, αλλά και μια υποβόσκουσα συνωμοσιολογία για ποιος και για ποιους λόγους κρυβόταν πίσω από την οργάνωση «φάντασμα». Πολλοί τότε έσπευσαν να μιλήσουν για το πραγματικό τέλος της Μεταπολίτευσης, καθώς γέννημα θρέμμα εκείνης της περιόδου ήταν και η συγκεκριμένη οργάνωση. Η ύστερη γνώμη της ελληνικής περίπτωσης απέδειξε πως η περιώνυμη Μεταπολίτευση άνοιξε και έκλεισε τα κιτάπια της πολλές φορές στον δημόσιο βίο. Τούτο, όμως, είναι μια άλλη ιστορία.
Η αποκάλυψη των προσώπων που τελικά συγκροτούσαν την «17Ν» ήταν μια σπουδή στην κοινοτοπία. Όσοι πίστευαν πως οι εκτελεστές εκπληρούσαν, όντως, τον μύθο που τους περιέβαλε, μάλλον κατανόησαν πόσο τους είχε παραπλανήσει η αχαλίνωτη φαντασία τους. Παρά τις ακραίες απόψεις και πρακτικές τους, όλα τα μέλη της οργάνωσης επιβεβαίωναν τις βασικές εκδοχές του μέσου Έλληνα. Τίποτα το εκκεντρικό ή περισπούδαστο. Κανένας Ρομπέν των Δασών σε σύγχρονη μορφή. Άνθρωποι της διπλανής πόρτας ήταν σχεδόν όλοι τους. Λαϊκά παιδιά που ριζοσπαστικοποιήθηκαν αμέσως μετά την πτώση της Δικτατορίας. Βρισκόμενοι μονίμως εν (πολιτικώ) βρασμώ έγιναν η ασύμμετρη απειλή της αστικής Δημοκρατίας. Προέγραψαν πρόσωπα, αφαίρεσαν ζωές, έσπειραν τον τρόμο, βάφτισαν το επαναστατικό τους όραμα σε μια κολυμβήθρα γεμάτη αίμα.
Η ελληνική λογοτεχνία, καίτοι έχει να εμφανίσει αρκετά δείγματα γραφής γύρω από το θέμα της τρομοκρατίας, δεν μπορούμε να πούμε πως ακούμπησε το πυρωμένο σίδερο με την ίδια ζέση που το έκανε στις μέρες μας για την οικονομική κρίση και την άνοδο της Ακροδεξιάς. Φαίνεται πως με τα χρόνια, η τρομοκρατία έπαψε να είναι ένα «δελεαστικό» θέμα για ανάλυση με την επίρρωση της μυθοπλασίας.
Το μυθιστόρημα του Βασίλη Κουνέλη Καπνισμένα ερείπια (εκδ. Καστανιώτη), αν και δεν αναφέρεται ευθέως στην «17Ν», λειτουργεί ως μια παράπλευρη ιστορία της. Οι συνάφειες είναι πολλές και οι αντιστοιχίες προσώπων και γεγονότων πρόδηλες. Το ποια χρεία έχουμε τέτοιων μυθιστορημάτων πολιτικού περιεχομένου, τώρα που οι δράστες έχουν καταδικαστεί για τις πράξεις τους και εκτίουν βαρύτατες ποινές φυλάκισης, αποδεικνύεται ολοκάθαρα από την οπτική γωνία του συγγραφέα.
Πρωταγωνιστής δεν είναι κάποιος διώκτης των τρομοκρατών, έτσι ώστε από πίσω του να συνασπίζεται η πλειοψηφία των πολιτών, αλλά ένα βασικό μέλος της. Ο Ηρακλής Κοντός, καταδικασμένος κι αυτός, υπήρξε σημαντικός βραχίονας της τρομοκρατικής οργάνωσης «Επαναστατική Οργάνωση των Οκτώ». Μια επαναστατική γκρούπα που «ταυτίστηκε» σε συμβολικό και πραγματικό επίπεδο με τον αριθμό οκτώ. Ο διαμεσολαβητής της ιστορίας είναι ο δικηγόρος του Φίλιππος Γιαννόπουλος. Αυτός είναι που μεταφέρει τόσο την πλευρά του τρομοκράτη, όσο και τη δική του από τη στιγμή που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέλιξη της δίκης.
