
Για τη νουβέλα της Έλενας Ακανθιάς Το δόντι του καρχαρία (εκδ. Γαβριηλίδης)
Του Γ.Ν. Περαντωνάκη
Σε παλιότερες διαφημίσεις για τα τσιγάρα Silk Cut παρουσιαζόταν το μοτίβο ενός μοβ μεταξένιου υφάσματος να σκίζεται, κόβεται, τρυπιέται από ένα μυτερό αντικείμενο. Πολλοί θεώρησαν αυτό το μοτίβο σεξιστικό υπονοούμενο, καθώς το επιθετικό αρσενικό διεμβολίζει το λεπτεπίλεπτο θηλυκό. Μια ανάλογη σειρά συμβόλων χρησιμοποιεί η Έλενα Ακανθιάς, για να καταγγείλει αυτή τη φορά την έμφυλη βία.
Ο λόγος του αφηγητή ξεχειλίζει λαϊκή βία και έμφυλη οργή, ανδρικό δίκιο και βίαιο τσαμπουκά που θεωρεί σωστό ό,τι τού υπαγορεύει το μπρουτάλ θυμικό του, ο στιβαρός ανδρισμός του, το ζωώδες νεύρο του.
Η ογδοντασέλιδη νουβέλα 11.778 λέξεων, την οποία μπορεί κανείς να διαβάσει σε 47 κατά μέσο όρο λεπτά, αποτελεί ένα «αυθόρμητο», γραμμένο σε μια νύχτα, σύμφωνα με δήλωση της ψευδώνυμης συγγραφέως, κείμενο που διακρίνεται από υφολογικά και ιδεολογικά φεμινιστικά (μάλλον ανεπίκαιρη λέξη, για να δηλώσει αυτό που συναντάμε εδώ) χαρακτηριστικά. Χωρισμένη σε έξι κεφάλαια, με ανδρικές εστιάσεις στα περισσότερα, αναπλάθει τον κατεστημένο λόγο, που κυριαρχούσε κι ίσως κυριαρχεί ακόμα για τη φύση των δύο φύλων και τις σχέσεις εξουσίας που τα διέπει.
Η υπόθεση ξεκινά με τις αντιρρήσεις του Θέμη να εγκατασταθεί ο οίκος ανοχής της Νανάς κοντά στο σχολείο της πόλης, αντιρρήσεις που εκφράζουν έναν πατριαρχικό λόγο, ο οποίος ωστόσο βρίθει υποκρισίας και ανακολουθίας ανάμεσα σ’ αυτό που κάνουν οι αρσενικοί της πόλης και σ’ αυτό που διακηρύσσουν. Ο φαλλοκρατικός λόγος της συντηρητικής κοινωνίας (οι κορώνες αφενός για κοινωνική ευταξία και αφετέρου ηθική σήψη) συναντά την ηρωίδα του Εμίλ Ζολά σε ένα σύγχρονο, απομυθοποιητικό περιβάλλον. Κι αυτό συμβαίνει όχι μόνο γιατί η αντίθεση της ηθικής ακεραιότητας με τον έπαινο της Νανάς και των υπηρεσιών της αποβαίνει καταφανής αντίφαση, αλλά και γιατί οι άνδρες για τους οποίους γίνεται λόγος έχουν οφθαλμοφανώς και θηλυκές πλευρές.
Το κείμενο συνεχίζει με την κατάθεση του υδραυλικού άνδρακλα που έχασε τον γιο του και κατηγορεί τη γυναίκα του για την εκθήλυνσή του. Αυτός τον ήθελε ανδροπρεπή με γκόμενες, με όπλα και κυνήγια όπου θα δοκίμαζε τη δύναμη και την εξουσία του, με νταηλίκι που συνεχίζει μια αρχέγονη παράδοση, με το ποτό αλλά... αυτός βγήκε ομοφυλόφιλος. Ο λόγος του αφηγητή ξεχειλίζει λαϊκή βία και έμφυλη οργή, ανδρικό δίκιο και βίαιο τσαμπουκά που θεωρεί σωστό ό,τι τού υπαγορεύει το μπρουτάλ θυμικό του, ο στιβαρός ανδρισμός του, το ζωώδες νεύρο του.
Ο τρίτος πρωταγωνιστής είναι ένας νεαρός μαθητής που συναντά στο ασανσέρ τη γυναίκα-κλεψύδρα κι έπειτα την παρασύρει με υπνωτικό στην πρώτη του συνεύρεση. Το ποια είναι αυτή η γυναίκα και ποιο ψυχαναλυτικό-φροϊδικό σύμπλεγμα κρύβεται κάτω από τον ασθμαίνοντα ειρμό του δεκαεφτάχρονου δίνει και άλλη διάσταση στο κεφάλαιο, καθώς η αναγκαία για να ανδρωθεί συνουσία, το ξεπαρθένεμα πριν φύγει για σπουδές, έρχεται με ένα είδος βιασμού.