Ο Κουνέλης δεν γράφει ένα μυθιστόρημα αποκαλύψεων, αλλά ένα αποκαλυπτικό μυθιστόρημα με την έννοια ότι προσπαθεί να βουτήξει στα θολά νερά που έπεσε ο Ηρακλής Κοντός κι όταν αναδύθηκε βρέθηκε με ένα όπλο ανά χείρας. Έτοιμος να αφαιρέσει τη ζωή κάποιου μεγαλοστελέχους του αστικού κράτους, προς χάριν της ιδέας της διαρκούς Επανάστασης.
Είναι φανερό πως ο Βασίλης Κουνέλης χρησιμοποίησε επί σκοπώ τη δικηγορική του ιδιότητα και τη συμμετοχή του στη δίκη της «17Ν» ως συνήγορος υπεράσπισης του Πάτροκλου Τσελέντη. Όλο αυτό το πραγματολογικό υλικό περνάει μέσα από το βιβλίο και του δίνει εγκυρότητα και αληθοφάνεια, δίχως να επιδιώκει να κρούσει κλειστές θύρες και να μας αποκαλύψει ανομολόγητα μυστικά – καλά κρυμμένα ως τώρα από τους τρομοκράτες ή τους δημοσιογράφους που κάλυψαν τα γεγονότα εκείνης της εποχής.
Ο Κουνέλης δεν γράφει ένα μυθιστόρημα αποκαλύψεων, αλλά ένα αποκαλυπτικό μυθιστόρημα με την έννοια ότι προσπαθεί να βουτήξει στα θολά νερά που έπεσε ο Ηρακλής Κοντός κι όταν αναδύθηκε βρέθηκε με ένα όπλο ανά χείρας. Έτοιμος να αφαιρέσει τη ζωή κάποιου μεγαλοστελέχους του αστικού κράτους, προς χάριν της ιδέας της διαρκούς Επανάστασης. Ο Ηρακλής Κοντός, όπως και οι πραγματικοί «οπλαρχηγοί» της «17Ν», δεν ήταν κάτι το εξαιρετικό. Δεν βγήκε από το πρόπλασμα του Μπακούνιν και του Νετσάγιεφ (αν και την κατάλληλη στιγμή χρειάστηκε να τους διαβάσει έτσι ώστε να οπλιστεί ιδεολογικά). Ένα απλοϊκό παιδί νησιωτών ήταν. Η οικογένειά του ζούσε στο νησί Αιγίλειψος. Ζούσε, τρόπος του λέγειν, ψευτοζούσε σε μια κλειστή κοινωνία που δεν αποδεχόταν τα αδύναμα μέλη της. Ο πατέρας ταχυδρομικός υπάλληλος, η μάνα στο σπίτι, τα παιδιά (ο Ηρακλής και οι δίδυμοι αδελφοί του) να προσπαθούν να επιβιώσουν με αντιπάλους τα παιδιά των προυχόντων του νησιού.
Η πραγματική ζωή του Κοντού θα ξεκινήσει όταν θα μετοικήσουν στον Πειραιά. Εκεί, το μεγάλο λιμάνι (όπως και η Αθήνα) θα του προσφέρει όλες τις δυνατότητες: για το καλό και το κακό. Είναι το ίδιο παιδί που θα μαγευτεί από το βιολί και θα φτάσει στο σημείο να γίνει ένας βιρτουόζος που θα μπορούσε να κάνει διεθνή καριέρα, αλλά κι αυτό που θα εκδικηθεί για την ντροπή που υφίσταται η μάνα του από ένα κουτσαβάκι αστυνομικό που την πολιορκεί εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι ο άντρας της έχει πεθάνει. Ο φοιτητής Κοντός θα μαγευτεί από τις μεγάλες αλλαγές που συμβαίνουν στη χώρα, θα πάρει το μερτικό από τον έρωτα που κάθε νέος αποζητάει (και στο νησί, μικρός όπως ήταν, δεν μπορούσε να τον ολοκληρώσει) και μέσω ενός υπόγειου κυκλώματος θα αρχίσει να διαμορφώνει μέσα του το προφίλ του ριζοσπάστη. Αρχικά ως υποστηρικτικό μέλος και στη συνέχεια ως ενεργό, θα βρεθεί στο κέντρο όλων των επιχειρήσεων της Οργάνωσης.
Πώς ένα νέο παιδί που θα μπορούσε να έχει άλλη τύχη, καταλήγει να ζωστεί με τα όπλα και να βγει στο κυνήγι των αστών; Πώς γεννιέται ένας τρομοκράτης;
Ο λόγος, όμως, ανήκει και στον δικηγόρο του Φίλιππο Γιαννόπουλο που με τη σειρά του έχει μπόλικη οικογενειακή και προσωπική ιστορία να διηγηθεί. Πήγε κόντρα στον χουντικό πατέρα του, ακολούθησε την αριστερόστροφη πολιτική προοπτική και, τελικά, έγινε συνήγορος και εξομολόγος ενός τρομοκράτη. Αν παίρνει θέση στο μυθιστόρημα; Υπογείως ναι, αλλά φανερά ποτέ. Κάτι τέτοιο θα προκαλούσε σημαντικές ρήξεις στο βιβλίο και θα το μετέτρεπε σε αγιογραφία και απολογία από το φοβερό βήμα της λογοτεχνίας.
Αν και η λύση που δίνει στο δράμα ο Κουνέλης δεν είναι η πλέον συμβατή με την πραγματικότητα, εντούτοις σε πολλά σημεία του μυθιστορήματος (πάντως, όχι στις ονειρικές περιελίξεις και τους εσωτερικούς μονολόγους του που αποδεικνύονται σχοινοτενείς) καταφέρνει να κυκλώσει τον εσωτερικό κόσμο του βασικού του ήρωα. Η ιστορία λειτουργεί σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο – δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς από τη στιγμή που οι τρομοκράτες ενήργησαν ως αυτόκλητοι τιμωροί και δικαστές και περιέπλεξαν όλη τη χώρα σε μια δίνη θεωρώντας πως έπρατταν εξ ονόματός της (δίχως, φυσικά, να τους το έχει ζητήσει κανείς). Διαφαίνονται οι αντιθέσεις και οι αντιφάσεις των μελών μετά της σύλληψή τους (κυριαρχεί η φιγούρα του γηραιού Φώτη που φέρνει στο νου τη φυσιογνωμία του Γιωτόπουλου), αλλά και η αντιμέτωπη που έτυχαν από την ελληνική κοινωνία. Φυσικά, το ερώτημα παραμένει πάντα ανοιχτό: πώς ένα νέο παιδί που θα μπορούσε να έχει άλλη τύχη, καταλήγει να ζωστεί με τα όπλα και να βγει στο κυνήγι των αστών; Πώς γεννιέται ένας τρομοκράτης; Ποιες ειδικές συνθήκες θερμαίνουν την ορμή του και την μετατρέπουν σε μίσος και ιδεολογική λύσσα; Ο Ηρακλής Κοντός είναι μια τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση. Μπορεί κανείς να μην συμφωνεί με τη λογική και τις πρακτικές του, αλλά με τη βοήθεια του μυθιστορήματος είναι σε θέση να τον κατανοήσει. Είναι κι αυτό ένα βήμα. Η Δημοκρατία, άλλωστε, οφείλει να αποδέχεται και τις παραφυάδες της.
* Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο του, η συλλογή διηγημάτων «Όπως και αν έρθει αυτό το βράδυ» (εκδ. Μελάνι).
Καπνισμένα ερείπια
Βασίλης Κουνέλης
Καστανιώτης 2018
Σελ. 384, τιμή εκδότη €15,00