Το κείμενο δεν διέπεται από συνοχή, καθώς μεταβαίνουμε αλματωδώς σε μια πορεία σε έναν ζωολογικό κήπο που γίνεται παράλληλα με την ανάγνωση ειδήσεων για κακοποιήσεις, φόνους τιμής, βιασμούς και νόμιμες βιαιοπραγίες επί των γυναικών σε χώρες του τρίτου κόσμου. Ο παραλληλισμός του γορίλα που καθηλώνει τα θηλυκά, του καρχαρία, της μέδουσας κ.λπ. με τα κυρίαρχα αρσενικά αναδεικνύει τις συνθήκες της κοινωνίας ως ζωικές, ενστικτώδεις και καθόλου πολιτισμένες πρακτικές, ενώ καυτηριάζει και την αιχμαλωσία ως καθεστώς, που, μολονότι εξασφαλίζει τροφή και προστασία, οδηγεί σε μια καταπιεστική αντιμετώπιση του αιχμαλώτου.
Το κείμενο δεν διέπεται από συνοχή, καθώς μεταβαίνουμε αλματωδώς σε μια πορεία σε έναν ζωολογικό κήπο που γίνεται παράλληλα με την ανάγνωση ειδήσεων για κακοποιήσεις, φόνους τιμής, βιασμούς και νόμιμες βιαιοπραγίες επί των γυναικών σε χώρες του τρίτου κόσμου.
Στο τέλος, η ψευδώνυμη Έλενα, ακούγοντας τις άλλες γυναίκες να μιλάνε, καταγγέλλει τα σεξιστικά ανέκδοτα, τη γενική δίπλα σε κάθε γυναικείο όνομα που δείχνει ιδιοκτησία (γι’ αυτό και η συγγραφέας επιλέγει ως επίθετο μια γενναία ονομαστική!), τη νοοτροπία των κοριτσιών να ανοίγουν αμαχητί καρδιές και σκέλη, την ανοχή τους στις «δικαιολογημένες» απιστίες των συζύγων τους.
Σε όλα αυτά τα κεφάλαια είναι χαρακτηριστικές οι φράσεις με τις οποίες οι άνδρες μεγαλώνουν τους γιους τους, καθώς γι’ αυτούς ο ανδρισμός μετριέται με χαστούκια και με πηδήματα. «Το ξύλο είναι η γυμναστική του αρσενικού» λέει ο ένας, «Ζύγισε τον ανδρισμό στα σκέλια του και μέτρησε τον κόσμο όλο» ο άλλος… Το αγόρι λοιπόν γαλουχείται με στερεότυπα που ταιριάζουν σε μια προ-πολιτισμένη κοινωνία, όπου η μυϊκή δύναμη και η επιβολή με κάθε τρόπο ήταν αναγκαία. Κι όμως μέσα τους, σε μια ειρωνική υπονόμευση, έχουν «γυναικεία χαρακτηριστικά», κι αυτά αναγκαία για την ισορροπία τους, αλλά και γιατί εντέλει αυτά δεν είναι γυναικεία. Από την άλλη, οι γυναίκες δεν στερούνται «ανδρικά γνωρίσματα», όπως αποφασιστικότητα, δύναμη, γενναιότητα και τη γλωσσικά σεσημασμένη λέξη «ανδρεία», αλλά συνάμα έχουν εγκολπωθεί τα ίδια στερεότυπα για την αρσενική αρρενωπότητα και την ανάγκη του άνδρα να κυριαρχεί, να βατεύει, να επιβάλλεται, ανάγοντας έτσι την υποταγή σε ανάγκη.
Τα σύμβολα που υπαινίχθηκα στην αρχή απλώνονται από το θερμόμετρο στον κώλο μέχρι τον καρχαρία που ξεσκίζει τα θύματά του κι από τον χορό της μέδουσας και την απειλητική δράση της σβήστρας ώς τον γορίλα και τους μύες του κ.λπ. Έτσι αποδεικνύεται ότι η έμφυλη καταπίεση δεν είναι μόνο έργο της ανδρικής νοοτροπίας, αλλά και της γυναικείας ανοχής, αποδοχής και συγκάλυψης. Δεν φταίει μόνο το σύστημα αλλά και οι ίδιες οι γυναίκες που το υιοθετούν ασυζητητί, καθώς η πλατωνική ρήση «θεός αναίτιος, αιτία ελομένου» έρχεται να κουμπώσει με την εκούσια «επιλογή» μιας διαιώνισης.
Μπορεί το κείμενο της Έλενας Ακανθιάς να καταλήγει σε κήρυγμα και όχι σε λογοτέχνημα, αλλά ο πυρήνας της ορμητικής γραφής της και της απομυθοποίησης στερεοτύπων και κοινωνικών θεσφάτων έχει ακόμα ουσία.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Το δόντι του καρχαρία
Έλενα Ακανθιάς
Γαβριηλίδης 2016
Σελ. 88, τιμή εκδότη €9,54